Fractal

Η σκοτεινή εκδοχή του κόσμου

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

 

«Η νυχτερίδα στην τσέπη» του Θοδωρή Ρακόπουλου, Εκδ. Νεφέλη, σελ. 121

 

Τον Νοέμβριο του 2014, με αφορμή τη «Συνωμοσία της Πυρίτιδας», έγραφα στο Fractal  πώς η γραφή του Θοδωρή Ρακόπουλου βρέχεται από τα νάματα του μοντερνισμού, του εξπρεσιονισμού, του μυθολογικού υπερβατισμού και των ειρωνικών καταγραφών. Εκείνο το μικρό σε έκταση, αλλά μεγάλο σε εκτάσεις, βιβλίο ήταν η πρώτη ουσιαστική απόπειρα να αποτυπωθεί το υδρίδιο μιας γραφής που καίτοι δεν αποχωρίζεται την ποίηση, επιδιώκει να την εντάξει σε μια φόρμα που ακουμπάει και τα ριζά ενός κάποιου ρεαλισμού. Σαν να λέμε: ένα βουνό να ρεύσει, μια θάλασσα να στατικοποιηθεί (sic).

Αυτή η ενδιάμεση κατάσταση, σύμφυτη με την έννοια της λογοτεχνίας, στη «Νυχτερίδα στην τσέπη» γίνεται ακόμη περισσότερο ευδιάκριτη, αρκούντως σχηματοποιημένη και πρόδηλη ως προς τις προθέσεις του συγγραφέα. Φαίνεται, πλέον, να μην αναζητεί το χώρο της, αλλά να τον έχει βρει. Ωραίο παράδοξο από τη στιγμή που τα πλάσματα –άνθρωποι και ζώα- που κινούνται, μιλούν, πρωταγωνιστούν και ενυπάρχουν σε τούτες τις 20 μικρές ιστορίες της συλλογής, δεν μπορούν να ενταχθούν σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο. Ακόμη κι όταν ο Ρακόπουλος θέτει εξαρχής το ρεαλιστικό πλαίσιο (συγκεκριμένος χώρος και χρόνος), διαλάμπει η παράπλευρη πραγματικότητα, εν εξελίξει της κάθε ιστορίας, η οποία ουσιαστικά δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να ξηλώνει το κουβάρι με τρόπο άλλοτε ποιητικό και άλλοτε υπερρεαλιστικό, φαντασιακό, ελεγειακό, γοτθικό, τέλος πάντων, να την μετατρέπει σε μια πραγματικότητα ρέουσα και ευμετάβολη.

Έχουμε να κάνουμε με μια συλλογή διηγημάτων που συνομιλεί ανέτως και τον Παπαδιαμάντη και τον Βιζυηνό, αλλά και με τον Πόε, τον Μπόρχες έως και τον Άμπροουζ Μπηρς. Συνομιλεί, όμως, και με τη «σαχτούρεια» εκδοχή του κόσμου, την τόση τρομώδη και τραυματική. Το όλον μετατρέπεται σε μια σειρά συσσωματώσεως εκλεκτικής γραφής, οξύτονης έμπνευσης, οργιώδους impromptu που όμως δεν ορίζεται από την τυχαιότητα, αλλά ακολουθεί μια συγκεκριμένη δομή. Ωστόσο, στον όρο «δομή» θα πρέπει να μπουν πολλές υποσημειώσεις, καθώς αρκετές από τις ιστορίες, επειδή ακριβώς κινούνται στη μεθόριο της πραγματικής πραγματικότητας, της μυθοπλασίας, της ποιητικής αφαίρεσης και της κινηματογραφικής προοπτικής, δεν θέτουν περιορισμούς στο πώς αναπτύσσονται.

Επίσης, στο σημείωμα για τη «Συνωμοσία της Πυρίτιδας» έκανα λόγο για αχαρτογράφητη περιοχή που προσπαθεί να αποκτήσει διαστάσεις διά της γραφής. Το αυτό συμβαίνει και εδώ και φυσικά δεν σημαίνει ότι ο Ρακόπουλος, από το ένα βιβλίο στο άλλο, έμεινε ακίνητος. Τουναντίον: έχει μετακινηθεί βαθύτερα σε αυτή τη «σκοτεινή» περιοχή όπου όλα συμβαίνουν και όλα μπορούν να συμβούν. Από τα παιγνιώδη και άκρως δηκτικά ορνιθολογικά διηγήματα που βρίσκονται στο τέλος της συλλογής, έως τα περισσότερο ρεαλιστικά (οι ερωτικές μάχες σε φτηνά ξενοδοχεία που συχνάζουν νταλικέρηδες της εθνικής οδού) και από τις παιδικές μνήμες (αταξίες, ερωτικές αφυπνίσεις) έως εκείνα που εμβαπτίζονται στη διφυή οντότητα της ποίησης (ένας ιδιόμορφος στρατιώτης που κάνει σκοπιά δίχως όπλα, τα σκυλιά που αδιαφορούν για μια γυναίκα που δεν έχει περίοδο), ο Ρακόπουλος δημιουργεί πρώτα ένα ιδιόμορφο λεκτικό σύμπαν (κοφτός ρυθμός, στακάτες προτάσεις, βάθος στη χρήση του ρήματος και του ουσιαστικού, κατακρήμνιση πολλές φορές του υποκειμένου) και στη συνέχεια έναν λογοτεχνικό κόσμο που δεν μπορεί να κρατηθεί από σχοινιά στο έδαφος, αλλά και ούτε επιθυμεί να γίνει υψιπετής και νεφελώδης.

Είναι ευάγωγος στις μεταπτώσεις που ο συγγραφέας θέλει να χτίσει, αλλά και ανοιχτός στις προκλήσεις που το ίδιο το κείμενο επιθυμεί να κανοναρχήσει στο δημιουργό του. Για να το πούμε πιο απλά: οι άνθρωποι, τα ζώα, η χλωρίδα και ό,τι τους περιτριγυρίζει θα μπορούσαν να ανήκουν σε μια συγκεκριμένη τάξη, φυλή, χώρα, αλλά και να συμπεριλαμβάνονται σε μια μεγαλύτερη επικράτεια: αυτή της επινόησης. Κάτι που μπορεί να συμβαίνει στην Αθήνα, στο Αμύνταιο ή το Λονδίνο, δεν σημαίνει ότι καταλήγει πάντα εκεί ή ότι αναφέρεται μόνο εκεί. Ό,τι γράφεται σε αυτή τη συλλογή, ρέει και ξαναδημιουργείται: όχι πάντα με τα ακριβή υλικά της αποδόμησή του. Υπάρχει μια διαλείπουσα πραγματικότητα που έρχεται το κείμενο να «γεμίσει» ή να «αδειάσει» ακόμη περισσότερο (οι αποφάσεις κατά περίσταση και κατά το δοκούν). Η κόρη σερβίρει τα γεμιστά που έφτιαξε η μάνα της πριν πεθάνει. Άντρες πίσω από τοίχους τσιγαρόχαρτα φαντασιώνονται ερωτικές διαχύσεις και νυχτερινές βακχείες, ενώ κάποιος άλλος, την ώρα της κορύφωσης βροντοφωνάζει πως το όνομά του είναι «Λεγεών». Συμβαίνουν πολλά, πάρα πολλά στα διηγήματα του Ρακόπουλου – πάντα με οικονομία, υπαινιγμό, ποιητική συμμετρία και πεζογραφικό τίμπρο. Τι να άλλο να ζητήσεις;

 

————————

 

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

Ο Θοδωρής Ρακόπουλος (Αμύνταιο, 1981) σπούδασε Νομικά και Κοινωνική Ανθρωπολογία στη Θεσσαλονίκη και το Λονδίνο. Έγραψε τρία βιβλία ποίησης: “Φαγιούμ” (2010), “Ορυκτό δάσος” (2013), και “Η συνωμοσία της πυρίτιδας” (2014). Για το πρώτο τιμήθηκε με κρατικό βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα και βραβείο στο 1ο φεστιβάλ νέων λογοτεχνών του ΕΚΕΒΙ, ενώ το δεύτερο και τρίτο ήταν στη λίστα ποίησης του περιοδικού Αναγνώστης. Η συλλογή διηγημάτων “Νυχτερίδα στην τσέπη” είναι το πρώτο του πεζογραφικό βιβλίο. Λογοτεχνικά και κριτικά κείμενά του, καθώς και μεταφράσεις του, δημοσιεύονται σε εφημερίδες, λογοτεχνικά περιοδικά και στο μπλογκ ‘Η Αφρική με οποιοδήποτε άλλο όνομα’. Εργάζεται στο πανεπιστήμιο του Bergen (Νορβηγία).

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top