Fractal

Διήγημα: “Στάση λεωφορείου”

Του Τόλη Αναγνωστόπουλου //

 

f12

 

Είμαι στη στάση του λεωφορείου. Την περιμένω όπως κάθε μέρα στο ραντεβού μας. Δεν είναι αυστηρά προσωπικό. Και άλλοι τη βλέπουν αλλά πιστεύω πως μόνο σε εμένα δείχνει τέτοια ζεστασιά. Γι’ αυτό και προσπαθώ είμαι στην ώρα μου, μη τυχόν και έρθει και λείπω. Αυτή πάντα είναι ακριβής. 8.15 έως 8.21. Έξι λεπτά φτάνουν για να μου φτιάξουν τη μέρα. Τα μάτια της είναι τόσο εκφραστικά σχηματίζοντας οξεία γωνία με τη γαλλική μύτη της. Καρφώνω το βλέμμα μου επάνω τους. Δε ντρέπομαι να την κοιτάω κατάματα. Ούτε αυτή επηρεάζεται. Το μέτωπό της είναι στενό, δείγμα σταθερότητας κατά τον Lavater, που είναι ο μετρ της φυσιογνωμικής. Η μεγάλη απόσταση που έχουν τα φρύδια της δείχνουν επίσης άτομο ανοικτό σε αλλαγές και προκλήσεις. Τινάζει τα κατάξανθα μαλλιά της για να αλλάξει το σκηνικό. Συνεχίζει να με προκαλεί με ένα σούφρωμα στα σαρκώδη χείλια της, τοποθετώντας ταυτόχρονα το δάκτυλό της επάνω τους. Η κίνηση του αντίχειρά της πάνω στη κατακόκκινη επιφάνεια τους μόνο αθώα δεν είναι. Το άλλο της χέρι παραμένει κολλημένο στο πλούσιο μπούστο της σα να θέλει να το κρύψει. Το αντίθετο πετυχαίνει- αφού και άλλοι εκτός από εμένα εστιάζουν σε αυτό το σημείο – διεγείροντας τη φαντασία και τη λίμπιντό τους. Τους κόβω την όρεξη. Μπαίνω μπροστά της και την προστατεύω από τα αδιάκριτα βλέμματα. Τώρα είμαι μόνο εγώ και αυτή. Είμαι τόσο κοντά της που αρχίζω να παρατηρώ λεπτομέρειες που δεν είχα προσέξει. Τη μικρή ελιά κάτω από το σαγόνι της. Το σημάδι από ράμματα πάνω από το φρύδι της. Τον ιδρώτα στο χέρι που κρατάει το στήθος της. Το λιτό της μακιγιάζ. Δε χρειάζεται παραπάνω με τέτοια φυσική ομορφιά. Την άνεσή της. Πρώτη φορά που είμαι σε απόσταση αναπνοής και δεν πτοείται. Ίδια συμπεριφορά, ίδια στάση σώματος. Μόνο εγώ ζορίζομαι. Μια αμηχανία την έχω. Δεν ξέρω τι να κάνω, να της μιλήσω, να την ακουμπήσω; Όχι, όχι μπροστά σε τόσους άσχετους.

Σηκώνω το χέρι μου στο ύψος των μαλλιών μου και το επεκτείνω μέχρι το δικό της κεφάλι. Αδιακρισία αλλά τώρα άλλο είναι το θέμα: Θεέ μου είναι πιο ψηλή.

Κοιτάω τα καλλίγραμμα πόδια της. Ατελείωτα που θα έλεγε και ο αδελφός μου ο Γιώργος. Πάλι καλά που δεν είναι εδώ, θα της είχε χιμήξει ο αθεόφοβος. Εντάξει εργένης είναι αλλά δεν τηρεί τα προσχήματα. Μήπως εγώ τα τηρώ; Αν σκεφτείς ότι φεύγω από το σπίτι σα τρελός να έρθω να δω την κοπέλα στη στάση αφήνοντας την καλημέρα μου στη Δέσποινα σε χαρτάκι στο ψυγείο… Κάτι δεν πάει καλά σίγουρα. Δεν ξέρω ούτε το όνομά της. Δεν πειράζει. Συνεχίζω να την επεξεργάζομαι σα να είναι η πρώτη φορά. Φοράει τακούνι άρα μπορεί να είμαστε και ίσα. Ο αέρας δεν σταματάει ποτέ σε αυτή τη στάση. Της σηκώνει συνέχεια το φόρεμα αποκαλύπτοντας την ομορφιά και την τελειότητά της ακόμα και στα σημεία πάνω από το γόνατο. Δεν κάνει κάτι για να το σταματήσει. Σίγουρα δεν είναι τόσο συντηρητική και ας συνεχίζει να κρύβει το στήθος με το χέρι της. Όχι, όχι λυγίζει τα γόνατα ώστε να αποφύγει την ανάδειξη πιο επίμαχων σημείων.

Τώρα τη βλέπω λίγο χλωμή, δεν ήταν έτσι. Με τον καιρό η εικόνα της σα να αρχίζει να ξεθωριάζει. Κάποιος έχει βάλει κάτι στην πλάτη της, δεν θα το έχει καταλάβει. Ντρέπομαι να πάω να της το βγάλω. Μπορεί να παρεξηγηθεί.

8.21 το λεωφορείο ήρθε. Την αποχαιρετώ. Σα να μου κλείνει το μάτι. Κάθομαι δίπλα στο παράθυρο. Κοιτάω πάλι προς το μέρος της. Έχει φύγει και αυτή. Στη θέση της είναι μια άλλη κοπέλα που πίνει coca-cola. Καμία σχέση με τη δικιά μου. Πώς μπορεί να συγκριθεί άλλωστε; Αυτή που βλέπω τώρα είναι απλά μια όμορφη κοπέλα σε μια αφίσα χωμένη μέσα σε ένα plexiglass που κάθε 6 λεπτά αλλάζει περιεχόμενο.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top