Fractal

Οι γητειές του Μπαμπασάκη

Γράφει ο Σταύρος Σταμπόγλης // *

 

Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης «Το Μέσα Από Τα Βλέφαρά Μας», Bibliothéque 2017, σελ. 94

 

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕΤΑΞΥ  ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

 

Ι. Όπου ο επίλογος αναρριχάται  στη θέση του προοιμίου και η πρώτη εντύπωση ακούγεται μοιραία  κατά  Μπετόβεν. Μπορεί και ηλεκτρική εισαγωγή αλά Gary Moore. 

«2015 – Το Μυθιστόρημα είναι Ντοκιμαντέρ». «Μονόχορδο» ποίημα. Ίχνη από έρωτες πίσω απ΄ τα βλέφαρά μας.  Γιώργος Σεφέρης, Τζίγκα Βερτόφ, Γιάννης Ρίτσος. Κατά τη γνώμη μου πρόκειται για 87 ποιήματα που δεν σέβονται την τάξη  του χρόνου και αδιαφορούν με γενναιότητα ενώπιον της προσπάθειας να επιστρέψουμε πίσω απ΄ το Μοντέρνο. Πάντως την απογοήτευση για το Μεταμοντέρνο τη βρίσκω εύλογη.

 

ΙΙ. «1977- Κυψέλη. Οδός Τήνου. Μαλλιά μακριά. Ο κουρέας πίνει βερμούτ και ακούει Σταμάτη Κόκοτα. Την κοπανάμε από τις φαινομενικότητες. Δεν δίνουμε ούτε ίντσα  στις φαινομενικότητες. Ο  Hegel θέλει να αναλάβει το Μυθιστόρημα. Το αναλαμβάνει, ο Hegel».

Έφηβοι με εξαιρετικής ραφής ένδυμα ωριμότητας. Εικόνες με μαθηματική στιλπνότητα. Συστάδες ιδιορρυθμίας και αλήθειας.   Ρεαλιστικές  ανταποκρίσεις από εκείνο που έχει πραγματωθεί αλλά νοιώθει πως δεν έχει τελειώσει. Λογική του «τίποτα δεν πάει χαμένο».  Κυριαρχεί η  συμπύκνωση. Ένας αιώνας, ένα ποίημα με 87 στροφές. Οι πολύτιμοι λίθοι

της συστηματικής καλλιέργειας. Εκλάμψεις μνήμης. Διαθλάσεις ήλιων σε βαθιά θάλασσα. Αρχαίο τηλεγράφημα όπου ανάμεσα στα στοπ  ξεφεύγουν ψυχές πάλλουσες. Σε κάθε σελίδα   σηκώνεται ένας κόσμος ολόκληρος και σ΄ αγκαλιάζει. Τόποι, πρόσωπα, κινήσεις,  ιδέες, εικόνες. Δημιουργικές δυνάμεις καλλιτεχνημάτων.  Ό,τι αξίζει την αθανασία

του γραπτού λόγου. Κάθε ποίημα του «Μυθιστορήματος» διαθέτει ανεξάρτητη ψυχή. Εικόνες, λιτότητα, νοσταλγία, ευαισθησία, οδύνη, ελπίδα. Όλα αυτά και τόσα άλλα

σε συγκρατούν κάθε φορά που λες να διακόψεις το διάβασμα και να βγεις… one more cup of coffee for the road…, ξανά και ξανά… μέχρι ν’ αδειάσεις τη μπουκάλα, εντάξει την καφετιέρα,  και να βγεις στο ξημέρωμα.  Μετά από ‘να τέτοιο ξενύχτι   ελπίζεις να πέσεις πάνω σε καινούργιο  πάθος και μέχρι θανάτου να πας μαζί του.

 

ΙΙΙ. «1987… Το Μυθιστόρημα ερωτοτροπεί αγρίως με την Άγρια Ποίηση», ορίστε  και η ομολογία  του συγγραφέα για την ποιητικότητα. Του λόγου μου διαβάζω, κρατώ σημειώσεις και ακούω   Schubert, (sonata en a minor, Arpeggione D821,avi). Η μαθηματική ακρίβεια των λέξεων υποχωρεί εμπρός στην ομορφιά και την συγκίνηση. Θα μου πείτε, μα είναι αντίφαση να κολυμπούν σε ωκεανό  ρομαντισμού εκλάμψεις πρωτοπορίας. Και απαντώ, ναι, αλλά κι ο ρομαντισμός   στον ιστορικό του χρόνο  πρωτοπορία ήταν. Και μάλλον σε τούτη την  σφιχτή και νευρική γραφή κρύβεται άφθονος ρομαντισμός. Κάτι σαν  «έφοδος  στον πάνω κόσμο», παραφράζοντας. Έρωτας για τη ζωή και τη γνώση. Τόλμη μπροστά στον θρίαμβο της ανάσχεσης. Μανιέρα σμιλευμένη  σε ελληνική πέτρα.  Ο έρωτας για τους ανθρώπους, τους τόπους, τις ιδέες,  την τέχνη, την κίνηση.  Ζητήματα όπως τα βίωσαν στις γωνιές της Αθήνας, στις απεραντοσύνες της Ευρώπης, παρέες σφόδρα επηρεασμένες  από  τον  τότε γνωστό κόσμο. Δίχως σύνορα το μέλλον, δίχως σύνορα… Απαγγέλλει το «Μυθιστόρημα».

 

ΙV. «1990 – Εξάρχεια. Δεν υπάρχουν προβλήματα, υπάρχουν μόνο λύσεις. Το Μυθιστόρημα ξέρει ότι η Ομορφιά είναι Ουλή. Και θα παραμείνει». Αν δεν υπήρχαν  τραύματα απ΄ τις  ομορφιές που κάθε φορά ματώνουμε για να τις συνειδητοποιήσουμε,   θα είχαμε μείνει στο ακατόρθωτο.  Η αναγκαιότητα της πρωτοπορίας μοιάζει σε κάτι με την μήνι του Ποσειδώνα. Χωρίς  θυμό, δεν θα είχαμε έπος. Χωρίς Οδυσσέα η   Οδύσσεια δεν θα υπήρχε. Κάποιος ευφυής    άνθρωπος – πολίτης κυκλοφορεί εδώ γύρω. Όπου ξεφεύγοντας  απ΄ την γκρίνια της βαρύτητας ψαλμωδεί  για τον  20ο αιώνα χρησιμοποιώντας  το πρώτο τέταρτο του 21ου σαν ορμητήριο. Δεν μπορεί κάτι θα ξεπεράσει τα όρια του πραγματοποιημένου. Κανείς δεν θα μας κλέψει αυτόν τον μυστικό πόθο υπονοεί το «Μυθιστόρημα». Αρκεί να  ξεφύγουμε  απ΄ τη «φιλική» διάθεση της ακινησίας. Όπου η φιλική διάθεση της ακινησίας  αρχίζει και σταματά με την ενσωμάτωση. Η κατάψυξη των Μητροπόλεων είναι γεμάτη   μοντέρνα τέχνη, πρωτοπορία και θεούς . Αλλά μόνο ο θάνατος  αποδέχεται την ενσωμάτωση ως αναγκαία για το μέλλον.  Αυτό παλεύει εδώ μέσα ο Ίκαρος. Κι εμείς, υπάρχουν  χιλιάδες   μπαράκια να πνίξουμε  την ενοχή μας, καθώς το παλεύουμε με την ενσωμάτωση, όντας αντικειμενικά εντός της  ενσωμάτωσης. Το «Μυθιστόρημα» όμως ανασκαλεύει τη μουσική. Το «Μυθιστόρημα» όμως τραγουδά για θρύλους. «Καλό προσωπείο, σε δύσκολους καιρούς, ο μύθος», ψιθυρίζει ένα μονόχορδο του Ρίτσου.

 

Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης

 

V. 1982 – Η αντοχή των υλικών. Αρχίζει η ιστορία. Ουλές σαν χαμόγελο. Ο κόσμος είναι μια σκακιέρα. Το σύμπαν, μια παρτιτούρα. Ευλογημένος όποιος το ρέκβιεμ ξέρει να ψάλλει από το χάραμα, με το εωθινό κονιάκ, τη γεύση της Μνημοσύνης στα χείλη. Εμείς, είτε χάσουμε είτε κερδίσουμε, κερδίσαμε ήδη. Ξέρουμε ότι το μέλλον είναι ήδη κάτω από το ηφαίστειο. Το Μυθιστόρημα καπνίζει άφιλτρα σιγαρέττα».

Οι πρωτοπορίες κυρίως «πιάνουν» το νόημα  του μέλλοντος. Ένα  μέλλον όπου  η κερδοσκοπία της τεχνολογίας επιβάλλεται. Οι ήρωες όμως του Ίκαρου υποστηρίζονται από μεθυστικές γενναιότητες.  Οι ήρωες του Ίκαρου, και γνωρίζουν  και ερωτεύονται. Γνώση και έρωτας  ανήκουν στο άυλο πριν περάσουν στο υλικό, τη θυσία. Τόσοι συναγμένοι εδώ, ντόπιοι και ξένοι που έχουν γίνει δικοί· οι γενναίοι  του Μπαμπασάκη.

 

VI. «2016, Ιανουάριος …Το μυθιστόρημα ξέρει από πάρε-δώσε και από Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι». «1993, Ιανουάριος… Δίναμε όρκους που τους ξεχνούσαμε όταν ξημέρωνε. Δίναμε και όρκους που δεν τους ξεχάσαμε ποτέ. Το Μυθιστόρημα ξέρει από Όρκους».

«2015, Σεπτέμβριος… Το Μυθιστόρημα συχνάζει στην κάμαρα της αγάπης».

«2015, Σεπτέμβριος… Το μυθιστόρημα ομνύει στην αγάπη και στα Εξάσφαιρα». «1988,Λέσβος… Το Μυθιστόρημα είναι (και) Σπαραγμός δι΄ Αλληλογραφίας».

Να πως ταιριάζει ο Schubert όταν  το 2015 ο Ίκαρος  δηλώνει εξ αρχής πως το «Μυθιστόρημα είναι Ντοκιμαντέρ». Πως η ποίηση είναι   Ντοκιμαντέρ με λέξεις και χαρτί. Ντοκιμαντέρ, αρχικά εκ του Τεκμηρίου-Ντοκουμέντο. Εκ των υστέρων Ενέργεια-Εικόνα.   Δεν είναι μια απλή λέξη,  κάποιας τεχνικής ορολογίας. Εδώ πρόκειται για το μάτι του οφθαλμού. Η προέκταση της ψυχής μέσα στο γεγονός. Για την αθανασία. Για την συνέχεια. Για την αλήθεια κάθε φορά.  Η Τέχνη και η τεχνική καύσιμα της μνήμης.  Όπου συμβαίνει συγχρόνως  καταγραφή, αντιγραφή, αποτύπωση, μεταγραφή, ανακατάληψη, δημιουργία, κι ως τη συντριβή. Κινηματογράφος. Κινηματογραφική γραφή.  Επανάσταση από εκείνα τα πρώτα χρόνια των λοξών σκιών και των σχισμών κατευθείαν  στην καρδιά. Μήπως και αποκαλύψουμε την ψυχή των πραγμάτων σταματώντας το χρόνο κάθε φορά. Μήπως και μπορέσουμε να αποτυπώσουμε, να αναπαραστήσουμε, να επηρεάσουμε την κίνηση, με καύσιμο την πράξη και αποτέλεσμα την εικόνα. Και κάποτε το αεικίνητο της εικόνας επαναφέρει τη ζωή με σχήματα ακριβείας όπου η γλώσσα των κινήσεων γίνεται αλφάβητο συμβολισμών. Αλφάβητο  επικοινωνίας αυτό είναι το «Μυθιστόρημα» του Μπαμπασάκη.   Οι εποχές  που «κινηματογραφεί» με λεξεις ο Ίκαρος ήδη έχουν φτάσει στην αθανασία. Έχουν ξεπεράσει  το παρόν των δημιουργών τους.  Κι απ΄ αυτό το αδύνατο σημείο της λήθης ο Ίκαρος μας επιτρέπει να κρυφοκοιτάξουμε μαζί του τις πιθανότητας για μια άλλη μέρα με γνώση και συναίσθημα. Το συναίσθημα, αυτή η ρωγμή  στο τείχος του χρόνου για να εισβάλλεις  στο μέλλον. Και το «Μυθιστόρημα», ένα ντοκιμαντέρ  στα στέκια της πόλης.  Αλλά χρειάζεται μελέτη επίπονη για την  κατανόηση  αυτής της ομορφιάς.  Αλλά η ζωή ως «καλλιτεχνικό γεγονός» δεν υπόσχεται την  ευκολία. Αντίθετα  ξεσηκώνει συνθήματα που απαιτούν ήττα πριν από κάποιο πιθανό θρίαμβο κάποτε.  Όταν   δεν θα χρειάζεται να  απαγορεύεται το απαγορεύεται. Όταν το ιδανικό της εργασίας-δουλείας  θα κρέμεται στα μουσεία αρχαιοτήτων. Όταν η καθημερινή εξέγερση της δημιουργίας, ξηλώνοντας δρόμους – αδιέξοδα, θα στρώνει παραλίες.  Ο Ίκαρος εξομολογείται κι εμείς ανακαλύπτουμε συνθήματα κινητήρια. Λέξεις, έννοιες, χρονολογίες, χαρακτήρες πολιτών εν κινήσει μέσα στην κίνηση,  ονόματα ηρώων εξ αντικειμένου. Αγιογραφίες ανεξίτηλες στα στέκια της πόλης. Οι άγιοι του Μπαμπασάκη.

 

VII. « 1989, Λέσβος… Το Μυθιστόρημα είναι μεν μια αλυσίδα αιτιών και αιτιατών, αλλά είναι, επίσης, η ακατάπαυτη υλοποίηση των ιδεοληψιών μας».

Η Ποίηση   καθώς αντλεί από την έννοια Ντοκιμαντέρ με χειριστή τον Ίκαρο. «Περιστρεφόμενα αδράχτια», «ελικοειδής ανέλιξη», «ήχοι πόλεων»,  «έφοδος στον ουρανό», «το μάτι – κάμερα», «στοπ καρέ», το γεγονός  που αναλύεται «απώλεια –απώλεια». Η ισότητα του «σινεμά – βεριτέ».  Ο χρόνος έχει κυρίως την αξία της στιγμής και όχι μόνο

της ευθύγραμμης κίνησης. Και οι στιγμές  κατατάσσονται  σύμφωνα με τις ανάγκες, ή τις ελπίδες, της ιδέας.  Ο χρόνος είναι απλά ένα κάτι. Το μάτι ορίζει καταγράφοντας- προωθώντας. Το μάτι δημιουργεί. Τέχνη, όχι ακριβώς σαν τραγούδι για τη ζωή, αλλά σαν άνοιγμα στο  μέλλον.   Το «Μυθιστόρημα» με τα 87 ποιήματα  είναι μια πομπή συγκοινωνούντων δοχείων που διασχίζει τις σελίδες- εικόνες της μνήμης ελέγχοντας το χρόνο.  Εδώ μέσα η σχέση ματιού και μνήμης οδηγούν σε ταξίδια στο χρόνο μπρος πίσω. Παρελθόν και παρόν μετασχηματίζονται σε δίχτυ ενιαίων και ατελεύτητων διαδρομών. Μπρος – πίσω, κοντά – μακριά, μαύρο – άσπρο. Έτσι ακριβώς αντιμετωπίζεται το γίγνεσθαι εδώ μέσα. Παράθεση κινηματογραφικών ελάχιστων πλάνων. Σχεδόν πρωτόλεια σκίτσα μεγάλης έμπνευσης μεταφέροντας παρελθόν για  την ολοκλήρωση  στο μέλλον.   Ισχυρά θεμέλια. Σταγόνες αρωμάτων σε καίρια σημεία του κορμιού να ξεσηκώνουν τον αναγνώστη. Κάλεσμα από 87 κεφάλαια-ποιήματα  σε μέγεθος γραμματόσημου να κεντρίζουν. Παρέες λέξεων με ισχύ μνήμης ηλεκτρονικού υπολογιστή. Ο Ίκαρος στηρίζει και στηρίζεται σ΄ ό, τι  μας προστατεύει απ΄ την  ανεξέλεγκτη εξέλιξη προς την κατάργηση της ιδέας. Αν θέλετε  έχει δημιουργήσει έναν πίνακα κατάταξης, ένα σύστημα σήμανσης που μας δείχνει το δρόμο για την προστασία της εικόνας – ιδέας. Ιδέα χωρίς εικόνα και εικόνα δίχως ιδέα οδηγούν στην επικυριαρχία αυτοματοποιημένων οργάνων.  Τότε τα πλήθη οδηγούνται στις εκατόμβες και στην απολυταρχία ανίσχυρα ή συχνά ενθουσιασμένα.

 

VIII.   «Γεννήθηκα στη μουσική της φύσης. Από την εφηβεία, θέλησα να περάσω στη μουσική της πόλης, και για μένα το να γράφω είναι η μουσική της πόλης.»  Η φωνή  της Πόλης δεν είναι παρά μυριάδες διαφορετικές μουσικές της καθημερινότητας . Η μουσική της μνήμης δεν είναι παρά τμήμα  της μουσικής της πόλης όπως αυτή καθορίζεται κάθε φορά εδώ και δέκα χιλιάδες χρόνια. Κατά τον Ίκαρο η κραυγή της πόλης  ποιεί.  Ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται πως η πόλη είναι πια μέρος της φύσης και αυτό δεν μπορεί να πισωγυρίσει. Και αφού ολοκληρώσει την ανάγνωση,  συνειδητοποιεί πως το «Μυθιστόρημα»  είναι μια  συγκέντρωση από ιδέες και εικόνες που δεν κάηκαν στην άσφαλτο. Και ίσως να πρόκειται για άκαυστες ύλες πνεύματος εκεί που η έννοια του μέλλοντος  περιμένει την κατάλληλη θερμοκρασία επώασης.  Τίποτε δεν πεθαίνει αρκεί να κατανοείται ως αναγκαία συνθήκη. Ο Ίκαρος  ξέρει πως αφού φτάσαμε έως εδώ δεν μας μένει τίποτε άλλο  παρά να αρχίσουμε να σκάβουμε . Ο καλός αναγνώστης  θα ψάξει τώρα τις λεπτομέρειες πίσω από τα σκίτσα και τα γραμματόσημα, πίσω απ΄ τα σκηνοθετημένα «ατελή» πλάνα. Το ελλειπτικό  μισοκρύβεται σε μια διήγηση που μοιάζει εφηβική ενώπιον της αιματοβαμμένης  Ιστορίας . Εφηβική; Συχνά η ματιά του έφηβου είναι ακριβής, αφαιρετική,  σχεδόν δολοφονική. Είναι επαναστατική σαν καλλιτέχνημα του Όλου.

Η αφαίρεση δείχνει τυχαία, αλλά δεν είναι έτσι. Λέξη προς λέξη συγκρατεί και δαμάζει το φορτίο του ο Ίκαρος.  Νοιώθεις το φρενάρισμα ακριβώς τη στιγμή που πρέπει. Ούτε στο γκρεμό πέφτεις, ούτε η ευθεία σε νανουρίζει. Συνεχώς σε εγρήγορση αναγνώστη. Η συνέχεια μπορεί να βρεθεί δίπλα ή μίλια μακριά. Αρκεί ο αναγνώστης να αντιληφθεί  την ενότητα των πραγμάτων. Οι συμβολισμοί εφορμούν σαν αγρίμια. Τα ονόματα των ηρώων που παρατίθενται δεν είναι επίδειξη  ούτε αλαζονεία για  σπουδαίες γνωριμίες κι επαφές. Είναι βοτάνια με ονομασία προέλευσης για κάθε συνταγή. Οι γητειές του Μπαμπασάκη.

 

IX. «1983…Το μυθιστόρημα μια είναι ιαχή και μια ψέλλισμα. Βουρκώνει, το Μυθιστόρημα». «Ιούλιος 2002… Το Μυθιστόρημα είναι η ηχώ των δακρύων».

Με τέτοιο  εξοπλισμό «Το Μέσα Από Τα Βλέφαρά μας» είναι κυρίως ποιητική συλλογή.    Σταγόνες χωροχρόνου  με 87  εξαιρετικές γεύσεις. Ποιήματα-Ρεπορτάζ, σχεδόν Ντοκιμαντέρ, ή ποιητικά σενάρια για Ντοκιμαντέρ με εξαιρετικούς ακροτελεύτιους στίχους.  Αυτόνομοι αφορισμοί. Εικόνες με λέξεις  από έναν ανεπανάληπτο  έρωτα ως τη

απώλεια εν  ονόματι μιας Χαμένης Άνοιξης· ή μήπως δεν είναι χαμένη;  Πως μυρίζουν

οι νύχτες την άνοιξη…

«Αρχές 2000…Το Μυθιστόρημα είναι το Ουαί της Ηττημένοις». «1985 ή 1986… Το Μυθιστόρημα είναι η Τρελή Μπίλια στο Φλιπεράκι».

 

 

 

* Ο Σταύρος Σταμπόγλης είναι Αρχιτέκτων DESA-Μέλος ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ και ΤΕΕ. Γεννήθηκε το 1946  στην Αθήνα. Δημοσίευσε για πρώτη φορά  το 2007. Έχει δημοσιεύσει 8 ποιητικές συλλογές και δυο συλλογές διηγημάτων. Τελευταία ποιητική συλλογή  «Διηγήσεις πόλεων» Κέδρος 2016. Είναι μέλος του «Κύκλου Ποιητών». 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top