Fractal

Θεόδωρος Κώτσιος: «Τα βιώματα και οι εμπειρίες είναι το στημόνι και το υφάδι, πάνω στα οποία ο συγγραφέας σχεδιάζει το υφαντό του»

Συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη //

 

oikotrofeio

 

«Τα βιωμένα γεγονότα αφήνουν ένα ίζημα μέσα μας», εξηγεί ο Θεόδωρος Κώτσιος και αναφέρεται στο βιβλίο του «Τα παιδιά του οικοτροφείου». Πρώτη του ύλη, η ζωή.

 

kotsios

 

-Ποια ήταν η αφορμή για να γραφεί το βιβλίο «Τα παιδιά του οικοτροφείου», εκδόσεις Εστία;

Πριν από πολλά χρόνια διάβασα «Τα παιδιά από το Αρμπάτ», ένα αξιόλογο βιβλίο του Ρώσου συγγραφέα Ανατόλι Ριμπακόφ (εκδ. Γνώση). Όταν τέλειωσα το πολυσέλιδο εκείνο αφήγημα, εντυπωσιάστηκα από τον τρόπο που ο δημιουργός αυτός αποτύπωσε τα βιώματά του στην πρώην Σοβιετική Ένωση, φωτογραφίζοντας έτσι μια πολύ δύσκολη εποχή. Αυτό το συγκεκριμένο βιβλίο αποτέλεσε την αφορμή για να αρχίσω να σχεδιάζω και να γράφω «Τα παιδιά του οικοτροφείου».

 

-Πόσο εύκολα μπορούν οι αναμνήσεις να πάρουν μορφή μέσα από τη λογοτεχνία;

Τα βιωμένα γεγονότα αφήνουν ένα ίζημα μέσα μας, που κατακαθίζει και αποτελεί την ανάμνηση. Κάθε ανάμνηση έχει ήδη υποστεί μια πρώτη επεξεργασία από μας τους ίδιους, που διασώζουμε μέσα μας όσα έχουν προσωπική σημασία και μας βοηθούν να συγκροτήσουμε την έννοια του εαυτού. Η λογοτεχνική μετάπλαση της ανάμνησης είναι ένα βήμα παραπέρα καθώς επιχειρούμε αυτό το υλικό της μνήμης να το μετατρέψουμε σε αισθητική μορφή . Δεν είναι πάντα εύκολη η επεξεργασία του μνημονικού υλικού και η διαμεσολάβησή του από τη γλώσσα, καθώς οι αντιστάσεις της γλώσσας είναι συνήθως μεγάλες και πρέπει με κόπο να δαμαστούν. Τις αναμνήσεις, με άλλα λόγια, τα γεγονότα, τις εντυπώσεις ,τα περιστατικά, τις εμπειρίες του παρελθόντος, που είναι αποθηκευμένες στο υποσυνείδητο, πρέπει ο άνθρωπος να προσπαθήσει να βρει τρόπο, να κοπιάσει, να οπλιστεί με θέληση και με δύναμη, για να τις απεγκλωβίσει, να τις βγάλει από μέσα του, να τις φέρει στον αφρό και να τις ενδύσει, πάντα με μέτρο, με ουσιαστικά και με επίθετα, με αντωνυμίες και με μετοχές, με ρήματα και με επιρρήματα, για να πάρουν στο χαρτί τη μορφή που τους αξίζει, τη μορφή που τους πρέπει, για να μείνουν στο χρόνο, για να γίνουν κτήμα και των άλλων γενιών, για να αφήσουν το στίγμα τους, για να αποφύγουν τη λήθη.

 

-Κατά πόσο βοηθούν τα βιώματα και οι εμπειρίες στο να μας δώσουν το κίνητρο να γράψουμε; Δεν υπάρχει ο κίνδυνος να αφηγηθούμε την πραγματική μας ζωή;

Τα βιώματα και οι εμπειρίες, με άλλα λόγια, η πραγματική ζωή, είναι τα υποστηλώματα πάνω στα οποία χτίζεται το όλο αφήγημα. Ο συγγραφέας είναι ο αρχιτέκτονας, ο οποίος, στηριζόμενος σ’ αυτές τις κολόνες, θα φτιάξει τις πόρτες και τα παραθύρια, τα μπαλκόνια και τις οροφές, τους κήπους και τα αετώματα, για να κάνει το οικοδόμημά του πιο ελκυστικό. Τα βιώματα και οι εμπειρίες είναι το στημόνι και το υφάδι, πάνω στα οποία ο συγγραφέας σχεδιάζει το υφαντό του, και προσπαθεί, γράφοντας και ξαναγράφοντας, σβήνοντας και ξανασβήνοντας, να κάνει τον τάπητά του πιο τραβηκτικό στο μεγάλο κοινό.

 

oikotrofeio_cover-Αναφέρεστε στο οικοτροφείο, στην Ήπειρο, που πήγατε για να φοιτήσετε στις εγκύκλιες σπουδές. Ποια ήταν η ζωή σ’ αυτό;

Την εποχή εκείνη, αμέσως μετά την κατοχή, στο νομό Θεσπρωτίας, ένα γυμνάσιο υπήρχε. Στην Παραμυθιά. Μια κωμόπολη στην οποία υπήρχε σοβαρότατο πρόβλημα στέγης. Ευτυχώς, ο δεσπότης της περιοχής είχε συστήσει μητροπολιτικό ίδρυμα, το οποίο εγκατέστησε σ’ ένα διώροφο νεοκλασικό. Σ’ αυτό στεγάστηκαν αγόρια απ’ όλο το νομό. «Παιδιά του Οικοτροφείου», τα λέγανε. Εκεί βρήκαν αποκούμπι και ζεστασιά, εκεί κούρνιασαν, τα επαρχιωτόπουλα από τις στάνες, τα βουνά και τα χωράφια. Η ζωή στο οικοτροφείο ήταν πραγματικά δύσκολη. Ιδιαίτεροι χώροι για ανάγνωση και γραφή δεν υπήρχαν. Καθένας, τα βιβλία του και όλα τα σύνεργα στο κρεβάτι του. Ένα κασελάκι, κρυμμένο από κάτω, βοηθούσε την κατάσταση, γινόταν και καρέκλα. Εκεί ύπνος, εκεί γράψιμο, εκεί διάβασμα. Και το χειμώνα ούτε μια σόμπα με ξύλα. Τυλιγμένοι στις κουβέρτες προσπαθούσαν να ηρεμήσουν. Το βράδυ έπεφταν με τα ρούχα, γιατί τουρτούριζαν. Παραπονιόνταν στο διευθυντή τους αλλά τι να τους κάνει ο άνθρωπος. Αυτός όλο αρχαία ρητά τους έλεγε, που ούτε τρώγονταν, ούτε να τους ζεστάνουν μπορούσαν.

 

-Τα παιδιά που αναφέρετε είναι μετά την Κατοχή και το μεσοπόλεμο. Παρ’ όλα αυτά είχαν δίψα για μάθηση και ζωή. Πού τα αντλούσαν όλα αυτά και εύρισκαν τη δύναμη;

Ο μαθητόκοσμος της εποχής εκείνης, στην πλειονότητά του, είχε τις ρίζες του στο χωριό και τις στάνες. Αυτός, λοιπόν, ο μαθητόκοσμος εκαλείτο να αντιμετωπίσει μύριες όσες δυσκολίες. Παρ’ όλες όμως τις αντιξοότητες, τα παιδιά αυτά δεν το έβαζαν κάτω με τίποτε. Το μυαλό τους δούλευε. Είχαν απορίες και ερωτηματικά και σα σφουγγάρι απορροφούσαν τη γνώση. Διάβαζαν ό,τι έβρισκαν σε γραπτό λόγο. Δεν ήθελαν να γυρίσουν πίσω άπραγα στα ψωμοτόπια τους. Έβλεπαν τους γονείς τους που υπέφεραν, που είχαν ονείρατα να τα δουν σπουδασμένα. Ήταν έτοιμα για θυσίες, για το μεγάλο άλμα στον κόσμο του πνεύματος. Σ’ έναν κόσμο που τον φαντάζονταν και τον περίμεναν καλύτερο και δικαιότερο και είχαν όρεξη να παλέψουν γι’ αυτό.

 

-Το οδοιπορικό σας σε εκείνη την εποχή αποκαλύπτει μια άλλη Ελλάδα. Τόσο πολύ άλλαξε από τότε η πατρίδα μας;

Πράγματι, κοιτάζοντας σήμερα την Ελλάδα της εποχής εκείνης και την Ελλάδα την τωρινή, διαπιστώνεις μια τεράστια αλλαγή σ’ όλους τους τομείς. Η Θεσπρωτία, ένα γυμνάσιο τότε, είκοσι και πλέον σήμερα. Η Ηγουμενίτσα, ένα λιμανάκι μινιατούρα τότε, ένα διεθνές λιμάνι σήμερα. Παράγκες στη σειρά στην Ηγουμενίτσα τότε, πολυκατοικίες σύγχρονες σήμερα. Ηγουμενίτσα-Γιάννενα, έξι και πλέον ώρες τότε, τρία τέταρτα σήμερα. Ένα σταθμό πρώτων βοηθειών στο Φιλιάτι τότε, ένα μεγάλο σύγχρονο νοσοκομείο σήμερα. Όμως, τα ακριτικά χωριά γεμάτα κόσμο τότε, αδειανά τελείως σήμερα.

 

-Ο Πίπης, ο Σωτήρης και τα υπόλοιπα παιδιά βρήκαν το δρόμο τους;

Τα παιδιά του οικοτροφείου της εποχής εκείνης, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, έδωσαν το ηχηρό «παρών» τους στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας. Γιατροί, δικηγόροι, οικονομολόγοι, στρατιωτικοί, εκπαιδευτικοί, διευθυντές υπουργείων, τραπεζών και επιχειρήσεων. Όλα αυτά τα παιδιά, στολισμένα με ήθος και ευγένεια, έκαναν οικογένειες, αποκατέστησαν τέκνα, και ο καθένας με τις πράξεις του κατάφερε να γράψει μια σωστή ανθρώπινη ιστορία.

 

-Αν και σπουδάσατε οικονομικά, κάνατε το πρώτο σας βήμα και στη λογοτεχνία. Θα ακολουθήσει άλλο βιβλίο;

«Τα παιδιά του Οικοτροφείου» είναι ένα αφήγημα που αναφέρεται στην περίοδο Σεπτέμβριος 1946-Δεκέμβριος 1948. Στο τέλος του 1948, μια επταμελής ομάδα του Οικοτροφείου Παραμυθιάς, μετεγγράφηκε στο νεοσυσταθέν τότε γυμνάσιο Ηγουμενίτσης, μια πόλη, στην οποία υπήρχε σοβαρότατο στεγαστικό πρόβλημα. Προκειμένου να το λύσουν, όπου εύρισκαν χώρο, έσπερναν παράγκες. Η μια πλευρά τους ήταν, συνήθως, τοίχος, που προϋπήρχε, ενώ οι άλλες και η οροφή ήταν σανιδένιες. Σ’ όλη την εξωτερική επιφάνεια, πισσόχαρτο, διαστάσεις πέντε επί πέντε. Μια πόρτα κι ένα παραθυράκι. Καθεμιά στέγαζε κι ένα νοικοκυριό. Εκεί κουζίνα, εκεί φαγητό, εκεί ύπνος, εκεί όλα. Όλος ο χώρος πνιγμένος στη μαυρίλα. Κι έτσι τα επτά συμμαθητούδια από τα ορεινά της επαρχίας Φιλιατών, έβγαλαν από πάνω τους τον τίτλο «Παιδιά του Οικοτροφείου» και φόρεσαν το καινούριο κοστούμι που είχε για ετικέτα τις λέξεις «Παιδιά της Παράγκας». Το νέο λοιπόν αφήγημα που θα ακολουθήσει θα φέρει ως τίτλο «Τα Παιδιά της Παράγκας» και θα αναφέρεται στην πολύ δύσκολη επίσης περίοδο Δεκέμβριος 1948-Ιούνιος 1951, με πρωταγωνιστές φυσικά τον Πίπη και τον Σωτήρη.

 

-Ποια βιβλία που διαβάζατε εσείς είναι ακόμη αγαπημένα των μαθητών μας;

Εμείς, την εποχή εκείνη, με την προτροπή φωτισμένων καθηγητών, διαβάζαμε με πάθος τα χρονογραφήματα του Παλαιολόγου και του Ψαθά, καθώς και τις επιφυλλίδες του Βήματος(Παπανούτσου και λοιπών). Όλα αυτά τα κόβαμε και τα κρατούσαμε θεματοποιημένα ως κόρη οφθαλμού. Ακόμη, με την παρακίνηση των δασκάλων μας, διαβάζαμε Σολωμό, Κάλβο, Παλαμά, Μαβίλη, Βιζυηνό, Παπαδιαμάντη, Θεοτόκη, και οπωσδήποτε τη γενιά του ’30. Μάλιστα, για ορισμένους εκπονούσαμε και μικρές μελέτες, με συνέπεια να παραμελούμε λίγο την Άλγεβρα και τη Γεωμετρία, πράγμα που εξόργιζε τον μαθηματικό Γυμνασιάρχη, ο οποίος θεωρούσε, για την υστέρηση αυτή, υπαίτιες τις φιλολογικές εργασίες, και για να τις υποβαθμίσει τις βάφτιζε «ομελέτες». Δε νομίζω, οι σημερινοί μαθητές, να έχουν σοβαρή επαφή με αυτά τα κείμενα. Μακάρι να βρουν το δρόμο που θα τους οδηγήσει σε τέτοια διαβάσματα. Όμως, ας μη γελιόμαστε. Τα ελληνόπουλα του 21ου αιώνα είναι πιο πολύ αναβαθμισμένα. Έχουν το internet στα χέρια τους και με ένα πάτημα του κουμπιού έχουν όλες τις βιβλιοθήκες του κόσμου μπροστά τους. Τα καλότυχα!

 

-Η αναπόληση και η νοσταλγία είναι στοιχεία που θα βοηθήσουν τις νέες γενιές να ξεπεράσουν κάποια από τα δύσκολα εμπόδια που βρίσκουν στην πορεία ωρίμανσής τους;

Απαντώ με ένα «ναι» στην ερώτηση. Γιατί, δυστυχώς, ζούμε σε μια εποχή όπου την πρωτοκαθεδρία έχει το μυαλό. Το συναίσθημα έχει υποβαθμιστεί ή έχει παραμεριστεί. Αν η λογική και η ψυχή δεν συνδεθούν αρμονικά η ζωή γίνεται δύσκολη, γίνεται αβίωτη. Η αναπόληση και η νοσταλγία βάζουν σε λειτουργία το συναίσθημα, το οποίο ενεργεί προστατευτικά ανακόπτοντας την επικίνδυνα μεγάλη ταχύτητα του μυαλού. Μόνο όταν η λογική και η ψυχή περπατούν αγκαλιαστά, δίνουν ωριμότητα στον άνθρωπο και τον στολίζουν με το αναγκαίο «μέτρο», το οποίο είναι ο φύλακας-άγγελος στην ανηφόρα της ζωής.

 

-Τι θα προτείνατε στους αναγνώστες μας που θα διαβάσουν τη συνέντευξή σας;

Θα πρότεινα ανεπιφύλακτα στους αναγνώστες να διαβάσουν το έξοχο βιβλίο του καθηγητή της Φυσικής Γραμματικάκη με τίτλο «Αυτοβιογραφία του Φωτός». Με τον απλό και διδακτικό τρόπο που είναι διατυπωμένο, θα καταφέρουν να έλθουν σε γλυκιά επαφή με τις έννοιες που αναφέρονται στο «Όλον», στο «Σύμπαν», στο «Δεύτε λάβετε φως εκ του ανεσπέρου φωτός», στο «Φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν, εκ Θεού αληθινού…». Επίσης, θα πρότεινα στους αναγνώστες να διαβάζουν μανιωδώς τη μυθολογία μας, γιατί αποτελεί την ουσιαστικότερη προσφορά της Ελλάδας στην ανθρωπότητα. Τέλος, θα τους συμβούλευα να αποστηθίσουν τον «Ύμνο στην Αγάπη» του απόστολου Παύλου(Α’Επιστολή προς Κορινθίους,ΙΓ), τον ύμνο στον Έρωτα του Σοφοκλή (Αντιγόνη 781-796), καθώς και την αρχή της Ιλιάδας και της Οδύσσειας.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top