Fractal

Μ’ αυτούς που αγαπάς δεν έχει τέλος το ταξίδι

Γράφει ο Γιάννης Αντιόχου //

 

 

«Το δέντρο που ανατέλλει», Δάφνη Νικήτα, Εκδόσεις Καστανιώτη 2018

 

Καταλήγει ενδιαφέρον πως η ενασχόλησή μου με την ποίηση τής Δάφνης Νικήτα με προκαλεί μορφικά και η πρόκληση έγκειται στο γεγονός πως ζηλεύω την έκταση της φόρμας των ποιημάτων της.

Η Δάφνη Νικήτα ολιγογράφος εμφανίζεται στην ελληνική ποιητική παραγωγή με τη συλλογή «Το βροχερό βαγόνι» από τις εκδόσεις Ροδακιό το 2007 και σήμερα αριθμεί το τέταρτο ποιητικό  βιβλίο από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Δεν θα συνάγω το κοινότοπο συμπέρασμα πως πρόκειται εμφανώς για γυναικεία ποιητική γραφή αφού είναι αυτονόητο πως η Δάφνη Νικήτα εμφορείται από το φύλο της και έτσι ξεκινάει το ταξίδι της στο «Δέντρο που ανατέλλει». Ένα δέντρο της αυλής που ανεβαίνει στο δωμάτιό της και της μιλά για τη χώρα εκείνη όπου ο ήλιος μόνο ανατέλλει.

Η ποίηση της Δάφνης Νικήτα έχει μια ξεκαθαρή εικονοποιεία, αν και πολλές φορές η ξεκάθαρη της πραγματικότητα μοιάζει με υπερπραγματικότητα. Μια στέρεη και καθαρή ποιητική αφήγηση που δεν χρησιμοποιεί ευφυολογήματα και ατάκες που δυστυχώς σήμερα αναπαράγονται σωρηδόν πια μέσα στα ποιητικά βιβλία. Ο κορμός του δέντρου είναι το κορμί της, το ποιητικό και φυσικό της σώμα που πρέπει να ομολογήσω πως το διαβάζω πάσχον. Πώς είναι θα μου πείτε δυνατόν να μην πάσχει το σώμα, πώς είναι δυνατόν να μην εκκινεί με το πάθος του ποίηση; Σήμερα οι ποιητές που δηλωτικά εκκινούνται από μια γραφή σωματική ολοένα και λιγοστεύουν, αφού ο ποιητικός κανόνας θέλει την ποίηση να συνομιλεί διακειμενικά με άλλους ποιητές και λογοτέχνες προσδίδοντας στο παραγόμενο ποίημα έναν θαυμασμό, ένα επιφώνημα του αναγνώστη, μια έκπληξη. Η Δάφνη Νικήτα δεν καταφεύγει σε τέτοια τεχνάσματα γιατί έχει δική της χροιά και ήδη έχει αρχίσει να σχηματίζει ένα αναγνωρίσιμο σύμπαν που κάποιος μπορεί να ιχνηλατεί από βιβλίο σε βιβλίο.

Νομίζω πως από τότε που την πρωτοδιάβασα μέχρι σήμερα η ποιήτρια προσπαθεί να ξορκίσει με την ποίησή της κάτι χαμένο, αλλιώς ίσως βιαστικά βγάζω το οντολογικό συμπέρασμα πως αγαπάει με τον ίδιο τρόπο. Αυτό που αλλάζει στον τρόπο του πάσχοντος σώματος της είναι πλέον πως αυτό δείχνει τα σημεία της φθοράς του πιο δηλωτικά.

Λέει στο ποίημα «Μια αληθινή ιστορία που δεν συνέβηκε ποτέ»:

…η επαλήθευση γεννιέται στην επανάληψη / μόνο που το τέλος εδώ / είναι σαν τον άνεμο/ που σε σκορπάει/ παντού

 

και στο ποίημα «Περιπέτεια για δύο πρόσωπα» : ό,τι πονάει δίνει νόημα.

 

Αυτό όμως που με έλκει στην ποίηση της Δάφνης Νικήτα είναι η αποπροσωποίηση του άλλου, του υποκειμένου της. Δεν μπορούμε να βρούμε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά παρά μια άλλη ύπαρξη σαν σκιά που περιδιαβαίνει τις σελίδες της ποιητικής της αφήγησης. Είναι ένας τρόπος να καταργήσει την ετερότητα κι αυτό δημιουργεί και την ταύτιση με τον τυχαίο αναγνώστη της ποίησής της.

Η εικονοποιεία της Νικήτα είναι εικαστική. Ακίνητοι ναρκωτικοί πίνακες ζωγραφικής δημιουργούν έναν πολύχρωμο καμβά. Αραιά και που τοποθετεί μια ολοκάθαρη σκιά, τη σκιά της απαγγέλλοντας  τα ακραία ολιγόστιχα ποιήματα —απλωμένα ιντερμέδια στο σώμα του βιβλίου, όπως:

Μ’ αυτούς που αγαπάς δεν έχει τέλος το ταξίδι.

Η ευτυχία κρυμμένη σε φωτεινά φτερά που καίνε.

Πιο μακριά και απ’ το ταξίδι.

 

Το δέντρο που ανατέλλει είναι μια ποιητική σύνθεση, μια ποιητική διήγηση για την ματαίωση και την υπόσχεση, για το πως η ποιήτρια θα καταφέρει να υπάρξει αυτάρκης μέσα από τη γραφή. Υπάρχουν δύο ιδιαίτερα ποιήματα σχεδόν στη μέση του βιβλίου και συγκεκριμένα στις σελίδες 40 και 41: «Τα απογεύματα μιας ξένης» και το ποίημα «Ύπαρξη».

 

Τα απογεύματα μια ξένης

 

Έχω υπάρξει

μια άλλη

-η ξένη-

κάποια βαρετά απογεύματα

στη δική μου πόλη

στο δικό μου σπίτι

στο δικό μου σώμα

μια άλλη

που δεν γνώρισα

και δεν θα γνωρίσω

ποτέ

 

 

Ύπαρξη

 

Γράφω μόνο

για να νιώθω

πως ίσως υπάρχω

στην καρδιά

ενός ποιήματος

την ώρα που γεννιέται

από τα χείλη

της ψυχής

 

 

Δάφνη Νικήτα

 

Ας τα ονομάσω μια στιγμή του παρελθόντος και μια του  παρόντος της ποιήτριας, στίχοι ποιητικής το ποίημα «Ύπαρξη» που βασικά ως ομότεχνος της γνωρίζω πως είναι ας πούμε ένα ποίημα format για να συνεχίσει την ποιητική της αφήγηση. Μια καταβύθιση στον φόβο της ποιητικής διαδρομής.

Οι λέξεις/ -το ξέρω-/ κάποια μέρα/ ή και νύχτα/ θα με εκδικηθούν σκληρά/  απόλυτα/ θα μ’ εγκαταλείψουν/ όλες

Η ηρωίδα της Νικήτα έχει μια υγρασία, είναι η βροχή. Μ’ αυτό τον τρόπο αλλάζει το σχήμα της. Ρέει. Θέλει να χωρέσει παντού —δίχως μεγαλεπήβολα σχέδια. Θέλει να χωρέσει σε αυτό που αναγνωρίζει εκείνη ως ομορφιά —κι εγώ διαβάζω αυτή την ομορφιά ως την μεγαλύτερη απλότητα που μπορεί να υπάρξει. Αναγνωρίζει πως η ποίηση ως μέσο επίτευξης των στόχων της είναι θηριώδης μούσα. Ξέρει πως οι λέξεις, οι δικές της λέξεις θα την τιμωρήσουν εγκαταλείποντας την όλες.

Το δέντρο που ανατέλλει είναι μια αστική χαμηλόφωνη ποίηση κι όσο πιο σφιχτά μορφικά εμφανίζονται ανατέλλουν τα ποιήματα τόσο μεγαλύτερη διάρκεια έχουν, αφού η ποιήτρια γνωρίζει καλά το πλεονέκτημα της αιώρησης. Στο ποίημα «Σαλόνι» επιρρώνει αυτό μου το συλλογισμό γράφοντας:   Αιωρείται/ καιρό τώρα/ μια βάρκα από βαμμένο χαρτί/στο σαλόνι μου/ δώρο/ για τα χρόνια που έφυγαν/ από τις μικρές χαραμάδες/ στις πόρτες/ τις ρωγμές/ στα ξύλινα πατώματα… Έτσι προχωράει σε μια ολοκληρωτική συμφιλίωση με τον χρόνο που περνάει και την καταδυναστεύει. Φαντάζομαι πως ο χρόνος είναι διαφορετικός ως ουσία για τις γυναίκες από ότι για τους άντρες. Παρόλα αυτά γράφει μια ποίηση χωρίς αυτισμό, απρόσωπη, δίχως ετερότητα που την οδηγεί σε όλους και βέβαια σ’ αυτό που εγώ πια στην ηλικία μου παρατηρώ και ονομάζω συντριβή πάνω στον ακίνητο χρόνο.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top