Fractal

30 Σεπτεμβρίου – Τρούμαν Καπότε

Επιμέλεια: Δήμητρα Ντζαδήμα //

 

 

Τρούμαν Καπότε γεννημένος σαν σήμερα το 1924 ήταν Αμερικανός συγγραφέας, γνωστός κυρίως για τη νουβέλα “Πρόγευμα στο Τίφφανυς” (1958) και το μυθιστόρημα “Εν Ψυχρώ” (1966). Θεωρείται ένας από τους σημαντικούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, ο οποίος απέκτησε μεγάλη φήμη στη διάρκεια της ζωής του, τόσο μέσα από το έργο του όσο και μέσα από την κοινωνική του ζωή. Όπως γράφουν οι κριτικοί και οι βιογράφοι του (όπως ο Τζόσεφ Γουολτμέιρ και ο Τζόρτζ Πλίμπτον), ήταν…………………... “ένας Νότιος, γοτθικός συγγραφέας, δημοσιογράφος και γλεντζές”. Αυτό τα λέει όλα.

 

Τα παιδικά του χρόνια στιγματίστηκαν από μια ιδιαίτερα ταραγμένη οικογενειακή ζωή.Το 1933 μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για να ζήσει με τη μητέρα του και τον δεύτερο σύζυγό της, τον Τζόζεφ Καπότε, Κουβανό επιχειρηματία, ο οποίος τον υϊοθέτησε και τον μετονόμασε σε Τρούμαν Γκαρσία Καπότε.Σε ηλικία δεκαεπτά ετών, αμέσως μετά το πέρας των σπουδών του, προσελήφθη στο περιοδικό The New Yorker. Όπως έγραψε ο ίδιος αργότερα για το είδος της απασχόλησής του, επρόκειτο για μία μάλλον ασήμαντη εργασία, ωστόσο ήταν αποφασισμένος να μην συνεχίσει τις σπουδές του σε κάποιο κολέγιο προκειμένου να ασχοληθεί με τη συγγραφή. Το 1945, δημοσιεύτηκε το πρώτο του διήγημα με τίτλο “Μύριαμ”, για το οποίο του απονεμήθηκε τον επόμενο χρόνο το βραβείο Ο. Henry Memorial Award.

Μέσα σε λίγο καιρό είχε γίνει σχεδόν διάσημος: τόσο για τα διηγήματά του όσο και για το παράξενο ντύσιμό του. Το μυθιστόρημα, “Άλλες φωνές, άλλοι τόποι”, κυκλοφόρησε το 1948 και προκάλεσε σκάνδαλο γιατί έθιγε το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας (που ήταν τότε ταμπού). Στη συνέχεια, ταξίδεψε στην Ευρώπη, εξέδωσε μια συλλογή διηγημάτων και κατάφερε να γίνει εκ των ων ουκ άνευ στα πάρτι και των δύο ηπείρων. Ακολούθησε το μυθιστόρημα “Η άρπα από χορτάρι” (1951), και το “Πρόγευμα στο Τίφφανυς” (1958), που εξυμνεί την πόλη της Νέας Υόρκης και τη ζωή έξω από τους κοινωνικούς θεσμούς. Η ενασχόληση του Καπότε με τη δημοσιογραφία κατέληξε στο μυθιστόρημα-ρεπορτάζ “Εν ψυχρώ”, το οποίο εμπνεύστηκε από ένα ειδεχθές έγκλημα που συνέβη στο Κάνσας.

Στα τελευταία χρόνια της ζωής του απομονώθηκε, πιθανώς εξαιτίας της απόρριψης πολλών φίλων του και υιοθέτησε μία άκρως εκκεντρική συμπεριφορά στις δημόσιες εμφανίσεις του, ενδεχομένως απόρροια του αλκοολισμού και της κατάχρησης άλλων ναρκωτικών ουσιών. Το τελευταίο λογοτεχνικό έργο του, που δημοσιεύτηκε ενώ βρισκόταν στη ζωή, ήταν η συλλογή διηγημάτων “Μουσική για Χαμαιλέοντες” (Music for Chameleons), το 1980.

Πέθανε στις 25 Αυγούστου 1984, ύστερα από υπερβολική δόση χαπιών, σε ηλικία 59 ετών. Ο θάνατός του συνέβη στην οικία της Τζοάν Κάρσον, πρώην συζύγου του Τζόνυ Κάρσον, στις τηλεοπτικές εκπομπές του οποίου ήταν συχνά καλεσμένος.

Oι στάχτες του- ριν λίγες μέρες- πουλήθηκαν έναντι 43.000 δολαρίων. Μαζί με τις στάχτες του, πουλήθηκαν και τα ρούχα που φορούσε την στιγμή του θανάτου του για 6.400 δολάρια και δύο μπουκάλια χαπιών που έπαιρνε για 9.280 δολάρια.

‘Εχει πει:

 

• Η φιλία είναι πλήρης απασχόληση, αν πραγματικά είσαι φίλος με κάποιον. Δεν μπορείς να έχεις πολλούς φίλους, επειδή τότε, απλά, δεν είναι πραγματικοί φίλοι.

• Ένα έργο τέχνης είναι ένα έργο μυστηρίου, ακραίας μαγείας. Οτιδήποτε άλλο είναι είτε αριθμητική είτε βιολογία.

• Όλη η λογοτεχνία είναι κουτσομπολιό.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top