Fractal

Ο άγνωστος γιος του… Βερν σε νέες περιπέτειες

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

nemo«Το Νησί του σημείου Νέμο» του Ζαν-Μαρί Μπλας ντε Ρομπλές, μτφ: Δημήτρης Δημακόπουλος, εκδ. Πόλις, σελ. 448

 

Κανένα άλλο στοιχείο, πέραν των επίσημων, δεν μας δηλώνει ότι ο Ιούλιος Βερν είχε άλλο παιδί πλην του γιου του, Μισέλ. Ήταν αυτός που ανέλαβε το βαρύ φορτίο της διαχείρισης των πνευματικών δικαιωμάτων του πατρός του όταν πέθανε σε ηλικία 77 ετών. Τι να απέγινε, άραγε, ο Μισέλ; Σίγουρα δεν κατάφερε να αποκτήσει, ούτε κατ’ ελάχιστον, τη φήμη και το ταλέντο του πατέρα του. Μήπως, όμως, κάποιο από τα παιδιά του –αν απέκτησε ποτέ- έλαβαν το «χάρισμα» και συνέχισαν τη συγγραφική παράδοση που ξεκίνησε ο γεννήτορας; Ούτε επ’ αυτού έχουμε σαφείς πληροφορίες. Έως τη στιγμή που εμφανίστηκε στα γαλλικά γράμματα ο Ζαν-Μαρί Μπλας ντε Ρομπλές. Γεννημένος το 1954 στο Σίντι-Μπελ-Αμπές της Αλγερίας, ο Ρομπλές, έγινε γνωστός με το πολύπτυχο μυθιστόρημα «Εκεί που ζουν οι τίγρεις» (εκδ. Πόλις), για το οποίο «παρασημοφορήθηκε» με ουκ ολίγα βραβεία. Θα μπορούσε να είναι αυτός που έλαβε το «χρίσμα»; Να είναι, φερ’ ειπείν, το εκλεκτό τέκνο της οικογένειας Βερν και να έχει επιφορτιστεί με το καθήκον να συνεχίσει τη συγγραφική παράδοση; Το νέο του μυθιστόρημα «Το Νησί του σημείου Νέμο» θα πρέπει να μας βάλει σε σκέψεις. Όχι μόνο λόγω της ευθείας αναφοράς του στον περιβόητο Κάπτεν Νέμο του Ιούλιου Βερν. Θα ήταν πολύ προφανές για να αρχίσει κανείς να υποθέτει πως υπάρχει μια υπόγεια, λανθάνουσα ή, έστω, υπόρρητη, σχέση του Ρομπλές με τον ευφάνταστο γάλλο συγγραφέα. Για να φτάσει κανείς σε αυτό το συμπέρασμα –διότι, είναι αναπόδραστο, θα φτάσει- θα πρέπει να πραγματοποιήσει, ως άλλος Φιλέας Φογκ, το δικό του ταξίδι πάνω και κάτω από το έδαφος, σε θάλασσες, βουνά και άγνωστα νησιά. Να ανέβει σε άμαξες, να ταξιδεύσει με τρένα, να έρθει αντιμέτωπος με παράξενα όντα της θάλασσας και όχι μόνο. Να ανέβει σε παράξενα οχήματα, αλλά να γίνει επιβάτης και ενός πλοίου που αποδεικνύεται μια εξελιγμένη μορφή του Ναυτίλου. Να περάσει από τόπους γνωστούς και άγνωστους: από την Κούβα, την Αυστραλία, τη Σαγκάη, για να καταλήξει σε ένα πλωτό νησί, μη καταγεγραμμένο από τους επίσημους χάρτες, το οποίο κατοικείται από μια παράξενη σέχτα ανθρώπων που προσπαθεί να συγκρατήσει την ύστατη ελπίδα του κόσμου να μην πάει κατά διαβόλου.

Δεν υπάρχει μια ιστορία στο «Νησί του σημείου Νέμο»: υπάρχουν πολλές που ξεκινούν από έναν αυτόνομο πυρήνα και αυτοαναφλέγονται περίλαμπρα. Άλλωστε και ο ίδιος ο Ρομπλές αναφέρει πως κάθε ιστορία είναι παραφθορά μιας άλλης. Σαν να μεταγλωττίζεις ένα κείμενο δημιουργώντας ένα καινούργιο, το οποίο με τη σειρά του θα προκαλέσει την έκρηξη μιας άλλης και τέλος δεν έχει το γαϊτανάκι των ιστοριών. Ο συγγραφέας είναι αυτός που τις συμμαζεύει, τις τακτοποιεί βάσει των δικών του προσλήψεων, τις αναθεωρεί, τις μετασχηματίζει, τις αφήνει να δράσουν πάνω του και πάνω στους αναγνώστες.

Τυπικά υπάρχουν κάποιες βασικές ιστορίες που συνθέτουν τη δομή του βιβλίου. Η κεντρική είναι η κλοπή του θρυλικού μαργαριταριού της Λαίδης Μακ Ρέι. Την ανέρευσή του αναλαμβάνουν ο πάμπλουτος και εθισμένος με τα ναρκωτικά, Μαρσιάλ Καντερέλ. Ένας πολυμήχανος και ευφυής δανδής. Τον συνδράμουν ο μπάτλερ του, Γκριμό, ο φίλος του, Τζον Σάιλοκ Χολμς και η οικονόμος του, Μις Σέρινγκτον που όσο εύθραυστη φαντάζει, άλλο τόσο εμφανίζεται γυναίκα που μπορεί να κάνει τα πάντα αν παραστεί η ανάγκη. Άπαντες κυνηγούν τον serial killer, Δρασκελιστή Νο που φαίνεται να έχει άμεση σχέση με την κλοπή. Στην προσπάθειά τους να τον βρουν, αν και τούτο δεν συμβαίνει ποτέ, αναγκάζονται να αλλάζουν σχέδια και τόπους.

 

Jean - Marie Blas de Roblès

Jean – Marie Blas de Roblès

 

Οι ιστορίες, όμως, δεν τελειώνουν εδώ. Αντιθέτως, οι σπινθήρες για τη δημιουργία πολλών ομόκεντρων, παράδοξων, εκκεντρικών και άκρως εμπνευσμένων ιστοριών μόλις αρχίζει.

Φερ’ ειπείν μια βιομηχανία πούρων στη Γαλλία αποφασίζει να ακολουθήσει το παράδειγμα των κουβανικών βιομηχανιών και για να ανεβάσει την παραγωγικότητα των εργατών διοργανώνει δημόσιες αναγνώσεις μυθιστορημάτων (γνωστών, αλλά και επινοημένων) κατά τη διάρκεια της εργασίας – οι ιστορίες ολοένα και πληθαίνουν. Η εταιρεία, υπό το βάρος των νέων οικονομικών συνθηκών, περνάει στα χέρια του κινέζου επενδυτή Γουάνγκ, ο οποίος την μετατρέπει σε εταιρεία παραγωγής ηλεκτρονικών συσκευών ανάγνωσης (σ.σ.: κι άλλες ιστορίες), αν και, πριν γεμίσει την αγορά με το νέο προϊόν, δέχεται κυβερνοεπίθεση από τους Anonymus. Τι το ιδιαίτερο έχει ο κύριος Γουάνγκ; Έχει το… κακό συνήθεια να βιντεοσκοπεί τις εργάτριες την ώρα που κάνουν μπάνιο μετά τη δουλειά του. Είναι ένας ερωτομανής με κάμποσα, καλά κρυμμένα, φετίχ. Και φυσικά θα πληρώσει με τη ζωή του γι’ αυτά.

Το ερωτικό σκέλος των ιστοριών του Ρομπλές είναι οργιαστικό (… κυριολεκτικώς). Αυτό το ζευγάρι των Γάλλων που έχει σκαρώσει και το οποίο προσπαθεί να λύσει το σεξουαλικό πρόβλημά τους (ο άνδρας έχει πρόβλημα στύσης) αναζητώντας κάθε πιθανή και απίθανη λύση είναι μαγευτικά γκροτέσκο. Μα, ολόκληρο το βιβλίο είναι έτσι. Κάθε σελίδα μοιάζει να είναι παλίμψηστο. Κάθε ιστορία να έχει βγει από μια αρχαία μήτρα που Κύριος οίδε από πού μας έρχεται. Άλλωστε, κάθε φράση είναι ένας οιωνός, όπως σημειώνει ο Ρομπλές. Το αυτό συμβαίνει και με κάθε ιστορία αυτού του βιβλίου.

Θα μπορούσε να πει κανείς πως το μυθιστόρημά του είναι ένα ντελικάτο patchwork, μια φρενιτιώδης πράξη αφήγησης, ένα κατακλυσμιαίο κύμα μύθων από αυτούς που συνθέτουν το νόημα και το πνεύμα του ανθρώπινου πολιτισμού. Ο Ρομπλές προκαλεί τις αισθήσεις των βιβλιόφιλων με τα μυθιστορήματά του. Χρησιμοποιώντας κάθε πιθανή και λιγότερο πιθανή πηγή δημιουργεί μια μικρή βιβλιοθήκη λημμάτων, παραθεμάτων και αποσπασμάτων άλλων βιβλίων. Από τον Μόμπι Ντικ στον Λάβκραφτ. Από τον Φλωμπέρ στον Μαν. Από τον Μπόρχες στον Γιόσα. Από τον Δουμά στον Θερβάντες. Από τον Ουγκώ στον Ντόιλ. Μα, πάνω από αυτά σε αυτό που κλίνει σεβάσμια το γόνυ είναι στον Ιούλιο Βερν. Το όλον είναι εκθαμβωτικό, οργιστικό, μεγαλειώδες. Ξεπερνάει την έννοια της έμπνευσης και της ειδολογικής ταύτισης. Μέσα σε αυτό το εμπνευσμένο βιβλίο ενυπάρχουν κάμποσοι διαφορετικοί λογοτεχνικοί κόσμοι με αποτέλεσμα, το πραγματικό σημείο Νέμο να γίνεται η ίδια η ανάγνωσή του. Διαβάζοντάς το μεταφέρεσαι σε αυτόν τον «μη-τόπο» όπου κάτοικοί του είναι μόνο οι μύστες της ανάγνωσης και οι ρέκτες των ιστοριών. Κοντολογίς: «Το Νησί του Σημείου Νέμο» δεν διαβάζεται (αν και αυτή είναι η ουσία του), αλλά βιώνεται. Είναι μια στιγμή άφατης εμπειρίας. Η θαυμαστή μετάφραση, πραγματικό κόσμημα, ανήκει στον Δημήτρη Δημακόπουλο.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top