Fractal

Ίσως, τελικά, σκέφτομαι σημαίνει συνεχίζω

Γράφει ο Γιώργης Σαράτσης //

 

Γιάννης Ζαραμπούκας «Το αναπόφευκτο της Μοναξιάς», εκδ. Πνοή

 

Όλη η ύπαρξη απορρέει και συγκλείνει προς τέσσερις, πέντε το πολύ άξονες: τον έρωτα, τον πόνο, τη φθορά, την μοναξιά και τον θάνατο. Ο λόγος για την πρώτη ποιητική προσπάθεια του νεαρού Γιάννη Ζαραμπούκα και τις αλήθειες που επιχειρεί να κοιτάξει κατάματα.

 

Ξεφύλλισα τη συλλογή ένα πρωινό καθημερινής. Του ζήτησα μάλιστα να προσπαθήσει να παραμείνει το ίδιο αθώος όπως στους στίχους του. Με συγκίνησε ιδιαίτερα η ανάγκη του να αφιερώσει την πρώτη συλλογή στην οικογένειά του. Τους αφιερώνει, ουσιαστικά, το αναπόφευκτο της μοναξιάς του.

 

Η πρώτη ποιητική του Γιάννη Ζαραμπούκα δεν θα μπορούσε παρά να περιέχει έρωτα, πόνο, φθορά, θάνατο και σίγουρα το αναπόφευκτο της μοναξιάς. Και ευτυχώς τολμάει νωρίς να διαπραγματευτεί έννοιες, τις οποίες αποφεύγουν επιδέξια οι περισσότεροι ενήλικες. Όχι τόσο από φόβο, παρά από αδιαφορία μπορεί και ανοησία. Ως όντα επιπόλαια και τρομαγμένα δεν αφήσαμε έννοια ή αξία που να μην τη διυλίσουμε, να μην την δαιμονοποιήσουμε. Ας το ξεκαθαρίσουμε εξαρχής: ολόκληρη η ύπαρξη δεν είναι παρά μία απέραντη μοναξιά. Μία φαινομενική εν πρώτοις μοναξιά.

 

Κάθε κατάθεση, έτσι και αυτή, έχει τουλάχιστον ένα κλειδί που την ξεκλειδώνει. Μία λέξη, έναν στίχο, ένα σχήμα λόγου σαν χαραμάδα φωτός προς τον έξω κόσμο. Στη σελίδα 43 υπάρχει η φράση: «ένας σωρός όλα». Στίχος-πυρήνας της συλλογής, ακριβώς γιατί μου θυμίζει το αρχέγονο Χάος του Ησιόδου. Μέσα από τον σωρό της εμπειρίας συλλέγουμε θραύσματα στιγμών, συνθέτοντας –πριν χαθούμε οριστικά– την αλήθεια μας.

 

Στους στίχους του Γιάννη Ζαραμπούκα διαβάζω για την φουρτουνιασμένη θάλασσα της μελαγχολίας και των φόβων του, για χαμένα σαπιοκάραβα και για βάλτους μοναξιάς. Για τον πόνο που αφήνει στάχτη στο πέρασμά του. Διαβάζω για όσο έρχονται, ακριβώς γιατί είναι αναπόφευκτο να ’ρθουν. Για την απουσία που κατέχουμε περισσότερο από την παρουσία. Διαβάζω για «καυτά νερά της αμαρτίας» και για τον έκπτωτο θεό Έρωτα. Μόνο που ο Έρωτας δεν θα μπορούσε να είναι έκπτωτος. Είναι ο Ένας, ο Μέγας ηγεμών που καθιστά έκπτωτους τους θνητούς.

 

Στη σελίδα 15, “Προσευχές στον Έρωτα” διαβάζουμε: «Σάρκες σταρένιες, νεανικές, / σάρκες γυμνές, / πλεγμένες σ’ έναν γόρδιο δεσμό πάθους, / σώμα ένα προσκυνά / στον βωμό της ηδονής, ευλαβικά, / αφήνοντας κραυγές απόλαυσης, / προσευχές στον Έρωτα θεό».

 

Πώς θα μπορούσε, αλήθεια, να είναι έκπτωτος ένας θεός που του αφιερώνουμε προσευχές;

 

Γιάννης Ζαραμπούκας

 

Διακρίνω στους στίχους «αγάπες που ξεχάστηκαν απ’ ανθρώπους βιαστικούς» μέσα στη σιωπή των πόλεων αλλά και απόπειρες να ψηλαφίσει το κενό της ύπαρξης. Όπως συχνά επιστρέφει και στη σιωπή: «Η σιωπή τσαλακώνει / για λίγο μόνο», θα πει. «Άκου! / Δες! / Κι ύστερα σιώπα…», προτρέπει παρακάτω. «Εκεί που το δικό σου γίνεται δικό μου / και το δικό μου δικό σου / Εκεί που τα πάντα σωπαίνουν και παύουν για κάμποσο να υπάρχουν». Διαβάζω: «Λίγο-λίγο καθημερινά θα πεθαίνεις». Πώς το έλεγε στις “Φωνές” ο Αντώνιο Πόρτσια; «Έρχομαι από το πεθαίνω, όχι από το έχω γεννηθεί. Με το έχω γεννηθεί, πάω».

 

Διαβάζω για σκοτάδια που μας καταπίνουν και για ανείπωτα αντίο. Μόνο που όσα δεν λέχθηκαν, δεν υπήρξαν ποτέ. Στη σελίδα 32, “Η φυγή” ενώ λίγο πριν, στη σελίδα 26 ένα κουρέλι μας διδάσκει τη γύμνια. Καθώς όλοι κάτω απ’ τα ρούχα μας παραμένουμε γυμνοί.

 

Οι ποιητές βρέθηκαν στο πιο πρόσφορο έδαφος. Ο καιρός μας είναι γεμάτος αδικία, αηδία, πόνο, ματαίωση. Συστατικά απαραίτητα για να πυροδοτήσουν την γραφή τους. Μη βιαστούμε να ξορκίσουμε το κακό της εποχής. Έχει πολλά ακόμα να μας διδάξει. Και οι στίχοι του νεαρού Γιάννη Ζαραμπούκα έρχονται να καταθέσουν την δική τους νεανική εμπειρία.

 

«Ίσως μια μέρα, / αναπάντεχα όπως έφυγαν, / ξανάρθουν / οι ευτυχισμένες εκείνες μέρες!» / σκέφτεται και συνεχίζει.

 

Ίσως, τελικά, σκέφτομαι σημαίνει συνεχίζω.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top