Fractal

Τραίνα στην ομίχλη ή Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τραίνα να περνούν

της Αμαλίας Ρούβαλη // *

 

fractal_summerΒαλίτσες, παλιές, δερμάτινες, καφέ κατά προτίμησιν, ή μαύρες, επιλογή, στο χρώμα του δέρματος, είπατε; με λουριά γδαρμένα, αγκύλες σκουριασμένες. Εκεί, δίπλα στο πόδι του άντρα, ακουμπάνε τα ρεβέρ μέχρι τα μισά της κνήμης, ίσως ίσαμε το γόνατο, σπάει το σύνολο ένα τσαντάκι γκρι ανοιχτό, στο ύψος του αστραγάλου, μικρό, σαν μεγάλο στραγάλι. Καμιά βαλίτσα δεν φτάνει το μπορ της ρεπούμπλικας.

Σφυρίγματα μες στην ομίχλη, χαμένες οι ράγες.

Ανά διαστήματα, στιλβώματα σιδήρου απ’ τα φώτα, αχνά κι αυτά.

Βαγόνια, αποβάθρα, 1,2, ως 32, καφενείο κι ο πιο οικείος καπουτσίνο της στιγμής: «ουν χχχχχχχχχχχχχαπουσσσίνο περ φαβόρε» στη Φλωρεντία; Όχι, λικνισμοί στη μνήμη….

Το σώμα του άντρα δεν μετακινείται, στηρίζει τις βαλίτσες, κουνάει το άλλο το πόδι για αντιστήριξη.

Τα βαγόνια, ίδιο χρώμα, σταχτί, η μηχανή έχει κόκκινα τελειώματα και κάτι προς το σκοτωμένο χρυσαφί.

Περιμένει ο άντρας. Τα χέρια του στις τσέπες του παλτού, βαρύ, μαύρο. Η άκρη τού παλτού χαϊδεύει την άκρη μιας βαλίτσας.

Περιμένει.

Το ρολόι δείχνει 9.10΄ το βράδυ. Περιμένει, να ξεκινήσει ο σταθμός, να φορτώσει τις βαλίτσες, να τις αφήσει στην τύχη τους.

Κάνει στροφή, πλάτη στο φως, μαχαίρι κόβει ομίχλη γκρίζα στο βάθος πεδίου. Στο βάθος του κεφαλιού του, βλέμμα αχλύς. Δεν περιμένει πια, Τι πια; Τι άραγε;

Λίγο κουρασμένα τα χαρακτηριστικά, ανοίγει το βήμα, πάει προς την έξοδο.

Φωνή στα ηχεία σε γλώσσα άγνωστη: Προσοχή! ακίνητοι! όλοι να μην απομακρυνθεί κανείς ,

Δεν ακούει, δεν βλέπει, ανασαίνει μετά βίας, διπλώνεται, στα δύο, το παλτό, σκοτεινιάζει τον ορίζοντα, το παλτό μαυρίζει τον ορίζοντα/μαύρο/ αυτός, καταγής, ορθώνει το βλέμμα, ορθώνει το βήμα, προχωρεί βιαστικά, δρασκελιές, λοξεύει, στο κενό….

Άκρη της αποβάθρας, στο χείλος, στο χείλος.

Δεν έχει τραίνο. Μπουπ, κενό, το κεφάλι ανάσκελα στηρίζει μια απ’ τις ράγες.

Σκοτάδι.

Ήταν νύχτα. Τον βρήκαν το πρωί. Στη μεγάλη τσέπη του παλτού του ένα χαρτάκι: «όταν φτάσουν οι βαλίτσες στο τέρμα, αφήστε τες να πηγαινοέρχονται τέρμα-αρχή-τέρμα- μέχρι να λιώσουν τελείως. Ρίξτε τον πολτό στον τάφο μου, μόνο αυτό ζητώ».

Η ιστορία καταγράφηκε στον τοπικό Τύπο. Ευφάνταστοι δημοσιογράφοι γράψανε χιλιάδες εκδοχές για να γεμίσουν βιβλία λογοτεχνίας. Η εξήγηση ήταν, όμως, απλή: οι βαλίτσες έπρεπε να ταξιδέψουν η καθεμία για τους δικούς της λόγους κι όλες μαζί για έναν ξέχωρα.

Κωλυόμεθα να τον αποκαλύψουμε.-

 

Rouvali* Ορισμένοι λένε ότι είμαι ποιήτρια (κάτι έχω γράψει, κάτι γράφω, κάτι μπορεί να γράψω, παρ’ όλα αυτά, δύο νέες συλλογές θα βγουν στο εγγύς μέλλον), δεν το πιστεύω πολύ, μην το πιστέψετε κι εσείς, μεταφράστρια, σίγουρα η τεχνική μετάφραση είναι στη ζωή μου εδώ και χρόνους παλιούς, μεταφράζω και λογοτεχνικά για το χάζι και τη χαρά να μοιραστώ πράγματα που μου άρεσαν, συστήνοντας πεζογράφους και ποιητές που νομίζω πως αξίζουν τον κόπο να διαβαστούν Ελληνικά, καμιά φορά γράφω διηγήματα (εκκρεμεί ένας τόμος), με βεβαιότητα είμαι κοινωνιολόγος όλη μου την ενήλικη επιστημονική ζωή, κάτι νέο ετοιμάζεται (εκκρεμεί ένας τόμος). Α, μεγάλωσα στο Ναύπλιο, ζω τελείως προσωρινά στην Αθήνα, δεν βλέπω την ώρα να φύγω. Πάνε 60 χρόνια πια.

ΥΓ. Τα βιογραφικά σε τριτοπρόσωπο όταν πρόκειται για μας τους ίδιους είναι αντιεπιστημονικά, δυστυχώς, νιώθω τελείως επιστήμων.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top