Fractal

Οι τελευταίες ημέρες του Βαν Γκογκ

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

«Το βαλς των δέντρων και του ουρανού» του Ζαν-Μισέλ Γκενασιά, μτφ: Ειρήνη Αποστολάκη, σελ. 280, Εκδ. Πόλις

 

Ποιος να ήταν, άραγε, ο Βαν Γκογκ; Τι από την πραγματική του ψυχοσύνθεση, αυτή τη δαιμονικά εμπνευσμένη, ανήκει στη σφαίρα του μύθου, της παρασιώπησης και της αυταπάτης και τι είναι πραγματικό;

Ο Αντονέν Αρτό στο βιβλίο του «Βαν Γκογκ, ο αυτόχειρας της κοινωνίας» (εκδ. Αιγόκερως) γράφει πως δεν ήταν τρελός, αλλά ότι οι πίνακές του ήταν το υγρό πυρ, οι ατομικές βόμβες που χτύπησαν καίρια τον κομφορμισμό των συγκαιρινών του. Για να συμπληρώσει: «Μπρος στη διαύγεια ενός Βαν Γκογκ που δουλεύει, η ψυχιατρική δεν είναι παρά ένα κλουβί με γορίλες».

Φευ, αυτό που έχει μείνει με τρόπο σχεδόν καταδηλωτικό και μη επιδεχόμενο άλλη ερμηνεία, είναι ότι ο Βίνσεντ δεν κατάφερε ποτέ να τιθασεύει το μαύρο κύμα που έσκαγε μέσα του με αποτέλεσμα να κάνει κακό στον εαυτό του. Κάτι που αναπόδραστα τον οδήγησε στην αυτοκτονία. Κι όμως, όλες οι μετέπειτα μελέτες έδειξαν πως μια τέτοια εκδοχή ανήκει καθαρά στη σφαίρα της επιβαλλόμενης εικοτολογίας. Οι άνθρωποι αρέσκονται να φτιάχνουν μύθους με καταραμένους ποιητές και λοξίες καλλιτέχνες.

Το κενό ανάμεσα σε αυτό που ήταν και σε εκείνο που κάποιοι πιθανολογούν ότι ήταν, έρχεται να καλύψει η μυθοπλασία. Ο Γκενασιά αποφάσισε να ξαναγράψει τις τελευταίες στιγμές του Βαν Γκογκ κρατώντας κάποια πραγματολογικά στοιχεία, ενώ συνάμα αφήνει τον μύθο να μιλήσει ο ίδιος για το τι πραγματικά του συνέβη από τη στιγμή που αποφάσισε να μετοικήσει στο γαλλικό χωριό Ωβέρ-συρ-Ουάζ.

Έχουμε, λοιπόν, ένα μυθιστόρημα μόνο για τον Βαν Γκογκ; Πρόκειται για μια μυθοπλαστική εκδοχή των τελευταίων ημερών του μέγιστου ζωγράφου;

Η σύνθεση του Γκενασιά είναι ευρύτερη, στα πρότυπα των προηγούμενων μυθιστορημάτων του. Αν η αφορμή του είναι ένα ιστορικό γεγονός ή μια φυσιογνωμία που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανθρώπινη περιπέτεια, η διαπραγμάτευση με το υλικό του αποκτά μια αυτόνομη συμμετρία.

Επιπλέον, η δεινότητά του να απλώνει ιστορίες, να δημιουργεί εδραίους χαρακτήρες (ακόμη και για προσωπικότητες που νομίζαμε πως γνωρίζουμε τα πάντα) και να οδηγεί την πλοκή σε συναισθηματικές κορυφώσεις με τη διαύγεια ενός εξαιρετικά οξυμμένου παρατηρητή (άρα δίχως εκζητήσεις), μετατρέπει τα μυθιστορήματά του σε διεγερτικά ταξίδια σε τόπο και χρόνο.

Υπό αυτή τη λογική, ναι, έχουμε ένα βιβλίο για τον πραγματικό Βαν Γκογκ, αλλά και το μυθιστορηματικό «ομοίωμά» του. Για τη σχέση έλξης και άπωσης που ανέπτυξε με την κόρη του γιατρού Πολ Γκασέ, τον άνθρωπο που συναναστράφηκε στενά όσο διάστημα έζησε στο γαλλικό χωριό. Η Μαργκερίτ, μέσω του Γκενασιά, αποκτάει κι εκείνη μια ξεχωριστή, ολότελα δική της, οντότητα. Γίνεται ένας καθαρογραμμένος μυθιστορηματικός χαρακτήρας. Πρόκειται για ένα νέο κορίτσι, λίγο πριν από την ενηλικίωσή του, που δεν αντέχει τις δεσμεύσεις της οικογένειας και της κλειστής κοινωνίας στην οποία αναγκάζεται να ζει. Στερημένη από τη μητρική παρουσία (έχασε τη μητέρα της όταν ήταν πολύ μικρή), αναγκάζεται να συμβιώνει με τον αυταρχικό πατέρα της και με τον άβουλο αδελφό της που έχει ποιητική στόφα, αλλά ελάχιστη δύναμη να επιβάλλει τη γνώμη του. Η μικρή θέλει να γίνει ζωγράφος, ονειρεύεται την ηρωική απόδρασή της στην Αμερική όπου γι’ αυτήν δεν είναι απλώς ένας άλλος τόπος, αλλά η γη της ελευθερίας της. Φλέγεται να ζωγραφίσει, να γίνει μια αληθινή καλλιτέχνις, όμως περιορίζεται να αντιγράφει τα έργα των ζωγράφων που θαυμάζει. Αναζητεί την κρυμμένη φλόγα μέσα της, φοβούμενη ωστόσο πως ανασκαλεύει στάχτες.

Κάπου εκεί συναντάει τον Βίνσεντ που καταφτάνει στο χωριό για να βρει μια κάποια γιατρειά από τα άλογα πάθη της ψυχής του. Κι όμως, δεν βλέπουμε να σκιαγραφείται ένας καταπτοημένος Βαν Γκογκ στα όρια της κατάρρευσης. Ναι, έχει εκρήξεις. Ναι, συνήθως εμφανίζει αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά, αλλά κατ’ ουσίαν είναι γεμάτος σωματική ρώμη και μια άσβεστη φλόγα για δημιουργία. Το αυθεντικό τοπίο της επαρχίας θα του δώσει το έναυσμα να φτιάξει κάποιους από τους πλέον ονομαστούς πίνακές του. Φευ, πρωτοποριακούς για την εποχή του αν σκεφτεί κανείς πως η δειλή εμφάνιση των ιμπρεσιονιστών έθετε σε αμφιβολία την «κουρασμένη» τέχνη των αυθεντιών της εποχής.

 

Jean – Michel Guenassia

 

Το μείγμα της σχέσης τους θα είναι εκρηκτικό και θα φτάσει σε σημείο παροξυσμού όταν ο Βίνσεντ θα δηλώσει ευθαρσώς στην Μαργκερίτ ότι είναι ταγμένος μόνο στο ζωγραφικό του όραμα. Το λέει σε ένα κορίτσι που ερωτεύτηκε, που πόνεσε και που αναγκάστηκε να δεχθεί όλες τις τιμωρίες που της επέβαλλε ο πατέρας της όταν έμαθε το δεσμό της με τον Βίνσεντ (είχε προηγηθεί ένας θυελλώδης τσακωμός των δύο ανδρών).

Ποιο είναι το τέλος που επιφύλασσε η μοίρα στον Βαν Γκογκ; Όντως αυτοκτόνησε ή επρόκειτο για ένα ατύχημα εν μέσω ερωτικής παραφοράς; Ποιος ήταν ο πραγματικός ρόλος του Γκασέ; Ήταν φίλος και θεράπων ιατρός του Βαν Γκογκ ή ένας μωροφιλόδοξος τιμητής αλλά και εκμεταλλευτής της ανάγκης των καλλιτεχνών; Μαθαίνουμε την ιστορία από την αφήγηση της μεγάλης πλέον σε ηλικία Μαργκερίτ που κάνει μια αναδρομή στην πιο βαθιά ιστορία της ζωής της. Μέσα από τα δικά της μάτια βλέπουμε έναν φλογερό Βαν Γκογκ, παθιασμένο για το χρώμα και την εσωτερική αποτύπωση των τοπίων και των προσώπων.

Αν ο Μάριο Βάργκας Γιόσα έγραψε ένα εξαίρετο μυθιστόρημα για τον Πολ Γκογκέν, με τον οποίο ο Βαν Γκονγκ συνδέθηκε, («Ο Παράδεισος στην άλλη γωνία», εκδ. Καστανιώτη), ο Γκενασιά αποδεικνύει και με το συγκεκριμένο βιβλίο ότι είναι ένας συγγραφέας-σαγηνευτής. Διαθέτει ένα οιστρηλατημένο σφρίγος που δεν μειώνεται ποτέ. Η κομψότητα συνδυάζεται με την εκλεκτή οργάνωση (σ.σ.: η έμπνευσή του να σπείρει σε όλη την έκταση του βιβλίου δημοσιεύματα της εποχής το κάνουν ακόμη πιο αληθοφανές) και η αισθηματική δύναμη με την καθηλωτική προσήλωσή του και στην πιο μικρή λεπτομέρεια. Το όλον είναι μια αναγνωστική απόλαυση. Η εξαίρετη μετάφραση ανήκει στην Ειρήνη Αποστολάκη.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top