Fractal

Αχ, πατρίδα σ’ αγαπάω

Γράφει ο Φίλιππος Φιλίππου //

 

tempo-1Κατίνα Βλάχου, “Το τέμπο των καιρών”, Εκδόσεις Περισπωμένη, 2016, σελ. 64

 

Από τις εκδόσεις Περισπωμένη του Σωτήρη Φασούλα, ήτοι του ποιητή Σωτήρη Σελαβή, που ειδικεύονται στα ποιητικά βιβλία και κάνουν χρήση του πολυτονικού συστήματος με άρωμα παλιάς εποχής –ενώ σήμερα έχει εξαπλωθεί το μονοτονικό–, κυκλοφόρησε το Τέμπο των καιρών της Κατίνας Βλάχου, μια συλλογή με ποιήματα που έχουν στην προμετωπίδα τους μια φωτογραφία του Αλέξανδρου Ίσαρη. Η γεννημένη στην Κέρκυρα –όπου και κατοικεί–, Κατίνα Βλάχου, ποιήτρια, διηγηματογράφος και μυθιστοριογράφος, εδώ καταγράφει με τη μορφή στίχων τις σκέψεις και τα συναισθήματά της, επηρεασμένη από τα γεγονότα της παρούσας εποχής που αφορούν την ίδια, τον περίγυρό της, αλλά και τούτη τη χώρα που μέσω των εξουσιομανών κυβερνητών που της έλαχαν βασανίζει τα παιδιά της.

Το πρώτο ποίημα, το «ΑΧ!» είναι καρπός πίκρας («Αχ! ας περάσουν οι καιροί να λιγοστέψω») και δίνει τον τόνο στη συλλογή. Το δεύτερο, το «Η ΑΚΑΚΙΑ», αναφέρεται σε ένα δέντρο που φυτρώνει σε κάποια αυλή, πιθανότατα στην αυλή της αφηγήτριας, και ανθοφορεί στη μοναξιά της, όπως μια άλλη μοναξιά, εκείνη της αφηγήτριας.

Μολονότι στα ποιήματα δεν ανιχνεύονται ονόματα, τοποθεσίες και άλλα χαρακτηριστικά στοιχεία που παραπέμπουν σε πρόσωπα και πράγματα, ορισμένοι στίχοι περιγράφουν σύγχρονες καταστάσεις που βιώνουν κάποιοι συνάνθρωποί μας. Στο ποίημα «ΑΝΟΙΧΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ» διαβάζουμε:

 

«Μπορεί  και μήνες να περάσουν

                   μπορεί και χρόνια

                   μέχρι να εξακριβωθεί

                   ποιοι ήταν οι δεκαοχτώ

                   που φέτος

                   βρέθηκαν πνιγμένοι ανοιχτά των Χριστουγέννων

                   Γυμνές ψυχές

                   χωρίς χαρτιά

                   μόνο απ’ του δέρματος το χρώμα

                   καταλαβαίνεις

                   πως δεν ήταν δικοί μας»

 

Κατίνα Βλάχου

Κατίνα Βλάχου

 

Εκτός από την πανταχού παρούσα πικρία που αναδύεται από τους στίχους των ποιημάτων, διαφαίνεται και ο καημός μιας απουσίας κάποιου που απογοητεύει την αφηγήτρια. Διαβάζουμε στο «ΕΣΧΑΤΩΣ»:

 

«Μόνο με δάκρυα χαρμολύπης

                     θα χαϊδεύω τα φτερά τους

                      αν κάποτε έρθει η Άνοιξη

                      που εσύ θα λείπεις»

 

Η συγκεκριμένη απουσία εμφανίζεται κι αλλού, π.χ. στο ποίημα «ΣΕ ΦΑΝΤΑΣΤΗΚΑ ΜΟΝΟ»:

 

«Δεν υπήρξες ποτέ

                        Σε φαντάστηκα μόνο»

 

Αλλού η αφηγήτρια μιλάει για τον εαυτό της σε τρίτο πρόσωπο –ή μήπως το υποκείμενο είναι διαφορετικό;– ας πούμε στο ποίημα ΑΝΥΠΟΨΙΑΣΤΗ»:

 

«Ανυποψίαστη για όσα έπονται στον κόσμο

                      Ανυποψίαστη  και για το μέλλον των παιδιών της

                      Να μη μετράει  πια τα λάθη και τις παραλείψεις

                       τα πρέπει και τα θέλω που αστόχησαν

                       Να μη μετράει πια το χρόνο που της λείπει

                      ούτε τη λύπη»

 

Η αγωνία της αφηγήτριας για το μέλλον, όχι το δικό της αλλά το μέλλον της χώρας ή του κόσμου, διαφαίνεται στο ποίημα «Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΕΝΟΧΗΣ»:

 

«Τώρα κοιλοπονάει η εποχή κι αγωνιούμε

                        Με οδύνες έρχεται το αύριο στον κόσμο

                        –άραγε θα ’ναι τέρας ή κανονικό;–

                      Με τρόμο περιμένουμε τον ερχομό του

                      μα η Ιστορία δεν μπορεί να περιμένει

                      Ούτε κι εμείς αντέχουμε

                      –είτε προδότες είτε προδομένοι

                      ν’ ακούμε που ουρλιάζουν οι καιροί»

 

Το τελευταίο ποίημα, το «ΠΑΤΡΙΔΑ», είναι ένας ύμνος ή και θρήνος απευθυνόμενος στη πατρίδα της αφηγήτριας που μπορεί να είναι η Ελλάδα ή η Κέρκυρα, κι αυτό επίσης γεμάτο πίκρα και αγωνία:

 

                       «Παντού σ’ αναγνωρίζω

                        και θυμώνω

                        που είμαι παιδί σου

                        και σου μοιάζω

                        και σ’ αγαπάω

                        και σ’ αναπνέω με τόσο πόνο

                        πατρίδα».

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top