Fractal

“THE LOBSTER”: Θηρίο ή Θεός

Γράφει ο Άγγελος Χαριάτης // *

 

lob

 

Το ξεκαθαρίζω από την αρχή. Δεν είμαι κριτικός κινηματογράφου, ούτε έχω τέτοιες βλέψεις. Τώρα πια, όλο και σπανιότερα θα τύχει να βρεθώ σε κινηματογραφική αίθουσα. Οι υποχρεώσεις άπειρες, ο χρόνος περιορισμένος.

Όμως ήθελα να παρακολουθήσω τη νέα ταινία του Λάνθιμου «The lobster». Η αλήθεια είναι ότι με είχε εντυπωσιάσει η πρώτη του ταινία «Ο κυνόδοντας». Βέβαια δεν πήγαινα με τη λογική να παρακολουθήσω ένα νέο «Κυνόδοντα». Θα είχα χάσει την ουσία από την αρχή.

 

Η ιστορία: Σε μια κοινωνία του μέλλοντος είναι απαγορευτικό να μείνεις μόνος σου, χωρίς σύντροφο. Αν μείνεις μόνος, οδηγείσαι σε ένα ξενοδοχείο-νεκροτομείο- νεκροταφείο που σκοπό έχει να σε συνετίσει, να σε βάλει στον ίσιο δρόμο, βρίσκοντας σου ένα νέο άλλο μισό. Έχεις σαράντα πέντε μέρες στη διάθεσή σου. Αν τα καταφέρεις έχει καλώς. Αν όχι… επιλέγεις το ζώο που προτιμάς και οι «καλοί» ξενοδόχοι, σε μετατρέπουν, με μια διαδικασία, δεν είναι το ζητούμενο η διαδικασία, στο ζώο της προτίμησης σου.

Το πρώτο μέρος εκτυλίσσεται στο ξενοδοχείο. Μόνοι και μόνες, ντυμένοι ομοιόμορφα αναζητούν τον επόμενο σύντροφο. Μέσα από κοινά γεύματα, μέσα από μουσικές βραδιές, μέσα από δραστηριότητες. Με τη διευθύντρια και το προσωπικό του ξενοδοχείου να κινούν τα νήματα της ζωής μέσα σ’ αυτό. Οι μόνοι και οι μόνες μένουν σε μονόκλινα δωμάτια. Αν βρεθεί το ταίρι, οδηγούνται σε δίκλινο δωμάτιο για δύο εβδομάδες. Αν περάσουν και αυτή τη δοκιμασία, άλλες δύο εβδομάδες στο κότερο. Και ύστερα είναι «ελεύθεροι» να γυρίσουν στην πόλη. Κάθε μέρα οι μόνοι, βγαίνουν για κυνήγι. Ανθρωποκυνηγητό, για την ακρίβεια. Γιατί στην άλλη άκρη υπάρχει το δάσος. Εκεί όπου ζουν οι ασυμβίβαστοι, οι «μοναχικοί». Για κάθε ένα που σκοτώνεις κερδίζεις μια επιπλέον ημέρα παραμονής στο ξενοδοχείο.

Ο Κόλιν Φάρελ, αγνώριστος προφανώς για τις ανάγκες του ρόλου, ένας άνθρωπος χωρίς συναισθήματα. Κάνει πως αναζητά το άλλο του μισό. Γιατί επί της ουσίας θέλει να είναι μόνος και ας μεταμορφωθεί σε αστακό, μετά την παρέλευση των σαράντα πέντε ημερών.

Απορρίπτει και αποφεύγει να συνδεθεί με τις γυναίκες που έχουν έρθει για αυτό το σκοπό. Συνειδητοποιώντας ότι οι μέρες τελειώνουν, και μάλλον η προοπτική του αστακού δεν φαίνεται να τον ικανοποιεί, υποκρίνεται και κερδίζει τη γυναίκα χωρίς συναισθήματα, τη γυναίκα που «ρίχνει» κάθε μέρα «μοναχικούς».

Η απάτη του αποκαλύπτεται από τη γυναίκα χωρίς συναισθήματα και λίγο πριν οδηγηθεί στη διευθύντρια για τα περαιτέρω (βλέπε αστακός)καταφέρνει να ξεφύγει με τη βοήθεια μιας καμαριέρας, που άγνωστο γιατί, τον βοηθάει.

Φεύγει λοιπόν για το άγνωστο με βάρκα την ελπίδα. Όπου ελπίδα το δάσος των μοναχικών. Τέλος πρώτου μέρους.

 

Γιώργος Λάνθιμος

Γιώργος Λάνθιμος

 

Στο δεύτερο μέρος, σαφώς πιο άνισο, λες και έφυγε η πνοή μέσα από το έργο παρακολουθούμε τον Φάρελ να ερωτεύεται, να κάνει βόλτες στην πόλη με άλλα μέλη των «Μοναχικών». Οι «Μοναχικοί» που έχουν και αυτοί κανόνες: «Δεν ερωτευόμαστε, δεν κάνουμε έρωτα». Απλά και κατανοητά.

Ο έρωτας του Κόλιν γίνεται αντιληπτός από την αρχηγό, που φυσικά δεν πρόκειται ν επιτρέψει να ανθίσει ο έρωτας. Τι σκέφτεται λοιπόν; Να τυφλώσει την άτυχη κοπέλα-ταίρι του Κόλιν.

Ο ήρωας παλεύει με τα συναισθήματά του και τελικά διαπιστώνει ότι εξακολουθεί να είναι ερωτευμένος. Αποφασίζουν να διαφύγουν στην μεγάλη πόλη. Μια τελευταία σκηνή με πρωταγωνιστές τους ερωτευμένους, που δεν θα την αποκαλύψω και κάπου εκεί η σεμνή τελετή λαμβάνει τέλος.

Συμπέρασμα: Μια ιστορία, στο σκηνοθετικό ύφος και άποψη του Λάνθιμου, με ευρηματικό σενάριο, τουλάχιστον στο πρώτο μέρος. Μια τρομακτική ματιά στην κοινωνία του μέλλοντος, όπου οι άνθρωποι θα πορεύονται χωρίς συναισθήματα, σαν ζώα, γυρεύοντας το άλλο τους μισό, όχι με βάση τον έρωτα, αλλά άλλα κοινά χαρακτηριστικά τους. Να είναι όμως αναγκασμένοι, να ζουν μαζί, για χάρη της κοινωνικής συνοχής, της όποιας κοινωνικής συνοχής.

Μια ταινία που κυλά σε αργούς αλλά όχι βασανιστικούς ρυθμούς, επικεντρωμένη στο ψυχισμό των πρωταγωνιστών, θέλοντας να βάλει το θεατή στη διαδικασία της σκέψης. Σαφώς το καταφέρνει στο πρώτο μέρος, διατηρώ τις αμφιβολίες μου στο δεύτερο μέρος.

 

* Ο Άγγελος Χαριάτης γεννήθηκε το 1975 στην Καλλιθέα Αττικής και μεγάλωσε στις γειτονιές του Πειραιά. Περιπλανήθηκε ως φοιτητής στους χώρους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με απρόσμενη (για αυτόν) επιτυχία. Σπαταλά τον ελεύθερό του χρόνο παίζοντας επιτραπέζια παιχνίδια. Είναι παντρεμένος με δύο παιδιά και ζει στα Νότια Προάστια. Εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα. Κυκλοφορούν τα βιβλία του: “25 ιστορίες για ευτυχισμένου αστούς”, “Παράπλευρες απώλειες”, “Το δάχτυλο”.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top