Fractal

Διήγημα: “Το μυστικό της άσπρης καρέκλας”

Της Σοφίας Αγραπίδη // *

 

 

f17

Η φωτογραφία είναι της Όλγας Μπακοπούλου.

 

Επιστρέφοντας από το σχολείο το μικρό αγόρι, έπρεπε να φάει γρήγορα και να φροντίσει για το διάβασμά του στο απομακρυσμένο δωμάτιο, στην αυλή. Εκεί το κλείδωνε η μάνα του. Δεν έπρεπε να αντιληφθεί το λόγο των καθημερινών επισκέψεων του θείου του. Του ανθρώπου, που στεκόταν “δίπλα” στις χαρές και στις πίκρες της οικογένειας, κάνοντας κήρυγμα καθημερινά περί ηθικής. Συνηθισμένο φαινόμενο για την κλειστή κοινωνία της Ελλάδας του 1950, αποτελούσε η ηθικολογία των ανήθικων. Επίσης ήταν χαρακτηριστικό των παράνομων σχέσεων, να γίνονται με φανερές επισκέψεις, έτσι για να τυφλώνεται η γειτονιά. Το σενάριο που είχε γράψει η γυναικεία μορφή, από τη στιγμή της σύλληψής του, θα το ζήλευαν πολλοί σεναριογράφοι. Η γυναίκα με τα σκληρά χαρακτηριστικά και το σκοτεινό βλέμμα, προσπάθησε να εμποδίσει τη γέννηση, του μικρού Οδυσσέα. Το ερωτικό πάθος που ξεπερνούσε τη συγγενική σχέση, ήταν αμοιβαία επιθυμητό. Η γέννηση του παιδιού, ήταν το ανεπιθύμητο. Όταν αντιλήφθηκαν την εγκυμοσύνη, οι αδερφές της, σκέφτηκαν να της βρουν γαμπρό για να καλύψουν την ντροπή. Φρόντισαν και βρήκαν έναν άνδρα μικρότερό της, με μειωμένη αντίληψη. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος, να δικαιολογηθεί η κύηση των 11 μηνών. Με δόλιους τρόπους προστάτεψε το είναι της. Το πανούργο κατά τ’ άλλα μυαλό της, δημιουργούσε χείμαρρους αισχρών τεχνασμάτων, ώστε ο Οδυσσέας να γίνει ο αποδιοπομπαίος τράγος όλης της οικογένειας που δημιούργησε. Ο σύζυγος κατά καιρούς ξεσπούσε στο τρομαγμένο αγόρι, χτυπώντας του στο κεφάλι. Έτσι έπραττε συνήθως, όταν οι υπόνοιες που είχε για την πρωτοφανή σε διάρκεια κύηση, ζωντάνευαν μέσα του. Τα παιδιά που ήρθαν στον κόσμο κατά τον ίδιο τρόπο, τα έστρεψε εναντίον του Οδυσσέα. Ο πατέρας των παιδιών απολάμβανε τα λάγνα χάδια της, την ασυγκράτητη ορμή της, τις περισσότερες ώρες της μέρας και της νύχτας. Όταν γυρνούσε ο σύζυγος αργά κουρασμένος από τη δουλειά του, όλα τα παιδιά έτρεχαν να τον υπηρετήσουν όπως κι αυτή. Είχε πλέξει ένα οικογενειακό μοντέλο, που αποτελούσε υπόδειγμα σεβασμού και ηθικής, για την εποχή. Το όμορφο αγόρι, αντί χρωματισμένων ρεμβασμών και όνειρα για τη ζωή που κάνει κάθε παιδί, βίωνε το περιβάλλον της εχθρότητας, προσπαθώντας να συνειδητοποιήσει σε τι έφταιξε. Στην εφηβεία τα ψυχολογικά προβλήματα ήταν πλέον ορατά.

Τα χρόνια περνούσαν, χωρίς αληθινή αγάπη, δίχως ίχνος χαράς. Πάντα αισθανόταν κάτι μυστήριο να αποπνέεται από την ατμόσφαιρα του σπιτιού του. Με τον καιρό, η συναισθηματική και η σωματική βία που είχε δεχτεί, έφραξε με συρματοπλέγματα τον εσωτερικό του κόσμο. Πάνω στον ανθό της νιότης του, τότε που οι περισσότεροι άνθρωποι, με τη δάδα της αναζήτησης ανιχνεύουν δρόμους και καταστάσεις, ήρθε η πρώτη δυνατή, έκδηλη κρίση του. Η αντιμετώπιση του οικείου περιβάλλοντος ήταν αντίγραφο του μεσαιωνικού τύπου. Αποφάσισαν να τον αλυσοδέσουν για κάποιες νύχτες, στο μεγάλο δέντρο, έξω από το κοντινό τους μοναστήρι. Κάποιο πρόσωπο, με γνώσεις, που ήταν οικείο στην οικογένεια, τους παρακάλεσε να εξεταστεί ο Οδυσσέας, από ειδικό ιατρό στην πρωτεύουσα. Ταυτόχρονα τους μάλωσε γιατί συντελούσαν στην καταστροφή αυτού του πανέξυπνου μυαλού. Τους ενημέρωσε ότι «τα αποτελέσματα είναι δεδομένα, δίχως διάγνωση και δίχως αγωγή». Ουσιαστικά, ο ψυχικός του κόσμος ήταν κατεστραμμένος αλλά απ’ ότι φαίνεται είχε μεγάλη δύναμη. Κατάφερε και πέτυχε στην σχολή που είχε βάλει στόχο. Όταν εμφανιζόταν στους διαδρόμους της σχολής, μαγνήτιζε τα γυναικεία βλέμματα. Πολλά χτυποκάρδια για τα μεγάλα μαύρα μάτια του, τα σαρκώδη χείλη του, το αγέρωχο κορμί του, που έμοιαζε να είχε σμιλέψει ο Πραξιτέλης. Περπατώντας έξω, ο αέρας του ανακάτευε τα πλούσια σπαστά μαλλιά του. Έτσι ανακατεμένος ήταν ο κόσμος του. Μετά τα ταλαιπωρημένα παιδικά του χρόνια και την σκληρή νιότη του, ο Οδυσσέας την εποχή των φοιτητικών του χρόνων έδειχνε να χαίρεται, να ρουφάει κάθε χυμό της ζωής του, παρόλα τα απειλητικά σύννεφα που του τάραζαν το νου. Κοινωνικές επαναστάσεις, αμοιβαίοι έρωτες, ανεκπλήρωτοι έρωτες, ποτά, ξενύχτια δίχως όρια. Τελείωσε τις σπουδές του, αν και κατά καιρούς ξύπναγε το ηφαίστειο της ψυχοπάθειας μέσα του. Ο επαγγελματικός του ορίζοντας προσομοίαζε στο ουράνιο τόξο, με χρώματα και ευκαιρίες. Ευοίωνη κατάσταση για όλους τους άλλους, εκτός από τον ίδιο. Χωρίς ιδιαίτερη ευκολία, ξεκίνησε τη δουλειά του στο αντικείμενο που είχε σπουδάσει. Ήταν δύσκολο να αποτινάξει το γκρίζο πέπλο που κάλυπτε την ψυχή του. Τα χρόνια πέρασαν και αποφάσισε να κάνει οικογένεια. Σύντομα αποδείχτηκε μια αποτυχημένη προσπάθεια. Τα αγκάθια που είχαν φυτρώσει μέσαi του, ήταν τόσο ανεπτυγμένα που δεν του επέτρεπαν να χαρεί. Στη συνέχεια κανένας νέος έρωτας δεν τον ικανοποιούσε, τους ζούσε ως πάθη, της μιας βραδιάς.

Στην ερώτηση “ τι κάνεις;”, οι απαντήσεις δίδονταν όλες με σκυφτό κεφάλι, τις περισσότερες φορές με απλανές βλέμμα και φανερή την απομάκρυνση από την υγιή κατάσταση. Συνήθως μιλούσε με το ποτήρι του, που ήταν από διαφανές γυαλί και πάντα γεμάτο. Στο χρώμα του ποτού, κολυμπούσε τις διαταραγμένες του στιγμές. Με το μπουκάλι μιλούσε, πάντα καθισμένος στην άσπρη καρέκλα. Τις ώρες που το μεθύσι, τον έκανε να ξεσπάει στην άδικη ζωή του, χτυπούσε την καρέκλα. Ο κοινωνικός περίγυρος, τον χαρακτήριζε αλήτη, άσωτο, αχάριστο, περιθωριακό, αποτυχημένο. Όλα, όσα εύκολα μπορούν να ειπωθούν για τους άλλους, όταν ο καθένας εθελοτυφλεί στα δικά του προβλήματα. Η αλήθεια ήταν εντελώς διαφορετική από τους παραπάνω χαρακτηρισμούς. Στο συναισθηματικό του κόσμο, έρρεαν άφθονα τα συναισθήματα της μεγαλοψυχίας. Ο τρόπος που θα τον βοηθούσε να εξωτερικεύσει το μαγικό του συναισθηματικό κόσμο, απουσίαζε. Οι άνθρωποι δύσκολα καταλάβαιναν τον τομέα των ψυχολογικών προβλημάτων. Κάποιοι φίλοι του ήθελαν να τον βοηθήσουν, αλλά η ταραγμένη σκέψη του καθιστούσε αδύνατη κάθε προσπάθεια. Η πόρτα της πονεμένης του καρδιάς ήταν αμπαρωμένη. Ούτε η λαμπερότερη ηλιαχτίδα του καλοκαιριού δεν ήταν ικανή να διεισδύσει, τον εσωτερικό του κόσμο για να σκορπίσει φως. Όταν έβγαινε ο ήλιος, ο Οδυσσέας χανόταν σ’ ένα ανήλιαγο στέκι, όπου με το δικό του τρόπο, βίωνε την καθημερινότητά του. Τα έβαζε με όλους. Με την επιθετική συμπεριφορά του, προσπαθούσε να ισορροπήσει ανάμεσα στις συμπληγάδες, που είχαν δημιουργηθεί πριν ακόμη γνωρίσει τον κόσμο. Χρειαζόταν τεράστια δύναμη για να ωθήσει τον προσωπικό του αγώνα μαζί μ’ έναν τολμηρό συνοδοιπόρο, ώστε να διαγράψει το λεηλατημένο παρελθόν του, που τον οδήγησε για να τσακιστεί βράχια. Ήταν απολύτως φυσιολογικές οι αντιδράσεις του, αφού οι κρύσταλλοι της μνήμης του, θόλωναν από τους πλεγμένους πόνους με το αγκάθινο στεφάνι, όλων των περασμένων. Κάπου επήλθε μόνιμα η συντροφιά της μοναξιάς. «Αυτό μου αξίζει» μονολογούσε άπειρες φορές πάνω στην παραζάλη του ποτού. Περιφερόταν στους δρόμους, με απλανές βλέμμα και παραμελημένη εμφάνιση. Λίγοι ήταν αυτοί που τον πλησίαζαν. Όταν βρισκόταν στο χαμόσπιτο που έμενε, καθόταν γονατιστός, ακουμπισμένος στην άσπρη καρέκλα και της έλεγε τον πόνο του. Εκείνο το βράδυ, αργά προς τα χαράματα, ένας εφιάλτης τον οδήγησε σ’ ένα πικρό ταξίδι, στο βαθύ παρελθόν. Πέρασαν από μπροστά του όλες οι μορφές που ευθύνονται για την κατάμαυρη ζωή του. Ο σαρκαστικός θείος που ξημεροβραδιαζότανε στο σπίτι του. Ο υποτιθέμενος πατέρας με τη δερμάτινη ζώνη που τον χτυπούσε με μίσος. Η άπονη μάνα, που τον κατηγορούσε στα αδέρφια του, δήθεν γιατί ήταν άτακτος. Οι γυναίκες της ζωής του, που τον πλησίαζαν μόνο για την ομορφιά του και την καλή ζωή. Θόλωσε και άδειασε μονορούφι τα μπουκάλια. Έδωσε μια στην καρέκλα, την αναποδογύρισε και έπεσε δίπλα της, αφού πρώτα της αφηγήθηκε με κάθε λεπτομέρεια τον εφιάλτη. Η άσπρη καρέκλα έγινε ο δέκτης όλων των μυστικών αποκαλύψεων της ψυχής του. Από εκείνη τη στιγμή πετώντας σε άλλη διάσταση, άρχισε να ονειρεύεται τη ζωή που θα ήθελε.

 

* H Σοφία Αγραπίδη γεννήθηκε στην Ανδραβίδα. Είναι απόστρατος Υπξκος του Σ.Ξ. Αποφοίτησε από ΙΔ.ΙΕΚ ως Β. Λογιστή και Πρ. Η/Υ.Ο γραπτός λόγος αποτελεί ένα από τα ενδιαφέροντά της. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια δημιουργικής γραφής. Συμμετέχοντας σε παγκόσμιους και πανελλήνιους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, της έχουν απονεμηθεί αρκετές διακρίσεις.

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top