Fractal

Δοκίμιο: “Εραστής της στιγμής”

Της Χριστίνας Σδούκου // *

 

f8

 

Μια λευκή καταιγίδα τον τελευταίο καιρό ξεσπά σχεδόν σε κάθε πρωινό άκουσμα νέων και ειδήσεων για αγγέλους και μαύρα αστέρια που σε αυτό το ενδιάμεσο που λέγεται ζωή αγαπημένε μου Νικόλα, τώρα πάνε ολοταχώς για την άβυσσο. Έχω χάσει τον λογαριασμό, είναι πολλοί άλλους τους ξέρω καλά και άλλους που δεν τους γνώρισα ποτέ, ίσως ακόμη καλύτερα μέσα από μουσικές, λέξεις , έργα και σιωπές που μου ψιθύριζαν στο αυτί κάτι μοναχικές βραδιές. Ο Bowie, o Prince, ο Σκόλα, ο Ζουλάφσκι, ο Έκο, ο Ρίκμαν,ο Emerson, ο Black, ο Bόγλης, η Συνοδινού, ο Τριανταφυλλίδης, ο Παντελής, ο πατέρας μου, ο μικρός Σωτήρης, o μεγάλος Άλι και όλοι οι άλλοι που τσίμπησαν την καρδιά μου δυνατά στην αιφνίδια φυγή τους. Έχω πάψει να απαντάω στο γιατί αφού ξέρω πως δεν θα πάρω απάντηση και αντί να προσπαθώ να διαχειριστώ το ανέφικτο όσο και το αιφνίδιο της ζωής θα απαντήσω στην ερώτηση της μικρής μου για το αν μου λείπει ο παππούς της καταφατικά και μονολεκτικά «πολύ», ναι πολύ αλλά λίγο παρακάτω θα της εξηγήσω κάτι πολύ εύστοχο από το ευφυή Χρήστο Χωμενίδη που λέει πως τους αγαπημένους μας νεκρούς δεν τους θυμόμαστε. Τους περιέχουμε. Και έτσι ο Βοwie μου κλείνει το μάτι και γουστάρει τόσο να μου τραγουδά στο Lazarus τον αγαπημένο του στίχο «Oh I’ll be free, just like that bluebird, ain’t that just like me», ο Έκο μου ετοιμάζει με την ησυχία του ένα ακόμη «Όνομα του Ρόδου», ο Black μου γρατζουνάει το “Wonderful Life” σε μία νέα acoustic εκδοχή, ο Βόγλης μετά τον τελευταίο του ρόλο ως καθηγητής Σερεμπριάκωφ στον Θείο Βάνια, ετοιμάζει νέο ρόλο έκπληξη και ο παππούς γλυκιά μου τρελαίνεται να βολταρίζει από σύννεφο σε σύννεφο, να τρώει ανενόχλητος αυτά που θέλει χωρίς να τον ζαλίζει η γιαγιά και να πίνει όσους ελληνικούς καφέδες του κάνουν κέφι παρατηρώντας τους ανθρώπους που τόσο αγαπά.

Θα εστιάσω σε αυτό και μόνο που λέγεται στιγμή αφού δεν ξέρω τίποτα για το αύριο πέρα από τα σενάρια που πλέκει η φαντασία μου αλλά και το χτες δεν μπορώ να το επαναφέρω και έτσι το αφήνω εκεί που είναι να ξαποστάσει φιλήσυχο. Βρίσκω τον καλύτερο εραστή που λέγεται στιγμή και τα έχει όλα. Μπορεί να με απογειώσει με μία γουλιά καφέ, με ένα δροσερό φιλί, με μία βουτιά σε αχαρτογράφητη παραλία, με μπόλικα παγάκια σε ένα διάφανο ποτήρι γεμάτο νερό, με μια χούφτα αγριοκέρασα, με ένα τραγανό κουλούρι από τον Γιάννη στον Πειραιά , με την αναμονή στο αεροδρόμιο που μου χαρίζει ταξίδια σε νοερούς προορισμούς, με καρτ και κρύα σοκολάτα, με εισιτήριο στο κατάστρωμα του πλοίου παρέα με τα ακουστικά και τους γλάρους, με εκείνο το παράθυρο στη Σύμη, με δυο μάτια παιδικά που η παγωμένη τους αλήθεια με ξεδιψά, με το απέραντο κίτρινο του Θεσσαλικού κάμπου που με συντροφεύει στο φευγιό, με την ομορφιά της φυσικότητας που σχηματίζουν οι ρυτίδες σαν ατέλειωτα μονοπάτια ζωής, με ανοιχτά παράθυρα στα φλεγόμενα καθίσματα του αυτοκινήτου και τα μακριά μου μαλλιά να μου κλείνουν το δρόμο, με ελιές και ηλιοτρόπια στα νησιά, με την παθιασμένη κρητική λύρα, το φλογερό κλαρίνο στο πανηγύρι του χωριού, με το λάστιχο που με δροσίζει στην αυλή , με τα κουκούτσια κολλημένα στο πρόσωπο μου από το καρπούζι, με την Αθήνα τον Αύγουστο που την περπατώ σαν τουρίστας, με αναπάντεχες αγκαλιές, με ντομάτα και γραβιέρα στην στάση που κάνω με τον μπαμπά μου πριν φτάσω στα Γιάννενα, με τα ξενύχτια που φέρνουν εμπρός μου το αλκοόλ μπλεγμένο με ιστορίες έρωτα, με το βαριέμαι στο γραφείο που ξυπνάει την νωθρότητα αλλά ξέρω πως χαρακτηρίζει αυτόν που κινείται αργά και τεμπέλικα , που σημαίνει πως κινούμαι, είμαι ζωντανός, με τα βράδια στο μπαλκόνι παρέα με τον βασιλικό και το δυόσμο στο αυτοσχέδιο mojito αλλά και τις γεμάτες φωνές από τους ατελείωτους καβγάδες του Χάρη και της Φιλίτσας απέναντι , με την άδεια οθόνη του κινητού μου στο ξημέρωμα, με την ξαφνική νεροποντή που μουσκεύει όλα μου τα κύτταρα, με τα όχι που κρύβουν τα δυνητικά ναι της ζωής, με τις απουσίες που με διαολίζουν, με τις ασημένιες κλωστές της αστραπής, με το ταξίδι στο τρένο, με δυο μάτια απόντα σε κάθε μικρό μου βήμα, με μια φωτογραφία που σέρνω χρόνια όπου και αν πάω, με τις μοναχικές συναυλίες που σου γεμίζουν την ψυχή, με τον μικρό ναυτίλο του Ελύτη που μου θυμίζει πως τα παιδικά μου χρόνια είναι γεμάτα καλαμιές πως ξόδεψα πολύν άνεμο για να μεγαλώσω μα μόνον έτσι όμως έμαθα να ξεχωρίζω τους πιο ανεπαίσθητους συριγμούς, ν’ ακριβολογώ μες στα μυστήρια και να χρωστάω στη διάρκεια μιας λάμψης την πιθανή ευτυχία μου.

Δεν ντρέπομαι να το ομολογήσω πως ο πιο φλογερός και σταθερός εραστής μου είναι η στιγμή και μπορώ να την γεύομαι όσο ακόμη παίρνω ανάσα, να την παίρνω χέρι χέρι και να της τραγουδώ απλά ότι «το μόνο που θα ‘θελα αν κάποτε την ξαναδώ, είναι να της πω ευχαριστώ για το θαύμα που είδα, και να δώσω για μια τελευταία φορά τον ρυθμό στον τρελό της χορό στην λευκή καταιγίδα».

Τέλος ή αρχή; Θα προσπαθήσω να πορευτώ με την αιωνιότητα και τη δόξα του πιο ζωντανού εραστή που ακούει στο όνομα.. Στιγμή.

 

Το τραγούδι Λευκή Καταιγίδα βρίσκεται στο δίσκο του Π.Παυλίδη & The B-Movies Αυτό το πλοίο που όλο φτάνει.

 

* Η Χριστίνα Σδούκου είναι απόφοιτη Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Τελείωσε το Master στην υπολογιστική γλωσσολογία στο Μετσόβειο Πολυτεχνείο Αθηνών και εργάζεται ως καθηγήτρια Αγγλικών στο Deree College. Aγαπά τα ταξίδια, τη μουσική, το γράψιμο αυτά τα απλά δηλαδή που την κάνουν να γίνεται καλύτερος άνθρωπος.

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top