Fractal

Βέρα Μπρίτεν (1893-1970): Μικρό αφιέρωμα στην Αγγλίδα συγγραφέα και εθελόντρια αδελφή νοσοκόμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (Πρώτο Μέρος)

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

vera1

Η Βέρα Μπρίτεν το 1915.

 

Η Βέρα Μπρίτεν (Vera Brittain), γεννήθηκε στο Newcastle-under-Lyme στις 29 Δεκεμβρίου 1893, και ήταν μοναχοκόρη του Τόμας Μπρίτεν (Thomas Brittain, 1864-1935), ενός πλούσιου βιομήχανου χαρτιού, και της Ίντιθ Μπέρβον (Edith Bervon, 1868-1948). Οι σχέσεις που ανέπτυξε και διατήρησε με τον αδελφό της, Έντουαρντ Μπρίτεν (Edward Brittain), ήταν κάτι παραπάνω από ιδανικές. Μεγάλωσαν με την παρουσία γκουβερνάντας και άλλων υπαλλήλων, σε ένα περιβάλλον με πληθώρα συντηρητικών αξιών της μεσαίας τάξεως, στενή επίβλεψη και σχετική απομόνωση, ώστε μεταξύ των αδελφών διαμορφώθηκε μια σχέση που ήταν κυριολεκτικά κυρίαρχη ζωτική δύναμη στη ζωή της Βέρας, σύμφωνα με τον βιογράφο της, Alan Bishop. Αργότερα, στην ενήλικη ζωή της, η Βέρα θυμόταν κι έλεγε ότι σαν παιδί έγραφε επειδή ήταν τόσο φυσικό για εκείνη να γράφει όπως και να αναπνέει, αλλά και πριν αρχίσει όμως να γράφει, είχε την τάση να εφευρίσκει και να διηγείται ιστορίες. Οι δύο χαρτοβιομηχανίες του Τόμας Μπρίτεν στο Hanley και στο Cheddleton ευημερούσαν τότε και το 1905 η οικογένεια μετακόμισε στην μοντέρνα πόλη και θέρετρο του Buxton στο Derbyshire. Η οικογένεια έζησε στο High Leigh House για δύο χρόνια πριν από τη μετάβασή της σε ένα ακόμα μεγαλύτερο σπίτι, στο Melrose το 1907. Η Βέρα αρχικά έλαβε κάποια μόρφωση από μια γκουβερνάντα στο σπίτι και, στη συνέχεια, σε ένα οικοτροφείο στο Kingswood, όπου ένας από τους δασκάλους της, την έφερε σε επαφή με τις ιδέες της Δωροθέας Μπιλ (Dorothea Beale) και της Έμιλι Ντέιβις (Emily Davies). ‘… Η δεσποινίς Heath Jones ήταν ένθερμη κι όπως πάντα διακριτική φεμινίστρια. Συχνά μου μιλούσε για τη Δωροθέα Μπιλ και την Έμιλι Ντέιβις, μου δάνεισε βιβλία σχετικά με το κίνημα των γυναικών, κι ακόμη και με πήρε μαζί με ένα ή δύο από τα άλλα μεγαλύτερα κορίτσια το 1911 σε μια πολύ ήσυχη συγκέντρωση στο χωριό Tadworth…’, έλεγε αργότερα. Επίσης, εκείνη την εποχή η Μπρίτεν εντυπωσιάστηκε πολύ από την ανάγνωση του έργου ‘Γυναίκες και Εργασία’ (Women and Labour) του Όλιβερ Σράινερ (Olive Schreiner).

 

ver2

Εικαστική απεικόνιση κεντρικής συνοικίας του Newcastle-under-Lyme, της πόλης όπου γεννήθηκε η Βέρα Μπρίτεν.

 

Η Βέρα ήθελε να πάει στο πανεπιστήμιο κι αυτός ήταν ο διακαής της πόθος, αλλά ο πατέρας της είχε τις δικές του απόψεις και πίστευε ακράδαντα ότι ο κύριος ρόλος της εκπαίδευσης ήταν να προετοιμάσει τις γυναίκες αποκλειστικά και μόνο για το γάμο. Το 1912 παρακολούθησε μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και μεγάλο αριθμό διαλέξεων που δόθηκαν από τον ιστορικό John Marriott. Παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα της, η Βέρα Μπρίτεν επιλέχτηκε για εισαγωγή σε ένα από τα κολέγια γυναικών, τα οποία είχαν προσφάτως συσταθεί. Το 1913, ο αδελφός της, Έντουαρντ Μπρίτεν, τη σύστησε στον Ρόλαντ Λέιτον (Roland Leighton), ένας από τους φίλους του από το σχολείο όπου φοιτούσε. Ο τελευταίος, ο οποίος είχε μόλις κερδίσει μια θέση στο Κολέγιο Merton του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, την ενθάρρυνε να πάει στο πανεπιστήμιο και το 1914 ο πατέρας της, Τόμας Μπρίτεν, παρά τις αρχικές του αντιρρήσεις, υποχώρησε, μεταπείστηκε και τελικά επέστρεψε στη Βέρα να γραφτεί στο Κολλέγιο Σόμερβιλ (Somerville College) της Οξφόρδης. Ο Ρόλαντ Λέιτον, μάλιστα, της έδωσε ένα αντίτυπο από την ‘Ιστορία μιας Αφρικανικής φάρμας’ (The Story of an African Farm) του Σράινερ, λέγοντάς της ότι του θυμίζει τον κύριο χαρακτήρα (Lyndall), του συγκεκριμένου βιβλίου. Η Βέρα έγραψε στο ημερολόγιό της ότι ο Ρόλαντ παρά τη σύντομη γνωριμία τους, μοιραζόταν τα σφάλματα, το ταλέντο και τις ιδέες της, με έναν τρόπο που σε κανέναν άλλο δεν είχε βρει έως τότε.

Με το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ρόλαντ και ο Έντουαρντ, μαζί με το στενό φίλο τους, Βίκτορα Ρίτσαρντσον (Victor Richardson), κατατάχτηκαν στον βρεττανικό στρατό. Η Βέρα έγραψε στον Ρόλαντ για την απόφασή της να λάβει μέρος στον πόλεμο: ‘Δεν ξέρω αν τα συναισθήματά σου για τον πόλεμο είναι εκείνα ενός μιλιταριστική ή όχι. Εγώ πάντα αποκαλώ τον εαυτό μου μη μιλιταριστική αλλά η μανία αυτών των δυνάμεων με συναρπάζει, φρικτά αλλά δυναμικά, όπως κι εσένα. Μπορείς να βρεις επίσης μια ομορφιά σε αυτόν. Σίγουρα ο πόλεμος φαίνεται να βγάζει προς τα έξω όλα εκείνα τα ευγενικά συναισθήματα που βρίσκονται μέσα στην ανθρώπινη φύση, αλλά αντίθετα με αυτό, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι βγάζει κι όλα τα βάρβαρα. Είτε είναι ευγενικά λοιπόν, είτε βάρβαρα, είμαι βέβαιη ότι αν ήμουνα αγόρι θα αποφάσιζα να λάβω μέρος σε αυτόν εδώ και πολύ καιρό. Έχασα πολλές ώρες με το να σκέφτομαι και να λυπάμαι που είμαι κορίτσι. Οι γυναίκες παίρνουν όλες τις θλίψεις του πολέμου και καμιά από τις χαρές του’.

 

Η Βέρα Μπρίτεν με τον αδελφό της, Έντουαρντ Μπρίτεν, το 1915.

Η Βέρα Μπρίτεν με τον αδελφό της, Έντουαρντ Μπρίτεν, το 1915.

 

Ο αδελφός της, Έντουαρντ Μπρίτεν, σύστησε τη Βέρα στο φίλο του, Geoffrey Thurlow. Έπασχε από τις γνωστές νευρώσεις πολέμου (shellshock) μετά από την εμπειρία του σε έναν βαρύ βομβαρδισμό στο Ypres, το Φεβρουάριο του 1915. Είχε σταλεί πίσω στην Αγγλία και νοσηλευόταν στο νοσοκομείο Fishmongers’ Hall, όταν τον επισκέφθηκε η Βέρα. Στις 11 Οκτωβρίου, 1915, η Βέρα έγραψε στον Ρόλαντ Λέιτον, ‘… Μου άρεσε πολύ ο Thurlow. Ανεξαρτήτως από τις αδυναμίες του, ο Έντουαρντ, πρέπει να πω ότι έχει μια αξιοθαύμαστη ικανότητα για να επιλέγει τους φίλους του … Αλλά βλέποντας τον Thurlow για τόσο μικρό χρονικό διάστημα με έκανε να αισθάνομαι κάπως λυπημένη…’. Προς το τέλος του πρώτου έτους της στο Κολλέγιο Σόμερβιλ της Οξφόρδης, αποφάσισε ότι ήταν καθήκον της να εγκαταλείψει την ακαδημαϊκή καριέρα της για να υπηρετήσει την πατρίδα της. Έτσι το καλοκαίρι του 1915 τη βρήκε να εργάζεται στο Νοσοκομείο Devonshire στο Buxton, ως βοηθός νοσηλεύτρια, φροντίζοντας τους τραυματίες στρατιώτες του πολέμου. Στις 28 Ιουνίου 1915, έγραψε στον Ρόλαντ, επισημαίνοντας:

‘Μπορώ να πω ειλικρινά πως αγαπώ τη νοσηλευτική, ακόμη και μετά από μόλις δύο ημέρες. Είναι εκπληκτικό το πώς τα πράγματα που θα ήταν φρικτά ή απαίσια αν κάποιος έπρεπε να τα κάνει στο σπίτι, παύουν να είναι έτσι όταν κάποιος είναι στο νοσοκομείο. Ακόμα και το ξεσκόνισμα μιας πτέρυγας είναι έμπνευση… Η πλειονότητα των περιπτώσεων είναι εκείνοι οι άνθρωποι που υποφέρουν από προβλήματα κινητικότητας λόγω των πολεμικών τραυμάτων. Πολύ λίγοι έρχονται κατ’ ευθείαν από τα χαρακώματα, είναι πάρα πολύ μακριά βέβαια, αλλά πηγαίνουν σε άλλο νοσοκομείο αρχικά. Ένας άντρας στην πτέρυγά μου είχε υποβληθεί σε έξι εγχειρήσεις πριν έρθει και εξακολουθεί να είναι σχεδόν αβοήθητος…’. Έκανε αίτηση για ένταξη στις εθελόντριες νοσοκόμες του Voluntary Aid Detachment (VAD), μια υπηρεσία βρεττανίδων γυναικών οι οποίες βοηθούσαν σε στρατιωτικά νοσοκομεία και ασθενοφόρα, και τον Νοέμβριο του 1915 τοποθετήθηκε στο πρώτο Γενικό Νοσοκομείο του Λονδίνου στο Camberwell. Η εμπειρία της ήταν άκρως τραυματική. Στις 7 Νοεμβρίου του 1915, έγραψε στον Ρόλαντ Λέιτον:

‘… Έχω μόνο μια επιθυμία στη ζωή τώρα και αυτή είναι ο τερματισμός του πολέμου. Αναρωτιέμαι πόσο πραγματικά σε άλλαξαν όλα όσα έχεις δει. Προσωπικά, μετά από όσα φοβερά πράγματα έχω δει εδώ, αισθάνομαι ότι δεν θα είμαι ποτέ ξανά το ίδιο πρόσωπο, και αναρωτιέμαι αν, όταν ο πόλεμος τελειώσει, θα έχω ξεχάσει πώς να γελώ … Μια μέρα την περασμένη εβδομάδα, έτρεξα μακρυά μετά από έναν πραγματικά φοβερό ακρωτηριασμό στην πρώτη αλλαγή επιδέσμων όπου βοηθούσα, με τα χέρια μου γεμάτα αίματα και το μυαλό μου γεμάτο από παθιασμένη οργή για την κακία του πολέμου, και ευχόμουν να μην είχα γεννηθεί ποτέ …’.

Η Βέρα βρήκε τη συνάντηση με τους γονείς των τραυματισμένων στρατιωτών ιδιαίτερα δύσκολη και επώδυνη υπόθεση:

‘… Σήμερα είναι ημέρα επισκεπτηρίου και οι γονείς ενός εικοσάχρονου αγοριού που μοιάζει και συμπεριφέρεται όπως ένα δεκαεξάχρονο παιδί, έρχονται από τη Νότια Ουαλία για να τον δουν. Έχει χάσει το ένα μάτι, το κεφάλι του είναι τρυπανισμένο και έχει δεκατέσσερα άλλα τραύματα, και δεν τον έχουν δει από τότε που πήγε στο μέτωπο. Είναι το πιο κακοποιημένο μικρό αντικείμενο που μπορείς να δεις. Τρέμω να τους παρακολουθήσω όταν τον δουν για πρώτη φορά…’. Η Βέρα Μπρίτεν έγραψε στο ημερολόγιό της: ‘… Μερικές φορές στη μέση της νύχτας θα πρέπει να βγάλουμε κάποιους απ’ το κρεβάτι τους και να τους κοιμίσουμε στο πάτωμα για να δημιουργηθεί χώρος για τους πιο σοβαρά άρρωστους που έχουν έρθει από την πρώτη γραμμή. Έχουμε πολλές περιπτώσεις με δηλητηριώδη αέρια, και προς το παρόν υπάρχουν μόνο σε αυτόν το θάλαμο δέκα. Εύχομαι σε εκείνους τους ανθρώπους που γράφουν έτσι ασυλλόγιστα, ότι πρόκειται για ιερό πόλεμο, και τους ρήτορες που μιλούν τόσο πολύ ότι σε καμία περίπτωση δεν έχει σημασία πόσο καιρό θα διαρκέσει ο πόλεμος και τι σημαίνει τελικά, να έβλεπαν μια από τις περιπτώσεις αερίου μουστάρδας στα πρώτα της στάδια. Θα μπορούσαν να δουν τα εγκαύματα και τις φουσκάλες γεμάτες πύο, με τυφλά μάτια, μερικές φορές προσωρινά, μερικές φορές μόνιμα, …και πάντα να αγωνίζονται για αναπνεύσουν, οι φωνές τους ένας ψίθυρος, λέγοντας ότι οι λαιμοί τους κλείνουν και ξέρουν ότι πρόκειται να πνιγούν…’.

 

Ο Ρόλαντ Λέιτον, το 1915.

Ο Ρόλαντ Λέιτον, το 1915.

 

Η Βέρα αρραβωνιάστηκε με τον Ρόλαντ Λέιτον ενώ αυτός βρισκόταν σε άδεια, τον Αύγουστο του 1915. Με την επιστροφή του στη Γαλλία, μεταφέρθηκε στα χαρακώματα κοντά στο Hebuterne, βόρεια του Άλμπερτ. Στις 26 Νοεμβρίου του 1915, έγραψε μια επιστολή στη Βέρα όπου τόνιζε την απογοήτευσή του με τον πόλεμο. Της μιλούσε για αυτή τη σπατάλη των νιάτων, της νεολαίας, μια βεβήλωση για όλα αυτά που ήταν γεννημένα για την ποίηση και την ομορφιά. Τη νύχτα, της 22ας Δεκεμβρίου 1915 διατάχθηκε να επισκευάσει τα συρματοπλέγματα μπροστά από τα χαρακώματά του. Ήταν μια νύχτα με πανσέληνο με τους Γερμανούς μόνο εκατό γιάρδες μακρυά και ο Ρόλαντ πυροβολήθηκε από έναν ελεύθερο σκοπευτή. Τα τελευταία του λόγια ήταν: ‘Με πέτυχε στο στομάχι, και αυτό είναι κακό’. Πέθανε από τα τραύματά του στο στρατιωτικό νοσοκομείο στο Louvencourt στη Βόρεια Γαλλία, στις 23 Δεκεμβρίου 1915. Είναι θαμμένος στο στρατιωτικό νεκροταφείο κοντά στην Doullens.

 

Ο τάφος του Ρόλαντ Λέιτον, στο Louvencourt, ένα χωριό που βρίσκεται δεκατρία χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Doullens. Το νεκροταφείο βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά του χωριού.

Ο τάφος του Ρόλαντ Λέιτον, στο Louvencourt, ένα χωριό που βρίσκεται δεκατρία χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Doullens. Το νεκροταφείο βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά του χωριού.

 

Στην αυτοβιογραφία της, η Βέρα θυμάται την επίσκεψή της στο σπίτι του Ρόλαντ στην Hassocks. ‘… Έφτασα στο εξοχικό σπίτι το πρωί για να βρω τη μητέρα και την αδελφή του να στέκονται εναγωνίως και αβοήθητες στη μέση του ανοιχτού κιβωτίου της πολεμικής εξάρτησής του η οποία βρισκόταν ανοιγμένη και σκορπισμένη σε όλο το πάτωμα. Τα ενδύματα στάλθηκαν πίσω, στα οποία περιλαμβάνονταν η στολή που φορούσε όταν χτυπήθηκε. Αναρωτήθηκα, και αναρωτιέμαι ακόμα, γιατί θεωρήθηκε αναγκαίο να επιστρέφουν αυτά τα υπολείμματα, ο χιτώνας σχισμένος πίσω και μπροστά από την σφαίρα, ένα γιλέκο χακί σκούρο και δύσκαμπτο από το αίμα, και ένα ζευγάρι από ματωμένα κοντά πανταλόνια μέχρι το γόνατο σχισμένο και ανοικτό στην κορυφή από κάποιον προφανώς σε μια βίαιη κίνηση. Αυτές οι ανατριχιαστικές εικόνες με έκαναν να συνειδητοποιήσω, όπως ποτέ δεν είχα συνειδητοποιήσει πριν, τι πραγματικά σημαίνει η Γαλλία…’.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top