Fractal

Στα βήματα του Σαίξπηρ

Γράφει η Νάντια Τράτα //

 

“Το Παιδί της Τρικυμίας” της Margaret Atwood, Eκδόσεις Μεταίχμιο

 

Ο Φίλιξ Φίλιπς απολαμβάνει τη χαρά του να βρίσκεται στην κορυφή ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Θεάτρου του Μακέσιγουεγκ (η λέξη σημαίνει «αλεπού» στη γλώσσα των αυτόχθονων του Καναδά). Οι παραστάσεις του έχουν καταφέρει να αναδείξουν συχνά αμφίσημους ήρωες με αμφίθυμους θεατές….Σε κάθε περίπτωση όμως, δημιούργησαν θόρυβο γύρω από το όνομά του, αποτέλεσαν αντικείμενο συζητήσεων και ζωηρών εντυπώσεων για το αποτέλεσμα, όποιο και αν ήταν αυτό. Ετοιμάζεται τώρα για μία εντελώς πρωτοποριακή θεατρική έκδοση της «Τρικυμίας» του Shakespeare : όχι μόνο για να καταφέρει να ανεβάσει ακόμη περισσότερο τον καλλιτεχνικό πήχυ αλλά και για να καταλαγιάσει, ταυτόχρονα, τη δική του, εσωτερική, αυτή τη φορά, τρικυμία…..

Τουλάχιστον, αυτό ήταν το σχέδιό του. Αντ’αυτού όμως, πέφτει θύμα μιας καλά οργανωμένης προδοσίας, περνά στην αφάνεια, χάνει κάθε αίγλη και απομονώνεται από τον κόσμο. Επιλέγει να ζήσει ως ερημίτης σ’ένα χαμόσπιτο μέσα στο δάσος, στοιχειωμένος από το αγαπημένο φάντασμα της νεκρής εδώ και χρόνια κόρης του Μιράντας. Ταυτόχρονα,  εξυφαίνει τον ιστό της εκδίκησής του ενάντια σε όσους τον κατέστρεψαν.

Μετά από δώδεκα χρόνια φθάνει, επιτέλους, η ώρα για την πολυπόθητη τιμωρία των μισητών εχθρών του μέσω μίας θεατρικής παράστασης στο κοντινό Σωφρονιστικό Ίδρυμα της κομητείας Φλέτσερ όπου ο Φίλιξ, ως αινιγματικός κ. Ντιουκ, διδάσκει θέατρο στα πλαίσια του προγράμματος Αλφαβητισμός μέσα από τη Λογοτεχνία. Ο Φίλιξ και οι ηθοποιοί του θα θέσουν σε εφαρμογή ένα αριστοτεχνικό σχέδιο εκδίκησης.  Αλλά, «ω θαύμα εσύ»! Τι επιφυλάσσει άραγε το μέλλον στον Φίλιξ; Στους εχθρούς του; Στους κρατούμενους;

Η Margaret Atwood (γεν. το 1939 στην Ottawa του Καναδά) είναι μία από τις πλέον διακεκριμένες μορφές με τη μεγαλύτερη επιρροή στο σύγχρονο κόσμο. Ποιήτρια, συγγραφέας, κριτικός, δοκιμιογράφος, μεταφράστρια, εφευρέτρια (LongPen και συναφείς τεχνολογίες μέσω των οποίων επιτυγχάνεται η απομακρυσμένη ρομποτική γραφή εγγράφων), καθηγήτρια και ακτιβίστρια, έχει δημοσιεύσει πληθώρα έργων και έχει βραβευθεί με πολύ σημαντικά βραβεία (άνω των 55 σε αριθμό), τόσο στον Καναδά όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο. Τα θέματα που σταθερά επανέρχονται στο έργο της Margaret Atwood είναι η αναζήτηση της ταυτότητας, η θέση της γυναίκας στη σύγχρονη κοινωνία, ο κόσμος του φανταστικού και η επιστημονική φαντασία, η θρησκεία, η κλιματική αλλαγή και το φυσικό περιβάλλον, η πολιτική ισχύος και ο άνθρωπος ενώπιον αυτής.

Η συγγραφέας αυτή τη φορά παίρνει το ρίσκο και δέχεται να συμμετάσχει σε μία πρόσκληση-πρόκληση: «Ο Σαίξπηρ ξαναγράφεται από μεγάλους συγγραφείς» του εκδοτικού οίκου Hogarth Press. Η Margaret Atwood επιλέγει να γράψει τη δική της εκδοχή πάνω στην «Τρικυμία» και το νέο της έργο «To Παιδί της Τρικυμίας» καταφέρνει να κερδίσει επάξια τη θέση του, καταφέρνει να πετάξει, να αυτονομηθεί, να ξεχωρίσει για τους δικούς του λόγους. Η «Τρικυμία» του Shakespeare είναι μόνο η αφορμή…… «Φαντάζομαι ότι θα μπορούσα κάλλιστα να γράψω ένα βιβλίο για τον κόσμο του υπερφυσικού, εκεί όπου τα πνεύματα είναι όντως πνεύματα, μόνο που κάτι τέτοιο δε θα με ενδιέφερε ουδόλως. Αντίθετα, το να μπορέσω να μεταφέρω τη μαγεία στο σύγχρονο κόσμο χρησιμοποιώντας, στη θέση του υπερφυσικού, επεξηγήσεις για όλα όσα διαδραματίζονται εντός της ιστορίας, είναι για μένα ιδιαίτερη πρόκληση», αναφέρει η συγγραφέας σε συνέντευξή της.

Και να, μας παραδίδει με χάρη περισσή, τόλμη και χιούμορ ένα βιβλίο βαθιά ανθρώπινο, με κοινωνιολογικές προεκτάσεις, για την απώλεια και τις δεύτερες ευκαιρίες στη ζωή διά μέσου ενός κειμένου που, σε πρώτη ανάγνωση, μιλά για την εκδίκηση ως ίαση ψυχής, τη μαγεία ως σαγήνη πνεύματος και το θέατρο ως καταφύγιο και ανασαιμιά. Ακολουθώντας μία συγγραφική διαδρομή γεμάτη ψευδαισθήσεις, εκπλήξεις και ανατροπές, η Margaret Atwood συνδέει αριστοτεχνικά δύο κόσμους, τον κόσμο της φαντασίας και τον αδυσώπητο κόσμο της πραγματικότητας. Ο αναγνώστης γίνεται συνοδοιπόρος σε ένα έργο μεγάλων ερμηνειών, όχι μόνο αυτών που τόσο εύστοχα μεταγράφει, αλλά, κυρίως, αυτών που η συγγραφέας εισάγει μέσω της προσωπικής της, ιδιαίτερης ματιάς. Τολμά να οδηγήσει τους ήρωές της προς το μέλλον τους, επεκτείνοντας την πλοκή ενός έργου πολυσήμαντου όπως είναι η «Τρικυμία» του Shakespeare, γεμάτο ερωτηματικά  παρά απαντήσεις, γεμάτο παραδοξότητα, φαντασία, δίπολα  που ξεγλιστρούν και δίδυμα που τρομάζουν.

«Το Παιδί της Τρικυμίας» είναι ακριβώς αυτό που δηλώνει, ήτοι το απότοκο της τρυφερής συνεύρεσης δύο μεγάλων λογοτεχνών, του William Shakespeare, ως πατέρα, της Margaret Atwood, ως μητέρας. Συνδυάζει όλα όσα ξέρουμε και όλα όσα θα μάθουμε, η Margaret Atwood μπολιάζει το βλαστάρι της με όλες τις αξίες που μεταφέρει σε όλα της τα έργα εδώ και χρόνια, πιστά, σχεδόν ευλαβικά.  «Ας κάνουμε κόλπα μαγικά!» (σελ. 21) παραγγέλνει ο Φίλιξ στους ηθοποιούς του. Και η συγγραφέας βάζει μπροστά σχεδιαστές φωτισμού και τεχνικούς ήχου, χάκερ, θεατρικά εφέ, τραγούδια σε στυλ rap, κούκλες Disney, video montages, λούτρινα ζωάκια εν είδει μαγικού μανδύα, μία πολυαγαπημένη κόρη, που μόνο ο Φίλιξ βλέπει και η οποία ζει παγιδευμένη στο ανυπόστατο κενό μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, δίνοντας στο έργο μία νέα, εντελώς ξεχωριστή πνοή, αυτοτέλεια και ανεξαρτησία, απογειώνοντας την αναγνωστική απόλαυση και εισάγοντας, με ηθελημένη παραδοξότητα, ένα θεατρικό εντός του θεάτρου εντός ενός λογοτεχνικού κειμένου.

Η «Τρικυμία» του Shakespeare (1610-1611) έχει αποτελέσει αντικείμενο ενδελεχούς μελέτης ανά τους αιώνες : ένα παραμυθοδράμα, το αποκορύφωμα της τεχνικής του συγγραφέα της (άλλωστε θεωρείται το τελευταίο προσωπικό του έργο), ως η μελέτη του ανθρώπινου κόσμου και η αντιπαράθεση με το φυσικό κόσμο, ως, και αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, μία κριτική για την αποικιοκρατία και τις αυτοκρατορίες. Ταυτόχρονα, αποτελεί ένα εγχειρίδιο για τη δημιουργία και το ανέβασμα θεατρικών παραστάσεων – ένας μεταλογοτεχνικός υπαινιγμός για τη μαγεία που ασκούν οι ιστορίες όχι μόνο στο κοινό τους αλλά και στον ίδιο το δημιουργό τους.

Στο «Παιδί της Τρικυμίας» ακόμη και το ίδιο το έργο έχει αντικαταστάτη, όπως συμβαίνει για κάθε ηθοποιό σε μία σοβαρή θεατρική παράσταση. Άλλωστε, ο ίδιος ο Φίλιξ ομολογεί στους ηθοποιούς του : «όλο το έργο διαδραματίζεται σ’ένα νησί…Μα τι νησί είναι αυτό; Είναι μαγικό; Αυτό δεν θα το μάθουμε ποτέ. Είναι διαφορετικό για τον καθένα απ’αυτούς που καταλήγουν εκεί. Άλλοι το φοβούνται, άλλοι θέλουν να το ελέγχουν. Άλλοι θέλουν απλώς να φύγουν απ’αυτό» (σελ. 152). Το νησί είναι ένας καθρέφτης….μία αντανάκλαση,  το νησί είναι ό,τι αντιλαμβάνεται κάθε ήρωας, βασίλειο αλλά και φυλακή, παράδεισος αλλά και κόλαση.

Με απόλυτα φυσικό τρόπο, η συγγραφέας δημιουργεί μία αίθουσα καθρεφτών όπου όλα αντανακλούν και αντανακλώνται. Κάθε χαρακτήρας στο έργο έχει αναλάβει έναν αντίστοιχο ρόλο με το έργο «Τρικυμία» του Shakespeare, επιπλέον όμως, υπάρχει και ένας ακόμη ρόλος εντός του θεατρικού που, εν τέλει, ανεβαίνει στο Σωφρονιστήριο Φλέτσερ, προς «τέρψη» των υψηλά ιστάμενων καλεσμένων…. Και ο πολλαπλασιασμός συνεχίζεται, ένας αριθμός χαρακτήρων παίζει περισσότερους από έναν ρόλους και ορισμένοι ρόλοι παίζονται από περισσότερους από έναν χαρακτήρες. Η Μιράντα της πλοκής είναι και η χαμένη, πολυαγαπημένη κόρη του Φίλιξ αλλά, ταυτόχρονα, υποδύεται και  κάτι που προσομοιάζει με το πνεύμα του Άριελ,  στην υπηρεσία του αφέντη/πατέρα. Η Μιράντα, στην θεατρική παραγωγή της φυλακής, παίζεται από μία ηθοποιό-αγοροκόριτσο, την Ανν-Μαρί, ικανότατη χορεύτρια, με λαβή «σαν ανοιχτήρι για βάζα» (σελ. 132), η οποία γίνεται μία δεύτερη κόρη και προστατευόμενη του Φίλιξ.

Ο σφετεριστής αδελφός Αντώνιος γίνεται ο Τόνι Πράις «κακόψυχος, αδίστακτος αναρριχησίας, μακιαβελικός ποδογλείφτης» (σελ. 22), ο επονομαζόμενος «κακός αδελφός Αντώνιος» κατά την άποψη των ηθοποιών του Σωφρονιστηρίου Φλέτσερ. Τη θεατρική του ερμηνεία αναλαμβάνει ο Φιδομάτης, ένας απατεώνας κτηματομεσίτης. Όπως πολύ σωστά διαισθάνονται οι έγκλειστοι ηθοποιοί και σύμφωνα με την έκθεση της «Ομάδας του κακού αδελφού Αντώνιου», την οποία παραδίδουν εν είδει εργασίας, αυτός ο πωρωμένος κακός «κάνει ό,τι θα περίμενες απ’αυτόν και ο Πρόσπερος δε βλέπει τι πάει να γίνει» (σελ. 331), ο Αντώνιος δεν είναι τίποτε άλλο παρά  ένα τερατούργημα που ο ίδιος ο Φίλιξ/Πρόσπερος προκάλεσε, ωθούμενος από την παντελή έλλειψη ενδιαφέροντος για οτιδήποτε άλλο πέραν της μαγείας του. Ταυτόχρονα, είναι και η άλλη πλευρά, η κακή αυτή τη φορά, του ίδιου του Φίλιξ, όντας, στο παρελθόν, ματαιόδοξος και ναρκισσιστής.

 

Margaret Atwood

 

Το «Παιδί της Τρικυμίας» είναι ένα πολυεπίπεδο βιβλίο, κινείται με ταχύτητα φωτός, χωρίς στιγμή να χάνει τη χάρη και την κομψότητα με τα οποία η συγγραφέας το στόλισε, με ελαφρύ χιούμορ και με μία γλωσσική δεξιοτεχνία (η μετάφραση στα ελληνικά από την Τρισεύγενη Παπαϊωάννου είναι εξαίρετη) η οποία σίγουρα προσεγγίζει την ήδιστη γλωσσική ευφορία την οποία χαρίζουν τα πρωτότυπα κείμενα του Shakespeare. Θέατρο εντός θεάτρου και εντός λογοτεχνικού κειμένου, φυλακές παντού, πραγματικές και μη, ήρωες που υποδύονται πολλούς ρόλους, ένας ρόλος τον οποίο κρατούν για τον εαυτό τους περισσότεροι του ενός ήρωες, βρισιές με την αύρα του φανταστικού, ανθρώπινα πάθη,  «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται», η εκδίκηση, η επόμενη μέρα.

Η Margaret Atwood με επιδέξιες, σχεδόν χορευτικές κινήσεις, καταφέρνει να δώσει το δικό της στίγμα σε ένα έργο-σταθμό της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Στο θεατρικό του 17ου αιώνα όπου η Mιράντα, για παράδειγμα, ως το μοναδικό θηλυκό στοιχείο ήταν απόλυτα υποταγμένη στην επιθυμία του πατέρα της, μεταφέροντας τις τότε ισχύουσες αξίες, σύμφωνα με τις οποίες η γυναίκα φάνταζε ως το υπέρτατο στοιχείο αγνότητας και υποταγής, στο έργο της Atwood, δηλωμένης και μαχητικής φεμινίστριας, ακόμη και ως πνεύμα, η Μιράντα μετουσιώνεται σε ένα πλάσμα με ελεύθερη βούληση, δυναμισμό και ανεξαρτησία. Πόσο μάλλον, όταν και η ηθοποιός Ανν-Μαρί που την υποδύεται, κάθε άλλο παρά θυμίζει την εικόνα μίας ροδομάγουλης, μπαρόκ, δεσποσύνης.

Κρυμμένα με τρόπο εξαιρετικό, αλλά παρόντα σε όλο το βιβλίο τρία είναι τα βασικότερα στοιχεία της θεματολογίας που η συγγραφέας φέρνει ξανά και ξανά μπροστά μας, κρύβοντάς τα πίσω από μανδύες μαγικούς και πνεύματα μυστηριακά: η απώλεια, η θλίψη, μία δεύτερη ευκαιρία. Από τη θλιβερή απώλεια αγαπημένων προσώπων (η Νάντια και η Μιράντα για τον Φίλιξ), στην ξαφνική απώλεια του status quo (με την απομάκρυνση του Φίλιξ από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ) ως την απώλεια της προσωπικής ελευθερίας και την επιβολή της τιμωρίας εγκλεισμού. «Θέλω να ελευθερωθώ» είναι η τελευταία φράση του Πρόσπερου στο έργο του Shakespeare. Ελευθερία από τι ή από ποιον; Φυλακές είναι μόνο οι τοίχοι και τα κάγκελα που περιορίζουν την ελεύθερη κίνησή μας ή μήπως βιώνουμε τη φυλακή αν και κινούμαστε ελεύθεροι στον κόσμο; Φυλακές εκτός μας και εντός μας και η συγγραφέας δίνει τη δική της ερμηνεία πια στα ερωτήματα του πρωτότυπου έργου.

Η Αtwood όχι μόνο ξέρει πώς να κρατήσει ζωντανή την αγωνία του αναγνώστη, ξέρει επίσης πώς να προσφέρει και μία διορατική ψυχολογική ανάλυση.  Ο τρόπος που ο Φίλιξ ικανοποιεί την επιθυμία της εκλιπούσας, στην ουσία, κόρης του να «συμμετέχει» στο ανέβασμα της παράστασης είναι μοναδικός. Πρώτα μετατρέπεται σε μία μαγική, αιθέρια φωνή, τύπου Άριελ,  που ακόμη και ο 8Ηandz (πρώην χάκερ και τρόφιμος του Σωφρονιστηρίου Φλέτσερ, ειδικός στα ειδικά εφέ) μπορεί με κάποιον τρόπο να ακούσει μέσα από τα ακουστικά του. Το σχέδιο που υφαίνει η συγγραφέας προχωρά βήμα-βήμα έως την λυτρωτική κατάληξη και δίνει την ευκαιρία στον Φίλιξ να κερδίσει την ελευθερία της ψυχής του αντιλαμβανόμενος ότι όλα αυτά τα χρόνια το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να αφήσει ελεύθερο το πνεύμα της Μιράντας. Το έκανε για τον Άριελ, για τον 8Handz, πρέπει να το κάνει και για τη Μιράντα.

Η Εστέλ (λατ. stella=αστέρι), καθηγήτρια Πανεπιστημίου και επιβλέπουσα του προγράμματος του Σωφρονιστηρίου Φλέτσερ, παλιά θαυμάστρια του Φίλιξ και για χρόνια η ένθερμη υποστηρίκτρια και σύμμαχός του, μήπως δεν είναι τίποτε άλλο από το «τυχερό του αστέρι»; Με τη λήξη της παράστασης, του προσφέρει εισιτήρια για μία κρουαζιέρα, τα οποία ο Φίλιξ αποδέχεται. «Ένα κρουαζιερόπλοιο γεμάτο ηλικιωμένους ανθρώπους…..έτσι φανταζόταν, αν όχι ακριβώς την Κόλαση, τουλάχιστον τον προθάλαμο σ’αυτή. Μετά όμως το ξανασκέφτηκε: Τι είχε να χάσει; Καθ’οδόν προς το θάνατο βρίσκεται έτσι κι αλλιώς, οπότε γιατί να μη φάει καλά όσο διαρκεί το ταξίδι;» (σελ. 369). Και ποιος ξέρει;  Ίσως τελικά αξίζει να «αδράξει την ευκαιρία» (σελ 368). «Μην αφήνεις την Τύχη να σου ξεφύγει, επειδή έπειτα από το ζόρι που είχε τραβήξει, δεν θα ήταν ωραία ιδέα να κάνει ένα διάλειμμα για να χαλαρώσει;». Και με εξαιρετική μαεστρία, η συγγραφέας συνεχίζει τη μυθοπλασία, αγγίζει το μέλλον, υπάρχει άραγε ελπίδα; Γιατί όχι;

Και εδώ κρύβεται η ιδιοφυής συγγραφή της Αtwood, το δικό έργο συνεχίζεται πέρα από εκεί που τελειώνει η «Τρικυμία» του Shakespeare, δίνονται λύσεις, απαντήσεις, ελπίδα. Ο Φίλιξ κερδίζει την εκδίκησή του, αφού οι εχθροί του έλαβαν μία γερή δόση τρομάρας και, κυρίως, ουδετεροποιείται κάθε αντίδρασή τους και αρνητική επιρροή, μάλλον, διά παντός. Με τον τρόπο αυτό και ο ίδιος απελευθερώνεται από τις δικές του βαριές αλυσίδες, όπως ο ίδιος ομολογεί. Τελικά, πόσοι και ποιοι είναι οι φυλακισμένοι στο έργο αυτό; Στην αρχή της παράστασης τέθηκε το ερώτημα για το πόσες είναι οι φυλακές. Οκτώ, απάντησαν οι ηθοποιοί του, όμως εκείνος τους ανέφερε ότι υπάρχει μία ακόμη την οποία θα τους αποκάλυπτε στο τέλος της παράστασης. Η απάντηση είναι, φυσικά, ότι ο Φίλιξ/Πρόσπερος δεν είναι δέσμιος μόνο της επιθυμίας των θεατών του αλλά και του ίδιου του  εαυτού του, των λαθών και του πάθους του. Από το γεγονός ότι απέτυχε να φροντίσει αυτούς που έπρεπε (την κόρη του Μιράντα) αλλά και από το ότι κατασπατάλησε χρόνια ολόκληρα της ζωής του σχεδιάζοντας την εκδίκησή του. Το θεατρικό έργο, τόσο το αρχικό, όσο και αυτό το οποίο, κατ’ουσίαν, ανέβηκε (εγκιβωτισμός του θεάτρου εντός θεάτρου εντός του μυθιστορήματος) γίνεται βάλσαμο για όλους τους συμμετέχοντες. Αποτελεί δε, υπόδειγμα σύλληψης, σχεδιασμού και εκτέλεσης ενός θεατρικού έργου εν γένει.

Αναμφισβήτητα, το «Παιδί της Τρικυμίας» κερδίζει κάθε στοίχημα : Πρόκειται για ένα σπουδαίο σύγχρονο έργο με μία συναρπαστική πλοκή που μας αποκαλύπτεται καθώς προχωρούν οι πρόβες. Παρά το ότι θέτει πολλά και αιχμηρά κοινωνικά θέματα (από το βάσανο της εσωτερικής μας φυλακής έως τη θεατρική τέχνη ως μέσο παιδείας και απολύτρωσης εντός των σωφρονιστικών ιδρυμάτων) είναι ταυτόχρονα ένα βαθιά ανθρώπινο, ψυχολογικό κείμενο. Καταφέρνει να σταθεί γερά στα πόδια του, να δρέψει τις δικές του δάφνες, να ακολουθήσει τη δική του λογοτεχνική διαδρομή. Με μία ματιά ευαίσθητη, χωρίς να χάνει λεπτό το χιούμορ της, η συγγραφέας δείχνει πόσο νοιάζεται για τους ήρωές της: τους χαρίζει ένα τέλος λυτρωτικό, αισιόδοξο, ιαματικό. Γιατί τους αξίζει, πάλεψαν για αυτό, ο καθένας με τον δικό του, προσωπικό, επώδυνο, συχνά, τρόπο. O Φίλιξ, τολμά να γίνει πια felix (λατ. χαρούμενος).

Παρότι έλκει τις ρίζες του σε ένα μεγαλειώδες, διαχρονικά, έργο του 17ου αιώνα, το βιβλίο της Atwood, με τρόπο στιβαρό, αν και φαινομενικά ανάλαφρο, τολμά να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα που σταθερά επανέρχονται και αφορούν την ανθρώπινη φύση μας : η ζωή μας όλη απέχει πραγματικά πολύ από το θέατρο; Πόσους ρόλους υποδύεται καθένας από μας; Είμαστε όλοι αυτό που δείχνουμε; Είναι η ελευθερία μας δεδομένη; Πώς βιώνεται η απώλεια; Είναι η εκδίκηση, τελικά, η μόνη λύση; Ποιος είναι ο ρόλος του τυχαίου; Υπάρχει στη ζωή δεύτερη ευκαιρία;

«Άνοιξε μια χαραμάδα ελπίδας. Τους αρέσουν οι χαραμάδες ελπίδας. Και σε ποιον δεν αρέσουν άλλωστε;» (σελ. 332), λέει η συγγραφέας. «Και, τελικά, είναι ελεύθερη.» (σελ. 371).

Ελπίδα και ελευθερία για τον άνθρωπο. Τίποτε λιγότερο.

 

«….και όπως τανυπόστατο τούτο θέαμα εσβύσθη,
ομοίως κ’ εκείνα μήτε τρίμμα θαφήσουν κατόπι τους·
είμεθα φτειασμένοι ωσάν τα ονείρατα, 
και τη μικρή ζωή μας περιζώνει ένας ύπνος. (…)».

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Η Τρικυμία (1611), Πράξη 4η, Σκηνή 1

Μετ. Ιάκωβου Πολυλά (1885)

 

 

* Νάντια Τράτα (www.nadiatrata.blogspot.gr)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top