Fractal

“Υπέρπυρες φεγγοβολές” από την ανάδυση της ζωής μέσα από την «Τέφρα Ονείρων»

Του Σωτήρη Π. Βαρνάβα //

 

Μάριος Μιχαηλίδης «Τέφρα Ονείρων», εκδ. Γαβριηλίδη, 2016

 

Η ποιητική συλλογή “Τέφρα Ονείρων” του Μάριου Μιχαηλίδη χωρίζεται σε τέσσερις ενότητες, τα ποιήματα δεν φέρουν τίτλους αλλά αριθμούνται αλφαβητικά. Η πρώτη ενότητα περιλαμβάνει δεκατέσσερα ποιήματα, η δεύτερη περιλαμβάνει δέκα ποιήματα, η τρίτη δεκαπέντε και η τέταρτη πέντε. Η κάθε ενότητα μπορεί να  λειτουργεί νοηματικά και δομικά ως αυτόνομη ποιητική σύνθεση, αλλά και από κοινού με τις άλλες  στη συνολική  ποιητική σύνθεση υπό τον πιο πάνω τίτλο.

Με διάχυτη τη  θλίψη σε όλες της ενότητες, η πρώτη και η δεύτερη έχουν επίκεντρο το έργο του ποιητή μέσα στο πλαίσιο μιας παγκόσμιας θεώρησης των παραγόντων που ρυθμίζουν τη καλλιτεχνική δημιουργία, το τρίτο αφορά μια ερωτική ελεγεία, ενώ  το τέταρτο εστιάζει στην τραγωδία της Κύπρου .

Να πω εδώ ότι παρουσιάζω τις προσωπικές μου σκέψεις για το κείμενο αυτό που είναι αποτέλεσμα της δικής μου ανάγνωσης. Αυτό δε σημαίνει ότι η ποιητική αυτή συλλογή δε θα μπορούσε να έχει και άλλες αναγνώσεις. Επίσης, επιλέγονται εδώ ορισμένα μόνο σημεία της ποιητικής συλλογής για θεώρηση,  τα οποία κρίνουμε ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν ρωγμές εισόδου του αναγνώστη στο ποίημα. Σ’ αυτές τις ρωγμές ρίχνουμε λίγο φως ή καλύτερα περιγράφουμε τον τρόπο με τον οποίο εμείς περάσαμε στα ενδότερα του ποιήματος, με προσοχή πάντοτε να μη διαταράξουμε με αυτή την ενδιάμεση παρουσία μας μεταξύ ποιήματος και αναγνώστη την ωραιότητα  του δημιουργήματος.

Εύστοχος και αποτελεσματικός στο ρόλο του ο τίτλος, “Τέφρα Ονείρων”, εισάγει εύγλωττα τον αναγνώστη στο πνεύμα και στο περιεχόμενο του βιβλίου, που είναι όλες εκείνες οι ψυχικές και διανοητικές διεργασίες και τα παρελκόμενα μιας εφ όλης της ύλης ματαίωσης του ονείρου και οι συναισθηματικές νοητικές περιπλανήσεις του ποιητικού υποκειμένου, του ποιητή δηλαδή , ο οποίος με τη γραφή του αφήνει ελεύθερες τις αισθήσεις και τη νόηση να συνδιαλλαγούν μεταξύ τους, ανιχνεύοντας και τα αίτια της ματαίωσης. Τέφρα είναι ο, τι απομένει μετά από  φωτιά, ο, τι αφήνουν πίσω τους οι φλόγες. Είναι όμως και η γόνιμη ουσία  που άντεξε το πάθος της φωτιάς, που μαρτυρεί το πέρασμά της, και μέσα από το οποίο μάλιστα αναδύεται και το νέο Σύμπαν.

Τον συμβολισμό της αναζωογόνησης μέσα από την τέφρα, τη φλόγα και το φως ως την κινούσα δύναμη μπορούμε να πούμε ό, τι βλέπουμε και στην εικόνα του εξωφύλλου. Ένα καμένο χέρι. Κάτω όμως από το καμένο δέρμα ζωντανεύουν οι φλέβες εκπέμποντας το φως απ’ την άσβεστη φλόγα  της δημιουργίας. Μέσα απ’ το σκοτάδι προβάλλουν οι λαμπηδόνες και μέσα απ’ τη σιωπή το τριζόνι ξαναδίνει ζωή στο συναισθηματικά υποβαθμισμένο τοπίο με τον ήχο του, που λειτουργεί ως κινούσα δύναμη, ενόρμηση, για δημιουργία.

 

Γύρω στα μεσάνυχτα/Ακούστηκε ξανά το τριζόνι/Ήχος παράξενος/Φορτωμένος τέφρα και άλγος/Η φωνή της ερημίας είπε ο φίλος/Κι άρχισε να μιλά μια γλώσσα κρυπτική/

Ευθύς ακούστηκε ένα φτέρωμα/Και κάτι σαν δέντρο πήρε να φυτρώνει/Πάνω στην άνυδρη γη/Τότε γέμισε παντού λαμπηδόνες/Που τις παράσερνε ο αγέρας/Κατά τη φορά των πουλιών/Γιατί εν τω μεταξύ/Το δέντρο αντίς για φύλλα έβγαζε λέξεις/Κι άλλης λογής πετούμενα/Που όλο αντρειεύονταν/Ώρα μεσάνυχτα

[

Η τέφρα προϋποθέτει τη φωτιά και η ματαίωση την διέλευση μέσα από ένα  κορυφαίο γεγονός, οι φλόγες του οποίου ήδη έχουν διαπεράσει το ποιητικό υποκείμενο. Αυτό θα μπορούσε να είναι ο έρωτας, αλλά και όποιο άλλο μετουσιωμένο γεγονός είναι δυνατόν να  εμπεριέχει  αντίστοιχη ένταση, όπως  λ.χ. οι φλόγες και ο πόθος της πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Ο ποιητής χρησιμοποιεί το συμβολισμό για να κρυπτογραφήσει τα νοήματά του, δημιουργώντας κατάλληλους συνειρμούς στον αναγνώστη, ώστε αυτός να τον ακολουθήσει στις ατραπούς της διανόησης του. Το πετυχαίνει με τον καλύτερο τρόπο χάρις στην επιλογή του να χρησιμοποιεί σύμβολα παρμένα από τα θεμελιώδη συστατικά και τις λειτουργίες της φύσης. Η “Τέφρα Ονείρων” του Μάριου Μιχαηλίδη βρίθει τέτοιων αινιγματικών συμβόλων. Ζώα, φυτά, χλόη, είδη πουλιών, σκύλοι, το φως, ο ορίζοντας, τα άστρα, και μύθοι διαμορφώνουν το ποιητικό του τοπίο, διευκολύνοντας τον αναγνώστη στο ταξίδι αναζήτησης της περί του κόσμου αλήθειας.

Ως αναγνώστης, διακρίνω τη δύναμη των συνειρμών στην ποίηση αυτή. Ο ποιητής με την παρεμβολή ενός και μόνο στίχου, τοποθετώντας τον στην κατάλληλη θέση, επιτυγχάνει να δημιουργεί ροή σκέψεων και συναισθημάτων προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση και αφού τα ρυάκια αυτά πάρουν όλα τα θρεπτικά συστατικά από τους τόπους που περνούν, ανταμώνουν ξανά στο ίδιο μεγάλο ποτάμι των σκέψεων και συναισθημάτων για να θρέψουν το δέντρο, δηλαδή το ποίημα. Όσο προσχωρούμε στην ανάγνωση της κάθε ενότητας, το δέντρο-ποίημα του Μ.Μ όλο και βαθαίνει τις ρίζες του, να φτάσει θέλοντας στην αρχέγονη πηγή της θρέψης του, η κορφή του ανεβαίνει πιο ψηλά να αντλήσει φως, να φωτοσυνθέσουν τα φύλλα του λέξεις και στα κλαδιά του να ενδημούν όλων των ειδών τα πουλιά, που άλλοτε τρομάζουν παγιδευμένα κι άλλοτε φτερουγίζουν φέρνοντας μηνύματα που καλείται ο αναγνώστης να διαβάσει , ανάλογα με το φτερούγισμα ή το χρώμα τους.

Ας δώσουμε όμως κάποια στοιχεία της ευρύτερης κλιματικής ζώνης στην οποία ευδοκιμεί και αναπτύσσεται το δένδρο της ποίησης του Μ.Μ. Εξετάζοντας προσεκτικά τις λέξεις- σύμβολα του ποιήματος αξίζει να σταθούμε στους Εμπειρίκειους όρους και τις αναφορές που γίνονται, όπως “Yψικάμινος, πουλιά του Προύθου, παλλακίδες” κ.α. που σηματοδοτούν την υπερρεαλιστική ποιητική γραφή του Μ.Μ. Σ’ αυτήν αποτυπώνεται, με πλούσια εκφραστικά μέσα μια υπαρξιακή θλίψη, η οποία οφείλεται στη ματαίωση του ονείρου, περιγράφοντάς την με λεπτομερείς εικόνες, μύθους και σύμβολα, που έχουν πολλές φορές ακόμα και ένα τρομακτικό χαρακτήρα. Σε κάθε περίπτωση όμως οι ελκυστικοί στίχοι και η εναλλαγή συναισθημάτων προκαλούν την επιθυμία στον αναγνώστη να  προχωρεί όλο και περισσότερο στα ενδότερα του μυστηρίου της ποιητικής πραγματείας. Χρησιμοποιώ τον όρο αυτό, γιατί στην ποίηση αυτή συμπυκνώνονται σκέψεις, γνώσεις και απόψεις περί μιας σωρείας πραγμάτων του κόσμου, η προσεκτική μελέτη των οποίων μπορεί να οδηγήσει  στην ερμηνεία των ανθρώπινων συμπεριφορών.

 

(…)

Την ώρα της αποδημίας/Μας άφησαν και πήραμε πολλά/Φωνές και λοφία/Ράμφη ευθυτενή και άλλα γαμψά/Και καθώς ο ποιητής/Τροχοδρομούσε ανέμελος στο σύμπαν/

Ιππεύοντας άτι φτερωτό/Τον προϋπαντούσαν οι αυτόχειρες/Με μια κουστωδία ματωμένων στίχων/Ελάτε μας έγνεφαν/Η εκδημία ρίχνει πέπλο σκοτεινό/Κι η ποίηση δεν είναι πια/Αυτού του κόσμου/Εκείνος στάθηκε/Έχωσε το χέρι στα σπλάχνα του/Έβγαλε ένα λευκό μαντήλι/Το τίναξε/Και τότε περιχύθηκε στο σύμπαν/Στάχτη από την Υψικάμινο

 

Οι συντεταγμένες του Εμπειρίκειου τοπίου συνοψίζονται: στον ερωτικό πόθο  που συνδέεται με το ποιητικό υποκείμενο και στους φραγμούς ενός πολιτισμού σε δυσφορία, στην  εναντίωση σε αυτούς και στη δυστυχία που γεννάται από αυτούς. Η χειραφέτηση, κατά τον Εμπειρίκο, δε στηρίζεται απλώς στην παράκαμψη των φραγμών, αλλά στην προσδοκία ενός  νέου ερωτικού  κόσμου λυτρωμένου από τα κοινωνικά δεσμά.

Ο άνθρωπος βέβαια, ως κοινωνικό ον, δημιούργησε με την πάροδο του χρόνου κανόνες, και νόμους που προστατεύουν τους αδυνάτους από τους ισχυρούς, δημιουργώντας τις πολιτιστικές συνθήκες. Οι κανόνες αυτοί και οι τρόποι κοινωνικής συμπεριφοράς αναπτύσσονται και εδράζονται κυρίως στον μετωπικό λοβό. (αυτά θα μας χρειαστούν αμέσως πιο κάτω) Την έδρα αυτή των κανόνων κοινωνικής συμπεριφοράς ο Φρόιντ ονομάζει Υπερεγώ, ενώ την έδρα των ενστίκτων ονομάζει Προεγώ.

Η σύγκρουση του Προεγώ με το Υπερεγώ δημιούργησε την αναγκαιότητα ανάπτυξης ενός τρίτου οργάνου σκέψης, που είναι το Εγώ και που έχει ρόλο να συγκεράσει τις συγκρουόμενες ψυχικές τάσεις.

Αυτά σύμφωνα με τον Φρόιντ, προκαλούν την δυσφορία μέσα στον πολιτισμό, θεωρώντας  ότι η ισορροπία μεταξύ Προεγώ και Υπερεγώ είναι εξαιρετικά δύσκολη. Λόγω των δυσκολιών αυτών προκαλούνται ενδοψυχικές  και κοινωνικές συγκρούσεις που συχνά καταλήγουν σε ματαίωση, απογοήτευση, και δυστυχία. Αυτή τη διαρκή αντιπαράθεση μέσα στο ανθρώπινο ψυχικό κόσμο πραγματεύεται η ποίηση του Μ.Μ., ανιχνεύοντας το αίτιο και το αιτιατό, εκφράζοντας κάθε φορά με ελκυστικούς στίχους τα αντίστοιχα συναισθήματα όπως, θλίψη, φόβο, αγωνία θανάτου, προσδοκία, ευδαιμονία κ.α

 

Μάριος Μιχαηλίδης

 

Τα πουλιά, σύμβολα της επικοινωνίας του ανθρώπου με το θείο κατά τους αρχαίους, παίζουν το ρόλο αγγελιαφόρου των θεών, ενώ στην πάλη μεταξύ του καλού και του κακού γίνονται τιμωροί για τους κακούς και σωτήρες των καλών. Ακόμα, τα πουλιά αποτελούν και σύμβολο του ασυνειδήτου. Στην “Τέφρα Ονείρων”, και κυρίως στην πρώτη ενότητα, τα πουλιά ενδημούν με όλους τους ρόλους και συμβολισμούς τους. Σχεδόν σε κάθε ποίημα, παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο, εκφράζοντας τις αισθήσεις που μεταφέρονται από την αρχέγονη μνήμη και οι οποίες εδρεύουν στο υποσυνείδητο.

 

Μετά συνέβη και αυτό/Η εγκάρσια λοβοτομή/Άφησε να δραπετεύσουν/Έγκλειστα πουλιά/Κι αυτά πέταξαν και χάθηκαν/Στην ερημία του σύμπαντος/Κάτω/Το σώμα έπαλλε/Αφημένο καθώς ήταν/Στη λαγνεία των συνειρμών/Κι όλο αδημονούσε πότε/

Θα επιστρέψουν τα πουλιά/Που τα ξάφνιασε η ιδέα/Μιας τελευταίας αποδημίας (…)

 

Οιωνοί απώλειας ή θανάτου τα μαύρα πουλιά ενδημούν στην πρώτη κυρίως ενότητα της “Τέφρας Ονείρων”, τονίζοντας την παρουσία τους. Αναζητείται επομένως το αίτιο της παρουσίας τους ή καλύτερα το αίτιο του προμηνυόμενου θανάτου. Για ποιο θάνατο άραγε γίνεται η αναφορά; Την απάντηση ότι η συμφραζόμενη αγωνία θανάτου αφορά τον πνευματικό θάνατο και την πλησμονή του έργου του ανθρώπου και επομένως και  του έργου του ποιητή, δίνει ο ίδιος ο  ποιητής με τους στίχους του.

(…)Στον ορίζοντα φάνηκε/Ένα σμήνος πουλιά μαύρα πουλιά/Όλοι τρομάξανε/Και πιάσανε να μελετούν/Τα σπλάχνα της μέρας που ξεψύχησε/Κι άρχισε να κακοφορμίζει/

Τίποτα (…)

 

Μετά φωνάξανε τις μάσκες της άνοιξης και

Κάποιοι πήραν να χορεύουν

Μα η μάγισσα η αυγή τους κοίταξε

Με το ένα μάτι το θολό

Και μετά τους σκέπασε με μαύρο σύννεφο

 

 

Μέσα στον σύγχρονο τεχνολογικό πολιτισμό και στην προσπάθεια του Υπερεγώ να κυριαρχήσει πάνω στο Προεγώ, επιχειρείται, μέσω προσχημάτων, με αφορμή κανόνες που στην πραγματικότητα  πολλές φορές δεν συνεισφέρουν στην εξισορρόπηση μεταξύ Προεγώ και Υπερεγώ, ο αποκλεισμός από τη συμμετοχή του συναισθήματος στις  ανθρώπινες καθημερινές λειτουργίες της ζωής.

Η παραγνώριση της σημασίας των αισθήσεων μέσα στον κόσμο που δημιούργησαν οι κανόνες  του σύγχρονου τεχνολογικού πολιτισμού, οδήγησε στην αναγκαιότητα ανάπτυξη της θεωρίας της συναισθηματικής νοημοσύνης. Αυτή  υποστηρίζει ότι έρχεται να αυξήσει σημαντικά το δείκτη νοημοσύνης και να συμβάλει στην ορθή λήψη αποφάσεων, κάτι που τελικά αμβλύνει τις διαφορές, μειώνει της συγκρούσεις και συμβάλλει στην ισορροπία μεταξύ Υπερεγώ και Προεγώ. Ο ποιητής Μ.Μ στην «Τέφρα Ονείρων» υπεραμύνεται της  αναγκαιότητας  συμμετοχής των συναισθημάτων στην διαχείριση της καθημερινότητας του ανθρώπου.

 

Ενώ στην πρώτη ενότητα το κυρίαρχο σύμβολο του ποιητή είναι τα πουλιά, το χρώμα τους, οι αριθμοί, το πέταγμα τους, στη δεύτερη ενότητα τα σκυλιά ακολουθούν πιστά και παντού τη νόηση του ποιητή, διεισδύοντας σε όποια σπήλαια της επιθυμεί να εξερευνήσει.

 

Ο μύθος, όπως αναφέραμε, αποτελεί επίσης μέθοδο ξενάγησης του αναγνώστη στον κόσμο της ποίησης του Μ.Μ. Κατά την εξελικτική πορεία της ποίησης υπάρχει μια γενική τάση ανατροπής του Οδυσσειακού μύθου. Το Ομηρικό πρότυπο του Οδυσσέα στον υπερρεαλισμό ανατρέπεται και το πρόσωπο του ήρωα παίρνει διάφορες μορφές στο νέο μύθο που δημιουργείται. Μεταπολεμικά οι ποιητές αποποιούνται τις πολεμικές του δόξες, ενώ το πρόσωπό του συνδέεται με μια απαισιοδοξία. Η ακύρωση του νόστου στον Οδυσσειακό μύθο και οι περιπτώσεις ανατροπής του Ομηρικού προτύπου καθώς πληθαίνουν στην ποίηση τις τελευταίες δεκαετίες, γίνονται αφορμή για φιλολογικούς διαλόγους. Στην ποιητική συλλογή «Τέφρα Ονείρων» ο ποιητής δεν εστιάζει στο πρόσωπο του Οδυσσέα ως κυρίαρχου και ηρωικού πρωταγωνιστή, αλλά πρωταγωνιστής στην ανατραπέντα  μύθο  είναι το σκυλί του Οδυσσέα, ο Άργος, που μαζί με την Πηνελόπη παραπέμπουν στις καταστάσεις που επιβάλλει το Προεγώ .

Έτσι γίνεται εμφανές ότι οι δύο πρώτες ενότητες του βιβλίου συνδέονται  άρρηκτα, ενδυναμώνοντας την ποιητική στόχευση του έργου που είναι οι διαρκείς ψυχικές διεργασίες, που προκύπτουν με την συνύπαρξη του Προεγώ και Υπερεγώ και την ανταγωνιστική σχέση που τη διέπει.

Στην “Τέφρα Ονείρων” του Μ.Μ οι διαρκείς συγκρούσεις μεταξύ αυτών των δύο του Υπερεγώ και του Προεγώ, οι αλλεπάλληλες μάχες και θυσίες διαδέχονται η μια την άλλη με εμπλοκή όλων ανεξαιρέτως των ψυχικών  δυνάμεων του ανθρώπινου είδους, που παίρνουν τη μορφή ενός διαρκούς πολέμου με αιώνιες προετοιμασίες και περιπέτειες για την παλιννόστηση τελικά στην πατρώα γη, την αρχέγονη μνήμη. Η αρχέγονη μνήμη ως διαπίστωση ή προσδοκία επανέρχεται συχνά στην “Τέφρα Ονείρων”, προφητεύοντας ίσως και την επικράτηση της ζωής έναντι του θανάτου χάρις σ’ αυτήν.

 

Και να η ζωή κανοναρχώντας το αέναο/Και την αρμονία ορίζοντας/Του συνάναρχου λόγου/Και να ο Άδης υποχωρεί με τα δρεπάνια/Και τις φτερούγες των χαμένων σπουργιτιών/Και να ο θάνατος των αντρειωμένων πουλιών/Κελάηδημα αυγινό μιας ανάσας παλμός/Ρουφώντας του φωτός τη σπορά/Ως τα έγκατα περιδιαβάζοντας την αρχέγονη μνήμη

 

Κατά τον Φρόιντ, ό, τι διαλανθάνει της λήθης αποτελεί αλήθεια. Επομένως το γεγονός ότι η ποιητική συλλογή ‘Τέφρα Ονείρων’ αφορά ψυχικές διεργασίες και τις συνέπειες τους, κάτι που απασχολεί διαχρονικά τον άνθρωπο, καταδεικνύει την καθολικότητα της ποίησης του  Μ.Μ.

Μέσα σε όλη τη σύγχυση των συγκρουσιακών καταστάσεων, το έργο υφίσταται τις συνέπειες της καταστροφικής υπερτροφίας και του φανατισμού υπέρ των κανόνων του πολιτισμού, οι οποίοι τελικά χάνουν τον προορισμό τους και χρησιμοποιούνται προσχηματικά για επίτευξη αλλότριων στόχων από εκείνους για τους οποίους θεσπίσθηκαν. Το προφητικό αισθητήριο του ποιητή διαβλέπει την καταστροφή εξ αιτίας αυτού και η αγωνία της ακύρωσης και πλησμονής του έργου του κορυφώνεται και μη έχοντας άλλο τρόπο να αμυνθεί το κάνει  μέσα  από το  ίδιο το έργο του.

 

Γράφει:

 

Μέσα σε κάθε ποίημα είναι και ένα σκυλί/ (…)/Οπωσδήποτε ένα σκυλί βρίσκεται στην ποίησή μας/Κάποτε τα σκυλιά μας τα φαρμακώνουν/Το σώμα τους στεγνώνει/Και γίνονται πολτός στη μοίρα της ασφάλτου/Τότε μιας ποίησης η πλησμονή μέσα μας σφαδάζει

 

Δεν μπορεί παρά να σταθεί κανείς στον τελευταίο στίχο και να τον αποδώσει  στην αγωνία του ποιητή για την τύχη  του έργου του και του κάθε λογής πνευματικού ή καλλιτεχνικού δημιουργήματος εν ονόματι των ανταγωνιστικών δυνάμεων που αναπτύσσονται σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής.

 

Η Τρίτη ενότητα αποτελεί μια ερωτική σύνθεση με πολλά από τα χαρακτηριστικά των προηγούμενων ενοτήτων. Λέξεις-σύμβολα παραπέμπουν με διαδοχικά κλιμακούμενη ένταση στις ψυχικές καταστάσεις του ποιητικού υποκειμένου υποβάλλοντας τον αναγνώστη την επιθυμία να συμμετάσχει στην ποιητική περιπλάνηση.

 

Ανέστιε πόθε/Μη ζητάς από μένα δανεικά/Τα είπαμε στο χώρο του κοινού μας πεπρωμένου/Οδός Επαιτείας αριθμός μηδέν/Βλέπω να χάνεις το δρόμο/Ξανά και ξανά

Και να επικαλείσαι τάχα/Τους θολούς οδοδείκτες και την/Ύποπτη συνέργεια των αριθμών/Μα όταν αργείς να φανείς/Βγαίνω κι αλλάζοντας τα σήματα με/Ανεπαίσθητο δόλο/Διαλαλώ τα κέρδη μου/Μια απλόχερη καταχνιά κι ένα/Τρύπιο πουκάμισο για να χωράς/Και να φεύγεις όποτε θες

 

Μια εισαγωγή που σε οδηγεί κατ’ ευθείαν στην ουσία του υπαρξιακού κενού που προκαλεί η διάψευση του ερωτικού ονείρου και που στη συνέχεια όπως εξελίσσεται η ποιητική γραφή, συμπληρώνεται με την ίδια την ποιητική δημιουργία.

 

Την εικονιστική περιγραφή του ποιητικού αντικειμένου, του πόθου δηλαδή, ακολουθούν οι περιγραφές των ψυχικών καταστάσεων που προκύπτουν από τη διάψευση με σύντομους και ελκυστικούς στίχους.

(…)

Και τι νομίζεις/Πως θ’ απομείνει από σένα;/Ένα άδειο φουστάνι/Να περιφέρεται σε σκοτεινούς/Διαδρόμους αδημονώντας/Να συναντήσει το σώμα σου/Ή ό,τι θα έχει περισωθεί/Από την τέφρα της μνήμης (…)

 

Ενώ στις προηγούμενες ενότητες η μορφή του στίχου, η αίσθηση κατά την ανάγνωση και τα νοήματα τονίζουν τα σκούρα χρώματα της απώλειας και της τραγικότητας των γεγονότων, στην τρίτη ενότητα τα πράγματα κάπως αλλάζουν. Εδώ οι στίχοι γίνονται μικροί δίνοντας την πρωτιά στις αισθήσεις. Δεν απαιτείται εδώ μεγάλη αποκρυπτογράφηση, και η νόηση συνεπικουρεί απλά τις αισθήσεις, αναγνωρίζοντάς τους το δικαίωμα να κινηθούν ελεύθερες καθιστώντας το ποίημα γοητευτικό.

 

Παραθέτω ένα από τα ωραιότερα ποιήματα της ενότητας αυτής.

 

Δώσε μου μια λέξη να/Στήσω το σκηνικό της νύχτας/Μια κατοικία για τα ορφανά μου όνειρα/Κι ένα καράβι απάγκιο/Δώσε μου μια λέξη/Χωρίς πνιγηρά κακόηχα/Το πολύ δυο φωνήεντα κι ένα/Σύμφωνο υγρό – “Έλα” να μου πεις/Και θα δεις πόσα πουκάμισα θ’ αλλάξω/Μια στέγη θα ντυθώ ή μια θάλασσα για/Να με αντέχουν τα όνειρά μου

 

Στο Τέταρτο μέρος ο ποιητής διεισδύει σε βάθος με την κρυπτική μέθοδο του στα ιστορικά γεγονότα της Κυπριακής τραγωδίας, παραπέμποντας στα τραγικά αποτελέσματα της υπερτροφίας του Υπερεγώ  και στη μεγάλη απώλεια των όσων δια θυσιών αποκτήθηκαν, καταλήγοντας ότι  επείγει να επιστρέψουμε στην παιδική μας αθωότητα.

Αλλά και πιο κάτω οι στίχοι του διατρέχονται από λέξεις σύμβολα του τιμήματος που πληρώνεται καθημερινά, μετρώντας τις απώλειες και καταγράφοντας επινίκιες αντιφάσεις. Η διάψευση των θυσιών των ηρώων της Κύπρου και η ματαίωση του αιωνίου ονείρου για Ελευθερία, μια ανοικτή πληγή στο σώμα της Κύπρου, διαπερνά τους στίχους του τέταρτου μέρους αφήνοντας στον αναγνώστη την πικρή γεύση της αδικίας. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο ποίημα.

 

 

(…)

Εγκαρσίως από πνεύμονος έως καρδίας το βόλι που τον ξάφνιασε/Όπως και τώρα πετρωμένο τον ξαφνιάζουν/Τα μεθεόρτια και οι επινίκιοι αλαλαγμοί/Και το βάθρο υποχωρεί αιωρούμενο/Και τα ικριώματα των εκπονηθέντων σχεδίων καταρρέουν/Και έμεινες μόνος με γυρτή λαβωματιά/Με ένα πανωφόρι που σου έλαχε/Να κρύβεις τ’ άστρα νύχτες και πρωινά/Με το αγιάζι να διαπερνά τις ορθάνοιχτες πληγές σου/

Γλυκό μου άγαλμα

(…)

 

Η καθολικότητα της ποίησης του Μ.Μ. στην ποιητική σύνθεση “Τέφρα Ονείρων”, σε συνδυασμό με την οντολογική και φιλοσοφική θεώρηση των ανθρώπινων ανησυχιών, καθιστά το βιβλίο αυτό υψηλής πνευματικής αξίας και  συνιστάται η ανάγνωσή του.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top