Fractal

Η Βίκυ Κατσαρού στο Εργαστήρι του συγγραφέα

 

 

Την απάντηση την ήξερα αλλά δεν ήθελα, δεν θέλω να απαντήσω. Θέλω πάντα να ρωτάς ποια είμαι, ποια είναι η Εύα. Ούτε εκείνη θέλει να απαντήσει, θέλει να ρωτάς, την τυφλώσανε οι άγγελοι, βιαστικά παιδιά στον δρόμο που στο επόμενο στενό γερνάνε. Η Εύα όμως δεν γερνά ποτέ. Περπατά σε δρόμους ανυπόφορους, δρόμους βαρετούς, αδιάφορους, σοκάκια στην υγρασία πνιγμένα, βλεφαρίδες σαπισμένες, από μια παραδείσια ανάμνηση, αντρός προστάτη, αντρός εραστή μα κι αντρός εξουσιαστή.  Άντρας που μια σφιχτή θηλιά κεράσια απ’ τον λαιμό της πήγε να περάσει, υποταγμένη κι άβουλη, υποχείρια για πάντα να ΄ναι, σαρξ εκ της σαρκός του, πνοή απ’ την πνοή του. Στον ωκεανό να φτάσει τριποδίζει, άλογο με οστά σπασμένα, ακανθώδης ίσκιος, οξεία κλαγγή μετάλλου, ξεκούρδιστο ρολόι, φτερά περιστεριού απομεινάρια κάτω από τροχούς σκισμένους, σουτιέν πεταμένο στα παπούτσια του ανάμεσα, σημάδι χειλιών στην κούπα του καφέ του, χαρτί που μουτζουρώνει με τα πολύχρωμα μολύβια του. Η πρώτη άνθρωπος, η πρώτη αποστάτρια, η δήμιος της θέωσης όλων των ανθρώπων, εκείνη που αυτοεξορίστηκε για να ζήσει. Η Μητέρα Θεά. Ο άντρας, η γυναίκα, το φύλο, η απουσία φύλου. Η ύπαρξη η ίδια. Σώμα που νεκρό γεννιέται, νεκρό γιατί οι εξουσιαστές της απαιτούν να τους χρωστά την ύπαρξή της. Αποκαθηλώνει κάθε σχέση που τη βούλησή της καταλύει, απομονώνεται αλλά και συνδέεται. Τον θεό της στο ύψος της θέλει να κατεβάσει, να σπάσει τα δεσμά και να τα σφυρηλατήσει εκ νέου από άδολο υλικό, δίκαιο και ίσο.

 

Μαζί της κουβαλά ξύλο σκουληκιασμένο από τον κήπο του θεού της, στο δέντρο της ζωής ήταν ιερό και άσπιλο ακόμα, μακριά του όμως μαράθηκε. Μαζί της κουβαλά υπενθύμιση εξορίας κι επιστροφής συνάμα.

Η Εύα μου, η Εύα, είναι το κορίτσι στη γωνία που ξερνά κεράσια και παίζει κρυφτό μ’ αγγέλους δίχως πόδια. Είναι το τάμα των αμαρτωλών, ουρλιαχτό λεηλασίας, είναι η γυναίκα που στον καθρέφτη αντικρίζει το κοσμικό σκοτάδι.

Απ’ τα μάτια της στάζει η απώλεια. Και τον θεό της λαχταρά στο μέρος της να δει να τρέχει και «ἔσονται οἱ πρῶτοι ἔσχατοι», αυτό προσμένει η μητέρα της ζωής για να δηλώσει την παράδοσή της και να πει «καὶ ἔσχατοι πρῶτοι».

Η Εύα γεννιέται και κληρονομεί κανόνες. Υπάρξη δεσμευμένη. Η ανάγκη να φύγει είναι επιτακτική. Φεύγει και γεννιέται ως σάρκα φθαρτή. Καμία εντολή του θεού της δεν παράκουσε. Έφυγε εκούσια, γνωρίζοντας τον κίνδυνο εξόριστη απ’ την καρδιά του να μείνει για πάντα. Όμως να μείνει δεν μπορούσε γιατί ανάμεσά τους δεν θα δημιουργούνταν κοινωνία αληθινής αγάπης. Κι η Εύα σταυρώθηκε κι εκείνον σταύρωσε μαζί της. Επέλεξε την πτώση, προσδοκώντας την ανάσταση.

 

 

Θεματικά με ενδιαφέρει πολύ η ύπαρξη. Κανείς μας δεν χρωστά ύπαρξη σε κανέναν. Το μέγιστο δικαίωμά μας στη ζωή είναι εκείνο της ελεύθερης ύπαρξης, η γνώση του Εαυτού και ο λειτουργικός επαναπροσδιορισμός των σχέσεών μας με τον Άλλον. Δηλώνω υπαρξίστρια.  Για μένα αυτή είναι η μέγιστη αξία της ζωής, η ελευθερία της ύπαρξης, κι αυτή την αξία τιμώ με την ύπαρξή μου αλλά και με το βιβλίο αυτό. Τα Κεράσια της Εύας ανατρέπουν τον κόσμο κι όσα έχουμε μάθει, την κυτταρική μας μνήμη, και τον ανακαινίζουν για να μπορέσει ο άνθρωπος να υπάρξει αυτεξούσιος και φλεγόμενος από έρωτα άσβεστο, δίχως να γίνεται θύτης ή θύμα.

Ο Εμπειρίκος έγραφε ότι τα κεράσια είναι ο κρουνός της ομιλίας των ερωτικών ανθρώπων. Τα κεράσια της Εύας είναι η συσταύρωση και το σμίξιμο σε γη ανακαινισμένη. Τα Κεράσια της Εύας είναι ο ίδιος ο κύκλος της ζωής. Η στιγμή που συνειδητοποιούμε ότι για να υπάρξουμε ελεύθεροι πρέπει να ξαναγεννηθούμε.

Η Εύα θα μπορούσα να είμαι εγώ, θα μπορούσες κι εσύ. Κι εγώ, κ εσύ ξανά. Η Εύα είμαστε όλοι μας.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top