Fractal

Το ποιητικό σύμπαν της Ολυμπίας Καράγιωργα

Γράφει η Πέρσα Κουμούτση //

 

OlympiaΟλυμπία Καράγιωργα, Άπαντα: «Στο φως το Χρυσαφί», Εκδ. «Σοκόλη – Κουλεδάκη»

 

«Μεγάλωσα και σπούδασα σε όμορφους χώρους, με όμορφο κόσμο γύρω μου από κάθε φυλή και θρησκεία – στα ελληνικά εκπαιδευτήρια της Μανσούρας, στο εξαίσιο νεοκλασικό κτίριο πλάι στο ποτάμι, στο Αμερικάνικο Πανεπιστήμιο του Καΐρου, στο μαγικό παλιό Ισλαμικό Παλάτι με το στροβίλισμα της απλωμένης γνώσης και των πολύχρωμων πολιτισμών. Στο πανεπιστήμιο του Stanford, όπου στις ατέλειωτες ισπανικές καμάρες και στο γειτονικό Σαν Φρανσίσκο του ’57-59, έζησα την τελευταία γεύση του Αμερικανικού Ονείρου. Η σύγκρουση αυτού του κόσμου της γοητείας, της δουλεμένης σκέψης και της βασικής ανθρώπινης ευγένειας με τον κόσμο που ξεκινούσε το φθινόπωρο του ’59, που έφτασα από τη Νέα Υόρκη με το πλοίο στην Ελλάδα, οδήγησε γρήγορα στο γράψιμο της ποίησης το 1961, και στην πρώτη ποιητική μου συλλογή, Χιλιάδες πρόσωπα της Τύχης, ενάμιση χρόνο μετά…»

Με αυτά τα λόγια η Ολυμπία Καράγιωργα επιλέγει να μας εισάγει στον όμορφο κόσμο της, να μας ξεναγήσει στον κόσμο που ούτε λίγο ούτε πολύ την οδήγησε στην ποίησή της. Μια γλυκιά αφετηρία, όπου η συνάντηση, ο συγκερασμός τριών πολιτισμών που βίωσε από πρώτο χέρι έγινε η πρώτη ύλη της, το ζυμάρι που μετέπλασε με εξαιρετική χάρη σε ποίηση υψηλής ποιότητας, αισθητικής που κυριολεκτικά μας σαγηνεύσει και μας συναρπάζει από τον πρώτο ως τον τελευταίο της στίχο. Είναι δύσκολο να επιχειρήσει κανείς να προσεγγίσει κριτικά την ποίηση της Ολυμπίας Καράγιωργα, να συμπυκνώσει σε ένα κείμενο α –όσο κι αν αυτό είναι εκτενές– τις αρετές και την αξία μιας διαδρομής που κράτησε και άνθιζε για μισό περίπου αιώνα. Να διεισδύσει στο βάθος της και να την αξιολογήσει, αν δεν είναι τουλάχιστον έμπειρος στην κριτική ανάλυση ή ποιητής ο ίδιος, γιατί το πιθανότερο να την αδικήσει. Άλλωστε τι να προσθέσει κανείς,όταν για το έργο της έχουν μιλήσει σημαντικότατοι ποιητές, όπως η Κική Δημουλά, ο Eλύτης και τόσοι άλλοι. Όταν έμπειροι κριτικοί την κατατάσσουν ανάμεσα στους μεγάλους ποιητές της γενιάς της; Έτσι, θα επιχειρήσω να μιλήσω για αυτή ως αναγνώστρια της ποίησής της. Θα σας μιλήσω για την αίσθηση που άφησαν σε μένα οι στίχοι της (ειδικότερα στις πρώτες συλλογές της), αφού η ποίηση της Καράγιωργα, όχι μόνο αγγίζει τον πυρήνα της καρδιάς μου, αλλά ταυτίζεται με το τι θέλω εγώ να διαβάσω στην ποίηση. Η εξαιρετική ποιότητα της γραφής της και η γοητεία που άσκησαν πάνω μου τα ποιήματά της, από την πρώτη κιόλας ανάγνωση, με παρότρυνε να το αποτολμήσω.

Έτσι δειλά-δειλά ξεκινώ παραθέτοντας από τα ποιήματα της πρώτης συλλογής με τίτλο «Χιλιάδες πρόσωπα της Τύχης», αν και τίποτα δεν αφήνει στην τύχη του η Ολυμπία. Παρενθετικά, θα ήθελα να σημειώσω ότι δυσκολεύτηκα να διαλέξω ποιήματα από αυτή τη συλλογή, όπως και από τις άλλες, γιατί –χωρίς διάθεση υπερβολής– όλα τα ποιήματά της, μικρά και μεγάλα, ελλειπτικά και μη, είναι εξαιρετικά, αφού όλα αποτυπώνουν εικόνες εξαίσιας ομορφιάς και συναισθημάτων με όλες τιε λεπτεπίλεπτες αποχρώσεις τους. Και κάτι ακόμα που αξίζει να σημειωθεί: Είναι κοινός τόπος ότι οι πρώτες συλλογές ενός ποιητή τείνουν να διαφέρουν σημαντικά ή τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό από τις τελευταίες. Αυτό όμως που εκπλήσσει στην ποίηση της Ολυμπίας είναι ότι, ακόμα και σε αυτά τα πρώτα ποιήματα, κανείς διακρίνει με ευκολία μια ενάργεια και μια ωριμότητα θαυμαστή, που είναι απορίας άξιον πώς ένας άπειρος ή πολύ νέος ακόμα ποιητής την κουβαλούσε εξαρχής.

 

Αλήθεια
«Τη φυλακή μας τη στολίσαμε τριαντάφυλλα και γιασεμιά, φέραμε και πουλιά να κρύψουν τη σιωπή/ όμως για ’κείνο το κομμάτι τ’ ουρανού που μας κοιτάζει, τι θα ’χουμε να πούμε;»

Πουλιά
«Πουλιά με τα μάτια φτερούγες/ πουλιά που αγαπώ/ πουλιά που φοβάμαι/ πουλιά που απλώνετε τον ουρανό/ πουλιά,/ πώς χωρέσατε εσείς την αγάπη;»

Μια τέτοια μέρα
«Μια τέτοια μέρα, που ο ήλιος στα φύλλα και στα μάτια μας αγιάζει/
θα σκύψω να φιλήσω το νερό εκείνης της λίμνης»

Να περιμένεις (απόσπασμα)
«Γονατισμένη μπροστά στον ουρανό/ σαν τους ανθρώπους που λατρεύουν το ηλιοβασίλεμα / απλά, σιωπηλά/ με μια απέραντη γαλήνη στα μάτια μου/ θα σου μιλήσω».

 

Η φύση, η θάλασσα, τα δέντρα, τα πουλιά, η μεγαλοσύνη του ουρανού αναμετρούμενη σε έκταση και ένταση με την αγάπη και την ερωτική διάθεση της ποιήτριας είναι επαναλαμβανόμενα μοτίβα στα ποιήματα της Ολυμπίας Καράγιωργα. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι σε αυτή τη συλλογή απαρτίζουν ένα μεγαλύτερο σε έκταση ποίημα ή ένα ποίημα «εν προόδω», όπως λέγεται στην ποιητική γλώσσα, υποδηλώνοντας πάντα τη ρομαντική και εύθραυστη φύση της, αλλά και το μεγαλείο ενός ανθρώπου που ξέρει να αγαπά με την απεραντοσύνη του ουρανού, που ξέρει να περιμένει, να προσδοκά, να συγχωρεί, να κατανοεί, να δέχεται αλλά και να φεύγει, ακριβώς σαν τα πουλιά που περιγράφει. Υποδηλώνουν επίσης την αίσθηση της ελευθερίας που τη διακατέχει ως άνθρωπο και ως γυναίκα, την ελευθερία με την ευρύτερη έννοιά της, την ελευθερία του νου και της ψυχής. Υποβλητική γραφή, συμβολική, μεταφέρει την προσωπική αγωνία, την εμπειρία της και τη μετουσιώνει σε τέχνη λυρική. Και όλα αυτά με λιτό στίχο, διαυγή σαν το γάργαρο νερό της πηγής, που όμως εμπεριέχει και υπογραμμίζει το βάθος των συναισθημάτων και του στοχασμού της πάνω στη ζωή και την αγάπη. Με «διαπεραστική» απαλότητα και απλότητα που κατακτά τον αναγνώστη της, δημιουργεί μια συλλογή περιεκτικότητας, καλαισθησίας και ειλικρίνειας, ενώ ο έρωτας, η ζώσα αυτή και υπέρτατη αξία της ζωής, είναι απανταχού παρών, άλλοτε να φανερώνεται απροκάλυπτα, άλλοτε να υποβόσκει κι άλλοτε να υπαινίσσεται στον καθένα από τους στίχους της! Η ερωτική διάθεση δεσπόζει ακόμα και σε εκείνα τα ποιήματα που θα αποκαλούσα επιγραμματικά και που θεωρώ επίσης πολύ σπουδαία, όπως για παράδειγμα: «Σε ένα πλοίο γεμάτο φως, για μια θάλασσα γεμάτη νύχτα». Η ονειρική ατμόσφαιρα που η Ολυμπία δημιουργεί τόσο έντεχνα, τόσο φυσικά, και χωρίς ιδιαίτερο κόπο, μας υποβάλλει και μας συμπαρασύρει, ακόμα κι όταν έπειτα αυτή συγκρούεται με την πραγματικότητα και την πικρή αλήθεια. Και είναι ακριβώς το παιχνίδι αυτό, η σύγκρουση ανάμεσα στην αλήθεια και στο όνειρο που δημιουργούν μια αίσθηση ευφορίας στον αναγνώστη και τον μεταφέρουν στο δικό της ιδιαίτερα καλαίσθητο κόσμο. Όπως αναφέρει και ο Ανδρέας Καραντώνης στο κριτικό του σημείωμα στην Καθημερινή: «Μια απόλυτη απλότητα χαρακτηρίζει την έκφραση της Καράγιωργα, αλλά αυτή η απλότητα αποκτά αισθητική αξία από το γεγονός ότι η ποιήτρια κλείνει σε σαφή περίγραμμα το κάθε ποίημά της με λιτότητα αξιόλογη καθώς και λεκτική καλαισθησία αποφεύγοντας αναπτύξεις, υπερβολικές πεζολογίες και εκφραστικές εκζητήσεις. Αποστάζει κάθε φορά μια συγκεκριμένη συγκίνηση, ιδέα, συναίσθημα, ανακάλυψη, λεπτομέρεια».

Παραθέτω επίσης από τη συλλογή, «Τα μεγάφωνα»

 

Τοπίο
Έξω από τα σπίτια μας είναι τα δέντρα/ γύρω απ’ τα κλειστά παράθυρα στέκονται τα βουνά./και δίπλα στις βουβές πόρτες της νύχτας/κυλάνε, κυλάνε τα ποτάμια»

Θάλασσα
«Όλο και πιο δύσκολα /ακούμε τη θάλασσα/ θα ‘ρθει μια μέρα
που κάποιος από εμάς/κάποιος που έζησε ήσυχα κοντά μας/ θα ανέβει σε ένα βουνό/ και σκίζοντας την καρδιά μου/ θα φωνάξει: θάλασσα και θα πεθάνει»

Άνοιξη
«Φρένιασαν τα κλαριά/ δέρνονταν να ξεφύγουν/ να χυθούν στη θάλασσα, να σβήσουν/ τα’ άκουσα μες το αίμα μου /που αλλάζει χρώμα, περιμένοντας»

 

fos

Η φύση πρωταγωνιστεί και πάλι σε αυτή τη συλλογή και πάντα μαζί με την αγάπη ή το ανεκπλήρωτο του έρωτα – αλλά είναι μια φύση μελαγχολική, πεπερασμένη, αφού αυτή τη φορά ανακατεύεται με το ακατάληπτο μυστήριο της φθοράς και του θανάτου, του φυσικού αλλά περισσότερο του ψυχικού θανάτου: ενός ανθρώπου, μιας σχέσης, μιας ελπίδας. Η μελαγχολία είναι διάχυτη, η πικρία και η θλίψη της ποιήτριας για την κατάληξη των όμορφων πραγμάτων στη ζωή είναι εμφανείς, ωστόσο διακρίνεται και ένα φως και μια ελπίδα που τρεμοπαίζει ανάμεσα στους στίχους υπογραμμίζοντας ότι παρά τη ρευστότητα των πάντων και την πάλη μας να διατηρήσουμε έστω ψήγματα από ό,τι απομένει, υπάρχει πάντα το φως, η αισιοδοξία και η ελπίδα ως λύτρωση. Η επιτυχία των ποιημάτων της συγκεκριμένης συλλογής οφείλεται κυρίως στη μετουσίωση της εμπειρίας σε στίχο, στη συνειδητοποίηση της αλήθειας από την ποιήτρια, η οποία μεγαλώνει τώρα ηλικιακά, και καθώς ωριμάζει πληθαίνουν τα βέλη της ζωής που εξακοντίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα. Και εδώ η ονειρική ατμόσφαιρα είναι εμφανής, ενώ οι μεταφορές της όπως «φρένιασαν τα κλαριά, και δέρνονταν να ξεφύγουν» προσδίδουν αλληγορική διάσταση στα ποιήματά της. Η Ζενάκου στην κριτική της ανάλυση χαρακτηρίζει την ποίηση της Ολυμπίας Καράγιωργα «ποίηση με ποιότητα καθόλου συνηθισμένη… πρόκειται για μια συνείδηση που ζει τα πράγματα με τρόπο άκρως ποιητικό, λυρικό, ανασκευάζοντας την πραγματικότητα ή σαν να αποσπά από αυτά την έμφυτη φύση της». Ενώ ο Νικηφόρος Βρεττάκος γράφει για την ποίηση της Ολυμπίας στα «Μεγάφωνα»: «Τα πράγματα που προσφέρονται εδώ είναι κατά κανόνα απαλλαγμένα από το υλικό τους βάρος, η ατμόσφαιρά της είναι μια ατμόσφαιρα πνευματικοποιημένη, έκφραση που υποβάλλει με έναν ιδιαίτερα διακριτικό τρόπο. Μαρτυρούν τη διαμαρτυρία, τη συγκρατημένη οδύνη, τη βαθιά περίσκεψη της ποιήτριας, που τα μάτια της βλέπουν τον κόσμο κάτω από ένα υγρό πέπλο κούρασης και απογοήτευσης, χωρίς να παύουν να ονειρεύονται ένα καλοκαίρι…»

Αλλά η βαθιά περίσκεψη της ποιήτριας και η οδύνη για τον κόσμο που χάνουμε με τα χρόνια αποτυπώνονται με μεγάλη επιτυχία, μαεστρία θα έλεγα, στην τρίτη κατά σειρά συλλογή ποιημάτων της Ολυμπίας με τίτλο το «Μεγάλο κύμα».

Το «Μεγάλο κύμα» απαρτίζεται από «πεζόμορφα» ποιήματα, ή ποιήματα μεγάλης έκτασης, απλωμένα σαν τα κύματα της θάλασσας, που εύστοχα επιλέγει ως τίτλο. Ποιήματα «μακράς πνοής», περιγραφικά, θυμίζουν μικρά διηγήματα, που όμως δεν υστερούν σε ομορφιά, λυρισμό, γοητεία και αισθητική του λόγου από τα άλλα. Και σε αυτά η Ολυμπία Καράγιωργα εξυμνεί τη ζωή σε όλες σχεδόν τις εκφάνσεις της. Και βέβαια, όπως πάντα, την αγάπη, αλλά από μια άλλη σκοπιά, ακόμα πιο μελαγχολική, ακόμα πιο στοχαστική, αν και όχι λιγότερο ονειρική από τις πρώτες, μεταγγίζοντας τη γνώση, την εμπειρία που αποκτά με τα χρόνια, και μεταφέροντας τα βιώματά της με καθηλωτικό τρόπο και μια φλογερότητα που συναρπάζει και συγκινεί τον αναγνώστη της, θα έλεγα μάλιστα ότι τον προκαλεί να ταυτιστεί μαζί της. Άλλωστε, ποιος από εμάς δεν έχει βιώσει το θάνατο, την απώλεια, τη φθορά, την απελπισία, την απογοήτευση, τον πόνο; Η εξομολογητική της διάθεση γίνεται πολύ πιο αισθητή σε αυτή τη συλλογή και ίσως αυτό οφείλεται και στην έκταση του λόγου. Το ποίημά της σε αυτή τη συλλογή με το τίτλο «Ιφιγένεια» θεωρήθηκε λυρικό αριστούργημα από τους κριτικούς: «Σε είδα πάλι στο Σύνταγμα Ιφιγένεια. Το πρόσωπό σου στενόμακρο φεγγάρι-πίσω από τα κάγκελα του τρόλεϋ και ο λαιμός σου απελπισμένου κύκνου μέσα στο άδειο σκοτεινό νερό. Τα πάντα έτοιμα για την ανώφελη θυσία σου – έτσι κι αλλιώς η Ελένη κάποτε θα γύριζε. Ύψωσα αργά το χέρι και χαιρέτησα, χάιδεψα με τα δάκρυά μου τα μάτια σου, τα κατάμαυρα μαλλιά, το σκοτεινό σημάδι πίσω στο λαιμό. Οι άλλοι γύρω; Μα άστους αυτούς… Σε είδα χθες στο Σύνταγμα Ιφιγένεια».

Ποίηση ευρύστερνη που δείχνει να περιέχει τα πάντα. Ποίηση που η αισθαντικότητά της αφυπνίζει όλες τις αισθήσεις και ενεργοποιεί τα συναισθήματά μας, κυρίως την πικρία μας για όλα όσα πέρασαν, για όσα χάσαμε, για όσα εξαντλήθηκαν στο χρόνο. Και όλα αρχίζουν και καταλήγουν, όπως ανέφερα, στην απώτατη αξία της ζωής, την αγάπη, αλλά και στον ψυχικό αγώνα μας, στη θυσία μας μέχρι να την κατακτήσουμε. Ο κριτικός Δημήτρης Δούκαρης γράφει για την ποίηση της Ολυμπίας Καράγιωργα σε αυτή τη συλλογή: «Είναι μια ποίηση-βίωση περισσότερο από ό,τι μια ποίηση λόγος. Αλλά έχει τόση ένταση, τόση παραφορά και τόση γνησιότητα που επιβάλλεται με όποιον τρόπο λάβει μορφή. Παρασύρει όπως ο χείμαρρος και αναταράζει όπως ο κεραυνός».

Όσο για το ποιητικό βιβλίο της με τον τίτλο «Ποιος», θα έλεγα ότι η Καράγιωργα φτάνει στο απόγειο της ποιητικής της ωριμότητας, καθώς είναι πια έτοιμη να αγγίξει τα όρια της ανακάλυψης της υπαρξιακής αλήθειας. Η συλλογή απαρτίζεται από τέσσερις ενότητες. Στις πρώτες διακρίνουμε τις υποψίες μιας γυναίκας που διαισθάνεται το τέλος της σχέσης, την επικείμενη προδοσία του αγαπημένου, που τυγχάνει να είναι νεότερός της. Οι ανησυχίες της συνεχίζονται και στις δυο επόμενες ενότητες, με σταδιακή κλιμάκωση των συναισθημάτων, μια κλιμάκωση που καθρεφτίζεται στην ένταση που αποτυπώνεται έντεχνα σε κάθε στίχο,ως τη σπαραχτική κραυγή απόγνωσης της προδομένης γυναίκας. Μέσα από αυτούς τους στίχους διενεργείται συνάμα και μια ενδοσκοπική διαδικασία, η ανακάλυψη, η εξιχνίαση του πραγματικού μας εαυτού και των σκέψεών του απέναντι σε μια σχέση προδοτική, όπως ανιχνεύονται στοιχεία της ουσίας της ίδιας της σχέσης, φτάνοντας στα τελευταία ποιήματα που αποτελούν τη συνειδητοποίηση του τέλους, τον επίλογο της σχέσης, αλλά και τη γενναία έξοδό της από αυτήν. Καθώς και την επιστροφή της στην τέχνη, ως στήριγμα και ως παντοτινή αλήθεια: Γιατί η τέχνη, για έναν αληθινό δημιουργό, είναι ο ειλικρινής και πιστός εραστής, ο αγαπημένος που δε σε εγκαταλείπει και δε σε προδίδει ποτέ.

Και η τέχνη της Ολυμπίας δε σε προδίδει. Είναι ειλικρινής, ανεπιτήδευτη και άμεση, όπως είναι και η ίδια. Σε αυτήν προβάλλει τις προσωπικές της αρετές, τις αξίες της, τα έμφυτα αλλά και επίκτητα χαρίσματα που την ξεχώρισαν ως άνθρωπο και ως ποιήτρια: την εσωτερική ομορφιά, την καλοσύνη, την κατανόηση, τη μεγαθυμία, τη γενναιοδωρία, τη συγχώρεση, μα περισσότερο τη λαχτάρα της για ζωή. Κι όλα αυτά τα επιτυγχάνει με έναν απαράμιλλο λυρισμό και με τη συνέργεια μιας κατ’ επίφασιν απλής έκφρασης, που όμως αναδεικνύει το βάθος και το χρωματισμό των συναισθημάτων και των νοημάτων. Άλλωστε, ένας σπουδαίος δημιουργός δε χρειάζεται μεγαλοστομίες, υπερβολές, ούτε ηχηρές λέξεις για να εκφραστεί ή να αγγίξει τους αναγνώστες του. Η ποίηση της Ολυμπίας Καράγιωργα ανθίζει, ωριμάζει με τα χρόνια, ιχνηλατώντας ή καθρεφτίζοντας στο καθένα από τα ποιήματα της και μια καινούρια πτυχή της ανθρώπινης διάστασης, της ανθρώπινης κατάστασης, κυρίως όμως της ίδιας της ουσίας της ζωής σε όλη της τη μεγαλοσύνη. Ο ποιητικός στοχασμός που συμφύρεται συνεχώς με το ερωτικό στοιχείο και με την ουσιαστική υπαρξιακή αλήθεια αναδεικνύουν την Ολυμπία Καράγιωργα ως μια από τις σημαντικότερες ποιήτριες της γενιάς της, όπως ορθά την έχουν χαρακτηρίσει.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top