Fractal

Διήγημα: “Η κυρά της Κέρος”

Της Βούλας Τζιλιάνου //  *

 

 

keros-koufonisia-1

 

Η κυρά Ποθητή, η υπνοβάτισσα, στον ορατικό της ύπνο την βλέπει την Κυρά … ορκίζεται… την έχει δει στα πανηγύρια, στους γάμους ακάλεστη, να συλλειτουργεί με τον Παπά στον Αη-Γιώργη εκεί που είναι τα αρχαία σπαράγματα, τα κομμάτια του δικού της Θεού. Λένε μάλιστα ότι όταν είναι μέσα Εκείνη η εκκλησία δεν ανοίγει γι αυτό την ονόμασαν ο Αη-Γιώργης ο Κλειστός. Ο Παπάς σέβεται την προτεραιότητα που έχει Αυτή και οι Θεοί της. Αυτοί οι Θεοί που έδωσαν τα κλειδιά στους τουρίστες και αποχωρήσανε, παραμένουν μαρμαρωμένοι μέχρι νεωτέρας.

Η Κυρά Ποθητή είναι σχεδόν 100 χρονών, τα μάτια της έχουν χάσει τη γαλάζια λάμψη τους αλλά έχουν φλόγα… εκείνη την άλλη φλόγα που αποκτούν οι άνθρωποι που συνομιλούν με τον Χάροντα … Αυτόν τον Σκοτεινό που περιφέρεται τις κρύες νύχτες και τις μέρες με την κάψα και αποφασίζει πια ψυχή θα δείξει στον Ψυχοπομπό -ονειροπομπό τον χθόνιο Θεό Ερμή, με τον πέτασο το πλατύγυρο καπέλο, τη χρυσή ράβδο, και τα φτερωτά σανδάλια να την οδηγήσει στον λειμώνα με τους ασφοδελούς, στην πηγή με το νερό της Λήθης , εκεί που βρίσκει η κάθε ψυχή τη δική της μαύρη πέτρα και τη ρίχνει πίσω της, για λησμονιά του επάνω κόσμου, εκεί που συναθροίζεται με τις άλλες ψυχές τις προαιώνιες, κατά τους νόμους του Άδη.

Η κυρά Ποθητή την ξέρει, την επικαλείται με μαγικά λόγια κι εκείνη ανταποκρίνεται μέσα στην ομίχλη με τις ανταύγειες της Σελήνης.

Η κυρά είχε αντιρρήσεις και μοιρολογούσε για τη νέα τάξη, έκανε θόρυβο και οχλαγωή, έτσι ο Θεός της την πέτρωσε εκεί στο Ιερό νησί της Κέρου για να εφορεύει, να λειτουργεί τις νύχτες γιατί τίποτα δεν έχει και δεν πρέπει να ξεχαστεί απ’ τα χρόνια της γνώσης και της Ιερής Θρησκείας που είναι μαζί και η φιλοσοφία του Σύμπαντος Κόσμου.

Η Κυρά τα βράδια αφήνει τον θρόνο της, το βουνό μένει κενό, μία μαύρη τρύπα… η ακολουθία Της, ο Αρπιστής, ο Αυλητής και ο πίνων αιχμαλωτίστηκαν, στις αίθουσες του Μουσείου και εκτέθηκαν στα ανόσια μάτια των ανθρώπων που μόνο ικασίες κάνουν για το καλά κρυμμένο μυστικό που γνωρίζουν μόνο οι μύστες… μπορεί όμως να το επέτρεψε η Ίδια η Κυρά για να αποκαλυφθεί το μεγαλείο της. Μπορεί να επέτρεψε στον Αρχαιολόγο με την περιέργεια και το νεαρό της ηλικίας του, την αγάπη του για τα μυστήρια, να ψυχανεμιστεί κάτι από τα μυστικά που κρύβει καλά αυτό το κομμάτι ιερής γης της Κέρου που είναι αρχαιότερη η λατρεία του και από εκείνη τη Ιερής Δήλου. Τια αφέγγαρες νύχτες οι λαφροϊσκιωτοι και οι αγγελοκρουσμένοι ακούνε την μελωδία, την αρμονία της αιολικής άρπας και του δίαυλου… για τους πολλούς θα ηχήσουν όταν όλα γίνουν όπως παλιά.

Ξαπλωμένη, παρατηρεί ή επιτηρεί τους τουρίστες, άλλοτε προσέρχονταν εδώ προσκυνητές ικέτες της Θεϊκής ευσπλαχνίας με καράβια οδηγούμενα από στιβαρά χέρια κωπηλατών που όργωναν τις θάλασσες για να Της φέρουν φίλντισι και Πορφύρα από την Φοινίκη.

Κάποιες νύχτες αφήνει σιγά το θρόνο της προσέχοντας να μην ηχήσουν τα χρυσά της περισφύρια και βουτά στη γαλαζοπράσινη θάλασσα. Η ακολουθία Της, Γοργόνες, Τρίτωνες, Ωκεανίδες, συνομιλεί με τον Κοσμοσείστη Ποσειδώνα με τα γαλάζια γένια και την τρομερή τρίαινα. Στολίζουν το κεφάλι με στεφάνια από λευκούς κρίνους της άμμου, κρατούν φανούς και θύρσους, καμιά φορά είναι ορατοί από την Αμοργό και οι άνθρωποι παραξενεύονται από το ανεξήγητο, γονατίζουν και σταυροκοπιούνται στο όνομα της καινούργιας εισαγόμενης θρησκείας. Οι δικοί της Θεοί δεν ήθελαν γονατισμούς για προσευχή.

Στήνουν χορό τις σκοτεινές νύχτες, χορό μυστηριακό Ιερό, μακριά από τα μάτια των πλανημένων ανθρώπων, ανθρώπων που έχουν απολέσει την αρχαία γνώση και αφήνουν τα άστρα να σβήσουν κάτω από το προσβλητικό φως του ηλεκτρισμού, γεμάτοι ασέβεια αφήνουν τα άστρα αναξιοποίητα. Στην εποχή της βασιλείας Της, τα άστρα οδηγούσαν τα περίτεχνα πλεούμενα στον απέραντο Κόσμο, έλεγαν τα μελλούμενα, όριζαν τη Γη και τις καλλιέργειές της. Αυτό το φως που διαλύει τα μυστήρια, διαλύει το νόημα της ζωής. Τι ανόητο! Οι αμύητοι σημερινοί άνθρωποι πιστεύουν ότι όλα είναι ορατά στο τεχνητό φως… ότι στο φως φαίνονται όλα… αλλά το νόημα της ζωής είναι στα μυστήρια που αποτραβήχτηκαν σε σπηλιές και στα βάθη της θάλασσας.

Κυρά Αυτή στον έναστρο χώρο τον αρχαίο, εστεμμένη με την διπλή τιάρα της Ιέρειας και της μυημένης, γόησσα τρομερή με αστραφτερά μάτια.

Υποβάλω τα σέβη μου στην Κυρά μία νύχτα όταν με τρομερούς ανέμους, για λόγους μυστηριακούς, αποκλείει τους ανθρώπους από τα ιερά δρώμενα. Με τα χέρια σε δέηση ευγνωμονώ την Κυρά που ίσως μόνη εγώ ένιωσα την Πύλη που μου άνοιξε. Κάνω επίκληση στον Θεό Ερμή. Ο διάκτορος, ο πολυάσχολος, Αυτός που με το ραβδί του αφυπνίζει ή κοιμίζει τους ανθρώπους για το δώρο, το Θεόσταλτο το Ερμαίον, Αυτός ο Ερμής ο Τύχων, που έστειλε μόνο σε μένα. Σπρώχνω την Βαλίτσα μου στη σειρά των τουριστών και χαμογελώ για την Τύχη που είχα να πάρω τη φώτιση.

Τώρα ξέρω είναι η Θεά η Λητώ που κάθε χρόνο στην εαρινή ισημερία από την ήβη της ανατέλλει το φεγγάρι, γεννάει το μυστήριο, και κάθε χειμερινή ισημερία ανατέλλει ο Ήλιος, γεννάει το Φως, γεννιέται ο Περιούσιος Θεός Απόλλων.

 

 

* Η Βούλα Τζιλιάνου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Τώρα ζει στην Αθήνα και εργάζεται σε μεγάλο Μαιευτήριο. Αγαπά τα ταξίδια και έχει κάνει αρκετά σε Ευρώπη και Ασία, Βραζιλία, Βόρειο Πόλο, Αφρική κλπ. Της αρέσει να γράφει για πράγματα και καταστάσεις που έχει ζήσει. 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top