Fractal

Τάκης Σπυρόπουλος. Φωτογραφίζοντας την ποίηση των δρόμων.

Συνέντευξη στον Γιάννη Παναγόπουλο //

 

TakisSpyropoulosΠίσω, στις μέρες που το λάιφ στάιλ ήταν θερμόμετρο επιτυχίας, ο Τάκης Σπυρόπουλος έλιωνε από «ευχάριστο» πυρετό. Η φωτογραφική του ματιά ήταν περιζήτητη. Το τηλέφωνο χτυπούσε διαρκώς. Οι προτάσεις για πρωτοσέλιδα περιοδικών με πετρωμένους κοιλιακούς μοντέλων ή εξελιγμένα κότερα, που οι ιδιοκτήτες τους θα κοιτούσαν το πέλαγος λες και τους ανήκε, ήταν καθημερινές. Εκείνη την περίοδο ήταν διαρκώς busy. Δέκα, δεκαπέντε χρόνια μετά ο ίδιος άνθρωπος είναι περισσότερο ήρεμος. Φορά τραγιάσκα, κόκκινο παντελόνι, μπορεί ν’ απολαύσει έναν καφέ στα Εξάρχεια, τη γειτονιά που περνά τον περισσότερο χρόνο της μέρας του, με άνεση. Το στούντιό του είναι πολύ κοντά στην πλατεία της γειτονιάς. Όσα συνέβησαν, όσα συμβαίνουν, όσα θα συμβούν πέριξ της για εκείνον έχουν διαρκές και έντονο φωτογραφικό ενδιαφέρον. Δείτε για παράδειγμα το βιβλίο του «X-Άρχεια uncensored». Κυκλοφόρησε πριν δύο χρόνια. Ήταν μια συλλογή από φωτογραφημένα συνθήματα, γκράφιτι, στένσιλ που αναρτηθήκαν από το 2009 έως το 2012 σε τοίχους των Εξαρχείων. Από την ημέρα της κυκλοφορίας εκείνου του βιβλίου ο Τάκης ξεκίνησε να φωτογραφίζει τη συνέχειά του. Η ποίηση του δρόμου είναι μια υπόθεση χωρίς επίλογο. Θέλει να μας την παρουσιάσει χωρίς σχολιασμό.

 

– Το λάιφ στάιλ όπως το μάθαμε την πρώτη δεκαετία του 2000 είναι νεκρό. Τα περιοδικά που υπηρέτησες εξαφανίστηκαν. Τι έχεις κρατήσει από εκείνη την περίοδο;

Εκείνη η εποχή δεν ήταν άδεια. Ανεξάρτητα από τη θεματολογία των περιοδικών της εποχής, θυμάμαι πως μια σειρά ανθρώπων με ταλέντο στην επικοινωνία μπορούσαν να βρουν δουλειά στο αντικείμενο τους. Μια σειρά από φωτογράφους, δημοσιογράφους, γραφίστες είχαν χώρο έκφρασης και ζούσαν απ’ αυτόν. Εκείνη η εποχή δεν είναι δαίμονας. Είχε τα δικά της χαρακτηριστικά, τη δική της συμπεριφορά. Δεν έχω καμία διάθεση να την πετάξω στα σκουπίδια.

MMFC0067– Τότε θα μπορούσες να φανταστείς πως κάποια στιγμή θα παρουσίαζες ένα βιβλίο με θεματολογία την ποίηση των τοίχων μιας κεντρικής Αθηναϊκής γειτονιάς;

Μα φυσικά! Ξέρεις οι άνθρωποι που συνδέομαι δεν είναι μονοπρόσωποι. Ζουν στην πόλη. Δεν είναι γκετοποιημένοι. Οποιαδήποτε έκφραση πολιτισμού, ακόμα και η πιο ασήμαντη μ’ ενδιαφέρει. Την παρατηρώ. Έχει μνήμη. Κάτι περιγράφει. Κάτι εκπέμπει. Το να καταγράφω τα συνθήματα των Εξαρχείων έκατσε ως ανάγκη όταν η κοινωνικοπολιτική κατάσταση άρχισε να προκαλεί ασφυξία στους κατοίκους της πόλης. Δεν έχω την αίσθηση πως με τη δουλειά μου πάω ν’ αναδείξω κάτι νέο. Οι άνθρωποι εκφράζονταν μέσω των τοίχων από τις αρχές του αιώνα. Ίσως και από την εποχή των σπηλαίων. Η ανάγκη έκφρασης είναι διαχρονική. Για μένα τα Εξάρχεια είναι ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο τοπίο έμπνευσης. Δεν έχω δει άλλη πόλη που τα συνθήματα της να είναι τόσο φορτισμένα όσο εκείνα της Αθήνας. Συνθήματα σε τοίχους γράφονται και στο Παρίσι, και στο Λονδίνο και στο Άμστερνταμ. Δεν έχουν όμως το ίδιο θράσος, την ίδια διάθεση επέμβασης στις ζωές των κατοίκων τους συγκρίνοντάς τα με εκείνα που συναντώ εδώ.

IMG_0951– Μπορείς να θυμηθείς το σύνθημα που είδες γραμμένο σε τοίχο και ήταν τόσο δυνατό να σε κινητοποιήσει; Να πάρεις τη φωτογραφική σου μηχανή και να το φωτογραφίσεις;

Ναι, ήταν λίγο μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου. Μια μέρα φεύγοντας από το στούντιο είδα στον απέναντι τοίχο δύο συνθήματα. Το ένα έγραφε «Φτάνει πια». Το άλλο «Η δράση αντικαθιστά τα δάκρυα». Ήταν μια υπέροχη στιγμή. Διαβάζοντάς τα αισθάνθηκα πως περιέγραφαν όσα αισθανόμουν κι εγώ για την Αθήνα εκείνη την περίοδο. Τότε ήταν Δεκέμβρης του 2008. Στα μέσα του 2009 είπα πως θέλω να φωτογραφίσω τους τοίχους των Εξαρχείων. Στην πορεία του χρόνου, από το τότε στο σήμερα, λέω πως κίνητρο για να καταγράψω τη συγκεκριμένη γειτονιά ήταν η δίψα για έκφραση των ανθρώπων της. Στο βιβλίο δεν παρουσιάζω το γκράφιτι ως τέχνη. Φωτογραφίζοντας στον δρόμο ανακάλυψα πως ερέθιζε περισσότερο η καταγραφή συνθημάτων. Και πως από αυτά μ’ ενδιέφεραν περισσότερο τα ευαίσθητα. Όχι τα στρατευμένα. Ήθελα να καταγράψω την κάψα του πιτσιρικά που πιάνει τον μαρκαδόρο ή το σπρέι ή έναν κουβά μπογιά ή το στένσιλ και, αντί να σπάσει ότι συναντούσε στο διάβα του, διάλεγε να εκφραστεί γράφοντας ή ζωγραφίζοντας δημόσια. Πολλές φορές ίσως και με κίνδυνο να τον συλλάβουν ή να του την «πέσουν».

_DSC4567– Μέχρι τη στιγμή που συναντήθηκες με εκείνα τα συνθήματα που εξέφρασαν και τη δική σου αλήθεια παρατηρούσες με την ίδια ένταση όσα γράφονταν, όσα ζωγραφίζονταν στους τοίχους των Εξαρχείων;

Παρατηρούσα περισσότερο τα γκράφιτι. Δηλαδή τη ζωγραφική του δρόμου. Κάποια απ’ αυτά σπινθηροβολούν τέχνη. Για τη ζωή στα Εξάρχεια και, κατ’ επέκταση, για τη ζωή στην Αθήνα τα πράγματα άλλαξαν όταν ξαναντικρίσαμε νεκρούς μέσα από πράξεις βίας που προκαλούν απέχθεια, που τεντώνουν το μίσος. Η Αθήνα δεν είναι πλέον μια ήσυχη πόλη. Κι εγώ δεν θα ήθελα ποτέ να τη ζήσω γράφοντας συνθηματάκια ή έξυπνα στιχάκια σε τοίχους του facebook. Μόνο φωτογραφίζοντας την πραγματικότητα των δρόμων νιώθω πως συνδέομαι με τα γεγονότα. Είμαι φωτογράφος πολλά χρόνια. Πάντα ήθελα και πάντα θα θέλω ν’ αποδίδω από τον πρωταγωνιστή μου το καλύτερό του. Απαθανατίζοντας όλα αυτά τα συνθήματα που θα μπορούσαν σε μια εβδομάδα να μην υπάρχουν, να έχουν σβηστεί, να έχουν διαγραφεί, να έχουν παραμορφωθεί σκεφτόμουν πως βοηθώ ν’ ακουστεί η φωνή των δημιουργών τους. Φωτογραφίζοντας τους δρόμους δεν σκεφτόμουν τη δική μου πολιτική τοποθέτηση. Υποθέτω πως λειτούργησα κριτικά. Δεν λογόκρινα, όμως, ποτέ όσα έβλεπα. Πίστευα πως έπρεπε να φωτογραφίσω κάθε ιδέα που φιλοξενούσαν οι τοίχοι των Εξαρχείων. Μ’ ενδιέφεραν όσα έγραφαν, όσα ζωγράφιζαν οι πάντες. Δεν έδινα σημασία αν ήταν αριστεροί, αναρχικοί ή φασίστες. Δεν ξέρω αν το ξέρεις, πλέον στους τοίχους αυτής της ιστορικά και πολιτικά πρωτοποριακής συνοικίας έχουν αρχίσει να διακρίνονται και φασιστικά συνθήματα. Όπως και να έχει, στο βιβλίο προσπάθησα να εντάξω τα πάντα. Συνθήματα προσωπικά ή κοινωνικά. Φιλοσοφικά ή πρεζάκικα. Πάνκικα ή χουλιγκάνικα. Τα μόνα που αποκλείστηκαν, από καθαρά εγωϊστική άποψη, είναι αυτά που έχουν ακαταλαβίστικη γραφή. Δεν μου αρέσουν οι γκραφιτάδες που απλώς βάζουν την υπογραφή τους οπουδήποτε. Χωρίς να σέβονται την αρχιτεκτονική ενός, ας πούμε, νεοκλασικού σπιτιού. Δεν μ’ ενδιαφέρουν οι τύποι που απλώς υπογράφουν έναν τοίχο γιατί απλώς και μόνο πέρασαν από εκεί. Τις λέξεις τους τις αγνοώ. Δεν με ακουμπάνε. Ενδιαφέρουν μόνο την πάρτη του τύπου που τα έγραψε, άντε και την παρέα που θέλει ν’ αναγνωρίζει την υπογραφή του.

 

COVER* Το βιβλίο του Τάκη Σπυρόπουλου «X-ΑΡΧΕΙΑ uncensored» μπορείτε να το βρείτε σε επιλεγμένα βιβλιοπωλεία όλης της Ελλάδας. Για περισσότερες πληροφορίες γύρω από τη δουλειά του δείτε το www.takisspyropoulos.com.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top