Fractal

Ο σεισμός της μνήμης

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

tropoi«Τρόποι να γυρίζεις σπίτι», του Αλεχάντρο Σάμπρα, Εκδ. Ίκαρος, σελ. 172

 

Σκέφτομαι τον Πατρίκ Μοντιανό να πίνει το τσάι του παρέα με τον Αλεχάντρο Σάμπρα σε ένα από τα καφέ της Σανζ Ελυζέ. Ή, μπορεί, να βρίσκονται σε ένα καφενείο στο Σαντιάγκο μυρίζοντας ψημένο καφέ με την υγρασία του νότιου ανέμου να στάζει στα πρόσωπά τους. Να λέει ο ένας πώς δεν χάθηκε στη γειτονιά του και να συμπληρώνει ο άλλος τους τρόπους για να γυρίζει στο σπίτι του. Στο ενδιάμεσο, με ή χωρίς τη συνοδεία μιας μαντλέν, να μιλούν για τον Προυστ, αν και ο Σάμπρα, είναι σίγουρο, θα γυρίζει την κουβέντα στον Φλωμπέρ και την Μαντάμ Μποβαρί. Όχι ακριβώς στην Έμμα, αλλά στους δευτερεύοντες χαρακτήρες του βιβλίου, όπως έκανε και ο ήρωάς του στο βιβλίο «Τρόποι να γυρίζεις στο σπίτι» για να περάσει το διαγώνισμα στο σχολείο.

Μίλησε, μνήμη.

Μίλα, ανειρήνευτο θηρίο του παρελθόντος που όλα τα σαρώνεις και όλα τα συνθέτεις ξανά σαν να μην υπήρξαν. Αυτό ακριβώς κάνουν οι αναμνήσεις• χαρτογραφούν ένα πεδίο που ποτέ δεν θα υπάρξει ξανά και που είναι καταδικασμένο να χτίζεται και να γκρεμίζεται διαρκώς.

Ο Σάμπρα μιλάει για τα παιδικά του χρόνια. Σκάβει πόντο-πόντο τη διαδρομή. Άλλοτε βρίσκει πετρούλες να αφήσει στο διάβα του για να μην χάσει το δρόμο, ως άλλος κοντορεβιθούλης, κι άλλοτε είναι αποφασισμένος να χαθεί διότι μόνο έτσι θα… βρεθεί συνολικά με τον εαυτό του και με αυτά που τον καθόρισαν.

Ένας τωρινός σεισμός τον επιστρέφει στο σεισμό του 1985, τότε που ήταν μόλις 12 ετών και έβλεπε τον κόσμο με την απορία ενός παιδιού. Το παιδί μεγάλωσε, αλλά η απορία έμεινε. Αυτός ο κόσμος δεν ερμηνεύεται – η ίδια η ζωή έχει γωνιές σκιώδεις και ανερμήνευτες. Ο σεισμός αφήνει ένα βαθύ ρήγμα ή, μάλλον, πολλές μικρές ρωγμές τις οποίες ο συγγραφέας αποφασίζει να αγγίξει, να αισθανθεί το χτύπο και το ρίγος τους. Εντέλει, να επιστρέψει ξανά εκεί από όπου ξεκίνησαν όλα.

Ο Σάμπρα αυτοβιογραφείται, αλλά ίσως και όχι. Περπατώντας σε έναν ενδιάμεσο χώρο, έχεις την αίσθηση πως ο συγγραφέας του βιβλίου είναι ο ίδιος με τον κεντρικό ήρωα του βιβλίου που είναι και αυτός συγγραφέας και ο οποίος προσπαθεί να γράψει για τη ζωή του. Ωστόσο, υπάρχουν στιγμές που ο Σάμπρα υπονομεύει την παράθεση των δικών του, οικείων στιγμών μέσω της μυθοπλαστικής καλύπτρας και φορές που η συγγραφική επινόηση δέχεται καίριο πλήγμα από την πραγματικότητα των λεγομένων. Έτσι έγιναν τα πράγματα, αν έτσι νομίζει –νομίζουμε- ότι έγιναν.

Οι πρώτοι έρωτες, τα ταραγμένα χρόνια της δικτατορίας του Πινοσέτ, οι διώξεις και ο φόβος, τα βασανιστήρια και οι… εξαφανίσεις των αντιφρονούντων, τα παιδικά παιχνίδια, ο κλωβός της οικογενειακής «θαλπωρής», η σχέση του παιδιού με τους γονείς του, η ποικιλομορφία του παιδικού κόσμου σε αντιπαράθεση με την επίπεδη παράσταση του κόσμου των μεγάλων. Ο Σάμπρα διανύει αποστάσεις, χρόνια, μνήμες προσπαθώντας να βρει ξανά το δρόμο προς το σπίτι του. Όπως όταν ήταν μικρός και απομακρυνόταν από αυτό, έτσι και τώρα επιστρέφει θέλοντας να βρει τα σημάδια που έχασε στην πορεία. Μόνο που αυτό το πήγαινε-έλα από το παρόν στο παρελθόν και ανάποδα, δεν γίνεται δίχως να καταβάλλει κανείς τα απαραίτητα… ναύλα.

 

Alejandro Zambra

Alejandro Zambra

 

Το μυθιστόρημα του Σάμπρα είναι μια κιβωτός μνήμης. Δεν καταγράφει με ημερολογιακή προσήλωση όσα συνέβησαν τότε που συνέβησαν. Η μνήμη είναι ένα ύπουλο τέρας – δεν σου τα δίνει όλα, ενώ σου παίρνει περισσότερα. Κάθε κεφάλαιο είναι και μια πετρούλα-ψηφίδα του παρελθόντος, το οποίο έχει υποστεί την επεξεργασία του παρόντος. Μα, συμβαίνει και το αντίστροφο: το παρόν να διαθλάται πάνω στο παρελθόν και στο τέλος να δημιουργείται μια αχρονία που πρέπει ο συγγραφέας να μετατρέψει σε μυθιστόρημα. Ο χρόνος είναι ένα ρευστό αντικείμενο, το ίδιο ρευστά είναι και αυτά που έχει ζήσει ένας άνθρωπος μέσα σ’ αυτόν.

Ο ήρωας/συγγραφέας είναι πλέον χωρισμένος, ζει μόνος του, συναντάει ξανά τον παιδικό του έρωτα, την Κλάουδια, μαθαίνει την πραγματική ιστορία της οικογένειάς της και τον κατατρεγμό της από το καθεστώς του Πινοσέτ, κάνουν έρωτα, βρίσκονται για λίγο, για να χαθούν στο τέλος. Γνωρίζουν και οι δύο πως το ποτάμι δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Μαζί επιστρέφουν στην παλιά γειτονιά, επισκέπτονται τους γονείς του ήρωα, ανασκαλεύουν πρόσωπα και πράγματα. Κάθε πέτρα που σηκώνουν, βρίσκουν από ένα κομμάτια παλιάς ζωής. Ο ήρωας, με ένα ψήγμα ενοχής, αντιλαμβάνεται ότι οι γονείς του μπορεί να μην ήταν θαυμαστές του Πινοσέτ, σίγουρα όμως δεν διακινδύνευσαν τίποτα για να πέσει. Πώς έγιναν έτσι τα πράγματα; Να μια ερώτηση που κάνει ο συγγραφέας για τα πάντα. Φευ, η απάντηση δεν είναι εύκολη – αν υπάρχει απάντηση.

 

tropoi_cover

 

Ο Σάμπρα γράφει για την οικογένεια του, τη γενιά του, τη χώρα του, για τα μικρά και τα μεγάλα που καθορίζουν τη ζωή ενός ανθρώπου. Και το κάνει έντιμα, αφτιασίδωτα, με κοφτό τρόπο, δίχως μεγαλοστομίες και μελοδραματισμούς. Η απόσταση που κρατάει από το αντικείμενο της παρατήρησής του –τη ζωή του- είναι λογοτεχνικά θαυμαστή. Η θητεία του Σάμπρα στην ποίηση, διαφαίνεται συχνά πυκνά δίχως όμως να καταφεύγει σε ποιητικές ρητορείες.

Παρεμπιπτόντως, υπάρχει μια έξοχη φράση στο βιβλίο για τη διαφορά της ανάγνωσης και της συγγραφής. «Διάβασμα είναι καλύπτεις το πρόσωπό σου. Και γράψιμο είναι να το αποκαλύπτεις». Ο Σάμπρα, εδώ, αποφασίζει να γράψει και να αποκαλύψει όλα όσα η σκόνη της ζωής έχει καλύψει πρόσκαιρα και επιφανειακά. Ένας σεισμός φτάνει για να προκαλέσει άλλους πιο βαθιά σεισμικά κύματα.

Η άριστη μετάφραση ανήκει στον Αχιλλέα Κυριακίδη. Το κείμενο του Σάμπρα, επιφανειακά, δεν είναι δύσκολο, αντιθέτως τα υλικά του είναι απλά, καθημερινά. Ο βαθμός δυσκολίας είναι η διάχυτη μελαγχολία του βιβλίου, η τραγουδιστή ενατένιση της ζωής. Η μετάφραση καταφέρνει τα διατηρήσει τα πάντα σε εγρήγορση.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top