Fractal

«Ταυτοποιώντας την απώλεια»: έξι σύγχρονες εικαστικές εκδοχές

Της Μαρίας Μαμαλίγκα //

 

εικ. 1: Γιώργος Χαρβαλιάς, «παράπλευρες απώλειες -  παιδικό καρότσι περιπάτου», 2007, καρότσι perego, γύψος, γραφίτης, διαστάσεις 1:1 (γλυπτικά υποβοηθούμενο αντικείμενο).

εικ. 1: Γιώργος Χαρβαλιάς, «παράπλευρες απώλειες – παιδικό καρότσι περιπάτου», 2007, καρότσι perego, γύψος, γραφίτης, διαστάσεις 1:1 (γλυπτικά υποβοηθούμενο αντικείμενο).

 

Τα στοιχειωμένα από την απουσία γλυπτικά καρότσια περιπάτου με τίτλο «παράπλευρες απώλειες» του Γ. Χαρβαλιά, κριτικά και πολύτροπα σχολιάζουν την απώλεια και τον ρόλο της στην ταυτότητα του σύγχρονου ιστορικού υποκειμένου. Δηλώνουν πολεμικές παράπλευρες απώλειες στη δημόσια σφαίρα, στον ορίζοντα των γεγονότων που καθορίζονται από ανόδους και πτώσεις τιμών στο χρηματιστήριο και τις συνεπακόλουθες ανόδους και πτώσεις βομβών στα πεδία της μάχης – που όλο και συχνότερα είναι κατοικημένες περιοχές, αλλά και στην ιδιωτική σφαίρα, υποδηλώνοντας παράπλευρες απώλειες στην ζωή των ανθρώπων που προκαλεί ο πόλεμος των φύλων και οι επιπτώσεις που έχει αυτός στην ανατροφή των παιδιών ή/και στην ανατροπή της, με την επιλογή της μη γέννησής τους. Ακόμη μοιάζει να ανακαλούν στη μνήμη την αμφίδρομη βία της απουσίας των παιδιών που έμειναν πίσω, μην μπορώντας να ακολουθήσουν τους προς-φεύγοντες γονείς τους, ή των παιδιών που χάθηκαν προς-φυγικά στην πορεία προς ένα αδιέξοδο μέλλον, υπενθυμίζοντάς μας το ανθρώπινο μέτρο, το οποίο συχνά διαφεύγει των στρατηγικών σχεδίων, δημοσίων είτε/και ιδιωτικών [εικ. 1].

 

εικ. 2: Βίκη Μπέτσου, «τόποι – σάρωση 5: το τέλος του συγγραφέα», 2011, βιντεοεγκατάσταση χωρίς ήχο, διάρκεια 18 λεπτά.

εικ. 2: Βίκη Μπέτσου, «τόποι – σάρωση 5: το τέλος του συγγραφέα», 2011, βιντεοεγκατάσταση χωρίς ήχο, διάρκεια 18 λεπτά.

 

Το βίντεο της Βίκης Μπέτσου «τόποι – σάρωση 5: το τέλος του συγγραφέα» είναι μια ταινία που αφορά το πένθος για ένα τέλος που έχει ήδη επιτελεστεί. Παρακολουθούμε μέσω της μηχανικής περιστροφής της κάμερας το εσωτερικό ενός σπιτιού του οποίου ο κάτοικος είναι οριστικά απών. Ο χώρος βιντεοσκοπήθηκε ακριβώς όπως βρέθηκε μετά τον θάνατο του ενοίκου του και παρουσιάζεται ως τοπίο από όπου απουσιάζει παντελώς το ανθρώπινο στοιχείο. Ξανακοιτάμε στο παρόν, ίχνη συμβάντων του παρελθόντος με την αίσθηση απώλειας ενός χρόνου που έχει τελειώσει και δεν πρόκειται ποτέ να επαναληφθεί. Η καταγραφή αυτών των διαδοχικών χώρων και η κοντινή εστίαση ενός βλέμματος που περιεργάζεται επιμέρους αντικείμενα σε κάθε δωμάτιο, σχεδιάζουν όλα μαζί ένα πορτραίτο, αυτό του απόντος χρήστη του χώρου. Συμπυκνώνονται τα ίχνη του, οικιακά και προσωπικά αντικείμενα και έπιπλα, εργαλεία δουλειάς, ένα είδος «αποθήκης μνήμης» στην πραγματική χρονική διάρκεια των 18 λεπτών που διαρκεί το βίντεο. Ενώ όλα διαδραματίζονται σε ένα «τώρα», η εικόνα που προκύπτει οπτικοποιεί μια κατάσταση άχρονη. Στον θεατή δημιουργείται η αλλόκοτη αίσθηση της απόστασης και της εμπλοκής, του να νιώθει ταυτόχρονα παρών και απών, με αποτέλεσμα την απώλεια της βεβαιότητάς του [εικ. 2].

 

εικ. 3: Σοφία Κανάκη, «θερμοκήπιο», 2016, στρώμα ύπνου, καλλιέργεια αγριόχορτων, διαστάσεις μεταβλητές.

εικ. 3: Σοφία Κανάκη, «θερμοκήπιο», 2016, στρώμα ύπνου, καλλιέργεια αγριόχορτων, διαστάσεις μεταβλητές.

 

Η Σοφία Κανάκη δημιούργησε με γενναιοδωρία για την έκθεση «ταυτοποιώντας την απώλεια» ένα έργο προορισμένο να απολεσθεί, ένα «ζωντανό γλυπτό» που απαιτεί ειδική φροντίδα για να διατηρηθεί στη ζωή, μια και τρέφεται με νερό και φως. Σ’ ένα στρώμα με ανοιχτές από την απουσία πληγές, έχουν βλαστήσει αγριόχορτα και άνθη. Η φρεσκάδα και η δροσιά που αποπνέουν τα φυτά έρχεται σε αντίθεση με την επώδυνη προέλευσή τους, αλλά και με το βέβαιο τέλος τους κατά το πέρας της έκθεσης. Ίχνη τους θα αποτυπωθούν σε φωτογραφίες και θα διατηρηθούν ως αρχείο. Το έργο διερευνά τα αντιθετικά ζεύγη φως-σκοτάδι, πλησμονή-στέρηση, πόνος-χαρά, καταστροφή-δημιουργία, θάνατος-γέννηση. Προορίζεται για να παραμείνει ζωντανό μόνο στη μνήμη των θεατών του και αποτελεί μέρος ενός έργου εν προόδω, της εγκατάστασης με τον τίτλο «Θερμοκήπιο». Οι φωτογραφίες που εκτέθηκαν παραπλεύρως αποτυπώνουν το εσωτερικό ενός θερμοκηπίου, ενόσω ανάβουν τα φώτα το βράδυ [εικ. 3].

 

 

εικ. 4: Νίκος Τρανός, «40 μέρες-40 νύκτες», 2006, βίντεο χωρίς ήχο, διάρκεια 3:30 λεπτά.

εικ. 4: Νίκος Τρανός, «40 μέρες-40 νύκτες», 2006, βίντεο χωρίς ήχο, διάρκεια 3:30 λεπτά.

 

«40 μέρες-40 νύκτες» είναι ο τίτλος του έργου του Νίκου Τρανού και σχολιάζει τον ανδρικό χρόνο και την έμφυλη ταυτότητα. Πρόκειται για μία βιντεοσκοπημένη δράση. Ο καλλιτέχνης επί 40 ημέρες δάκρυζε κάθε πρωί μπροστά στην κάμερα χωρίς συναίσθημα. Την 41η ξυρίστηκε, μακιγιαρίστηκε, κατσάρωσε τα μαλλιά του και δάκρυσε μία φορά. Οι δύο όψεις του, η ανδρική κατά την οποία τα γένια του μεγαλώνουν, και η γυναικεία, βιντεοπροβάλλονται παράλληλα.  Έχοντας δει το έργο, νομίζω ότι έχει συντομεύσει τους χρόνους του αντρικού του πορτραίτου και έχει κρατήσει στο μοντάζ τους χρόνους όπου συμβαίνει μία δράση: τρέχει ένα δάκρυ, τα γένια είναι μακρύτερα. Ο τίτλος περιλαμβάνει δύο φορές τον πλούσιο σε συμβολισμούς αριθμό 40, που είναι ο αριθμός της πληρότητας και της δύναμης. Το έργο αποτελεί ένα είδος μύησης στην ταυτότητα του άνδρα, ένα είδος νέας κατανόησης της ανδρικής ταυτότητας μέσα από το πένθος – που βρίσκει  οριακό όριο ανακούφισης στα 40 – της γυναικείας της πλευράς, οδηγώντας έτσι σε μία πληρέστερη βίωση [εικ. 4].

 

εικ. 5: Γιάννης Μιχαηλίδης, «σημάδια ανεξίτηλα στο χαρτί», 2016, ακρυλικό σε χαρτί, 160×80 εκ. (λεπτομέρεια).

εικ. 5: Γιάννης Μιχαηλίδης, «σημάδια ανεξίτηλα στο χαρτί», 2016, ακρυλικό σε χαρτί, 160×80 εκ. (λεπτομέρεια).

 

Ο Γιάννης Μιχαηλίδης επέλεξε να περιγράψει με παιγνιώδη τρόπο την ταυτοποίηση της μνήμης με δύο ενότητες έργων, τα «ανεξίτηλα σημάδια στην άμμο» και τα «ανεξίτηλα σημάδια στο χαρτί». Στην πρώτη εκδοχή χρωμάτισε ίχνη στην άμμο που με το φύσημα του αέρα έσβησαν, πρακτική που παραπέμπει στην παιδική ηλικία αλλά και στην εκμυστήρευση μυστικών. Στη δεύτερη, σχεδίασε ίχνη γραφής με χρώμα στις σελίδες ενός μικρού σημειωματάριου, που στην τελευταία σελίδα του καταλήγουν σε μια υποψία γραφής. Έτσι σχολιάζει με ειρωνικό τρόπο ότι τίποτα δεν είναι «ανεξίτηλο» και διαρκές, τα πάντα περνούν και χάνονται, η μνήμη αγωνίζεται να συγκρατήσει τα ίχνη τους, και η διαρκής διαδοχή απωλειών καθορίζει τη διαρκώς μεταβαλλόμενη ταυτότητά μας ως υποκειμένων, και την καλλιτεχνική δημιουργία ως προσπάθεια καταγραφής και ανασημασιοδότησης των απωλειών που την κινητοποιούν [εικ. 5].

 

Γιάννης Μιχαηλίδης, «σημάδια ανεξίτηλα στο χαρτί», 2016, ακρυλικό σε χαρτί, 160x80 εκ. (λεπτομέρεια).

εικ. 6: Πάνος Χαραλάμπους, «AQUIS SUBMERSUS», 2011, βιντεοεγκατάσταση με ήχο.

 

Στη βιντεοεγκατάσταση του Πάνου Χαραλάμπους «AQUIS SUBMERSUS», δύο λεκάνες επιπλέουν στα νερά της λίμνης μεταφέροντας όργανα αναπαραγωγής ήχου. Δημιουργείται ένα περιβάλλον φωνών στο αβυσσαλέο κέντρο μιας λίμνης τη νύχτα – μια νυχτωδία. Η λίμνη πέρα από την καταγωγική της αναφορά στη βιογραφία του καλλιτέχνη, υπονοεί τη μήτρα στην οποία κολυμπήσαμε για πρώτη φορά. Η επιστροφή μας εκεί κατά την τελική νύχτα, πριμοδοτείται με την ηθελημένη μείωση της εικόνας σ’ ένα υπαινικτικό ελάχιστο και τη συνεπακόλουθη δραματική ενίσχυση του ακουστικού σε ένα υπαρξιακό κρεσέντο. 

Η εικόνα παραπέμπει διττά στη γέννηση και τον θάνατο. Το ηχητικό προηγείται του οπτικού στην ενδομήτρια ζωή. Θα έλεγε κανείς ότι κατά την επιστροφή προς την ανυπαρξία, ακολουθείται η αντίστροφη διαδρομή και η εικόνα διασπάται σε μόρια ήχου.

Το έργο εξερευνά τα θέματα της φύσης, της παροδικότητας και της θνητότητας. Καλεί τον θεατή-ακροατή σε ένα μυητικό ταξίδι μέσω του οποίου είναι δυνατόν, όπως ο μοναχός του Ζεν, να κατακτήσει το «σατόρι», τη βαθιά κατανόηση που θα του επιτρέψει να ζήσει χωρίς φόβο ή προσκόλληση στην ζωή. Κλείνει το ένα μάτι σε αυτό που ο Μπωντλαίρ (1821-1867) περιέγραψε ως «εγώ διψασμένο για το μη-εγώ» και το άλλο στον αφηγητή[1] της «Ωδής προς ένα αηδόνι», του Κητς (1795-1821). Πέρα από το βαρύ πένθος για το τέλος του είναι, καταφέρνει να εκφράσει και κάτι μυστηριώδες που διαφεύγει του θανάτου, «αυτό που δεν μπορεί να εγγραφεί παρά μόνο στον αέρα ή στο τρεχούμενο νερό»[2] [εικ. 6].

 

Τα έργα αυτά εκτίθενται στο Παλαιό Νοσοκομείο Άμφισσας, από τις 9 έως τις 23 Οκτωβρίου του 2016 και αποτελούν μέρος της έκθεσης με τίτλο «ταυτοποιώντας την απώλεια»[3], η οποία οργανώθηκε από την πλατφόρμα τέχνης “The Symptom Projects” και έχει ως στόχο τη  διερεύνηση των μετασχηματισμών της ταυτότητας, αλλά και των εκφράσεων της απώλειάς της, μέσω της πολυμορφίας και ποικιλομορφίας της τέχνης.

Συμμετέχουν 25 καλλιτέχνες: Ιάνθη Αγγελίογλου, Χρύσα Βαλσαμάκη, Χρήστος Βενέτης, Λυδία Δαμπασίνα, Αναστασία Δούκα, Δημήτρης Εφέογλου, Θεόδωρος Ζαφειρόπουλος, Γιάννης Θεοδωρόπουλος, Αλέξανδρος Κακλαμάνος, Σοφία Κανάκη, Δημήτρης Κατσούδας, Μαρία Λοϊζίδου, Δέσποινα Μεϊμάρογλου, Γιάννης Μιχαηλίδης, Βίκυ Μπέτσου, Φωτεινή Παπαχατζή, Φώτης Ραφτόπουλος, Κύριλλος Σαρρής, Σοφία Σιμάκη, Εύα Στεφανή, Νίκος Τρανός, Πάνος Χαραλάμπους, Γιώργος Χαρβαλιάς, Γιώργος Χατζημιχάλης, Ζωή Χούντα.

Η επιμέλεια είναι της Νίκης Παπασπύρου και του Κώστα Χριστόπουλου.

 

___________________________________

 

[1] Από την επιθυμία «να είναι με» το αηδόνι, εγκαταλείπει την όραση για να αγκαλιάσει τον ήχο και να επωφεληθεί από το σκοτάδι μαζί με το πουλί.

 

[2] Από την παράφραση του στίχου του Κάτουλλου, “Sed mulier cupido quod dicit amanti / in vento et rapida scriber oportet aqua” (Catullus LXX): «Αυτό που η ύπαρξη ψιθυρίζει στον παθιασμένο της εραστή, γράφεται μόνο στον αέρα και το τρεχούμενο νερό».

 

[3] Ώρες λειτουργίας: Παλαιό Νοσοκομείο Άμφισσας, (Υπολοχαγού Γάτου 12 & Αθανασίου Δημητρά), καθημερινά 18.00 – 22.00. Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών, καθημερινά 8.00 – 20.00.

 

 

Ετικέτες: ,
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top