Fractal

Διήγημα: “Τὸ πνεύμα τῶν Χριστουγέννων”

Του Οδυσσέα Νασιόπουλου // *

 

 

 

 

Δεν ἦταν ποτέ τῆς γιορτῆς, πόσω μάλλον τῆς ὁχλαγωγίας, ὅλα τοῦτα τον ἐκνεύριζαν, τοῦ χαλοῦσαν την ἡρεμία ποῦ ἀποζητοῦσε σχεδόν κᾶθε στιγμή. «Ἔτσι εἶναι τα Χριστούγεννα;», ἔλεγε, «τόσα φώτα, τόση φασαρία, αὐτό εἶναι τὸ πνεύμα, τῶν Χριστουγέννων;», ὄχι δεν εἶναι για μένα, τα Χριστούγεννα ἦταν ἡ χειρότερη του λοιπόν, τρέξιμο, ἐτοιμασίες, εὐχές, τραγούδια, και ψεύτικα φώτα. Κάθε χρόνο τα ἵδια, ὅσο και να προσπαθοῦσε να μπεῖ στὸ πενύμα, δεν τὰ κατάφερνε. Ἀν και τον περιτριγύριζαν πολλοί, φίλοι, συγγενείς, αὐτός ἔνιωθε μόνος, προτιμώντας την μοναξιά. Και νὰ ξανά βράδιαζε παραμονὲς Χριστουγέννων, ὁ κόσμος ἀργά καὶ σταθερά μαζεύονταν στὰ σπίτια του, τὸ κρύο ἔσφιγγε. Ὁ Ἀριστείδης, ξεχάστηκε, περπατώντας καὶ χαζεύοντας τις στολισμένες βιτρίνες, τὴν ὁλοφώτεινη πόλη, τὰ λαμπιόνια, τὸ ψηλὸ δέντρο τῆς πλατείας δεν ἥθελε, νὰ πάει σπίτι του. Περπατοῦσε καὶ μονολογοῦσε «τόσα φώτα κι ἀκόμα νὰ ζεστάνουν τὴν γύμνια μας». Στὸ τέλος, ἀπόκαμε και ἔκατσε σ’ ἕνα παγκάκι. Ξάφνου, ἐμφανίστηκε, δίπλα του, μια μελαχρινὴ κοπέλα, λυγέρη, με ὡραία χαρακτηριστικά, καὶ γαλανὰ μάτια, «εἶμαι τὸ πνεύμα τῶν Χριστουγέννων», του εἶπε, και κεῖνος χαμογέλασε, «ἄσε μας κοπέλα μου, στην ἡσυχία μου», τις εἶπε, ἐκείνη για του το ἀποδείξη, με μια κίνηση, ἔσβυσε ὅλα τὰ φώτα και μετά τὰ ξανα ἄναψε, «ἐσὺ το ἔκανες αὐτό;» εἶπε ξαφνιαζμένος, ἐκείνη του χαμογέλασε, «ἕλα πᾶμε, ἔχω, νὰ σοῦ δείξω..», του εἶπε και ξεκίνησαν σεργιάνει, πῆγαν στὰ πλούσια οἱκήματα, τὰ γεμάτα πλάνες χαρές, και ἄδειες καρδιές στὰ ψυχρὰ μεγάλα τους δωμάτια, πῆγαν στὰ φτωχικὰ σπίτια με το λειψὸ δείπνο, τὰ μεγάλα χαμόγελα, καὶ τὸ μικρό ἀστέρι ψηλά στὸ γυμνό δεντράκι ἐλπίδα καὶ χαρά για τὰ παιδιά τους. Πήγαν παντοῦ στα ὁρφανά, τις χήρες, τους φυλακισμένους, τους ἀνάπηρους, τους χαροκαμένους, τους ἀρρώστους, στὸ τέλος, στάθηκαν και του ἔδειξε δύο μονοπάτια στὸ πιθανό μέλλον του, ἕνα σὲ καταδικάζει αἰώνια θλίψη καὶ μοναξιά, να τα χεις ὅλα μα ἄδεια καρδιά, το ἄλλο εἶναι τῆς προσφορᾶς, τῆς χαρᾶς, δῶσε και ἀγάπα. Κι ἀς μην σου μείνει τίποτα στὸ τέλος. Θα ἔχεις κάνει το ὕψιστο χρέος στον ἄνθρωπο, σε ‘σένα. Και θα χαμογελᾶς πλούσια καρδιά, «ἐσύ ἐπιλέγεις», του εἶπε, κι ἐξαφανίστηκε. Ἐκεῖνη τὴν στιγμή, ἔνιωσε κάποιος τον σκουντοῦσε και τοῦ μιλοῦσε «ε; φίλε ξύπνα», «ναι, ποῖος;», ἔκανε ξαφνιασμένος, «φίλε ἔχεις, ἕνα εὐρώ, πεινάω;», του εἶπε ὁ ἄστεγος. «Πῶς βέβαια, να πᾶρε πέντε, ὄχι δέκα εὐρώ, κι αὔριο θὰ ξανάρθω, τώρα ἔχω δουλεία, πολύ δουλεία, πολλά νὰ μοιράσω». «Καλά Χριστούγεννα φίλε!», του εἶπε ὁ ἄστεγος, «Καλά Χριστούγεννα!», του ἀπάντησε ὁ Ἀριστείδης και του χαμογέλασε, πρώτη φορά στην ζωή του ἔνιωθε ἔτσι, ξημέρωνε Χριστούγεννα.

 

 

 

* Ο Οδυσσέας Νασιόπουλος γεννήθηκε το 1982, σ’ ένα ορεινό χωριό της επαρχίας Καλαμπάκας-Τρικάλων, ονόματι Κακοπλεύρι. Μαθήτευσε στην Καλαμπάκα, οι σπουδές του στο Τ.Ε.Ι. Κοζάνης Ηλεκτρολογίας, έμελλαν να μείνουν ανολοκλήρωτες, λόγω δυσμενών οικονομικών συγκυριών, και κατά κύριο λόγο στροφής του προς το γράψιμο, και δη πρώτιστος την ποίηση, διήγημα, σενάριο. Η αδιάλειπτη και συνεχής μελέτη των αρχαίων Ελληνικών, το διάβασμα και όχι μόνο, τον βοήθησαν, ως προς την βελτίωση του τρόπου γραφής. Έχει συμμετάσχει σε πλήθος λογοτεχνικών διαγωνισμών διεθνούς και πανελλήνιας εμβέλειας αποσπώντας πολλά βραβεία, επαίνους, τιμητικές διακρίσεις, όπως επίσης και συμμετοχές σε ποιητικές ανθολογίες και Καλλιτεχνικά ημερολόγια. Έχει εκδώσει δύο συλλογές την «Ματαιοπονία», ως αποτέλεσμα, Α’ Βραβείου Πανθεσσαλικού λογοτεχνικού διαγωνισμού των Εκδόσεων Ήρα Εκδοτική το 2012, Βόλος. Και την «Πάλη για ήλιο» η οποία αποτελείται από φωτογραφίες της φωτογράφου Βασιλένας Μητσιάδη (Μηχανολ. Μηχαν. Δημ. Σύμβουλος Δ.Τρικκαίων, Ερασ. Φωτογράφος), Πρότυπες Εκδόσεις Πηγή, Θεσσαλονίκη 2016. Ζει και δημιουργεί στα Τρίκαλα, ενώ παράλληλα βοηθάει στην οικογενειακή επιχείρηση Αρτοποιείο. Επίσης, μεταξύ άλλων συμμετέχει κατά καιρούς σε θεατρικές ομάδες του δημοτικού θεάτρου Τρικάλων, και σε χορευτικούς συλλόγους.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top