Fractal

Ο Άγνωστος Στρατιώτης

του Βαγγέλη Γαροφάλλου // *

 

fractal_Η αρχόντισσα του κόσμου, από την αρχή των χρόνων, είναι η αβεβαιότητα. Η πιθανότητα να συμβεί το απρόβλεπτο. Το καλοκουρδισμένο ελβετικό ρολόι, που φημίζεται για την ακρίβειά του, κάποιες παράξενες στιγμές σκαλώνει. Σταματάει. Ανεπαίσθητα. Για λίγα, απειροελάχιστα κλάσματα του δευτερολέπτου. Ύστερα επανέρχεται και συνεχίζει. Τικ-τακ. Η μικρή παύση περνά απαρατήρητη.

Η Αθήνα έμοιαζε έτοιμη να ανατιναχτεί. Το κέντρο της πόλης ήταν για μέρες γεμάτο κόσμο που διαμαρτυρόταν. Ελαφρώς ειρωνικά, ο πολύπαθος λαός είχε συγκεντρωθεί έξω από το σύμβολο της δημοκρατίας, το Κοινοβούλιο, προσπαθώντας να αποτρέψει τους βουλευτές από το να ψηφίσουν το Μεσοπρόθεσμο. Όπως ήταν προγραμματισμένο.

Εκείνη την ημέρα οι άνδρες δεν είχαν πάει στο περίπτερο για να αγοράσουν αθλητική εφημερίδα και να πληροφορηθούν αν ο πρόεδρας θα φέρει παιχταράδες, όπως κανονικά συμβαίνει. Οι γυναίκες δεν ενδιαφέρονταν για το αν ο γνωστός τραγουδιστής, με τις μεγάλες επιτυχίες, κάνει δυνατό έρωτα ή όχι, και έτσι είχαν κλείσει την τηλεόρασή τους. Όλοι τους βρίσκονταν εκεί. Αγανάκτηση. «Δεν πάει άλλο». Φυσικά, όπως κι ένας κουτός μπορεί να καταλάβει, πάντα πάει κι άλλο.

Έξω, φωνές, συνθήματα, μούντζες, απόγνωση κοντά στο όριο. Λίγο πιο νότια, στην Αφρική, η απόγνωση έφτασε στο τέρμα. Όταν σου παίρνουν το σπίτι επειδή σε έπεισαν να παίξεις χρηματιστήριο και να πάρεις δάνεια την ώρα που πούλαγαν λίμνες και σου έκλεβαν τα λεφτά, εξαγριώνεσαι και μουντζώνεις. Όταν το παιδί σου δεν έχει να φάει, προσεχώς, παίρνεις τα όπλα.

Μέσα, χαμόγελα στην κάμερα, γελάκια και χαβαλέδες, πακέτο με αίσθηση ευθύνης για την πατρίδα, σταρχιδισμός, αφού μετά θα πάμε να φάμε ένα κοπάδι πρόβατα, και βιασύνη να ψηφίσουμε να φύγουμε. Όλα έπρεπε να γίνουν όπως είχαν κανονιστεί, με ελβετική ακρίβεια.

Μεταξύ του έξω και του μέσα υπήρχε, για να εμποδίσει το έξω να φτάσει στο μέσα, ο στρατός που φρουρεί την εξουσία. Ένας κακεντρεχής θα έλεγε πως οι πιο πολλοί αστυνομικοί εκείνο το πρωινό φόραγαν κουκούλες, υπήρχε όμως και η διακριτική παρουσία των ΜΑΤ, της ομάδας που συνήθως αρκείται στο να παρακολουθεί διακριτικά τις πορείες, σεβόμενη τον λαϊκό αγώνα, με ένα ψεκαστήρι καρκίνου στα χέρια για ασφάλεια. Και στις τάξεις της βρίσκεσαι εσύ.

Η ομάδα σου διακρίνεται από μία αξιοπερίεργη συναισθηματική ομοιογένεια. Δεν αφήνεις τις όποιες δεύτερες σκέψεις να μπαίνουν ανάμεσα σε εσένα και τη δουλειά σου, την αποστολή σου. Δεν διστάζεις τη στιγμή που θα κλωτσήσεις τον ανήμπορο παππού, που θα μπορούσε να είναι δικός σου παππούς, που σε έπαιζε στα γόνατά του και σου έλεγε ιστορίες. Δεν το πολυσκέφτεσαι όταν χτυπάς κατάμουτρα τον άοπλο που σε εκλιπαρεί για το αντίθετο. Δε φοβάσαι ούτε Θεό ούτε άνθρωπο, όταν ψεκάζεις στα μούτρα με καρκίνο τους συμπολίτες σου. Μπορείς να κάνεις πράγματα απάνθρωπα. Τόσο απάνθρωπα, που φοβάμαι ότι είσαι ρομπότ. Ότι λειτουργείς με ένα μικρό, προγραμματισμένο κομπιουτεράκι.

Αλλά εσύ δεν είσαι ρομπότ. Όχι εσύ. Δεν ξέρω το όνομά σου. Πιθανότατα δεν θα το μάθω ποτέ. Άλλοι λένε πως είσαι ένας αστικός μύθος. Μία φήμη για ένα γεγονός που δεν είναι δυνατό να συμβεί. Είναι εκτός προγράμματος. Κι όμως, εγώ το ξέρω ότι υπήρξες.

Ήσουν εσύ. Που το πλήθος γύρω σου σε κοίταζε με αποστροφή. Που οι διπλανοί σου περίμεναν τη μαγική λέξη ντου για να ανοίξουν κεφάλια και να τρέξει αίμα. Εκείνη την κρίσιμη στιγμή, εσύ λύγισες. Έγινες προδότης. Πέταξες την ασπίδα, ξεφορτώθηκες το γκλοπ από βοϊδόπουτσα, έβγαλες το κράνος σου και λιποτάκτησες. «Εγώ δολοφόνος δεν είμαι», είπες.

Και ξαφνικά το ελβετικό ρολόι σταμάτησε, σαν ένα αόρατο χέρι να κράτησε για λίγο το δείκτη. Ύστερα το ρολόι ξεκίνησε ξανά. Τικ-τακ.

Ο χρόνος κύλησε, τα αίματα γέμισαν τα πεζοδρόμια, ο καρκίνος φοβέρισε τα πνευμόνια, ο κόσμος διαλύθηκε, οι μέσα έκαναν την προγραμματισμένη δουλειά τους. Οι άνδρες γύρισαν στους παικταράδες, οι γυναίκες στις σαπουνόπερες. Το ρολόι χτυπά συνεχώς, το νεκρό δευτερόλεπτο δεν υπήρξε ποτέ.

Μέχρι την επόμενη παύση.

 

(«Ο Άγνωστος στρατιώτης» δημοσιεύτηκε το 2011 στην έκδοση «Προσωπογραφίες» του Black Duck Multiplarte.)

 

garofallou* Ο Βαγγέλης Γαροφάλλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1985. Κυκλοφορούν τα βιβλία του «Πρωινά ξυπνήματα» (Πολύτροπον, 2008), «Η βασίλισσα του βυθού» (Νόβολι, 2009) και «Αγριάλιτι» (Πολύτροπον, 2014).

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top