Fractal

✔ Προδημοσίευση: «Το Σχέδιο» της Κατερίνας Μαλακατέ

 

tosxedio2«Το Σχέδιο», μυθιστόρημα της Κατερίνας Μαλακατέ, εκδ. Μελάνι, 2016

 

Αυτή η πόλη δεν ήταν πια για αυτόν, μια άλλη καλύτερη μπορούσε να βρεθεί. Περπατούσε στο κέντρο της σκυφτός και τα σκουπίδια μόλυναν το οπτικό του πεδίο, έπαιζαν με την καλοσύνη του, τον εξόργιζαν. Πώς βρέθηκε σε αυτή τη χώρα, πώς γεννήθηκε εδώ ανάμεσα σε αυτούς τους αγροίκους δεν το χωρούσε ο νους του. Κάθισε σε ένα καφέ σκεφτικός. Για την ακρίβεια στο γνωστό του βιβλιοκαφέ, εκεί όπου μπορούσε σε λίγο αν ήθελε να ξεφυλλίσει κάποιο από τα βιβλία του, γιατί ποτέ δεν του έκαναν τη χάρη να μην τα ‘χουν. Κοίταξε γύρω του τον κόσμο να περνά κι ο θυμός του ξαναφούντωσε, αυτοί οι άνθρωποι δεν τον κατάλαβαν ποτέ, ποτέ τους δεν τον έκαναν δικό τους. Τα κορίτσια είχε στο νου του, τον εκνεύριζε η εμμονή τους με τα ασήμαντα, ενώ θα μπορούσαν να σώζουν το μυαλό. Ποτέ του δεν ερωτεύτηκε άσχημη-ούτε όμορφη-, μόνο κάποια που τον αγαπούσε· τους κάκιωνε που δεν το ‘καναν πιο συχνά. Η φυγή φώλιαζε χρόνια στο μυαλό του, μα τώρα που κοντοζύγωνε η ώρα, σαν να φοβόταν. Φταίγαν τα σκουπίδια και τα κορίτσια, από αυτά δεν θα μπορούσε να απαλλαγεί. Η γλώσσα δεν τον απασχολούσε, στη Γαλλία ήταν σίγουρος πως τα γαλλικά του, φροντισμένα χρόνια τώρα με αναγνώσεις και ταξίδια αναψυχής, θ’ ανθούσαν.

Μετάνιωνε που έβαλε τις φωνές στη σπιτονοικοκυρά του όταν τον είδε να τα μαζεύει. Τη μάλωσε που έκλαιγε, «θα βρεθεί κι αλλού το νοίκι, μη νοιάζεσαι τόσο για τα υλικά» κι αυτή του γύρισε μουτρωμένη «να τα βράσω τα λεφτά που έδινες, ηλίθιε, εγώ ήμουν σαν μάνα σου». Δεν της το ‘χε. Είχε χρόνια να αλλάξει σπίτι, για την ακρίβεια είχε να μετακομίσει έναν αιώνα ακριβώς. Έσφιξε πάνω του το σακάκι, η άνοιξη στην πλατεία Εξαρχείων επιφύλασσε ριπές αέρα ύπουλες για το λεπτό μπλουζάκι που φορούσε. Δεν είμαι τριάντα πέντε, αλλά σαράντα πέντε, τι σημασία έχουν οι αριθμοί, ποτέ δεν είναι αργά για μια νέα ζωή. Ονειρεύτηκα τον θάνατό μου, ε και; Ονειρεύτηκα πως με έχωναν στο χώμα κι ας έχω ρητώς δηλώσει πως επιθυμώ την καύση.

Με τη μάνα του είχε να μιλήσει καιρό, με ανθρωπάκια αρνιόταν να συναναστραφεί, του έκαναν κακό στη διάνοια οι ηλίθιοι και στην καρδιά οι αγνώμονες. Προσπάθησε να θυμηθεί πότε γεννήθηκε η κόρη του, τελικά τα κατάφερε. Η μικρή κόντευε τα δεκαπέντε, γρήγορα θα συνήθιζε την αλλαγή. Τα παιδιά έχουν μια αξιοκατάκριτη ευελιξία στους αποχωρισμούς, η αίσθηση του εγώ τους είναι υπερφυσικά αναπτυγμένη, γεμάτη θέλω. Δεν είχε ασχοληθεί πολύ μαζί της και το μετάνιωνε, όλοι λένε πως τα παιδιά έχουν πολλά να διδάξουν στους καλλιτέχνες.

Όμως κάποτε, άλλοτε, μονάχα η πνευματική ενασχόληση τον γέμιζε, έδινε νόημα στη ζωή του. Δεν είχε τον χρόνο να ασχοληθεί με το κορίτσι. Τα μπεμπεδίσματα του έδιναν στα νεύρα. Δεν είχε την υπομονή. Ακόμα και τώρα, όταν κοιτούσε στην γκαρσονιέρα του τα βιβλία στα ράφια, ένιωθε ένα σφίξιμο. Δεν θα τα έπαιρνε όλα μαζί του στο ταξίδι και τα πρόδιδε. Αυτοί ήταν οι πραγματικοί του απόγονοι, αυτό που τον ξεχώριζε από τους άλλους. Η γραφή και η ανάγνωση. Το παιδί ήταν ένα παράπλευρο απόκτημα.

Ήθελε να ξεχάσει τη γλώσσα, να μη γράψει και να μην ακούσει πια για αυτή, να την αφήσει πίσω του μαζί με τις τυπωμένες σελίδες. Αχάριστη πατρίδα τα ελληνικά, σε αφήνουν να πιστεύεις στη σημαντικότητά τους, σε παρασέρνουν στην αρχαία τους γητειά κι έπειτα δεν τα μιλούν παρά μια χούφτα άνθρωποι. Τα γαλλικά τα αγαπούσε, δύο βιβλία του είχαν μεταφραστεί ήδη και πήγαιναν πολύ καλά. Εκεί τον ήξεραν και τον περίμεναν, εδώ ένα από τούτα τα κορίτσια που περνούσαν να ρωτούσες, ένα που να τον ξέρει εξ ακοής έστω, δεν θα βρισκόταν. Δεν τα συγχωρούσε.

Τα βιβλία θα αλλάξουν τον κόσμο. Για την ακρίβεια ήταν σίγουρος πως μόνο τα βιβλία μπορούσαν να σώσουν τον κόσμο. Όποιος δεν το πίστευε δεν καταλάβαινε δυο βασικά πράγματα: πως κινητήριος δύναμη της ιστορίας είναι η σκέψη κι όχι η φωτιά και πως για να αρχίσει η επανάσταση χρεία έχει το ιδεολογικό υπόβαθρο και τους πεινασμένους για αλλαγή∙ οι απλοί πεινασμένοι μπορούν να πάνε στον διάβολο. «Στον διάολο», ψιθύρισε αφού βεβαιώθηκε πως δεν τον άκουγε κανείς από τους άλλους θαμώνες.

Δεν περίμενε άλλο, τα πράγματά του ήδη τα είχε πάρει η μεταφορική. Σηκώθηκε. Τον τελευταίο καφέ θα τον έπινε στο αεροδρόμιο.

 

 

tosxedio1Η Κατερίνα Μαλακατέ γεννήθηκε το 1978 στην Αθήνα. Σπούδασε Φαρμακευτική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.  Από το 2009 διατηρεί το βιβλιοφιλικό ιστολόγιο Διαβάζοντας (www.diavazontas.blogspot.gr). Είναι συνιδιοκτήτρια του βιβλιοπωλείου- καφέ  Booktalks. Διηγήματά της έχουν συμπεριληφθεί σε τέσσερα συλλογικά έργα. Το Σχέδιο είναι το δεύτερό της βιβλίο.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top