Fractal

Με άξονα την παιδική ηλικία

Γράφει η Δήμητρα Παυλάκου // *

 

Γιάννης Πλαχούρης «Χειμερινό Ηλιοστάσιο», εκδ. Σ.Ι.Ζαχαρόπουλος

 

«Κύριε όχι μ΄ αυτούς.

Ας γίνει αλλιώς το θέλημά σου.»

Γ. Σεφέρης

 

Η ζωή του είναι ίδια με την γραφή του: συνεκτική, με συνέχεια χωρίς αποσιωπητικά και παρενθέσεις. Έτσι, ο Γιάννης Πλαχούρης βάσιμος αφηγητής, διαμορφώνει το ποιητικό υλικό στη γλώσσα του παρόντος, χωρίς να πλατειάζει. Το παρελθόν παρουσιάζεται επίμονο, η μυθοπλασία είναι δυνατή και η χρονικότητα κρατάει ως καθυστερημένη δράση το ίσο.

Τα ποιήματά του (Χειμερινό Ηλιοστάσιο, εκδ. Σ .Ι. Ζαχαρόπουλος, 2016) προχωρούν πέρα από τον φορμαλισμό και στρατεύονται στη μνήμη, στην επιθυμία, στην ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη. Όλο και συσσωρεύονται νέες μνήμες, νέες απώλειες που οικοδομούν ένα παρόν με κοινωνικό και πολιτικό προσανατολισμό. Στοιχεία του βίου διατυπώνονται και αναδιατυπώνονται με δύναμη και συχνά με τρυφερότητα και απορία.

Οδοιπορεί και το λεκτικό του υλικό αλλάζει, εξελίσσεται, αγανακτεί, εξανίσταται στον «αδυσώπητο καθρέφτη του μαύρου». Αυτό δεν εμποδίζει τον ποιητή να εξηγεί, να βυθίζεται στον μύθο, να προχωρά διαδοχικά από την απώλεια του πατέρα στην παρατήρηση, στην ερμηνεία, στην ευμετάβλητη πραγματικότητα. Καμμιά μουσική δεν ντύνει το παρόν, αλλά έχει ο Γιάννης Πλαχούρης το χάρισμα αυτό το άμουσο και άτεχνο παρόν να το γεμίζει συνηχήσεις και να του αφαιρεί τη μάσκα της πληθωρικότητας.

 

Γιάννης Πλαχούρης

 

Ο  στίχος του είναι σαν περίγραμμα εικόνας που προσθαφαιρεί χρώματα και σκιές. Αναπαραστάσεις με αντοχές και αναδιηγήσεις ως τα μύχια της ψυχής του, αφήνουν το αποτύπωμά τους μαζί μ’ έναν λυγμό. Αλλά δεν πενθούν. Απλώς ερμηνεύουν μ΄ έναν τρόπο άμεσο, οικείο τη σκοτεινή (και τη φωτεινότερη) πλευρά ενός ημερολογίου. Μικρές συνομιλίες με τη χρονικότητα, παρουσιάζονται καμμιά φορά  υπερεξηγηματικά (π.χ. στα ποιήματα Γενέθλιος χΡόνος, Από τόσες Τετάρτες μία θυμάμαι:

 

Γενέθλιος χΡόνος

Ο φόβος μου έγινε πέντε χρονών/

τα πόδια όχι πια, ο λόγος δεν/είσοδος – έξοδος σε πόρτα μηδέν/tv, καναπές, παντόφλες, ομίχλη,/μια κίχλη/πιασμένη με αγκίστρι στον στίχο/πόσα μη, μάταια μη σ’ έναν ήχο/τι-τοκ, τι-τοκ-τι, τοκ-τι/κουρέλια λέξεις έφραξαν το στόμα του εκφωνητή./Ο καιρός στο σαλόνι;/Βαρομετρικό χαμηλό./Το χολ; Σιωπή,/ο επισκέπτης χιόνι στα μάγουλα λιώνει,/υγρό βαμβακερό σεντόνι/που σκεπάζει το στ-ήθος./

Λοιπόν τέτοιο νε-ρό, ασπραφτερό/Κάτοπτρο – κατοπτράκι μου/μες το χαλίκι χώρεσες το Ρο/και φόρεσες το πρόσωπό μου μήπως/μπορέσω και με δω, μήπως με βρω/και πάψω να φοβάμαι ίσως.//

 

Από τόσες Τετάρτες μία θυμάμαι

Απροσκάλεστη καταιγίδα/χτύπησε άγρια την εκφορά στο εξόδιο του πατέρα./

Λίγοι απομείναμε, σκόρπιοι σε υπόστεγα/στεγνοί σαν ηχεία που αντιλαλούσαν μαντεψιές/για τα γραμμένα της μοίρας, αν μας βλέπει ο νεκρός,/πως ο άνθρωπος ξένος, η ανάπαυση τώρα,/η ζωή στεναγμός ανυπόκριτος, ματαιότητα η δόξα/πως η σκέψη αρκεί να γεμίσει, αν λείπεις, τον τόπο μιας λύπης/έτσι λόγια να λέμε/

ενώ η μάνα και οι τέσσερις, σχεδόν τρέχοντας,/κατάμαυροι ίσκιοι στο ολοστρόγγυλο γκρίζο,/σταθερά κι αμετάθετα τον έφευγαν όνειρο. /

Μπότζαρε η κάσα στους ανυπόμονους ώμους,/πλησίστια έπλεε σε ξίδι καιρό, σε νερά και σε δάκρυα,/σε φωνές τρομαγμένες:  «πιο σιγά, θα σας πέσει»./

Ήσυχος άκουγε ο νεκρός, ίσως αδιάφορος,/Φοβήθηκαν οι ζωντανοί, ένας αγκάλιασε το φέρετρο,/τον έφερε όρθιο να κατεβεί στον άλλο κόσμο./

Όρθιος, όπως έζησε, στα δύσκολα μονάχος, ασυνόδευτος./Γι’ αυτό η αμφιβολία.// ).

 

 

Πολύτιμη πηγή του αποτελεί η παιδική ηλικία και η αναδρομικότητα παράγει εδώ ενδιαφέρουσες εντυπώσεις.

Οι λέξεις του είναι συγκροτημένες στην έκφραση της επιθυμίας του.

Οι αναπαραστάσεις του ολοζώντανες και στο κέντρο της σκηνής.

 

Μέσα από τους συμβολισμούς και τα δάνεια από τη μυθολογία καταδεικνύει τον προσανατολισμό του: το σημαίνον θέλει να παράγει και να αποκαλύπτει. Αναδρομικές επανορθώσεις; Επαγρύπνηση; Ό,τι και να επιλέξει η διαφυγή παραμένει και η σκηνή της γραφής, όσο και αν τον αναλώνει, ανθίσταται.

 

Έτσι κι αλλιώς η γραφή είναι για τον Γιάννη Πλαχούρη μια αναπόφευκτη και αγαπητική διεργασία.

 

 

* Η Δήμητρα Παυλάκου είναι ποιήτρια και κριτικός βιβλίου. Υπηρετεί στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Έχει συνεργαστεί στην παραγωγή ντοκιμαντέρ για τη φύση στη Γαλλία και στην Ελλάδα. Εργάστηκε επίσης ως δημοσιογράφος σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά και δίδαξε Κοινωνιολογία της εκπαίδευσης και Ψυχανάλυση κι Εκπαίδευση στα Παιδαγωγικά Τμήματα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top