Fractal

Ακολουθώντας τους Βηματιστές του Xρόνου

Γράφει η Μαίρη Μπαϊρακτάρη // *

 

Μαρία Πατακιά «Βηματιστές του Χρόνου», εκδ. Μελάνι, 2016

 

Η πρώτη ποιητική συλλογή της Μαρίας Πατακιά με τίτλο Βηματιστές του Χρόνου κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μελάνι (2016).

Στο εξώφυλλο της συλλογής, το γλυπτό του γάλλου εικαστικού Bruno Catalano με τίτλο «Les voyageurs» προϊδεάζει τον αναγνώστη για τους ποιητικούς “βηματισμούς” που θα ακολουθήσουν εντός των 55 σελίδων της συλλογής και των 46 ποιημάτων.

Όπως εξηγεί η ποιήτρια στην υποσημείωση του ομότιτλου ποιήματος, οι Βηματιστές ήταν επιφορτισμένοι στο Μακεδονικό στρατό να μετρούν με βήματα τις αποστάσεις που διανύονταν. Μέσω της μόνης αυτής ιστορικής αναφοράς της, η κ. Πατακιά δανείζεται την ιδιότητα των Βηματιστών για να τη μεταφέρει στο ποιητικό πεδίο μιας μάταιης απόπειρας μέτρησης του χρόνου (ιδωμένης ως καταμέτρηση των ελάχιστων ίσως καθημερινών στιγμών που κατόρθωσαν να επιβιώσουν στη μνήμη) και εν τέλει μιας αναμέτρησης με τον έτερο και τον εαυτό, διανύοντας την απόσταση από το πραγματικό στο φαντασιακό και αντιστρόφως.

Περιεκτικότητα και αλλεπάλληλα περάσματα από το συναίσθημα στην ορθολογική σκέψη αποτελούν τη βάση στην ποιητική έκφραση της Μαρίας Πατακιά. Αιφνιδιασμοί και ανατροπές σε λεξιλογικό και νοηματικό επίπεδο παραμερίζουν το υπερσυναισθηματικό στοιχείο και τις ρομαντικές εξάρσεις για να προσφέρουν χώρο σε καθετί απλό και απτό από τις αισθήσεις, συχνά στη σφαίρα μιας αβίαστης εκλογίκευσης των πραγμάτων. Δηλαδή, μιας εκλογίκευσης η οποία μάλιστα αντιτάσσεται, ως έναν βαθμό, στην ίδια την ποιητικότητα της εκάστοτε επιλεχθείσας προς περιγραφή στιγμής, εικόνας ή οπτικής και απογυμνώνει με στωικότητα τις καταστάσεις για να επαναφέρει τον αναγνώστη, ενσυνειδήτως και μάλλον απότομα, στην πραγματικότητα:

 

Αποφλοιωτής μνήμης

διαφημίστηκε στις εκπτώσεις 

-τελειώνουν σε λίγες μέρες

σπεύσατε-

γιατί, ως γνωστόν, 

οι αναμνήσεις δεν χωνεύονται

σαν καταπίνονται αμάσητες

με τη χοντρή φλούδα της απώλειας […]

(«Ο φλοιός της μνήμης»)

 

Στο πλαίσιο αυτό, η διάχυτη στα ποιήματα έλξη προς τη λογική επέκταση των συνειρμών δηλώνεται ενίοτε και ως διαλεκτική (έμπνευση) με άλλες τέχνες, όπως η ζωγραφική και ο κινηματογράφος: τα ποιήματα «Ανάσα», «Το Άμορφο», «Blancanieves» και «Διαδρομές»,  αφιερώνονται στον Kim Ki-Duk, στην Louise Bourgeois, στον Pablo Berger, στους Τέννεση Ουίλλιαμς και Χιουμ Ντάγκλας αντιστοίχως, ενώ το ποίημα με τίτλο «Hommage à Dali» γράφεται προς τιμήν του ζωγράφου:

 

Μεγάλη κινητικότητα

στα πάνω διαμερίσματα

του μυαλού.

Κατατροπώθηκε η λογική

από αλαλάζοντα εισβολέα […].

(«Hommage à Dali»)

 

Μαρία Πατακιά

 

Ως επί το πλείστον, οι κύριες θεματικές της συλλογής κινούνται γύρω από το τρίπτυχο βίωμα-μνήμη-μοναξιά, όχι ως μελαγχολούσα έκφραση αλλά περισσότερο ως αποστασιοποιημένη σκέψη εξωτερικού παρατηρητή απέναντι στο παρελθόν και το παρόν του. Από την άλλη, το σώμα (μέσον ύπαρξης) αλλά και η ζωή (με την εφήμερη διάστασή της) υπόκεινται στις επιταγές της φθαρτότητας:

 

Οι φλέβες έχουνε ζωή δική τους.

Φουσκώνουν πάνω σε χέρια αδρανή

και σε μηλίγγια που ασφυκτιούν

τις σκέψεις τους. […]

(«Φλέβες»)

 

Εξού και η εμμονή με το χρόνο, ως ποιητικός τόπος εντάσεων, αναζητήσεων και προβληματισμών, ο οποίος αποδίδεται μέσω μιας διττής αντιθετικής υφολογίας: είτε με έντονο τον λυρισμό («[…]Κύλησε ρευστός ο χρόνος σου/ μέσα απ’ τα δάχτυλά σου», από το  ποίημα «Ευάλωτο») είτε επιδιώκοντας μια ρεαλιστική προσωποποίησή του με επίκεντρο το παιχνίδι του ρητού με το άρρητο:

 

Ο Χρόνος, με το δάχτυλο στη σκανδάλη

παίζει, αντικριστά με την απουσία

ρώσικη ρουλέτα με λέξεις

-και εναλλάξ με σιωπές.

Τι θα μας τύχει; […]

(«Ρώσικη ρουλέτα»)

 

Η ρέουσα μορφή των σύντομων ποιημάτων της συλλογής βασίζεται σε μεταφορές, υπαινιγμούς, γλωσσικά και ηχητικά παίγνια, με έντονο το στοιχείο του σαρκασμού και του αυτοσαρκασμού, όπως στο ποίημα με τίτλο «Πτώσεις». Επιπλέον, αφηρημένες έννοιες και ουσιαστικοποιημένα επίθετα (π.χ. σε τίτλους ποιημάτων: «Το ευάλωτο», «Το άμορφο», «Αόρατο», «Το αδιάβροχο») παρουσιάζουν εξ αρχής μια πύκνωση της κεντρικής ιδέας του εκάστοτε ποιήματος, της αίσθησης και συναίσθησης των υπό παρατήρηση εικόνων. Πιο συγκεκριμένα, χαρακτηριστικό είναι  επίσης το κλείσιμο του ματιού προς τον αναγνώστη δια του ποιήματος «Ο ταχυδρόμος πέθανε», στο οποίο ο τίτλος του γνωστού τραγουδιού σε στίχους και μουσική του Μάνου Χατζηδάκι αποτελεί έναυσμα για τη δημιουργία μιας εντελώς αποκλίνουσας από την αρχική και προσωπικής εκδοχής:

 

Ο ταχυδρόμος πέθανε

 

Γιατί δεν είχε γράμμα να παραδώσει. 

Συγγνώμη

Βρήκα χρόνο να το γράψω

αλλά δεν βρήκα χρόνο να το στείλω

ή μάλλον

βρήκα λέξεις να το γράψω

αλλά δεν βρήκα λόγο να το στείλω […]

(«Ο ταχυδρόμος πέθανε»).

 

Συνεπώς, το συμπέρασμα των ποιημάτων αναδύεται μέσω ενός δυναμισμού και, κατά κύριο λόγο, μέσω μιας αποπνέουσας αισιοδοξίας, άλλοτε ανεπαίσθητης, άλλοτε εμφανούς, αποκαλύπτοντας και πάλι μια βαθιά εκλογίκευση της απογοήτευσης, του πόνου και των αδιεξόδων, με στόχο την ανάπτυξη διαλεκτικής σχέσης με τον “έτερο” και μιας συνωμοτικής επικοινωνίας με τον αναγνώστη.

 

Βγήκα έξω απ’ τη ζωή μου

να καπνίσω τα όνειρά μου […]

(«Απαγορεύεται το κάπνισμα»)

 

 

* Η Μαίρη Μπαϊρακτάρη είναι Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top