Fractal

Το αληθινό πρόσωπο του δολοφόνου

Γράφει η Ελένη Χωρεάνθη //

 

 

«Ωστικό κύμα», Νίκος Δαββέτας,  μυθιστόρημα, Εικαστικό εξωφύλλου Peter Blake., The Second Real Targert 25 Years Later, 2009, Σχεδιασμός εξωφύλλου: Βασιλική, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2016

 

Ο Νίκος Δαββέτας ως συγγραφέας μου ήταν γνωστός από μια τυχαία σύντομη συνάντηση στις εκδόσεις Άγκυρα πριν κάποια χρόνια, δεν θυμάμαι αν έγινε κάποια σύσταση, και από την παρουσία του στην ΕΡΤ1, στην εκπομπή των Ροδίτη / Χρονά. Με εντυπωσίασε τότε ο τίτλος του βιβλίου και οι αναφορές του συγγραφέα σχετικά με τα κίνητρα και τους στόχους του. Από τότε ήθελα να ασχοληθώ με το βιβλίο αυτό. Και είναι το πρώτο και μοναδικό βιβλίο του που έχω διαβάσει.

Ομολογουμένως, το «Ωστικό κύμα», ένα σύντομο σχετικά μυθιστόρημα, εύληπτο, ευκρινές και με συνεχή ροή, φαινομενικά απλό, στην πραγματικότητα κινείται σε περισσότερα του ενός επίπεδα, με συχνές αναγωγές στο παρελθόν και αναδρομές με εντρυφήσεις σε επιμέρους γεγονότα, ακόμα και σε μεμονωμένα περιστατικά και σε ασήμαντες στιγμές του πρότερου βίου μιας οικογένειας όπου κυριαρχεί η παρουσία της μητέρας και συζύγου, της Δέσποινας που αποτελεί το κεντρικό και σταθερό σημείο της αφήγησης.

Στο πρόσωπο και τη συμπεριφορά της εύθραυστης, και ανίκανης να διαχειριστεί τα του οίκου της, οικοδέσποινας ενώ προσπαθεί να βρει τα αίτια αυτής της αδυναμίας της, εμπλέκεται περισσότερο στα δίχτυα και στις τρικλοποδιές που τις βάζει  ο εν διαστάσει, σχεδόν πάντα απών, σύζυγος με εναλλαγές και περιπλοκές γεγονότων, προσώπων και περιστατικών προσχεδιασμένων και απρόοπτων με απροσδιόριστες εξελίξεις και πρωθύστερα σχήματα.

Τόσο η συμπεριφορά του αινιγματικού συζύγου, όσο και η αβουλία της γυναίκας να πάρει την κατάσταση στα χέρια και να προλάβει το κακό που το βλέπει να έρχεται, με έχει απασχολήσει αρκετά ώσπου να βρω το «πώς» και το «γιατί» ο Νίκος Δαββέτας έγραψε αυτό το βιβλίο.

Μιας και έχω τη διαστροφή να ξεκινάω από το τέλος την ανάγνωση κειμένων, να αναποδογυρίζω τις φράσεις και τις λέξεις, να ψάχνω πίσω από τα φαινόμενα για να ανακαλύπτω τη βαρύτητα των εννοιών που εκφράζουν πράγματα συγκεκριμένα, μια τακτική που εφάρμοσα στο προκείμενο, διαπίστωσα ότι ο Νίκος Δαββέτας κινείται  πάνω σε διασταυρούμενες συνιστώσες και τεμνόμενες  συντεταγμένες, εσκεμμένα, δημιουργώντας στρεβλώσεις για να έχει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Και πώς, με ποιον τρόπο, πάνω σε συγκαιρινά δεδομένα δομείται και οικοδομείται μια σύγχρονη κοινωνική μυθιστορία που, θεωρούμενη από περιωπής ως ευανάγνωστο παλίμψηστο, απλωμένη σε ταμπλό δίνει σε πρώτο επίπεδο την εικόνα μιας σύγχρονης αστικής οικογένειας και σε μικρογραφία της Ελληνικής και όχι μόνο κοινωνίας, όπως διαμορφώθηκε από την επιβολή και επικράτηση της «νέας τάξης πραγμάτων», της παγκοσμιοποίησης.

Το «Ωστικό κύμα» που δημιούργησε η βομβιστική έκρηξη σιμά στο σταθμό του μετρό στο Λονδίνου, θα μπορούσε να είναι και οπουδήποτε αλλού, πέραν του ότι στοίχισε σε ανθρώπινα θύματα και υλικές ζημιές, έφερε στο φως την αθέατη πλευρά της σύγχρονης ευνομούμενης Ενωμένης Ευρώπης σε γενικό πλάνο με εμφανείς τις βαθιές ρωγμές του συστήματος και την αδυναμία τόσο της οικογένειας, όσο και της κοινωνίας να αντιμετωπίσει και κυρίως να διαχειριστεί δύσκολες καταστάσεις και να δημιουργήσει συνθήκες ασφαλείας για τους πολίτες. Αφού αρκεί ένας βομβιστής σε κλάσματα δευτερολέπτου να βυθίσει στο πένθος και στο χάος του τρόμου ολόκληρες μεγαλουπόλεις πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων, όπως το Λονδίνο ή το Παρίσι, με αντίκτυπο πανευρωπαϊκό.

Αυτό θα μπορούσε να είναι και όντως είναι, μια πανοραμική φωτογραφία της σύγχρονης ζωής, «αυτής τέλος πάντων της παρένθεσης που λέμε –σύγχρονη– ζωή και απαρτίζεται από χιλιάδες ασήμαντες στιγμές», κατά πώς παρατηρεί ευφυώς ο Νίκος Δαββέτας. Συγχρόνως και παράλληλα, παρακολουθεί ο αναγνώστης το χάος που επικρατεί στις οικογενειακές σχέσεις και στις δομές της πολιτείας, της κοινωνίας, αντιστοίχως.

Η Δέσποινα, σύζυγος και προπαντός μητέρα, ως βασικό κύτταρο της οικογένειας, από την αρχή του έγγαμου βίου αντιλαμβάνεται πως κάτι δεν πάει καλά με τη συμπεριφορά του συζύγου σε σχέση με την ίδια, κυρίως όμως όσον αφορά τη σχέση του με τον μοναχογιό τους. Δεν γνωρίζει τίποτε απολύτως για τον ίδιο, την οικογένειά του, την καταγωγή του τέλος πάντων. Με εύσχημο τρόπο δεν της επέτρεψε ποτέ να μπει στον προσωπικό του χώρο, λες και δεν είχε παρελθόν, σαν να ξεφύτρωσε από το πουθενά. Πάντα έβρισκε τον τρόπο να την αποστομώνει με τη φράση έτοιμη στην άκρη της γλώσσας του:

«Οι φτωχές οικογένειες δεν έχουν παρελθόν».

Με τον ίδιο σκαιό τρόπο της φερόταν και όταν καμιά φορά αντιδρούσε ως προς τη συμπεριφορά του σε σχέση με το γιο τους. Απορούσε και δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί είχε διακοσμήσει το παιδικό δωμάτιο με «δεινόσαυρους, αρκουδάκια και χνουδωτούς πάνθηρες».

«Αυτά τα τερατάκια ήταν και η μόνη πατρική προσφορά στη διακόσμηση. Αλήθεια,

ποτέ της δεν κατάλαβε αυτή την εμμονή του στα πάσης φύσεως, θηρία, ούτε αργότερα και τα παραμύθια που σκαρφιζόταν βραδιάτικα, διανθισμένα με περιγραφές σαρκοφάγων θηλαστικών, που τρόμαζαν τον μικρό παρά τον καθησύχαζαν, ώστε να κλείσει τα ματάκια του και να κοιμηθεί ήρεμος, χαμογελώντας…»

Την τρόμαζε που νανούριζε το μωρό τους για να κοιμηθεί με ιστορίες για θηρία, αλλά δεν μιλούσε, δεν αντιδρούσε, μπορεί και να τη βόλευε που η ανάληψη, κατά κάποιον τρόπο, της ανατροφής του από τον πατέρα του, την καθιστούσε ανεύθυνη για τυχόν μελλοντικές αρνητικές συνέπειες που πιθανόν να διαισθανόταν ότι μπορεί να συμβούν, το ίδιο και οι πολεμικές τέχνες που τον πήγαινε ο πατέρας του για να τον κάνει με το ζόρι «άντρα», επειδή η χροιά της φωνής του δεν έπειθε για τον ανδρισμό του, όπως και οι ανασφάλειές του που εκδηλώνονταν με ύποπτες συμπεριφορές.

Υποψιαζόταν πως κάτι δεν πάει καλά, σχετικά με την εξελικτική πορεία του μεγαλώματος του γιου της από κάποιες εκδηλώσεις, αντιδράσεις, και συμπεριφορές, αλλά όλα τα άφηνε στη δικαιοδοσία της πατρικής μέριμνας. Η αποποίηση και η μεταφορά ευθυνών αλλού, σίγουρα την εξυπηρετούσε ίσαμε την κακή ώρα που όλος ο κόσμος της αναποδογυρίστηκε. Ίσαμε που όχι μόνο έσπασε η κρούστα και φάνηκε το τέρας που είχαν με τον τρόπο του ο καθένας φτιάξει, αλλά και το ίδιο το διαμελισμένο ον, ανάκατα διασκορπισμένο ανάμεσα σε σωρούς από σπασμένα γυαλιά, ανθρώπινες σάρκες, αποκαΐδια, συντρίμμια και στάχτες μιας κοινωνίας κι ενός κόσμου που καταρρέει και βυθίζεται στο χάος και στο έλεος της καταστροφικής μανίας του μισαλλόδοξου φονιά Ασιάτη.

Χρειάστηκε το «ωστικό κύμα» που προκάλεσε, ένα φοβερό καταστροφικό γεγονός να την ταρακουνήσει, ο ξαφνικός συγκλονισμός για να κάνει τη μητέρα να κοιτάξει πίσω από το παραβάν του εφησυχασμού και να αναζητήσει το διαμελισμένο έργο της ζωής της, το δημιούργημά της άμορφη, δυσανάγνωστη μάζα στο σωρό των ερειπίων της ευρωπαϊκής μεγαλούπολης και της δικής της ζωής. Να δει πίσω από τις συμβάσεις και τα κοινωνικά ταμπού για να αναγνωρίσει τα λάθη και τις παραλήψεις, τι έφταιξε για να καταλήξει το παιδί της βομβιστής και δολοφόνος, να  αναλογιστεί παράκαιρα τις ευθύνες της και τότε πρώτη φορά «θα δει το πρόσωπο του δολοφόνου, του φανατικού που της στέρησε το μοναχοπαίδι της, θα διακρίνει εκείνη την τυχαία μορφή που ο θάνατος δανείστηκε για να τον συναντήσει μέσα στο πλήθος». Και τότε θα συνειδητοποιήσει πως «το απρόσωπο κακό είναι διαχειρίσιμο (…), μα όταν αυτό αποκτά τα χαρακτηριστικά συγκεκριμένου ανθρώπου σε χαράζει για πάντα (…), μαζί του θα ζήσεις και δεν ξέρεις πώς».

 

Νίκος Δαββέτας

 

Διυλίζει την παρελθούσα ζωή της ανώφελα πια, γιατί από εκεί και πέρα με τις επιλογές της θα βουλιάξει στον λάκκο με τον βούρκο που η κοινωνία με τον τρόπο και τις επιλογές της ετοιμάζει εσκεμμένα ή από αδιαφορία για τους πολίτες και θα κουβαλάει τις πικρές μνήμες και «θα τρέχει με τις παντόφλες και το νυχτικό ως τη θάλασσα, να δει αν έρχεται από το βάθος το τσογλάνι της χαμογελώντας» ή θα της χαμογελάσει η καινούρια ζωή που κυοφορεί στα σπλάχνα της από μια, μάλλον τυχαία επιλογή, σχέση ανάγκης για να πιαστεί  από κάπου, από το χέρι του Αλία, έστω, να βολευτεί σ’ έναν ξενώνα με φρεσκοβαμμένα παράθυρα παρακολουθώντας «δυο τρεις χοντρές ψιχάλες» της βροχής που διαλύθηκαν στο πλακόστρωτο. Και ξαφνικά:

«Κάτι σαν χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπό της. ‘Ο άνεμος αλλάζει και πάλι κατεύθυνση’ είπε»

Όλα μπορεί να συμβούν. Τι μπορεί να περιμένει κανείς από μια διαλυμένη ζωή; Μπορεί να χτιστεί κάτι καινούριο πάνω στα ερείπια με ό, τι προκύπτει από τυχαία περιστατικά;

Ο συγγραφέας, τυπικά επιλέγει να μένει μετέωρη η ηρωίδα του που σηκώνει όχι μόνο το άχθος των λανθασμένων δικών της εν πολλοίς επιλογών και των αναγκαστικά επιβεβλημένων βασάνων, αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας τόσο το κατακερματισμένο ως κατεστραμμένο παρελθόν, το δυσβάστακτο παρόν, όσο και το άγνωστο και αόρατο, το δυσοίωνο, υπό τις παρούσες συνθήκες, μέλλον. Αφήνει, ωστόσο, κάποιες χαραμάδες αισιοδοξίας. Κάτι φαίνεται να προσδοκά από το μέλλον στήνοντας ένα στέρεα δομημένο και γερά θεμελιωμένο σύγχρονο, ρεαλιστικό, κοινωνικοπολιτικό μυθιστόρημα.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top