Fractal

Βαγγέλης Προβιάς: “Ανατρέποντας όλα τα στερεότυπα”

Συνέντευξη: Μαρία Λιάκου //

 

Ο Βαγγέλης Προβιάς μπήκε στη ζωή μας κ’ αμέσως την κατέκτησε, μας κατέκτησε. Ανατρέποντας τα συνήθη στερεότυπα. Νέος διηγηματογράφος και αμέσως εκδόθηκε, αγαπήθηκε, αναγνωρίστηκε. Μας χαρίζει την καθαρή ματιά του σε μια συνέντευξη για την γραφή και την γραφή του στο Fractal.

 

 

-Κύριε Προβιά, πώς προέκυψε η ενασχόλησή σας με την γραφή;

Είμαι τυχερός! Προέκυψε φυσικά και πολύ γλυκά. Διάβαζα πολύ, εκπαιδεύτηκα να συγκινούμαι από τις ιστορίες που μας λένε οι λέξεις, και να κάνω τα βιβλία γέφυρες με τον κόσμο. Ε μετά… απέκτησα την φιλοδοξία να προκαλώ την ίδια συγκίνηση που μου χάρισαν τα αγαπημένα μου αφηγήματα.

 

-Κυκλοφορεί ήδη  το δεύτερο βιβλίο σας. Πείτε μας λίγα λόγια για την αποδοχή τους από το αναγνωστικό κοινό…

Και «Τα Μαύρα Παπούτσια της Παρέλασης» και η «Πλατεία Μεσολογγίου» (μου) έχουν αποδείξει ότι το έργο νέων συγγραφέων βρίσκει απήχηση, ότι οι συλλογές διηγημάτων μπορούν να έχουν επιτυχημένη και διακριτή εμπορική πορεία, ότι ο εκδοτικός χώρος, οι επιτροπές βραβείων, οι δημοσιογράφοι του βιβλίου, χαρακτηρίζονται από ανοιχτότητα και φιλοξενία. Με άλλα λόγια, τα δύο βιβλία ανέτρεψαν όλα τα τρομακτικά στερεότυπα περί του χώρου του βιβλίου («οι πρωτοεμφανιζόμενοι δεν εκδίδονται, τα διηγήματα δεν έχουν απήχηση, η έκδοση είναι σχεδόν αδύνατη») που εμποδίζουν πολλούς να αναζητήσουν την επικοινωνία με το κοινό.

 

 

-Είστε εισηγητής σε σεμινάρια δημιουργικής γραφής. Ποια η εκτίμησή σας; Υπάρχει μια δια βίου διάθεση εκπαίδευσης και  στον χώρο της Λογοτεχνίας;

Η έκρηξη των σεμιναρίων γραφής είναι πολυπαραγοντικό φαινόμενο. Οφείλεται στην διάθεση αναζήτησης που προκαλεί σε κάθε άνθρωπο μια εποχή γεμάτη προκλήσεις όπως η δική μας, αλλά και στο ότι υπάρχει πολύς ελεύθερος χρόνος, σε μια κοινωνία που μαστίζεται από την ανεργία. Σε ατομικό επίπεδο, ένα εργαστήριο γραφής μπορεί να ζεστάνει κάποιον για την διαδικασία της γραφής, να τον κάνει πολύ καλύτερο αναγνώστη, να του μάθει τεχνικές και μυστικά σε πολύ λιγότερο χρόνο από ότι αν τα ανακάλυπτε μόνος. Αλλά συγγραφέας γίνεσαι γράφοντας και διαβάζοντας. Το γράψιμο έρχεται με το γράψιμο. Μόνο.

 

-Κατά την γνώμη σας σε τι μπορεί να μας βοηθήσει σήμερα η Λογοτεχνία.

Μπορεί να μας εκπαιδεύσει: Nα σκεφτόμαστε και να φιλτράρουμε, αντί να είμαστε αποδέκτες μόνο. Να μην είμαστε απλοϊκοί. Να έχουμε ενσυναίσθηση. Να είμαστε πιο ανεκτικοί στον άλλο, στον άγνωστο, στον ανοίκειο. Να μην κοιτάμε μόνο την πάρτι μας αλλά να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε μέρος ενός ευρύτερου συστήματος, κοινωνικού, περιβαλλοντικού, οικονομικού, οικογενειακού, ταξικού – που θα πει πως κάθε τι που κάνουμε έχει συνέπειες και επιδράσεις.

Με λίγα λόγια, μπορεί να μας κάνει ικανότερους και αξιότερους να λεγόμαστε άνθρωποι και να στήνουμε κοινωνίες.

 

-Το ελληνικό  αναγνωστικό κοινό έχει ιδιαιτερότητες;

Πολλές. Θα επισημάνω μία: Επειδή αντιμετωπίζει το βιβλίο ως κάτι βαρυσήμαντο και δυσπρόσιτο (σε αντίθεση για παράδειγμα με άλλες κοινωνίες που το βιβλίο το βλέπουν ως μια ακόμα από τις πολλές επιλογές ψυχαγωγίας) το ελληνικό κοινό είναι πιο απαιτητικό αλλά και πιο απρόθυμο τόσο να δώσει ευκαιρίες σε άγνωστα και μη καθιερωμένα πράγματα, όσο και να ανακαλύψει την χαρά της καθημερινής ανάγνωσης. Θεωρούμε το βιβλίο ως κάτι πολύ βαρύ και ιδιαίτερο για να είναι κομμάτι της «κανονικής» καθημερινότητάς μας.

 

-Τι χρειάζεται να έχει ένα καλό βιβλίο για σας;

Καλή ισορροπία, ανάμεσα σε πάρα πολλά και πολλές φορές αντικρουόμενα στοιχεία: Αισθητική/καλλιτεχνική επιτήδευση αλλά και πιστότητα στο τυχαίο φαινόμενο της ζωής. Ιστορία και λόγο. Θέμα αλλά και αφηγηματική ώθηση. Δράση αλλά και στοχασμό. Χαρακτήρες αλλά και γεγονότα… βέβαια, δεν μπαίνει σε συνταγές ένα καλό βιβλίο, όπως άλλωστε και ένας μεγάλος έρωτας ο οποίος μας σημαδεύει για πάντα, δεν εξηγείται πλήρως.

 

 

 

-Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς;

Τσέχωφ, Τρέβορ, Μανρό από διηγηματογράφους. Σκαμπαρδώνης, Ζατέλη, Ιωάννου, από Έλληνες. Άντονυ Μάρα, Ντοστογιέφσκι, Μαν, από μυθιστοριογράφους. ΛεΓκέν, Άτγουντ, Κεντ Χαρούφ, από βορειοαμερικάνους. Μακ Ντέρμοντ, Ανν Τέιλορ, Γκράχαμ Σουίφτ από Αγγλόφωνους.… αυτοί αυτό το διάστημα. Η λίστα μου είναι δυναμική, όσο διαβάζω αλλάζει. Καταιγιστικά γρήγορα.

 

-Από πού αντλείτε την έμπνευση για να γράφετε;

Από την πειθαρχία και από τις προθεσμίες που βάζω στον εαυτό μου. Από την περιέργεια να διαπιστώσω (καλλιεργώντας την) αν μια ιδέα-βρέφος μπορεί να λειτουργήσει ως ολοκληρωμένη ιστορία – ενήλικας.

 

-Προτιμάτε κάποια φόρμα γραφής –είδος ;

Ως αναγνώστης όχι. Ως πεζογράφος μου είναι πιο οικείο το διήγημα – με βοηθά να ξεφοβηθώ την πολλή δουλειά που χρειάζεται για να φτάσεις στο σημείο που θα πεις στον εαυτό σου «αυτό είναι έτοιμο, έκανα το καλύτερο που μπορώ, το παραδίδω».

 

-Οι έλληνες συγγραφείς διαβάζουν; Είναι συστηματικοί αναγνώστες δηλαδή;

Οι δέκα – δεκαπέντε των οποίων έχω μια αίσθηση της καθημερινότητάς τους επειδή είναι γνωστοί ή φίλοι διαβάζουν πολύ. Ισχύει και αυτή η ωραία αναλογία: Όσο πιο πολύ διαβάζουν τόσο πιο ζουμερά και λαχταριστά είναι τα κείμενά τους.

 

-Οι Συγγραφείς είναι καθημερινοί άνθρωποι στην Ελλάδα;

Μοιραία, ναι! Η ελληνική αγορά είναι μικρή για να δημιουργήσει και να ανεχτεί συγγραφείς super star ή πολύ επιτηδευμένες και κατασκευασμένες περσόνες.

 

-Υπάρχει ενδιαφέρον για συνεργασίες – συνέργεια μεταξύ των Τεχνών στην χώρα μας; 

Η μικρού μήκους ταινία «Κάλαντα» του σκηνοθέτη Θάνου Ψυχογιού που βασίζεται σε μια ιστορία από «Τα Μαύρα Παπούτσια της Παρέλασης» και η οποία έχει ταξιδέψει σε δεκάδες φεστιβάλ, εντός και εκτός χώρας, είναι μια ισχυρή ένδειξη για αυτή την ευτυχή συνύπαρξη αφήγησης με μια άλλη ισχυρή τέχνη.

 

-Τα τελευταία χρόνια έχουμε μια πληθώρα  εκδόσεων  και  πολλών Βιβλιο-Παρουσιάσεων. Κατά την γνώμη σας όλο αυτό βοηθάει τον αναγνώστη στις επιλογές του;

Οι βιβλιοπαρουσιάσεις είναι ένας εξαιρετικός τρόπος να γεμίζουν χαρά και συζητήσεις τα βιβλιοπωλεία, να συναντιούνται και να επικοινωνούν άνθρωποι με κοινά ενδιαφέροντα (το διάβασμα ή κάποιο θέμα ή και συγγραφέα) και να μπαίνουν στο επίκεντρο της προσοχής οι συγγραφείς και τα βιβλία, για μερικές έστω ώρες. Γενικά υπάρχει μια υπερπροσφορά εκδηλώσεων, αλλά αν χρησιμοποιούμε την κρίση μας και το γούστο μας μπορούμε να αποφύγουμε τις αναπόφευκτες κακοτοπιές.

 

-Ποια τα επόμενα σχέδια σας;

Το εξής ένα: Επιβίωση σε μια γεμάτη προκλήσεις εποχή – είμαι, φοβάμαι, κακομαθημένος, έτσι μέσα στην επιβίωση και στα απαραίτητα για αυτή συμπεριλαμβάνω και την ανάγκη για δημιουργία, για ένα επόμενο βιβλίο, (να με αξιώσει ο Θεός για ένα χορταστικό μυθιστόρημα) και για διεύρυνση των όποιων ικανοτήτων και των αναγνωσμάτων μου.

 

 

Βιογραφικό:

Ο Βαγγέλης Προβιάς γεννήθηκε στον Βόλο το 1973. Εργάζεται ως κειμενογράφος και δημιουργικός διευθυντής στην διαφήμιση. Είναι εισηγητής σεμιναρίων δημιουργικής γραφής.

Έχει γράψει τα βιβλία:

  • «Τα μαύρα παπούτσια της παρέλασης» Ολκός, 2014,
  • «Πλατεία Μεσολογγίου» Ολκός 2016

Και έχει συμμετάσχει στα συλλογικά έργα:

  • «Θεσσαλονίκη 2012: Διαγωνισμός διηγήματος» Ιανός, 2011
  • «9 ώρες στα Εξάρχεια» Λέμβος, 2016

Έχει μεταφράσει:

  • Hayes, Billy «Η ξάγρυπνη πόλη», Ροπή, 2017

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top