Fractal

«Θέλω να δω τον Πάπα!»: Η σκανδαλώδης οπερέτα του Θεόφραστου Σακελλαρίδη στη Λυρική.

Από την Αντιγόνη Καράλη //

 

Θέλω να δω τον Πάπα - Δ

 

«Θέλω να τον δω, θέλω να τον δω,/θέλω να δω τον Πάπα, τον Πάπα, τον Πάπα». Το τραγούδι, που πολλοί το έχουμε ακούσει ή τραγουδήσει σε κάποια εύθυμη στιγμή της ζωής μας, μας έρχεται από το 1920. Μεγάλο σουξέ της χρονιάς τότε, τραγουδήθηκε πολύ, ενώ έγινε και νούμερο επιθεωρήσεων. Αποτελεί το ομώνυμο τραγούδι από τη… σκανδαλώδη οπερέτα του Θεόφραστου Σακελλαρίδη «Θέλω να δω τον Πάπα!» που παρουσιάζεται για πρώτη φορά από την «Εθνική Λυρική Σκηνή», στο θέατρο «Ολύμπια». Η παραγωγή, σε μουσική διεύθυνση Ανδρέα Τσελίκα και Γιώργου Αραβίδη και σκηνοθεσία Βασίλη Παπαβασιλείου, θα κάνει πρεμιέρα στις 14 του μήνα, ενώ θα ακολουθήσουν παραστάσεις στις 15, 18, 20, 21, 22 του μήνα και στις 17 και 19 Απριλίου.

Η υπόθεση της οπερέτας αφορά τον διακαή πόθο της νεόνυμφης Αννας να δει τον Πάπα κατά τη διάρκεια του γαμήλιου ταξιδιού της με τον Αδριανό στην Ιταλία. Καθώς ο σύζυγός της δεν εκπλήρωσε την επιθυμία της, το ζευγάρι διέκοψε τον «μήνα του μέλιτος» και επέστρεψε. Ακούγοντας τις συμβουλές της μητέρας της, η Άννα οδήγησε τα πράγματα στα άκρα. Οταν, όμως, συνειδητοποιεί ότι με τη στάση της κινδυνεύει να διαλύσει τον γάμο, αλλάζει συμπεριφορά. Οι παρεξηγήσεις λύνονται και η κατάληξη του έργου είναι για όλους αίσια. «Η Άννα έχει την τρελή επιθυμία να δει τον Πάπα και να πάρει την ευλογία του», εξηγεί η Ελενα Κελεσίδη, η Άννα της παράστασης. «Ο Αδριανός είναι ένας νέος της εποχής, πολύ ευαίσθητος, τρυφερός και ιδιαίτερα αγαπητός στους γύρω του. Είναι ταυτόχρονα πολύ ερωτευμένος με τη σύντροφό του, πιστεύει όμως μετά από την απαίτηση της Άννας να δει τον Πάπα, και μάλιστα στο Βατικανό, ότι τη γυναίκα του την έχει κυριέψει μια περίεργη μανία η οποία επηρεάζει και τον ίδιο…», σύμφωνα με τον Δημήτρη Πακσόγλου που τον υποδύεται.

Η Άννα και ο Αδριανός είναι ένα ζευγάρι που «έσμιξε» πριν από σχεδόν 100 χρόνια αλλά βρίσκει τις αντιστοιχίες του στο σήμερα. «Αν θα μπορούσαμε να φανταστούμε την Άννα και τον Αδριανό σήμερα, θα λέγαμε ότι είναι ένα νέο ερωτευμένο ζευγάρι χωρίς οικονομικά προβλήματα φυσικά, έτοιμο να κάνει το μαγικό ταξίδι του γάμου. Ένα ταξίδι όμως που σκοντάφτει σε παράλογες απαιτήσεις. Μ’ αυτή την έννοια θεωρώ ότι, ναι, υπάρχει αντιστοιχία στο σήμερα», υποστηρίζει ο πρωταγωνιστής. «Σήμερα οι νέοι είναι πολύ πιο άμεσοι και ελεύθεροι στις μεταξύ τους σχέσεις. Όμως, ο δαίμονας του εγωϊσμού, της ξεροκεφαλιάς και της επιπολαιότητας ξέρει να παίρνει το μερίδιό του. Σε κάθε ζευγάρι έρχεται η ώρα της αλήθειας που πρέπει να αντιμετωπίσει τη σχέση με ρεαλισμό και ανοιχτή καρδιά» δηλώνει ο Βαγγέλης Χατζησίμος, ο κύριος Λατρούδης, πατέρας της νύφης, στο έργο.

Το «Θέλω να δω τον Πάπα!» είναι ένα από τα έργα σύγχρονης αστικής θεματολογίας του σπουδαίου Σακελλαρίδη, στα οποία υποσκάπτονται τα θεμέλια της αστικής ζωής και ασκείται βιτριολική κριτική στο θεσμό της οικογένειας. Ακολουθώντας, βεβαίως, τα πρότυπα του είδους, ο συνθέτης (με την ιδιότητα μάλιστα και του λιμπρετίστα στα περισσότερα από τα έργα αυτής της θεματικής) επιδεικνύει ιδιαίτερη μουσικοθεατρική επινοητικότητα στη σκιαγράφηση των χαρακτήρων που δυναμιτίζουν τις σταθερές τής οικογενειακής ζωής. Η σφιχτή φάρσα του Εννεκέν, στην οποία βασίζεται το κείμενο της οπερέτας αποδίδεται σε ρέοντα θεατρικό λόγο από τον Σακελλαρίδη, ο οποίος και στο έργο αυτό επιτυγχάνει μία ιδεώδη δραματουργία διανθίζοντας την πλοκή με τα δεκαπέντε μουσικά νούμερα της οπερέτας. «Μου αρέσουν πολύ οι οπερέτες. Δεν πεθαίνουν, δεν σκοτώνονται οι ήρωες, όπως στην όπερα…» σχολιάζει η Ελ. Κελεσίδη. «Είμαι ερωτευμένη με την ελληνική οπερέτα… Ο κόσμος θα χαρεί πολύ με την παράσταση, ειδικά τώρα που έχουμε δυσκολίες και κρίση. Θα γελάσει, θα περάσει όμορφα… Την οπερέτα την καταλαβαίνει ο καθένας».

Η οπερέτα ήταν ένα είδος που άνθισε σε άλλες εποχές, παρ’ όλα αυτά είναι «κάτι κλασικό με υπέροχη δομή και με διάθεση να σατιρίσει τα κακώς κείμενα της εποχής. Θεωρώ, λοιπόν, ότι αξίζει απολύτως να παρουσιάζεται συχνά ακόμα και σήμερα αφού η εποχή μας είναι εξαιρετικά διαθέσιμη για μία έξυπνη και καυστική κριτική. Αυτό καθιστά και το συγκεκριμένο είδος διαχρονικό» λέει ο Δ. Πακσόγλου. Και ο Β. Χατζησίμος, προσθέτει: «Η ελληνική οπερέτα είναι ένα θεατρικό είδος που έχει μία σχετικά ελαστική σχέση με το αντίστοιχο ευρωπαϊκό. Δημιουργήθηκε κατ’απομίμηση αλλά μπολιάστηκε άμεσα με την σατιρική και πνευματώδη διάθεση της ελληνικής επιθεώρησης. Αυτή η ζωηρή ανατρεπτική φλέβα είναι το βασικό ενδιαφέρον τόσο για τους θεατές όσο και για τους καλλιτέχνες».

Εκτός από τις «υπέροχες μελωδίες του Σακελλαρίδη, στη συγκεκριμένη οπερέτα υποβόσκει μία τρέλα και μία αφέλεια σε όλους τους χαρακτήρες, η οποία είναι πραγματικά λυτρωτική γι’ αυτόν που καλείται να ενσαρκώσει έναν απ’ αυτούς τους ρόλους», προσθέτει ο Δ. Πακσόγλου. «Το κοινό πάντα αγκαλιάζει μια ευκαιρία να γελάσει με τα “οικεία κακά” από την απόσταση ασφαλείας τής σκηνής του θεάτρου. Όμορφη μουσική, ωραίες φωνές, ευρηματική σκηνοθεσία είναι τα επιπλέον δώρα», για τον Βαγγέλη Χατζησίμο.

 

Θέλω να δω τον Πάπα - Δa

 

«Ο ευφυέστατος Σακελλαρίδης σκιαγραφεί μοναδικά τους χαρακτήρες του έργου και με μια ιδιαίτερη κριτική ματιά σατιρίζει μια ολόκληρη κοινωνία, αυτή της ελληνικής μπουρζουαζίας, και τη ζωή του έγγαμου βίου της. Αυτό λοιπόν το θέμα είναι εξαιρετικά επίκαιρο όταν μιλάμε για νεοέλληνες, και μάλιστα νεόπλουτους, με παράλογες καμία φορά απαιτήσεις», υπογραμμίζει ο Δημήτρης Πακσόγλου. Μία «σατιρική ματιά του Σακελλαρίδη στις ανακαλύψεις της ψυχανάλυσης, που στη δεκαετία του 1920 είχαν την τιμητική τους στην αθηναϊκή “καλή” κοινωνία» αποτελεί ο «Πάπας», κατά τον Βαγγέλη Χατζησίμο. Σήμερα μας αφορά στον «βαθμό που δεν έχουμε χάσει τη δυνατότητα, το δικαίωμα και τη διάθεση να κοιτάμε με πονηρό χαμόγελο όλες τις σοβαρές και βαρύγδουπες καταστάσεις, πρόσωπα και απόψεις που στοιχειώνουν την καθημερινότητά μας».

Ο κύριος Λατρούδης, πατέρας και πεθερός, είναι η «εικόνα του αλλοτριωμένου, μετά από τριάντα χρόνια γάμου, συζύγου που καταπιέζεται από τη θυελλώδη, υπερπροστατευτική και διαχειριστική προσωπικότητα της γυναίκας του. Αποτελεί τον έναν πόλο της σάτιρας προς τον έγγαμο βίο και πού μπορεί αυτός να καταντήσει», δηλώνει ο Β. Χατζησίμος. Πόσο μοιάζει ο κύριος Λατρούδης με τους δικούς μας συγγενείς; «Ο κύριος Λατρούδης είναι ο αγαπημένος παππούς ή ο αγαπημένος θείος κάθε σημερινής οικογένειας, ο οποίος έχει πραγματικά ζήσει πολλά χρόνια με την γυναίκα του την οποία φυσικά αγαπάει, αλλά δεν την αντέχει άλλο. Είναι αυτός που πιστεύει ότι μπορεί να βάλει μια τάξη σε όλα, πέφτει όμως θύμα της ίδιας του της αφέλειας. Όλοι νομίζω ότι έχουμε από έναν τέτοιο συγγενή» κατά τον Δ. Πακσόγλου. «Σίγουρα σε κάθε οικογένεια υπάρχει ένα ζεύγος Λατρούδη και γελάμε μαζί τους» απαντά ο Β. Χατζησίμος. «Αν δεν βρίσκουμε κανένα στη δική μας οικογένεια, ας προσέξουμε: μπορεί να είμαστε εμείς οι Λατρούδηδες!».

 

BΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Στον αντίποδα του Ιψεν και του Στρίντμπεργκ

«Η μόνη αληθινή ευτυχία του ανθρώπου είναι ο γάμος! Με αυτή τη δήλωση εγκαινιάζεται το έργο του Θεόφραστου Σακελλαρίδη και έτσι τίθεται αμέσως σε κίνηση ο μηχανισμός της οπερέτας: η αποδόμηση ενός «πιστεύω» και η αναίρεση μιας ψευδαίσθησης», σημειώνει ο σκηνοθέτης της παράστασης, Βασίλης Παπαβασιλείου. Γραμμένος στα τέλη της νεοελληνικής μπελ επόκ, δύο χρόνια πριν από τη μικρασιατική καταστροφή, ο «”Πάπας” συνομιλεί με ένα από τα βάθρα του αστικού κόσμου, της ιδεολογίας και της πραγματικότητάς του, τον γάμο. Το κάνει με έναν τρόπο συστατικό του είδους που λέγεται οπερέτα: με ιλαρότητα». Κοντολογίς, ο Σακελλαρίδης βρίσκεται στον «αντίποδα του Ιψεν και του Στρίντμπεργκ. Η διασκέδαση, βασική αξία και αυτή του αστικού σύμπαντος, υπηρετείται από τη διασταύρωση της πρόζας με τη μουσική, σε επίπεδο φόρμας, και από την παιγνιώδη ανατροπή των βεβαιοτήτων σε επίπεδο δραματουργίας». Αν, τελικά, πρέπει να συγκρατήσουμε κάτι από το διάβημα του Σακελλαρίδη και τη γενικότερη λειτουργία της οπερέτας, «ίσως είναι ακριβώς αυτό
: πίσω από τις δογματικές βεβαιότητες και τις αντίστοιχες ακαμψίες διεξάγεται ένας αδυσώπητος αγώνας ανάμεσα στα «θέλω» και τα «πρέπει», ανάμεσα στον κοινωνικό τύπο και στη διασάλευσή του. Υπάρχει ένα πεδίο μάχης ανάμεσα στην επιθυμία και την εκπλήρωσή της, ανάμεσα στην κανονικότητα και την παρέκκλιση. Στην περίπτωση του δράματος ο αγώνας αυτός σηματοδοτείται από το αίμα, ενώ στην οπερέτα κλείνει σχεδόν πάντα με τον ήχο που συνοδεύει το άνοιγμα της σαμπάνιας».

Η «ταυτότητα» της παράστασης

«Θέλω να δω τον Πάπα!» του Θεόφραστου Σακελλαρίδη. Μουσική διεύθυνση: Ανδρέας Τσελίκας, Γιώργος Αραβίδης. Σκηνοθεσία: Βασίλης Παπαβασιλείου. Σκηνικά – κοστούμια: Γιώργος Ζιάκας. Φωτισμοί: Ελευθερία Ντεκώ. Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος. Παίζουν: Παύλος Μαρόπουλος/ Κωστής Ρασιδάκης, Βαγγέλης Χατζησίμος/ Σταμάτης Μπερής, Αλεξάνδρα Ματθαιουδάκη/ Λυδία Αγγελοπούλου, Ελενα Κελεσίδη/ Δέσποινα Σκαρλάτου, Δημήτρης Πακσόγλου/Νίκος Στεφάνου, Γεωργία Ηλιοπούλου/ Μαρία Κόκκα, Θανάσης Δήμου/ Κώστας Ντότσικας, Κώστας Μαυρογένης/ Νίκος Τσαούσης, Αναστάσιος Στέλλας, Μανώλης Λορέντζος, Σταύρος Γιαννούλης. Συμμετέχουν η Ορχήστρα και η Χορωδία της ΕΛΣ. Θέατρο «Ολύμπια» (Ακαδημίας 59-61, Αθήνα, τηλέφωνο 210 3662 100). Παραστάσεις: 14, 15, 18, 20, 21, 22 Φεβρουαρίου, 17 και 19 Απριλίου.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top