Fractal

Η Μαρίκα Θωμαδάκη για τον Θεόδωρο Τερζόπουλο

Γράφει η Παναγιώτα Γ. Σαράφη // *

 

Μαρίκα Θωμαδάκη «Théodoros Terzopoulos Magicien de l’ espace «BRISER LE MIROIR» και επί το ελληνικότερον: Θεόδωρος Τερζόπουλος, Μάγος του σκηνικού χώρου: “Το σπάσιμο του καθρέφτη”, εκδ. Δρόμων, σελ. 165

 

Είναι ιδιαίτερη χαρά και τιμή για εμένα η  σημερινή παρουσία μου ως κεντρική ομιλήτρια  στο χώρο τούτο για να τιμήσω και εγώ την εκλεκτή μου καθηγήτρια Μαρίκα Θωμαδάκη, ομότιμη καθηγήτρια Σημειολογίας του θεάτρου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο τμήμα Γαλλικής γλώσσας και  φιλολογίας  της Φιλοσοφικής σχολής. Η Μαρίκα Θωμαδάκη  τόσο με το διδακτικό όσο και με το ερευνητικό  – συγγραφικό της έργο, χάραξε και τη δική μου πορεία όχι μόνο στη διάρκεια των ακαδημαϊκών μου σπουδών, αλλά και στην εικοσαετή, μέχρι σήμερα, διδακτική και ερευνητική μου πορεία.

 

Η συνάντηση της Θωμαδάκη με τον αξιόλογο, διεθνούς φήμης σκηνοθέτη  Θόδωρο Τερζόπουλο μόνο τυχαία δεν είναι, αφού είναι φανερό ότι η ωριμότητα της ερευνητικής της ματιάς δεν θα μπορούσε παρά να σκύψει και στο έργο ενός τόσο σημαντικού θεατράνθρωπου. Έχω μάλιστα την αίσθηση ότι η εργογραφία της Θωμαδάκη των τελευταίων δεκαετιών αποτέλεσε τη ζύμωση, η οποία της επέτρεψε να εισέλθει  στο δύσκολο θεατρικό κόσμο του Τερζόπουλου. Βλέπω δηλαδή στην πριν από το συγκεκριμένο βιβλίο ερευνητική της πορεία, την απαραίτητη ασκητική που η ίδια οικοδόμησε χαράσσοντας το δρόμο που επέλεξε για να πορευτεί. Όλο το πριν από τον Τερζόπουλο έργο της, αποτελεί τον απαραίτητο και αναγκαίο προπομπό που οδηγεί σε ακόμα ένα βιβλίο ωριμότητας. Η Θωμαδάκη έχει χαράξει μια αξιολογότατη ερευνητική διαδρομή προτείνοντας σχήματα όπως η θεωρία αλληλουχίας των σκηνών, η ενεργειακή θεατρικότητα… έχει αφομοιώσει τις εργασίες του Γκρειμάς, Κουρτές, Ούμπερσφελντ και Παβίς. Προεκτείνει το θεωρητικό προβληματισμό γύρω από το θεατρικό φαινόμενο προτείνοντας τη δίκη της οπτική.

 

Το βιβλίο της Μαρίκας Θωμαδάκη που παρουσιάζουμε σήμερα, είναι γραμμένο στη Γαλλική γλώσσα, την οποία η καταξιωμένη ερευνήτρια χειρίζεται ως μητρική. Το πόνημα  έχει τίτλο « Théodoros Terzopoulos Magicien de lespace « BRISER LE MIROIR» και επί το ελληνικότερον : Θεόδωρος Τερζόπουλος,  Μάγος του σκηνικού χώρου: “Το σπάσιμο του καθρέφτη”.

 

Το βιβλίο αυτό, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις  Δρόμων, αποτελείται εκτός από την ‘’Εισαγωγή’’ και τον ‘’Επίλογο’’, από δυο μέρη καθένα από τα οποία περιλαμβάνει δύο κεφάλαια. Με τον τρόπο αυτό, προσεγγίζονται στην πληρότητα τους όλες οι πτυχές του θεατρικού κόσμου του Τερζόπουλου.

 

Η ‘’Εισαγωγή‘’ ξεκινά με αναφορά στο Θέατρο σωματοποίησης που παραπέμπει στο θέατρο των πηγών του Πολωνού Γκροτόφσκι, σκηνική πρακτική που παραπέμπει και στη θεατρική  θεώρηση του Αντονέν Αρτώ στο έργο του «Le théâtre et son double». O Τερζόπουλος δίνει έμφαση στην έννοια της μύησης του ηθοποιού ως chose- αντικείμενο. Πρόκειται για μια αναζήτηση κατά την οποία ο σκηνοθέτης διέρχεται από τρεις φάσεις – στάδια ιχνηλατώντας τη μύηση σε αυτό που ονομάζουμε αντικείμενο. Σ’αυτή τη διαδρομή-μύηση, σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν οι «Βάκχες»  του Ευριπίδη στη σκηνική διδασκαλία των οποίων ήταν φανερή η σχετική αναζήτηση του σκηνοθέτη. Χάρη στην θεατρική σωματοποίηση, ο ηθοποιός αναπλάθει τον κόσμο ξαναγράφοντας, κατά κάποιο τρόπο, την ιστορία του ανθρώπινου γένους. Κάτω από την οπτική αυτή γωνία, η Θωμαδάκη εντάσσει τον Τερζόπουλο, στη σφαίρα των θεωρητικών και όχι μόνο αναζητήσεων, στη γραμμή του μεγάλου δάσκαλου Καρόλου Κουν.

 

Για τον Τερζόπουλο, η επιστροφή στο σώμα και τη σωματοποίηση σηματοδοτούν την επιστροφή στην ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη και την ανακάλυψη των αόρατων δομών της υπαρξιακής κοινωνικότητας. Πάντα στη γραμμή του θεατρικού οράματος του Καρόλου Κουν, ο Τερζόπουλος,  δημιουργεί αναπαραστάσεις που εγκαινιάζουν ένα διάλογο πάνω σε  μια διαπολιτισμική βάση. Θα μου δοθεί σε λίγο η δυνατότητα να αναφερθώ στο θέατρο Άττις έτσι όπως το παρουσιάζει σε ένα κεφάλαιο του βιβλίου της η Θωμαδάκη .

 

Θεόδωρος Τερζόπουλος

 

Για να επανέλθω στη σύντομη αναφορά μου στην ‘’Εισαγωγή’’ του βιβλίου, σημειώνω τα αποτελέσματα της έρευνας  του Τερζόπουλου που μεταξύ άλλων συνίστανται σε μεταμόρφωση του θεατρικού χώρου  σε κάτι το απτό, αν και γεμάτο από μετωνυμικά στοιχεία. Μέσα από μια προσέγγιση της λογικής  – κειμενικής φράσης, η Θωμαδάκη μάς παρουσιάζει έναν Τερζόπουλο που τοποθετεί τον ηθοποιό του σε θέση που επιτρέπει να αναγνωρίζει έναν χώρο γεμάτο αναμνήσεις, νίκες και ήττες. Έτσι, η συνείδηση του κοινού υφίσταται κατά κάποιο τρόπο την βία που εκπέμπει η γλώσσα του σώματος.

 

Στη συνέχεια της «Εισαγωγής», γίνεται αναφορά στο θέατρο Άττις ως τόπου συνάντησης όλων των συνισταμένων που αναφέρονται στην επικοινωνία, ενοποίησης όλων των λειτουργιών της σωματικής γλώσσας του ηθοποιού. Οδηγούμαστε έτσι στην εμβληματική έκφραση του Τερζόπουλου «σπάσιμο του καθρέφτη» στην οποία σε λίγο θα επανέλθουμε στο πλαίσιο αναφοράς σε σχετικό κεφάλαιο της μονογραφίας.

 

*************

 

Ας περάσουμε όμως στο πρώτο μέρος του βιβλίου που τιτλοφορείται «Le parcours de l’ artiste», “Η πορεία του καλλιτέχνη”.

 

Στο πρώτο κεφάλαιο, με τίτλο « Α la recherche de la chose» (Αναζητώντας το αντικείμενο), η ερευνήτρια  σκιαγραφεί έναν ιδιαίτερο σκηνοθέτη που απομακρύνεται από την καθεστηκυία τάξη του θεάτρου για να ακολουθήσει τη δική του θεώρηση για το θεατρικό φαινόμενο. Χαράζει μια προσωπική πορεία για την καλλιτεχνική δημιουργία ενίοτε σοκαριστική αλλά παραλλήλα αναγνωρίζοντας τη βαρύτητα της δραματικής παράδοσης.

 

Σύμφωνα με τη Θωμαδάκη,  το θέατρό του, ως σύνολο εννοιών άλλοτε αφηρημένων και  άλλοτε συγκεκριμένων, αποτελεί χώρο οξύμωρων. Δεν μπορεί να τοποθετηθεί πουθενά ή παρουσιάζει μόνο λίγες ομοιότητες με περιπτώσεις που συναντάμε σε πολιτισμικές κοινωνίες.

 

Το θέατρό του ως εργαστήριο – laboratorium και ως κτήριο, βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας στην καρδιά μιας περιθωριοποιημένης γειτονιάς. Μέσα σ’ένα ήδη βεβαρημένο περιβάλλον, κινούνται και οι μετανάστες, οι χτυπημένοι της ζωής που βρίσκουν πρόχειρα ένα καταφύγιο. Κάποιοι από αυτούς, ενσωματώνονται εύκολα στην κουλτούρα και  τις ελληνικές συνήθειες, μαθαίνουν την ελληνική γλώσσα. Παρ’ όλα αυτά, παραμένουν φορείς της δικής τους κουλτούρας και πηγαίνουν τακτικά στο θέατρο «Άττις», ως προσκεκλημένοι του Τερζόπουλου, σκηνοθέτη και ακούραστου εργάτη της Τέχνης, του οποίου η Θωμαδάκη τονίζει και αναδεικνύει την καλλιτεχνική του ιδεολογία,  μια ιδεολογία που  συνάδει με το γίγνεσθαι της πόλης, όπως το αποδεικνύουν οι παραγωγές του. Μακριά από το εμπορευματοποιημένο θέατρο και το ανώφελο μπαβαρνταζ των κυκλωμάτων, ο Τερζόπουλος αφιερώνεται στην έρευνα του.

 

Πρόκειται για έναν μοναχικό άνθρωπο.   Αλληλέγγυος σε όλους όσοι υποφέρουν από κακουχίες,  χαμηλόφωνος ακτιβιστής, ο οποίος μέσα στις παρούσες συνθήκες καλεί με πολιτικό λόγο το κοινό να πάρει ξεκάθαρη θέση στα διάφορα δεινά που μαστίζουν τους πολίτες. Αναλύει τη σωματοποίηση στο σύνολο της, το σώμα του ατόμου – του πολίτη το οποίο γίνεται όλο και πιο παθητικό, αδρανές και στο τέλος αποκαμωμένο και χαμένο σε ελιγμούς και αρρωστημένα αδιέξοδα μηχανών παντός είδους. Όλες οι καλλιτεχνικές δημιουργίες του, βασίζονται στη λατρευτική τελετή του σώματος.

 

Η ερευνήτρια υποστηρίζει ότι στη συνείδηση του Τερζόπουλου αποκρυσταλλώνεται η ιδέα της δραματικής υπευθυνότητας. Ξέρει ποιο δρόμο να επιλέξει για να νιώσει καλύτερα το σύμπαν μέσα από εφήμερες και αόριστες σιλουέτες όπως αποκαλούμε τις σκηνικές παρουσίες. Θέλει να τους βρει θέση , να τις δει να εξελίσσονται, να τους δώσει νέα ζωή, νέα πραγματικότητα, νέα ύπαρξη. Πάντα ενθυμείται τους παλιούς, όπως τον Κάρολο Κουν και την  Κατίνα Παξινού, τον Heiner Mϋller,  τον Bertolt Brecht, το Berliner Ensemble, τον Σεβαστίκογλου, τον Stanislavski, τον Κωστή Μιχαηλίδη. Ο μεγάλος δάσκαλος Κάρολος Κουν, ιδρυτής του θεάτρου Τέχνης στην Αθήνα το 1942 υπό τη Γερμανική κατοχή, είχε δείξει το δρόμο γράφοντας:

 

«Δεν κάνουμε θέατρο για το θέατρο. Δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε. Κάνουμε θέατρο για να εμπλουτίσουμε εμάς τους ίδιους και το κοινό που μας παρακολουθεί και όλοι μαζί βοηθούμε στη δημιουργία ενός πολιτισμού μεγάλης σημασίας στη χώρα μας. Το θέατρο τέχνης είναι σύνολο, εσείς κι εμείς.»

 

Στο δεύτερο κεφάλαιο του Α΄ μέρους με τίτλο ‘’Αναζητώντας το υποκείμενο‘’, η καθηγήτρια Μαρίκα Θωμαδάκη περνά στο επόμενο βήμα. Έχοντας σκιαγραφήσει μοναδικά το «αντικείμενο» μέσα από τη φαντασία, και με γνώμονα πάντα το σώμα του ηθοποιού, θα αποδώσει σ’αυτό το ένδυμα του ρόλου. Ο χώρος του θεάματος πρέπει να μεταμορφωθεί σε αίθουσα δικαστηρίου. Κάθε αντικείμενο του θεάτρου, κάθε εντύπωση που έλκει την προσοχή του θεατή αποτελεί ένα ρόλο, δηλαδή μια σκηνική κατασκευή σχεδιασμένη με σκοπό την παραγωγή της δράσης, της αίσθησης, του συναισθήματος. Το σκηνικό σύμπαν   είναι εκεί ώστε να το ερμηνεύσουν, να το υποδυθούν, να το παίξουν και όχι να δώσουν conference σαν σε πανεπιστήμιο. Το βιβλίο αναφέρεται σε ένα Τερζόπουλο που  το έχει κατανοήσει και, ως μάγος του σκηνικού χώρου, δίνει μορφή στο εφήμερο, βρίσκει το τελικό σημείο και προτείνει τη δική του αισθητική μέσα από τη δική του θεώρηση για τον κόσμο, μετουσιώνοντάς την σε εικόνες, πάντα χρήσιμες  να αποδώσουν την πραγματικότητα. Έχοντας ως στόχο, να δώσει μορφή σ’ όλες τις abstractions  που συναντά μέχρι τη στιγμή όπου το αντικείμενο απαιτεί να παρουσιαστεί σε μια πραγματικότητα, υποστηρίζοντας όχι πια το αφηρημένο αλλά το συγκεκριμένο, ο σκηνοθέτης Τερζόπουλος αντιλαμβάνεται ότι ένα Υποκείμενο δεν είναι πάντα ένα Αντικείμενο. Στην περίπτωση του «θεάτρου», ο ερευνητής είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει τις αντιλήψεις και τα συναισθήματα υπό την αισθητική που αναγνωρίζεται από το θεατή. Κι εδώ, έχοντας αφήσει την αισθητική που αναφερόταν στο νατουραλισμό, το ρομαντισμό, το συμβολισμό κ.λ.π., αναφερόμαστε στην αισθητική ως δομική μονάδα ενός μεγαλείου που εγκαινιάζει τη διαλεκτική ανάμεσα στη μορφή και το περιεχόμενο, ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενον.

Η δοκιμιογράφος υποστηρίζει ότι στο θέατρο Άττις, ο Τερζόπουλος εμφανίζει τον πολιτισμένο άνθρωπο, ως άνθρωπο που μπορεί να υποστεί την βιαιότητα  και την αλήθεια όπως αυτές υπάρχουν στο σύστημα της δικής του αισθητικής. Πράγματι, η σκηνοθεσία εκφράζει τη μυστική και μυστηριώδη ανάγκη να διαμορφώσει μια άποψη, να αναλύσει εις βάθος τον κώδικα της συνθήκης της σκηνικής κατασκευής, να αξιολογήσει τα κριτήρια που περιβάλουν το κοινωνικό όν. Όμως, η τάση ανάλυσης των πάντων με στόχο το θέαμα και το θεατή, δημιουργεί θα λέγαμε θέμα καχυποψίας προς το δέκτη του θεατρικού «μηνύματος». Δεν επιτρέπεται να κάνουμε σκηνική διδασκαλία σαν το κοινό να είναι τυφλό. Θα συγκινήσουμε πραγματικά το θεατή από τη στιγμή που θα του συμπεριφερθούμε ισότιμα. Άλλωστε, θα μπορούσαμε να φτάσουμε στη σκέψη πως το κοινωνικοπολιτικό και κοινωνικοσυναισθηματικό στάτους του θεατή, ο οποίος ταυτίζεται με ήρωα που κατέχει κεντρική θέση και παρατηρεί διεισδύοντας εις  βάθος στην ύπαρξή του και στη διανοητική του ουσία.  Ο Τερζόπουλος δεν επιβάλει φιγούρες παγιωμένες σε ό,τι θα έκρινε ο ίδιος ως «χρήσιμο ή ευχάριστο». Δεν επιβάλλει τίποτα. Σχεδιάζει εικόνες που απελευθερώνουν την έμπνευσή του.

 

Στη συνέχεια του κεφαλαίου, η Θωμαδάκη κάνει μνεία του  ελληνικού περιοδικού «Θεατρογραφίες», στο οποίο ο σκηνοθέτης Τερζόπουλος παραθέτει δήλωση για το σώμα του καθημερινού ανθρώπου, που περιβάλλεται από το σύγχρονο πολιτισμό και τη σύγχρονη κουλτούρα. Γράφει : «Πιστεύω ότι το ενεργό σώμα μπορεί να γίνει το πιο δυνατό μέσο αντίστασης. Στις μέρες μας, το ανθρώπινο σώμα είναι κουρασμένο, αποδομημένο, παθητικό εγκαταλελειμμένο στην τηλεόραση  και το facebook. Είναι τόσο αδρανές που τα χέρια του μοιάζουν με τα χέρια της μαϊμούς, αν παρατηρήσει κανείς την εικόνα που δίνουν όταν αγγίζουν το πληκτρολόγιο του υπολογιστή. Αυτό το σώμα επομένως πως είναι δυνατόν να αντιμετωπίσει τη βία, τον τρόμο, την αδικία;»

 

Μαρίκα Θωμαδάκη

 

*************

 

Περνάμε τώρα στο Δεύτερο μέρος του βιβλίου της Θωμαδάκη.

 

 Στο πρώτο του  κεφάλαιο, δίνει τον τίτλο  ‘’ Ο Καλλιτέχνης στο εργαστήριο του, laboratorium του. Η Μέθοδος- Ποιητική του Τερζόπουλου.’’

 

Εδώ, περιγράφεται η Οδύσσεια του Τερζόπουλου ως προσωπική επιθυμία του να αποκτήσει τη γνώση ώστε να φτιάξει ένα λειτουργικό όργανο δουλειάς από τον Πόντο και το Μακρύγιαλο Πιερίας, γεμάτος τεράστια εμπειρία και πολλά εφόδια ώστε να πραγματοποιήσει το σχέδιό του. Γεμάτος χαρά, συναισθήματα μεγάλα αλλά και απογοήτευση ή και πίκρα κάποιες φορές, επιστρέφει σε μια Ελλάδα όπου ο πολιτικός διχασμός είναι παντού, οι Έλληνες προσπαθούν να επιβιώσουν και να αναγεννηθούν. Ο νεαρός Τερζόπουλος δεν σταματά μπροστά στα εμπόδια. Η επιβίωση και η ζωή μετά τον εμφύλιο φαντάζουν εφιάλτης! Η οικογένειά του αναζητά ένα καταφύγιο. Η Γερμανία ήταν αυτή που είχε διδάξει  στον Τερζόπουλο την απλότητα, τον έλεγχο των συναισθημάτων και το ταπεραμέντο να εστιάζει σε ό,τι είναι απαραίτητο στο θέατρο. Εξ άλλου η συμπόρευσή του με τον δάσκαλο και μέντορά του Heiner Mϋller, είναι καθοριστική. Δίπλα του, ο Τερζόπουλος μαθαίνει πως να παντρέψει το ελληνικό ταπεραμέντο, το μεσογειακό και το λάθος με την αυστηρότητα του Βορρά και το συναίσθημα της αυστηρής πειθαρχίας και της τάξης με την αισθητική του αναγκαίου.

 

Κατά τη διαμονή του στη Γερμανία, ο νεαρός καλλιτέχνης μελετά σε βάθος τα αρχεία του Berliner Ensemble. Αρχίζει να κατανοεί πως η σκηνοθεσία  την οποία επιθυμεί να ακολουθήσει, είναι κάτι υψηλό. Πρόκειται για κάτι σοβαρό και απαιτητικό που  χρειάζεται μεθοδολογική και επιστημολογική προσέγγιση. Μπαίνοντας στη θέση του θεατή γινόμαστε κριτές, επιτρέπεται να έχουμε αντιρρήσεις. Η Θωμαδάκη μιλά για ένα  Τερζόπουλο, ο οποίος  συχνά το πράττει φτάνοντας ακόμα και στο σημείο να αγγίξει τα όρια της εχθρότητας. Η αυστηρότητά του τον οδηγεί στην άρνηση της ευκολίας. Διαλέγει το δύσκολο δρόμο. Δεν παίρνει αψήφιστα το θέμα της σκηνοθεσίας στην οποία υπάρχει η κίνηση που σηματοδοτεί υπέρβαση και η οποία δεν αφήνει κενά. Δεν υπάρχει στατικότητα στον Τερζόπουλο. Οι εικόνες σε προδιαθέτουν για ένα ατελείωτο ταξίδι. Ο χώρος ή ο χρόνος ανήκουν στο όνειρο ενώ η θέληση της μοντέρνας ύπαρξης παρουσιάζει, για το σκηνοθέτη του Άττις, τεράστιο ενδιαφέρον. Απέναντι στον κίνδυνο του εφήμερου, ο Τερζόπουλος προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τον εαυτό του γνωρίζοντας πως ο άνθρωπος είναι ιδιαίτερα μοναχικό ον όταν συγκεντρώνεται στη δημιουργία του καλλιτέχνη. Η αφοσίωση απορροφά ενέργεια. Ο σκοπός του είναι το σπάσιμο του καθρέφτη ως εμπόδιο που απαγορεύει στο Υποκείμενο να αναπνεύσει. Το Υποκείμενο είναι το «Αντικείμενο» στην αρχή της έρευνας. Είναι άλλοτε στατικό και σιωπηλό και άλλοτε γεμάτο κίνηση και φλύαρο. Ο Τερζόπουλος είναι εξαιρετικά μεθοδικός, σύμφωνα πάντα με τη δική του μεθοδολογία προσέγγισης του μυθοπλαστικού σύμπαντος που εγκαθιστά στο πλατό (σκηνή). Η μέθοδός του εγκαινιάζει μια ποιητική της σωματοποίησης. Το σώμα του ηθοποιού εμπερικλείει ενεργειακές δυνάμεις που συμμετέχουν στη δημιουργία ενός μυθοπλαστικού σύμπαντος. Με τεράστια αφοσίωση, σκύβει πάνω στο «αντικείμενο» που αποτελείται από θεωρητικές εναλλαγές.  Σιγά – σιγά, μέσα από βεβαιότητα και αβεβαιότητα, αποκρυσταλλώνονται σε χορευτικές σιλουέτες ώστε να γεννήσουν στο τέλος το «Υποκείμενο» (créature). Αυτό σταθεροποιείται στη θεατρική νομενκλατούρα και αναγνωρίζεται ως πολλαπλασιασμός των «εγώ» .Αφενός λοιπόν η ποιητική του Τερζόπουλου κατέχει ένα χώρο ενδεικτικών εννοιών ενέργειας και αφετέρου ο σκηνοθέτης του Άττις προτείνει μία πειραματική ποιητική επεξηγώντας τους κώδικες που κατασκευάζουν τον θεατρικό μικρόκοσμο. Η ποιητική του σκηνικού χώρου είναι το αποτέλεσμα της απόλυτης παρουσίας του σώματος του ηθοποιού ενώ η φιγούρα του Υποκειμένου πηγάζει από την αρχαϊκή μνήμη.

 

Το δεύτερο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους του βιβλίου που παρουσιάζουμε απόψε τιτλοφορείταιc

 ‘’Η δημιουργία: ανάμεσα στον καθρέφτη και το τυπικό της ρήξης.’’

 

 Η Θωμαδάκη υποστηρίζει ότι ο Έλληνας σκηνοθέτης καταλήγει σ’ αυτό το συμπέρασμα που θέλει η ποιητική να ταυτοποιείται με την θεατρικότητα, υπέρτατο προσόν, ξεκάθαρο της δραματικής του. Οι δημιουργίες του μοιάζουν μ’ αυτό  που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «ποίηση». Το επίθετο «σκηνική», προϋποθέτει μια σκηνή ως τόπο αφιερωμένο στο εθιμοτυπικό , στη θεατρική φαντασμαγορία. Η ποιητική του κινητική αναφορά ,δηλαδή το σύνολο που πραγματώνεται στη σκηνή , εγκαθιστά τη διαλεκτική του δραματικού χώρου από όπου αναδύεται το δημιουργικό πνεύμα. Ο σκηνοθέτης καταλήγει στην  ολοκληρωτική ρήξη η οποία αφορά τη σχέση του καλλιτέχνη απέναντι στο έργο του, μια σχέση που οικοδομείται όσο ο σκηνοθέτης πραγματοποιεί τους κινδύνους της μετεξέλιξής  του σε «υποκείμενο». Ο Τερζόπουλος επιθυμεί και θέλει να φτάσει στο στόχο του. Ονειρεύεται μια σκηνή που να μην εμποδίζει το «σκηνικό υποκείμενο» να αναπνεύσει, να δράσει σε μια ατμόσφαιρα ελευθερίας. Κατά αυτόν, η αλήθεια βρίσκεται σ’ έναν τόπο πέρα από το βλέμμα, στην επιφάνεια του καθρέφτη. Αναζητά το βλέμμα που θα πάει πέρα από τον καθρέφτη, που θα τον σπάσει.

 

Η συγγραφέας του βιβλίου αναφέρεται στο θέατρο Άττις, ως ένα τόπο όπου οι δημιουργίες ταράζουν τις ομολογίες μεταξύ πραγματικότητας «θεάτρου» και «κοινωνίας» αυτή η κοινωνία που περιβάλει την τέχνη και την ενώνει με τη ζωή. Το Αττις υπηρετεί μια φιλοσοφία αντισυμβατική με τον ηθοποιό να τελεί υπό την αυστηρή καθοδήγηση του σκηνοθέτη – γκουρού Ό,τι ανήκει στην καθημερινή ζωή και στη χυδαιότητα, συγκρούεται με την αποκαλυπτική κίνηση και αποκαλύπτει την τέχνη. Ο Τερζόπουλος είναι ποιητής της σκηνής και ταυτόχρονα εκφράζεται ως γεωμέτρης.

 

Στο εσωτερικό ενός ακίνητου πίνακα, η ζωή παρουσιάζεται να ακολουθεί ένα αισθητικό πνεύμα. Ο Τερζόπουλος φαντάζεται έναν συγκεκριμένο κόσμο, έναν κόσμο μέσα στο χώρο της δικής του δημιουργικότητας που είναι εμπνευσμένη από το φαντασιακό του πιθανού. Ο στόχος του  είναι το σπάσιμο του καθρέφτη. Οι δημιουργίες στο Άττις αφού έχουν διασχίσει τις βαθμίδες της καλλιτεχνικής διαδρομής εγκαθίστανται  στη συγχρονία του πραγματικού. Παρατηρούμε μια μεγαλειώδη σιωπή από το κυρίαρχο στόμα των ηθοποιών, τον αριθμό των οποίων ο Τερζόπουλος έχει φροντίσει να μειώσει Σημαντικό σημείο αναφοράς στην αναζήτηση, διαμόρφωση και σκηνοποίηση αυτών των θέσεων και τεχνικών παραμένουν πάντοτε οι Βάκχες του Ευριπίδη. Ο Διόνυσος του σκηνοθέτη είναι ένας Θεός που διακατέχεται πάντα από τη θέληση να επιβάλει ένα είδος εκλεκτικής μνήμης, ενδεικτικής της κατεύθυνσης προς μια εκστατική λήθη.

 

Όσο για το σπάσιμο του καθρέφτη, αυτό δεν αποτελεί πράξη εύκολη. Αντιθέτως, ο καθρέφτης ασκεί εξαιρετική δύναμη στο υποκείμενο που καθρεφτίζεται σ’ αυτόν. Σ’ αυτό το σημείο καταλαβαίνουμε πολύ καλά την έννοια της σωματοποίησης ως σύνολο βαθμίδων που αξιοποιούν τις  ενεργητικές ζωές  του παιξίματος των ηθοποιών.

 

Ο ηθοποιός του Τερζόπουλου πριν εμφανιστεί στο κοινό έχει τελειοποιήσει την τεχνική ελέγχου της ενδεχόμενης κίνησης ή ακινησίας του, της διακοπής με ό,τι έχει να κάνει με «μίμηση», που θεωρείται κολακεία  στην αντανάκλαση του καθρέφτη.

 

*****

 

Κλείνω με σύντομη αναφορά στον ΕΠΙΛΟΓΟ του βιβλίου όπου η καταξιωμένη ερευνήτρια αναφέρει ότι το να κάνεις μελέτη για το θέατρο είναι σαν να βρίσκεσαι απέναντι σε μια μορφή ανεμοστρόβιλου ,του οποίου δεν μπορείς  να κατευθύνεις ούτε να προβλέψεις τον προσανατολισμό. Εξάλλου το θέατρο είναι η αρένα του πιθανού και του απίθανου ταυτόχρονα. Σχήμα οξύμωρο; Ασφαλώς! Καθώς υπάρχουν παράδοξα πολλά αν επιχειρήσουμε να κάνουμε εις βάθος μελέτη, εάν ακολουθήσουμε μια περιγραφική, οριζόντια μέθοδο, εάν περιγράψουμε μια παράσταση, μια ιστορία, ένα μύθο από το Α έως το Ζ, τα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα τα οποία πρέπει να τραβήξουν την προσοχή αποκλειστικά λειτουργούν μόνο ως σημεία αναφοράς. Εντούτοις, αν θέλουμε να ερμηνεύσουμε τα πράγματα και τις θεατρικές καταστάσεις ακολουθώντας μία μέθοδο που βασίζεται κυρίως στην επιστημολογική προσέγγιση, είμαστε υποχρεωμένοι να σεβαστούμε κάποιες νόρμες που τίθενται από την αισθητική, απ’τη σκηνική «γλωσσολογία», από θεματικά, δομικά και φιλοσοφικά κίνητρα.

 

Σε ό,τι αφορά, λοιπόν στο θέατρο Άττις και το Θεόδωρο Τερζόπουλο, η Θωμαδάκη προσπάθησε να δείξει πολύ αποτελεσματικά και με ξεκάθαρο τρόπο την απόσταση που ο σκηνοθέτης κρατά από την παράδοση και την ιστορική avant-garde. Ο Τερζόπουλος ακολουθεί στην αρχή το δρόμο των δασκάλων του, ξεκινώντας από τον Berthold Brecht και τον Heiner Mlϋler, οι οποίοι σοφά του δίδαξαν πώς να φύγει από το κείμενο και την παλιά ρητορική ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει το ρεαλισμό και την ποίηση του σώματος. Άλλωστε πάνω από όλα «το θέατρο είναι σώμα: Σύμφωνα με την Anne Ubersfeld στο βιβλίο ‘’Lire Le Théâtre’’, τα συναισθήματα είναι αναγκαία και το θέατρο σ’αυτό το σκοπό δουλεύει με συναισθήματα για τα συναισθήματα: το παν είναι η γνώση για ό,τι κάνουμε.»

 

 

                                     *************

 

 

 

 

Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι σας ευχαριστώ θερμά για την προσοχή σας. Ήταν για μένα ιδιαίτερη τιμή να παρουσιάσω σήμερα ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πονήματα της εκλεκτής καθηγήτριάς μου Μαρίκας Θωμαδάκη, την οποία και πάλι θα ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου. Η πρωτότυπη μονογραφία της  ,ταξινομεί το χαοτικό υλικό με βάση το προλογικό, το λογικό και το απολογικό στάδιο. Η φιλοσοφία συναρτάται προς τη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται στη Σημειωτική αποδίδοντας το γοητευτικό αντικείμενο του θεάτρου μέσα από αναζητήσεις δομικών και θεματικών κατασκευών.

 

Θερμές ευχαριστίες επίσης θα ήθελα να εκφράσω στο φίλο και καταξιωμένο κριτικό και μεταφραστή θεάτρου Νεκτάριο-Γεώργιο Κωνσταντινίδη για την ενθάρρυνση και την υποστήριξη.

 

Εκτός από τιμή, η σημερινή μου παρέμβαση ήταν και παραμένει και μεγάλη ευθύνη αφού η αναφορά στην προσωπικότητα, την πρωτότυπη και ανατρεπτική-ανανεωτική ματιά ενός τόσο σημαντικού, σύγχρονου εργάτη του Θεάτρου αποτέλεσε για εμένα το έναυσμα να προβληματιστώ πολύ και εις βάθος διαπιστώνοντας ότι τελικά πρέπει να τολμήσουμε να αναθεωρήσουμε θεατρικά αλλά κι ευρύτερα καλλιτεχνικά στεγανά, τα οποία στις δύο πρώτες δεκαετίες του αιώνα συνεχίζουν να ταλανίζουν την πνευματική ζωή αυτού του τόπου. Δίπλα στην επιστροφή στο ίδιο το λογοτεχνικό και όχι μόνο κείμενο, η ματιά του Τερζόπουλου ξεγυμνώνει τον ήρωα δίνοντας στο σώμα του την ελευθερία έκφρασης που αποτελεί παράλληλα και μεγάλη ευθύνη.

 

Και πάλι σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.

 

 

* Η Παναγιώτα Γ. Σαράφη είναι Εκπαιδευτικός-Ερευνήτρια-Μεταφράστρια

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top