Fractal

Στο Άγνωστο Μέρος που Στάθηκε ο Χρόνος

Γράφει η Βιολέττα-Ειρήνη Κουτσομπού // *

 

Jeanette Winterson «Το χάσμα του Χρόνου», Μετάφραση: Μυρσίνη Γκανά, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 384

 

Έπεσα σε ένα χάσμα του χρόνου,

στο σημείο αυτό όπου μια χρονική στιγμή

και μια άλλη γίνονται ο ίδιος χρόνος

Jeanette Winterson «Το Χάσμα του Χρόνου»

 

Ξεχάστε το τώρα, την πραγματικότητα που σας περικλύει και αφεθείτε στη μαγεία του τόπου που δημιουργεί η συγγραφέας Jeanette Winterson στο μυθιστόρημά της «Το Χάσμα του Χρόνου» (The Gap of Time). Μπείτε σε ένα κόσμο από πούπουλα, διαμάντια και χρονικά κενά. Έναν κόσμο τόσο μαγικό όσο και τρομακτικά αληθινό. Η διασκευή του έργου του Shakespeare «Το Χειμωνιάτικο Παραμύθι» (The Winters Tale) από την Βρετανίδα συγγραφέα Jeanette Winterson έχει πολλά να μας διδάξει κι άλλα τόσα να μας κάνει να αισθανθούμε.

«Τo Χειμωνιάτικο Παραμύθι» είναι ένα από τα τέσσερα τελευταία έργα του Shakespeare τα οποία θεωρούνται ως «προβληματικά» (problem plays). Ίσως η επιρροή του ρεαλισμού και του κυνισμού εν μέρει αλλάζει το όραμα του Shakespeare στα τέσσερα τελευταία του έργα και γι’ αυτό είναι τόσο δύσκολο για τους κριτικούς να τα ταξινομήσουν. Μερικές φορές ερμηνεύονται ως ένα τρίτο βήμα στον τραγικό κύκλο του Shakespeare. Μια προσθήκη με την έννοια της ανανέωσης στα θέματα ευημερίας και καταστροφής που ο Shakespeare διερεύνησε στα άλλα θεατρικά του. Η ιστορία του βάρδου πραγματεύεται την ιστορία ενός βασιλιά, του οποίου η ζήλια οδηγεί στην εξαφάνιση της κόρης του και στο θάνατο της όμορφης γυναίκας του. Η κόρη του βρέθηκε και ανατράφηκε από έναν βοσκό στην ακτή της Βοημίας και μέσω μιας σειράς γεγονότων, ο πατέρας, η κόρη αλλά και η μητέρα, επανασυνδέονται.

Στη διασκευή της Winterson μετακομίζουμε από το Λονδίνο, μια πόλη που ξεδιπλώνεται μετά από την οικονομική κρίση του 2008, σε μια αμερικανική πόλη, που ονομάζεται Νέα Βοημία. Η ιστορία της περιλαμβάνει θέματα όπως η παιδική φιλία, τα χρήματα, το κοινωνικό status, την τεχνολογία και πάνω απ’ όλα τη φύση του χρόνου. Γραμμένο με το ιδιαίτερο πνεύμα και με μια ξεχωριστή ενέργεια αυτή η ιστορία καλύπτει το κομμάτι της παράλογης ζήλιας αφενός, αλλά και της λύτρωσης και της διαρκούς αγάπης ενός χαμένου παιδιού αφετέρου.

«Ο Χρόνος μπορεί να μείνει ακίνητος, να κινηθεί πιο γρήγορα, πιο αργά. Αλλά παίζεις και ενάντια στο Χρόνο επίσης. ‘Ετσι λέγεται-Το Χάσμα του Χρόνου […] Κι εκείνη ευχήθηκε να είχαν συμβεί όλα όσα θα έπρεπε να συμβούν. Να επενέβαινε ο χρόνος και να τους ελευθέρωνε. Να μπορούσαν να ξεκινήσουν. Κι εκείνος ευχήθηκε να μπορούσε να την αγγίξει και όλα να ήταν διάφανα μέσα του και εκείνη να τον ήξερε και να μπορούσαν να ξεκινήσουν.» (σελ. 71-215)

Η Winterson φαίνεται να έχει αφιερώσει αρκετό χρόνο και φαιά ουσία καθώς εξαντλεί την εφευρετικότητά της στην εύρεση αξιόπιστων ισοδυνάμων για τους χαρακτήρες και τις «συσπάσεις» της πλοκής σε ένα έργο που πρέπει να φάνηκε ακόμη και για το πρώτο του κοινό ως φανταστικό και ίσως παράλογο. Αλλά θα συνειδητοποιούσαν, όπως γνωρίζουμε, ότι το μεγαλείο του έργου του Shakespeare βρίσκεται στην ποιητική του δύναμη και στη δεξιοτεχνία του στίχου του. Έτσι, η Winterson όχι μόνο « πατάει» γερά πάνω στον κορμό της ιστορίας του βάρδου αλλά πάει κι ένα βήμα πιο πέρα γεφυρώνοντας τις δυο ιστορίες σαν συνέχεια η μια απ’ την άλλη αλλά ταυτόχρονα και σαν ξεχωριστές που απλά κάπου στο δρόμο τέμνονται. Η συγγραφέας είναι σαν να βάζει τα δυο κείμενα να συνομιλούν, κι εμείς μικροί παρατηρητές στη γωνιά καθισμένοι κι αποσβολωμένοι, απολαμβάνουμε τη σύνδεση του κλασικού με το μεταμοντέρνο σε μια παράσταση που κανέις δεν πρέπει να χάσει.

 

Jeanette Winterson

 

«Ας φύγουν όλα μακριά. Παρ’τα όλα, ως το χώμα κάτω από τα πόδια μου και τον ουρανό πάνω από το κεφάλι μου. Σβήσε τον ήχο. Άδειασε την εικόνα. Τίποτα μεταξύ μας πλέον. […] Η ενέργειά του είναι σου σε ανθρώπινη μορφή και πάλι. Η ατομική μορφή της αγάπης σου. «Δεν είναι τίποτα», είπε, όταν ήξερε ότι πέθαινε. Τίποτα; Τότε ο ουρανός είναι τίποτα και η γη τίποτα και το σώμα σου είναι τίποτα και ο έρωτάς μας τίποτα…» (Το Χάσμα του Χρόνου, σελ. 36)

«Κι όταν μιλάνε στα κρυφά, τίποτα δεν σημαινει; Κι όταν γέρνουν μάγουλο με μάγουλο; κι όταν πλησιάζουν τις μύτες τους; […] Τίποτα δεν σημαίνουν όλα αυτά; Ε, τότε πια, όλη η γη και όσα είν’ απάνω της τίποτα δεν σημαίνουν. Ο ουρανός που μας σκεπάζει, τίποτα […] κι όλα τα τίποτα τίποτα δεν σημαίνουν, αν όσα σου είπα είναι τίποτα» (Το Χειμωνιάτικο Παραμύθι, μτφρ. Ερρικος Μπελιές)

Το μυθιστόρημα αυτό δονείται με τις ηχούς του πρωτότυπου του Shakespeare και μας διηγείται μια ιστορία θρυμματισμένων ζωών, πληγωμένων ψυχών σε ένα ταξίδι κατανόησης μα και συνειδητοποίησης όπου οι καρδιές έχουν την ευκαιρία να θεραπευτούν. Μια ιστορία βαθιάς τρυφερότητας και τεράστιου πόνου. Μια ιστορία εκδίκησης και συγχώρεσης, μια ιστορία που φέρνει την ελπίδα. Που απαλά γράφει πάνω στο χιόνι πως ότι κι αν χαθεί θα βρεθεί.

Και ήταν πούπουλα αυτά που έπεφταν από ψηλά ή μήπως ήταν χιόνι; Και υπήρχαν διαμάντια ανακατεμένα με το χιόνι και τα πούπουλα, να λάμπουν σαν μια ακόμα ευκαιρία; […] Και τι είναι η μνήμη αν όχι ένα σχοινί που εκτείνεται στο χρόνο; […] Αυτό που είχε χαθεί βρέθηκε.» (σελ. 372-373)

 

 

* Η Βιολέττα-Ειρήνη Κουτσομπού [MBPsS (BA, MA, Dip.CounsPsy, MSc) είναι Εκπαιδεύτρια σε Θέματα Ψυχικής Υγείας – Καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top