Fractal

Οι συρρικνωμένοι θεοί του σοσιαλιστικού στρατοπέδου

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

to-lykofwsΙσμαήλ Κανταρέ, “Το λυκόφως των θεών της στέπας”, Μετάφραση: Αλέξανδρος Βέλιος. Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου. Αθήνα, 1990

 

Το 1958, ο Ισμαήλ Κανταρέ επιλέχθηκε να παρακολουθήσει ένα  πρόγραμμα λογοτεχνικών σπουδών ως μεταπτυχιακός φοιτητής στο διάσημο Ινστιτούτο Παγκόσμιας Λογοτεχνίας Γκόργκι της Μόσχας. Ετούτο το μυθιστόρημα του Αλβανού Ισμαήλ Κανταρέ, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα δύο χρόνια που πέρασε ο συγγραφέας εκεί. Η Αλβανία τότε βρισκόταν σε πολιτική κατάσταση καλών σχέσεων με  την ΕΣΣΔ, αλλά η περίοδος παραμονής του Κανταρέ στη Μόσχα συνέπεσε κατά τη διάρκεια της εποχής του Χρουστσόφ, σε μια εποχή που η Αλβανία με τον ηγέτη της, Ενβέρ Χότζα, να  αποστασιοποιείται από την προστάτιδά της. Το βιβλίο εστιάζεται κυρίως στην ύπουλη, γκριζόμαυρη και πληκτική διαμονή των φοιτητών στο Ινστιτούτο, γεμάτο συγγραφείς που δρομολογήθηκαν για να γράψουν λογοτεχνία που θα δοξάζει τον κομμουνισμό, αλλά οι οποίοι ταυτόχρονα βρίσκονταν σε ψυχικό αναβρασμό και ήταν δυσαρεστημένοι. Ο Κανταρέ σε όλη αυτή τη δημιουργηθείσα κατάσταση, αναγκάστηκε να κρυφτεί βαθιά μέσα στις μεταφορές και τους πλούσιους θρύλους της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων. Εδώ, ο μύθος του Κωνσταντίνου και της Ντορουντίν, η οποία ενσωματώνει την αλβανική πίστη στην τήρηση του λόγου και της υπόσχεσης ακόμη και μετά το θάνατο, μέσα από τον τάφο, διερευνάται έξυπνα και παίζεται στους ζοφερούς δρόμους της Μόσχας. Ενώ το κράτος εξαπολύει εκστρατεία σπίλωσης του Μπόρις Παστερνάκ, ο οποίος κέρδισε το βραβείο Νόμπελ για τη λογοτεχνία, το βιβλίο αναπηδά και στρέφεται αλλού όταν ο αφηγητής βρίσκεται με μια κοπέλα. Η σεξουαλική επιθυμία του λάμπει σε αντιδιαστολή με τη  θαμπή νάρκη του ψυχρού πολέμου.

Το ‘Λυκόφως των  Θεών της Στέπας’ είναι το βιβλίο που αναδημιουργεί λογοτεχνικά το χρόνο που δαπάνησε ο Κανταρέ σε αυτό το εργαστήριο της διάνοιας, ένα ινστιτούτο που δημιουργήθηκε με σκοπό την παραγωγή μιας νέας γενιάς ποιητών, πεζογράφων και θεατρικών συγγραφέων, όλοι από τους οποίους θα ακολουθούσαν και θα ήταν προσκολλημένοι στη σοσιαλιστική ρεαλιστή αισθητική την επικυρωμένη από την ΕΣΣΔ. Κατά την παραμονή του στο Ινστιτούτο Γκόργκι, στην πραγματικότητα ένα είδος μικρογραφίας της Σοβιετικής Ένωσης, όπου οι συγγραφείς από τη βαθύτερη Σιβηρία, το Καζακστάν και τον Καύκασο, έρχονταν να σπουδάσουν, η παραμονή του  Κανταρέ πέφτει επιπλέον πάνω στο βραβείο Νόμπελ που κερδίζει ο  Μπόρις Παστερνάκ, και κυρίως την εποχή κατά την οποία η Σοβιετική Ένωση απαίτησε από τον Παστερνάκ να απαρνηθεί το ξενόφερτο βραβείο, ειδάλλως θα   καταδικαστεί σε εξορία και θα τεθεί στο περιθώριο.

Η παραμονή του Κανταρέ στο Ινστιτούτο της λεωφόρου Τβερσκόι της Μόσχας, οι μεθυσμένες νύχτες, οι διεφθαρμένοι καθηγητές, έρχονται με μυθιστορηματικό τρόπο  στο βιβλίο ετούτο, σε ένα μυθιστόρημα που εμπλέκει τους ρωσικούς και αλβανικούς  μύθους με τη σοβιετική ιστορία. Το ‘Λυκόφως των Θεών της Στέπας’, είναι ένα πορτρέτο μιας πόλης και μια ιστορία της νεολαίας, της πίστης και στη συνέχεια της απογοήτευσης, και τέλος της απίστευτης σημασίας του γραπτού λόγου.

Ο Ισμαήλ Κανταρέ, ο Αλβανός μυθιστοριογράφος και για πολλά χρόνια  υποψήφιος νομπελίστας, έχει από καιρό διαιρέσει την κοινή γνώμη, και όχι μόνο για το λογοτεχνικό του έργο.  Ορισμένοι δυτικοί σχολιαστές δεν άργησαν να εκφράσουν τις σοβαρές τους υποψίες για κάποιον που κατάφερε να ζήσει, σχετικά άνετα, σε εκείνη την  Αλβανία του Ενβέρ Χότζα, μια από τις πλέον βάναυσες και περίεργες σοσιαλιστικές δικτατορίες. Ένα σκληροτράχηλο και καταπιεστικό καθεστώς Χότζα, ο οποίος επεξέτεινε την εφαρμογή των νόμων του σε όλες τις πτυχές της ζωής των Αλβανών. Για την εξάλειψη κάθε διαφωνίας στις αποφάσεις που έπαιρνε και γενικώς στον τρόπο διακυβέρνησής του, φυλάκισε χιλιάδες σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας, ενώ πολλοί περισσότεροι βασανίστηκαν και κάποιοι μάλιστα εκτελέστηκαν.

 

 Ο δυτικός πολιτισμός, άλλωστε, είχε θεωρηθεί ως εχθρικός,  και ακόμη πιο γελοίο ήταν το γεγονός, ότι οι γενειάδες είχαν απαγορευτεί ως ανθυγιεινές. Για ένα χρονικό διάστημα, το άρμα της Αλβανίας βρισκόταν σε αγαστή πορεία με τη Σοβιετική Ένωση. Ο Ισμαήλ Κανταρέ, κατά τη γνώμη σεβαστών εμπειρογνωμόνων των  Βαλκανίων, ήταν προνομιακό μέλος της άρχουσας τάξης της Αλβανίας και βεβαίως πολύ  προσεκτικός ώστε να μην θέσει σε κίνδυνο τον εαυτό του. Πολλοί από το εξωτερικό τον θεωρούσαν ως ανδρείκελο του σκληρού Αλβανικού καθεστώτος. Βέβαια, λίγοι ήταν διατεθειμένοι να τον υπερασπιστούν, αλλά κάποιες γνώμες άρχισαν σταδιακά να αλλάζουν μόλις περισσότερες λεπτομέρειες ήρθαν στο φως της δημοσιότητας, γύρω στην αλλαγή της χιλιετίας, για το πως ήταν συγκεκριμένα η ζωή  για τους καλλιτέχνες και τους συγγραφείς που εργάζονταν πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Λογικό φαίνεται μετά όλα αυτά, τον τελευταίο καιρό, η φήμη Κανταρέ να έχει εκτοξευθεί και τα βραβεία, οι τιμητικές διακρίσεις και οι εμφανίσεις σε φεστιβάλ βιβλίου να  έχουν αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό  που κάποτε θα ήταν απλώς αδιανόητο. Παράλληλα με την μετάφραση των έργων του, άρχισαν να γράφονται και πολυσέλιδες εισαγωγές στα βιβλία του από κριτικούς της λογοτεχνίας, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να ενδιαφέρονται και οι μη εξοικειωμένοι με τη μεταπολεμική ζωή του Ανατολικού Μπλοκ, γενικά, και της Αλβανίας ειδικότερα.

kanta_1

 

Η χώρα της  Αλβανίας, από το 1949, παρείχε ένα ασφαλές αγκυροβόλιο για  τους σοβιετικούς  στη Μεσόγειο. Με τη λήξη του δευτέρου  Παγκοσμίου Πολέμου, η βασική  στρατιωτική και πολιτική δύναμη της χώρας, δηλαδή  το Κομμουνιστικό Κόμμα, έστειλε το στρατό του στα βόρεια τμήματα της Αλβανίας να καταστρέψει τις εθνικιστικές δυνάμεις και να εξαλείψει τους αντιπάλους του. Οι μάχες και αντεγκλήσεις αυτές, υπήρξαν η αφετηρία πολλών άλλων τραγωδιών που συνέβησαν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Ενβέρ Χότζα και το σπουδαιότερο  καταργήθηκαν η ανθρώπινη ελευθερία και τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.

 

kanta_2

Μετά την απελευθέρωση της Αλβανίας από τη Ναζιστική κατοχή, η χώρα έγινε Κομμουνιστικό κράτος, η γνωστή Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας, που μετονομάστηκε. όμως, σε Λαϊκή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Αλβανίας, το 1976, υπό την ηγεσία του Ενβέρ Χότζα και του Κόμματος Εργασίας της Αλβανίας. Η κατάργηση της μοναρχίας και η εγκαθίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας, σηματοδότησαν την σοσιαλιστική ανοικοδόμηση της Αλβανίας. Ψηφίστηκαν δραστικοί νόμοι αγροτικής μεταρρύθμισης, που παραχωρούσαν τη γη στους εργάτες και στους αγρότες που την καλλιεργούσαν, η γεωργία άρχισε να γίνεται συνεταιριστική και η παραγωγή αυξήθηκε σημαντικά, καθιστώντας έτσι την Αλβανία γεωργικά αυτάρκη. Το 1955, επιπλέον, ο αναλφαβητισμός είχε εξαλειφθεί στον πληθυσμό ενηλίκων της Αλβανίας. Ήταν μια περίοδος ταχείας οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και πρωτοφανούς προόδου στους τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης. Την ίδια στιγμή όμως, περιορίστηκαν δραστικά οι θρησκευτικές ελευθερίες και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις αρκετοί ήταν εκείνοι, πιστοί, ουλεμάδες και ιερείς, που συνελήφθησαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν.  Το 1967 η Αλβανία κηρύχτηκε το πρώτο αθεϊστικό κράτος στον κόσμο και εκατοντάδες τζαμιά και δεκάδες Ισλαμικές βιβλιοθήκες  που περιελάμβαναν ανεκτίμητα χειρόγραφα, δεν γλύτωσαν της μανίας και  καταστράφηκαν, ενώ και πολλές εκκλησίες μετατράπηκαν σε πολιτιστικά κέντρα.

Προς  το τέλος της δεκαετίας του 1950, όμως,  για να επιστρέψουμε στο βιβλίο, η ένταση μεταξύ  Μόσχας και Τιράνων, αυξήθηκε.  Το ‘Λυκόφως των  Θεών της Στέπας’ συνεπώς, αποτελεί  αντανάκλαση της παράνοιας και της καχυποψίας που επικρατούσε, στην οποία όποιος έκανε μια λάθος κίνηση ή πρόφερε ή παρουσίαζε κάτι που θα μπορούσε να θεωρηθεί ανατρεπτικό, θα μπορούσε να αναμένει σκληρά αντίποινα. Στο επίκεντρό του, όπως ήδη ελέχθη,   βρίσκεται η απονομή, το 1958, του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Μπόρις Παστερνάκ, γεγονός βεβαίως που αντί να χαροποιήσει τη Σοβιετική Ένωση, να οδηγήσει σε πρωτόγνωρη φασαρία σε όλα τα μήκη και πλάτη της απέραντης χώρας της ΕΣΣΔ.

Ο αφηγητής της μυθιστορηματικής ετούτης αυτοβιογραφίας, όπως ήδη είπαμε, είναι ένας νεαρός Αλβανός συγγραφέας, ο οποίος είναι σπουδαστής στο Ινστιτούτο Παγκόσμιας Λογοτεχνίας Γκόργκι, στη Μόσχα. Στο κείμενο εμφιλοχωρούν πολλοί χαρακτήρες από σχεδόν όλες τις σοβιετικές σοσιαλιστικές δημοκρατίες, οι περισσότεροι από τους οποίους  ήταν υπαρκτοί. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμο να το τονιστεί ότι οι περισσότεροι τρόφιμοι του ινστιτούτου ήταν γνωστοί συγγραφείς στις πόλεις και τις δημοκρατίες καταγωγής τους. Ο αφηγητής του Κανταρέ, τους περιγράφει αναλυτικά, με ωμότητα και έκδηλο ρεαλισμό. ‘… τα βαριά καθήκοντα των θέσεών τους ή οι λεπτές ίντριγκες, τους είχαν αναγκάσει να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους και που μόνον τότε, αφού εξόντωσαν τους αντιπάλους τους, αφού τους κατηγόρησαν για σταλινισμό, για μπουρζουάδικο εθνικισμό, για ρωσοφοβία, για φολκλορισμό, για στενό σωβινισμό, κ.λ.π., αφού κατέστρεψαν τις λογοτεχνικές τους καριέρες και απαγόρευσαν τη δημοσίευση των έργων τους, αφού τους κατάντησαν να παραδοθούν στο ποτό ή να αυτοκτονήσουν, ή πολύ απλά αφού τους εξόρισαν, αφού λοιπόν έκαναν όλα αυτά, είχαν σκεφτεί να έρθουν στο Ινστιτούτο Γκόργκι, να τελειοποιήσουν τη λογοτεχνική τους παιδεία…’. Λίγο παρακάτω, γίνεται περισσότερο ρεαλιστής και  ειρωνικός,  για όλους εκείνους που μαζεύτηκαν στο Ινστιτούτο. ‘… μιλούσαν με βραχνή φωνή τις γλώσσες που είχαν απαρνηθεί, χτυπούσαν το στήθος με γροθιές, έκλαιγαν με λυγμούς, ορκίζονταν να μην τις ξεχάσουν ποτέ, να τις μιλούν στα όνειρά τους, ομολογούσαν τη δειλία τους, που τις εγκατέλειψαν εκεί, στο έλεος του βουνού ή της ερήμου, αυτές τις μητέρες τους, για μια μητριά, τη ρωσική γλώσσα’. Μπορεί όμως οι άλλοι συγγραφείς να απαρνήθηκαν τη μητρική τους γλώσσα, αλλά ο αφηγητής δεν σκοπεύει να ακολουθήσει την ίδια συνταγή. Γι’ αυτόν, ο πολιτισμός και οι μύθοι της χώρας του, η γλώσσα και η ιστορία είναι εγγενείς στην τέχνη του, και μέρος αυτού του μυθιστορήματος είναι άρρηκτα δεμένο πάνω στην παράφραση παρόμοιων αναφορών της ελληνικής μυθολογίας.

 

Ismail Kadare

Ismail Kadare

 

Αργότερα, αφού δόθηκε το βραβείο Νόμπελ στον Παστερνάκ,  αναφέρει  σε ένα φίλο του, πως διάβασε τυχαία κάποιες σελίδες του, κι εκείνος του απαντά, ‘…μην πεις σε κανένα. Απ’ το τίποτα μπορεί να βρεις το μπελά σου’.  Αλλά βέβαια συναρπαστικότερη απ’ όλα αυτά ήταν  η κατευθυνόμενη εκστρατεία εναντίον του Παστερνάκ, η οποία επισκίασε όλα τα γεγονότα της εποχής εκείνης. Το ένα έκτο του πλανήτη ήταν πλημμυρισμένο για μία ακόμη φορά κάτω από ένα παλιρροϊκό κύμα  αλληλοκατηγοριών, γράφει ο Κανταρέ. Η καταδίκη του νομπελίστα πια Παστερνάκ, ερχόταν από κάθε κατεύθυνση, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν όλων των συγγραφέων και συναδέλφων του. Ραδιόφωνο, τηλεόραση, εφημερίδες, γεμάτα άρθρα και επιθέσεις εναντίον του εξωμότη συγγραφέα. Τηλεγραφήματα, επιστολές, ανακοινώσεις εργατικών σωματείων και διαμαρτυρίες, κυρίως συγγραφέων.

Ο αφηγητής είναι απογοητευμένος με την όλη κατάσταση, αλλά παράλληλα με το παραπάνω μαρτύριο, είναι κι ερωτευμένος, και δυστυχώς η μία κατάσταση επηρεάζει την άλλη. Φοβόταν σταθερά μήπως πιαστεί στα γρανάζια εκείνης της φοβερής μηχανής που απλωνόταν στο ένα έκτο της γης. Εποχή δύσκολη κατά την οποία η ψυχρότητα ανάμεσα στην Αλβανία και τη Σοβιετική Ένωση, ήταν μια περίεργη και εγκυμονούσα πραγματικότητα με άγνωστη κατάληξη.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top