Fractal

Μνήμες ζωής ζώσας

Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη //

 

Θοδωρής Σαρηγκιόλης «Το δέρμα του χρόνου», εκδ. Γαβριηλίδης, σελ. 44

 

Ποιήματα για το ποιόν του Χρόνου αναφορικά με την ανθρώπινη ζωή. Η Ιστορία, τα αποτυπώματα, τα σημάδια, τα τεκμήρια. Ολιγόστιχα -αλλά εύστοχα τα περισσότερα-είναι τα ποιήματα του Θοδωρή Σαρηγκιόλη, ιχνηλατούν τις ανθρώπινες αντοχές, τα όρια της ύπαρξης, την υφή της Αλήθειας και της Ουσίας. Στα «Φύλλα χαλκού »θα αναρωτηθεί: «[…]πού θα μας πάει η ροή,/σε ποια θάλασσα θα καταλήξει το ποτάμι;» H ζωή είναι απρόβλεπτη, αβέβαιη και ανατρεπτική. Επίσης, είναι πολύπλοκη, πλουραλιστική, πολυδιάστατη. Μέσα στο ίδιο ποίημα διαβάζουμε: «Ο άνεμος σηκώνει τα φύλλα, τα στροβιλίζει,/καταστρέφει την ομορφιά του τυχαίου./Η νύχτα θα φέρει άλλες εκδοχές/να ψιθυρίσουν τα μυστικά του επερχόμενου χειμώνα/»

Έχουν καλή οικονομία τα ποιήματα τούτα, και αισθάνεσαι ότι «αγγίζουν την ψίχα των πραγμάτων». Ο ποιητής αγαπά τα ενδεχόμενα, και την αθέατη πλευρά των καταστάσεων και μπαίνει στην καρδιά του νοήματος, χωρίς να μπλέκει με χαώδεις καταστάσεις. Στο ποίημα «Είχε έναν ήσυχο τρόπο» γράφει: «Με την αγαπητική ειρωνεία του/υπονόμευε τις βεβαιότητες,/τα στερεότυπα ,τις κοινοτοπίες,/Αποκαθήλωνε τα σύμβολα./»

Το ποίημα «Φωτογραφίες» σαν παλιό νοσταλγικό τραγούδι. Οι φωτογραφίες μπορεί να ξυπνήσουν μνήμες και συναισθήματα που από καιρό κοιμούνται. Ο χρόνος παίζει τα παιχνίδια του διαρκώς και μπορεί να είναι ανελέητος. Το θέμα είναι ότι η γνήσια, η αληθινή ζωή είναι έξω από τις φωτογραφίες που συχνά φυλακίζουν το παρών των ανθρώπων και τους εγκλωβίζουν σε ένα βασανιστικό παρελθόν. Ο ποιητής στην τελευταία στροφή του ποιήματος είναι προτρεπτικός:

«Ήρθε ο καιρός να βγεις απ’ τις φωτογραφίες,/να κατοικήσεις έξω απ’ το πλάνο/εσύ ο απλανής να πλανηθείς στο χώρο,/όπου οι πλάνητες χαράζουν άλλους δρόμους./»

Η μνήμη παρούσα μέσα στο βιβλίο, να επιβάλλει τις εικόνες της, να ξεδιπλώνεται, να μετράει το χρόνο με τρυφερότητα! Και ως θέμα να είναι δοσμένο με περίσσια ευαισθησία! Στο ποίημα «Μνήμη αναχώρησης» γράφει: «Να μη λησμονήσεις τον κοινό μας τόπο,/τις πηγές που μας ξεδιψούσαν/και πότιζαν τις ρίζες του χρόνου./Ήταν κρύο το πρωί της αναχώρησης,/τα τζάμια χνοτισμένα, το πλοίο ανυπόμονο/στο φουλ οι μηχανές./Στήλη άλατος εσύ να ξεπαγιάζεις/σαν τη μνήμη που γυμνώθηκε./»

Τα πιο πολλά ποιήματα είναι σε ελεύθερο στίχο που διαθέτει εκφραστικότητα σε συνδυασμό όμως με μια στοχαστική διάθεση. Το λογοπαίγνιο με τις έννοιες γλώσσα-πατρίδα στο ποίημα «Δίκοπη λαλιά» (που το αφιερώνει στον Μάρκο Μέσκο) δεν είναι επιφανειακό, αλλά ουσιαστικό. Ξεκινάει ως εξής: «Η πατρίδα μου γλώσσα δεν έχει’/λουλούδια άχρωμα, δέντρα άοσμα,/πέτρες που μουλιάζουν στον καιρό/στην υγρασία των αιώνων./»Τελειώνει ως εξής: «Η γλώσσα μου πατρίδα δεν έχει’ με κουπιά λιμνάζει σπασμένα,/με τα όνειρα δεμένα πλαγιάζει./»

 

Θοδωρής Σαρηγκιόλης

 

Ο ελεύθερος στίχος εγκαταλείπεται στο ποίημα «Σαν τραγούδι παλιό», όπου ο ποιητής χρησιμοποιεί ομοιοκαταληξία και δημιουργεί ένα ποίημα παραδοσιακής κατεύθυνσης και υφής που θυμίζει ποιήματα της Πολυδούρη και του Καρυωτάκη. Ο τίτλος οπότε, που παραπέμπει σε ποιήματα άλλων καιρών, ταιριάζει απόλυτα. Το παραθέτω ολόκληρο, είναι τρυφερό, αληθινό, απολύτως ισορροπημένο, σαν παλιό νοσταλγικό άσμα:

 

Στου έρωτα φαινόσουνα το βάθος

μ’ ένα φτερό για άνθος στο κεφάλι,

θαμπή φιγούρα μέσα στο μπουκάλι,

της νύχτας όνειρο ή πάλι λάθος;

 

Της νύχτας με οδηγεί μια φωταψία

σ’ ένα σοκάκι μέσα στην αιθάλη

κι έτσι γλυκιά που έρχεται μια ζάλη

σαν αναπάντεχη είναι χειραψία.

 

Στη δεύτερη ενότητα του βιβλίου ο τίτλος είναι «Το τέλος των ονομάτων» (1993), μια παλαιότερη εργασία του με «πρόθεση βάθους και μόνο» και, με «την προοπτική του απείρου», επίσης. Με ισορροπία και σύνεση ο ποιητής χτίζει τη γλώσσα του, ισορροπώντας ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, επιμένοντας να λέει ιστορίες όχι υπερβολικές, αλλά ανθρώπινες, ποιητικά φιλτραρισμένες, ωστόσο.

 

ΡΑΚΟΣΥΛΛΕΚΤΗΣ

 

Παλεύω με τις λέξεις τη νύχτα,

τη μέρα σκαλίζω ό,τι απέμεινε’

ρακοσυλλέκτης σε χωματερή

λίθους πολύτιμους γυρεύω.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top