Fractal

Τα κρατικά τηλεοπτικά κανάλια την περίοδο 1981 – 1989

Γράφει η Λίλια Τσούβα // *

 

 

Από τη δεκαετία του 1960 το επικοινωνιακό τοπίο στην Ελλάδα αλλάζει σημαντικά. Η εμφάνιση της τηλεόρασης μεγεθύνει τη δυνατότητα πληροφόρησης για επίκαιρα γεγονότα, ενώ η ολοένα και σημαντικότερη θέση που κατακτούν τα ΜΜΕ στα παγκόσμια υποσυστήματα διαμορφώνει σταδιακά τις λεγόμενες «κοινωνίες των Μέσων».

Η τηλεόραση, «μηχανή του ορατού», μέσο λεκτικό και εικονιστικό, με «γλώσσα καθαρά θεατρική» και μεγάλη ποικιλία τρόπων αφήγησης, κατακτά αμέσως τη συλλογική ψυχή. Είναι το πιο ρεαλιστικό από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Με όπλα της την άμεση λήψη, την άμεση απεύθυνση, την οικειοποίηση, μπορεί όχι απλώς να μεταδώσει, αλλά και να κατασκευάσει τα μηνύματα. «Ο πολιτισμός γίνεται αυτός που παράγουν ή διαμεσολαβούν τα Μέσα», υπογραμμίζει ο Walker.

 

 

Τον Οκτώβριο του 1981, στην Ελλάδα, αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ. Η νέα κυβέρνηση εξαγγέλλει πρόγραμμα «Αλλαγής» και με σημαία της τη λέξη «Πρόοδος» εφαρμόζει νέες αναδιανεμητικές και αναπτυξιακές πολιτικές με στόχο το δημοκρατικό σοσιαλισμό. «Το παρόν δεν υπάρχει παρά ως προάγγελος του μέλλοντος» υποστηρίζει και με την άνοδό του στην εξουσία επιχειρεί να συνδυάσει δεσμεύσεις που απορρέουν από την αντίληψη αυτή με μακροπρόθεσμα οράματα και επαγγελίες.

Με σειρά νομοθετήσεων προχωρά στον εκδημοκρατισμό της νομοθεσίας. Το οικογενειακό δίκαιο αλλάζει, η γυναίκα εξισώνεται με τον άντρα, η εργαζόμενη γυναίκα προστατεύεται, η εθνική αντίσταση αναγνωρίζεται. Διαμορφώνεται ένα νέο πλαίσιο ζωής. Καθρέφτης του νέου κλίματος η άνθιση των τεχνών, της σάτιρας, της γελοιογραφίας, της επιθεώρησης. Ένας άλλος αέρας πνέει στη χώρα και αυτό έγινε φανερό στο πάρτι που οργάνωσε ο Λουκιανός Κηλαηδόνης στη Βουλιαγμένη, το 1983, όπου αναδύθηκε μια avant garde κουλτούρα, μακριά από τις μεγάλες αφηγήσεις και τα ενθουσιώδη πολιτικά τραγούδια της Μεταπολίτευσης, γεμάτη ανέμελη διάθεση, αυθορμητισμό, επικέντρωση στα καθημερινά προβλήματα. Οι αλλαγές συμπλέουν με το γενικότερο κλίμα εξελίξεων σε οικουμενικό επίπεδο, την παγκοσμιοποίηση και την τεχνολογική επανάσταση με τα παγκόσμια πλέον συστήματα πληροφόρησης, τον πλουραλιστικότερο τρόπο επικοινωνίας, ικανό να απευθυνθεί σε πλατύτερο κοινό.

Η κρατική ραδιοτηλεόραση το 1981 που ανέλαβε τη διακυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ είχε εισχωρήσει σε όλα τα ελληνικά σπίτια. Τα ΜΜΕ είχαν ήδη καταλάβει τη θέση τους στη λειτουργία των κοινωνιών. Οι «κοινωνίες των μέσων» της ύστερης νεωτερικότητας αντλούσαν ολοένα και περισσότερο από την τηλεόραση τα σύμβολα, τις αξίες, την πληροφόρηση, τη γλώσσα τους. Μπορούσε το μέσο αυτό, με την εμβέλεια που διέθετε, να γίνει επικοινωνιακά ο καλύτερος πρεσβευτής της νέας Ελλάδας που προοιωνίζονταν η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.

Για να το εκπληρώσει, προσπάθησε κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του (1981 – 1989) να υλοποιήσει αλλαγές στην κρατική τηλεόραση που να συνάδουν με τις διακηρυγμένες προτεραιότητες του πολιτικού του προγράμματος. Η τηλεόραση έγινε όχημα παραγωγής ιδεολογίας και κουλτούρας για τη διαμόρφωση μιας δημοκρατικότερης, εκσυγχρονισμένης κοινωνίας. Η εποχή χαρακτηρίστηκε «χρυσή εποχή» των κρατικών καναλιών. Αυτό πραγματοποιήθηκε μέσα από τις γενικότερες αλλαγές που προώθησε όσον αφορά τα σήριαλ, τις ειδήσεις, τις παιδικές εκπομπές, τις εκπομπές μουσικής και λόγου, τις διαφημίσεις.

Πρωταρχική κίνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, αρχηγού της νέας κυβέρνησης, ήταν η αποστρατιωτικοποίηση της ΥΕΝΕΔ (1982) και η μετονομασία της σε ΕΡΤ2, ενώ της ΕΡΤ, σε ΕΡΤ1. Για να χαράξει το νέο ιδεολογικοπολιτικό του στίγμα, τη νέα του αισθητική, άλλαξε, επίσης, τη διοίκηση των κρατικών καναλιών. Ανέλαβαν ο Γιώργος Ρωμαίος και ο συγγραφέας Β. Βασιλικός, οι οποίοι μεταμόρφωσαν όλα τα σήριαλ. Η προτεραιότητα δόθηκε σε πολιτικοποιημένα κοινωνικά μηνύματα με έμφαση στα προβλήματα της επαρχίας και την ισότητα των δύο φύλων. Στην αγωνία των παραγωγών όσον αφορά τη νέα φιλοσοφία του προγράμματος της δημόσιας τηλεόρασης, δίνονταν τρεις λέξεις που περιέκλειαν τη νέα ζητούμενη θεματική: «σοσιαλισμός, επαρχία, γυναίκα».

Η ελληνική τηλεόραση κατακλύζεται τότε από τα λεγόμενα «σήριαλ της Αλλαγής» εμποτισμένα από το αντίστοιχο πνεύμα. «Τα Λαυρεωτικά», σε σενάριο – σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη, αναλαμβάνουν την πρωτοκαθεδρία. Είναι το πρώτο πολιτικό σήριαλ της ελληνικής τηλεόρασης, με θέμα του την πρώτη απόπειρα εργατικού συνδικαλισμού στη χώρα μας, ορόσημο για την εποχή. Ακολουθούν μυθοπλασίες με θέματα εμπνευσμένα από την ελληνική και ξένη λογοτεχνία. Σκηνοθέτες του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, ο Παντελής Βούλγαρης, ο Βασίλης Γεωργιάδης, ο Πάνος Γλυκοφρύδης, ο Αλέξης Δαμιανός, ο Κώστας Λυχναράς, ο Γιάννης Δαλιανίδης, ο Κώστας Κουτσομύτης, ο Γιάννης Σμαραγδής, καλούνται να γυρίσουν ταινίες βασισμένες σε έργα Ελλήνων λογοτεχνών. Η πολιτική ελευθερία και η υψηλότερη χρηματοδότηση – που έδωσαν τη δυνατότητα για εξωτερικά γυρίσματα με πλάνα φυσικά, όχι τεχνητά – οδήγησαν σε ποιοτικότερα σήριαλ, δώδεκα έως είκοσι το πολύ επεισοδίων, που αγαπήθηκαν από το ελληνικό κοινό και αποδείχθηκαν διαχρονικά. Σε μια εποχή όπου η τηλεόραση έσπρωξε τον κόσμο στην οικιακή διασκέδαση, στην εξατομικευμένη απόλαυση, τα σήριαλ αυτά έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη γνωριμία του κοινού με τα λογοτεχνικά κείμενα και οδήγησαν στον εκπολιτισμό του.

Οι καινοτομίες συνεχίστηκαν σε όλα τα προγράμματα της δημόσιας τηλεόρασης. Αρχές Μαρτίου 1982, ξεκινά η εκπομπή «Κινηματογραφική Λέσχη», με προβολές ταινιών καταξιωμένων σκηνοθετών παγκοσμίου επιπέδου. Μεταδίδονται ντοκιμαντέρ, θεατρικά έργα, ψυχαγωγικές, θρησκευτικές, επετειακές, λαογραφικές εκπομπές, εκπομπές για τη γυναίκα. Δίνεται χώρος στη λογοτεχνία επιστημονικής φαντασίας. Κάνει πρεμιέρα το «Μονόγραμμα», σειρά αυτοβιογραφικών ντοκιμαντέρ, ενώ ακολουθούν εκπομπές πολιτιστικές, όπως «Τέχνη και πολιτισμός» (1982), «Οι ποιητές μας» (1983), το «Περισκόπιο» (1984). Στις 6 Σεπτεμβρίου 1982 πραγματοποιείται η πρώτη ζωντανή μετάδοση Πανευρωπαϊκών Αγώνων Στίβου. Οι ΕΡΤ1, ΕΡΤ2 ανοίγονται στην κοινωνία με μια πλουραλιστική ενημέρωση άνευ προηγουμένου σε όλα τα επίπεδα του πολιτισμού.

Συμβολή στην αποκέντρωση έφερε η λειτουργία της ΕΡΤ3, στη Θεσσαλονίκη, του τρίτου καναλιού δημόσιας τηλεόρασης. Βγήκε στον αέρα στις 14 Δεκεμβρίου 1988 και κατάφερε να καλύψει όχι μόνον την κεντρική Μακεδονία, αλλά και την υπόλοιπη Ελλάδα. Η ΕΡΤ3 αποτέλεσε τη φωνή της περιφέρειας. Το πρόγραμμά της διακρίθηκε για τις μορφωτικές και πολιτισμικές του εκπομπές. Έδωσε έμφαση στα ντοκιμαντέρ, τις διεθνείς συνεργασίες, αλλά και καινοτόμησε στο χώρο της ψυχαγωγίας αποτελώντας όαση πολιτισμού.

Σημάδι εκδημοκρατισμού ήταν και ο τρόπος εκφοράς των ειδήσεων. Βασικό τους χαρακτηριστικό η καθαρή ενημέρωση στη βάση της ισηγορίας, του πλουραλισμού. Η δημόσια τηλεόραση γίνεται ελεύθερο βήμα για όλους τους φορείς. Απουσιάζουν η προφορικότητα, το ρητορικό λεξιλόγιο, οι αστεϊσμοί, η ηγεμονική συμπεριφορά των παρουσιαστών. Το εκφωνούμενο κείμενο έχει την εντέλεια του δόκιμου γραπτού λόγου, όπως και τα ρεπορτάζ, οι ανταποκρίσεις. Καθεστώς γλωσσικής ευγένειας χαρακτηρίζει τις ερωτήσεις προς τους συνεντευκτές. Υιοθετείται ο υποδειγματικά ψύχραιμος τόνος, χωρίς ειρωνείες, εκφραστικούς ιμπρεσιονισμούς και ταμπλόιντ δημοσιογραφία.

Ευχάριστη καινοτομία αποτέλεσαν οι εκπομπές για το παιδί που κατέκλυσαν σχεδόν την ελληνική τηλεόραση. Στόχος τους η εκπαίδευση, η ενημέρωση, η κοινωνικοποίηση του παιδιού. Η εκπομπή «Εκπαιδευτική τηλεόραση» έδωσε έμφαση στη μόρφωση του παιδιού. Προβλήθηκαν, επίσης, μεταγλωττισμένες στα ελληνικά ξένες εκπαιδευτικές σειρές με παιδαγωγικό χαρακτήρα, κινούμενα σχέδια, αλλά και πρωτότυπα ελληνικά παιδικά προγράμματα γυρισμένα στο στούντιο της ΕΡΤ με παρουσία και συμμετοχή νεαρών τηλεθεατών ως ενεργητικών συνομιλητών.

Όλες καινοτόμησαν συμβάλλοντας σε μια ιδεολογική και πολιτική στροφή που έδινε έμφαση στη συλλογικότητα, την ελευθερία της έκφρασης, την εμπιστοσύνη στη νέα γενιά, τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής. Τα θέματα καλλιεργούσαν στα παιδιά την επιθυμία να ζήσουν σ΄ έναν κόσμο καλύτερο, να αγωνίζονται γι’ αυτόν σεβόμενα το κοινωνικό σύνολο.

Η καταγγελτική δημοσιογραφία ήταν ένα ακόμη θετικό βήμα. Στα τέλη του 1981 μεταδίδονται από την κρατική τηλεόραση οι «Ρεπόρτερς», εκπομπή ελεύθερου ρεπορτάζ και αποκαλυπτικής δημοσιογραφίας. Καταξιωμένοι δημοσιογράφοι προσπαθούσαν να αποκαλύψουν την αλήθεια σε θέματα οικονομικά, πολιτικά. Με εντυπωσιακή τεκμηρίωση, έρευνες ντοκουμέντα, προσωπική μαρτυρία του ρεπόρτερ, η εκπομπή έκανε πράξη τη διαφάνεια. Ανέδειξε σκάνδαλα και ατασθαλίες που μείωναν τη δημοκρατία. Ο δημοσιογράφος φόρεσε το μανδύα του υπερασπιστή του καλού, ένας άλλος Δον Κιχώτης, που με ανιδιοτέλεια και ρομαντική διάθεση συμμετείχε στη διόρθωση των κακώς κειμένων. Η εκπομπή επικράτησε τα πρώτα χρόνια προβολής της φέρνοντας αέρα ελευθερίας και κριτικής διάθεσης στα δρώμενα.

Στο κλίμα αλλαγής περιλαμβάνονται και οι μουσικές εκπομπές των κρατικών καναλιών. Μεγάλη επιτυχία σημείωσε «το Μινόρε της αυγής», εκπομπή αφιερωμένη στο ρεμπέτικο. Ήταν η πρώτη μεγάλη τηλεοπτική επιτυχία της «Αλλαγής», σε παραγωγή και σκηνοθεσία Φ. Μεσθεναίου. Για τις ανάγκες άλλων παρόμοιων εκπομπών της ΕΡΤ (όπως το «Μουσικό Διάλειμμα», που μετέδιδε βιντεοκλίπ της εποχής στα ημίχρονα των ποδοσφαιρικών αγώνων), δημιουργήθηκαν, κατακλύζοντας κυριολεκτικά την ελληνική κρατική τηλεόραση, τραγούδια έντεχνης ελληνικής μουσικής με σπουδαίους Έλληνες συνθέτες και τραγουδιστές που καλλιέργησαν το γούστο και αναβάθμισαν το συλλογικό μουσικό κριτήριο. Από το εφηβικό κοινό αγαπήθηκε ιδιαίτερα το «Μουσικόραμα», η πρώτη μουσική εκπομπή της δημόσιας τηλεόρασης, αλλά και το «Μουσικό καλειδοσκόπιο», που ενημέρωναν για τις εξελίξεις στη διεθνή μουσική σκηνή. Και όλα αυτά πολύ πριν φανεί η δορυφορική τηλεόραση, το YouTube και το internet.

Στοιχείο εκδημοκρατισμού αποτέλεσε η στάση της δημόσιας τηλεόρασης απέναντι στην πολιτική. Οι προεκλογικοί αγώνες με λόγους των πολιτικών αρχηγών που αναμετέδιδε, οι εκπομπές με πολιτικές συζητήσεις («talk show») που εισήγαγε (τα «Ανοιχτά χαρτιά», η πρώτη εκπομπή με απευθείας μετάδοση πολιτικής συζήτησης στην Ελλάδα), οι πολιτικές διαφημίσεις που επέτρεψε, στα πλαίσια της ελεύθερης διακίνησης ιδεών, διαπαιδαγώγησαν πολιτικά το κοινό. Εξακτίνωσαν το πολιτικό μήνυμα και στην πιο απομακρυσμένη γωνιά της Ελλάδας, έκαναν γνωστά πρόσωπα και κόμματα, συνεισέφεραν στον πλουραλισμό.

Στην αλλαγή συνέβαλαν και οι διαφημίσεις. Έγιναν ο καθρέφτης της εποχής, ενώ εισήγαγαν νέες εκπολιτιστικές συνήθειες στην ελληνική κοινωνία που αφορούσαν τη διατροφή, την υγιεινή, τον τρόπο με τον οποίο γίνεται το νοικοκυριό. Έμαθαν στους Έλληνες να πλένουν τα δόντια τους, να κάνουν μπάνιο. Τόνισαν τις ανάγκες της εργαζόμενης γυναίκας, εξασφάλισαν ελεύθερο χρόνο για τη γυναικεία αυτοδιάθεση, ανέδειξαν τον ερωτισμό της γυναίκας. Με έξυπνα σλόγκαν και πολύ χιούμορ άλλαξαν την οπτική θεώρηση των Ελλήνων.

Στο μεταξύ, οι αναδιανεμητικές πολιτικές του ΠΑΣΟΚ σε συνδυασμό με τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της Ελλάδας από τις αρχές της δεκαετίας του ΄50 έως και τα μέσα της δεκαετίας του ΄70 είχαν αυξήσει κατακόρυφα την αγοραστική δύναμη μεγάλου μέρους του ελληνικού πληθυσμού, η οποία μεταφράστηκε σε ξενομανία. Ο τουρισμός είχε αναπτυχθεί αρκετά και η αγορά ξένου προϊόντος ισοβαθμούσε με άνοδο στην κοινωνική ιεραρχία και επίδειξη πλούτου. Το ΠΑΣΟΚ με διαφημίσεις υπέρ της αγοράς ελληνικών προϊόντων («Ο Επιμένων Ελλη-νικά») έστρεψε τους Έλληνες στην εντόπια παραγωγή τονώνοντας τη γηγενή επιχειρηματική δραστηριότητα.

Παρότι, σύμφωνα με μελέτη του Χρήστου Λάζου1, (αν αποδεχθούμε τη διάκριση που προτείνει ο Umberto Eco για τα τρία επίπεδα κουλτούρας, υψηλή, μέση, κατώτερη), η ΕΡΤ1 έχει σαφές προβάδισμα (με μέση και υψηλή κουλτούρα) έναντι της ΕΡΤ2 (που θα μπορούσε να κατηγοριοποιηθεί στη μέση – κατώτερη κατηγορία), από την ποιότητα των προγραμμάτων που καταγράψαμε, διαφαίνεται πως τουλάχιστον το ένα από τα κρατικά κανάλια ανταποκρίθηκε επιτυχημένα στο ρόλο της πολιτιστικής αποστολής ενός Δημόσιου καναλιού που στοχεύει στην αντικειμενική ενημέρωση και την ανάπτυξη του πολιτιστικού επιπέδου του λαού.

Καθώς όμως βαδίζουμε προς το τέλος της δεκαετίας του ΄80, παρατηρείται αποδυνάμωση του αρχικού εκπολιτιστικού πλαισίου αναφοράς. Το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, κόμμα εξουσίας πια, απομακρύνεται από την έννοια της «Αλλαγής». Από το Νοέμβριο του 1988 η σειρά «Τόλμη και γοητεία» εγκαθίσταται στη μεσημεριανή κρατική ζώνη. Ανακυκλώνει γνωστά μοτίβα επιτυχίας μέσα από στερεότυπες ιστορίες πάθους, εκδίκησης και κοινωνικής ανόδου. Στην παιδική τηλεόραση εισχωρούν στοιχεία καταναλωτικής συμπεριφοράς που γαλουχούν το μελλοντικό «οικονομικό άνθρωπο». Η εμμονή του ΠΑΣΟΚ για κομματικό έλεγχο στα κανάλια, η σκανδαλολογία που ξεσπά εναντίον του στο τέλος της δεκαετίας (σκάνδαλο Κοσκωτά, αγορά του αιώνα, ΑΓΡΕΞ, πύραυλοι Μάτζικ) απομονώνουν το κόμμα, μειώνουν τη δημοτικότητά του. Στις 20 Νοεμβρίου 1989 βγαίνει στον αέρα το πρώτο ιδιωτικό κανάλι της ελληνικής τηλεόρασης, το Mega Channel. Η δημόσια τηλεόραση παύει να είναι μονοπώλιο. Μπαίνει στο περιθώριο. Η «χρυσή εποχή» είναι πια παρελθόν.

Στους ιδιωτικούς σταθμούς τα είδη (genres) των ενημερωτικών και ψυχαγωγικών εκπομπών αλλάζουν. Η πολιτιστική παραγωγή υπακούει στην λογική της εμπορευματοποίησης. Η ποιότητα πέφτει, για την εξασφάλιση διαφημιστικών εσόδων. Οι ειδήσεις στρέφονται στη δραματοποίηση θεμάτων εθνικισμού και κοινωνικού αποκλεισμού. Επιλέγεται ο «ηθικολογικός πανικός», ο ρατσιστικός, συντηρητικός λόγος, με στόχο τις υψηλές τηλεθεάσεις. Η πολιτική σήψη αρχίζει να εξαπλώνεται. Ο ανταγωνισμός για τον έλεγχο των ΜΜΕ οργιάζει. Στον «κυβερνοκαπιταλισμό» θριαμβεύει η «ενημερωδιασκέδαση», το lifestyle, ο ολικός δημοσιογραφικός λόγος, που αντλεί από διαφορετικά είδη λόγου και πολιτισμού προκειμένου να γίνει αρεστός. Οι ύστερες νεωτερικές κοινωνίες είναι κοινωνίες της «ευχάριστης πληροφόρησης».

Η πολυπόθητη «Αλλαγή» μπορεί τελικά να μην επέτυχε το εύρος που επιδίωκε στην πολιτική και ως σύνθημα να φθάρθηκε ακόμα και στη συνείδηση των υπερασπιστών του. Όμως, η χρυσή εποχή της δημόσιας τηλεόρασης, η δεκαετία του ΄80, δεν έπαψε να αποτελεί ορόσημο για τη χώρα. Οι καινοτομίες της όχι μόνο διεύρυναν τη δημοκρατία, αλλά και εκπολίτισαν την ελληνική κοινωνία εισάγοντας νέα αισθητική, νέα φιλοσοφία, νέα πρόσωπα και θεματολογία.

 

 

* Η Λίλια Τσούβα γεννήθηκε στα Τρίκαλα. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ, από όπου και αποφοίτησε (τμήμα Μέσων και Νεότερων Ελληνικών Σπουδών). Εργάστηκε επί χρόνια ως καθηγήτρια στη μέση εκπαίδευση. Ασχολείται με το δοκίμιο και την κριτική. Κείμενά της έχουν δημοσιευτεί στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο.

 

 

Βιβλιογραφία:

  • * Λήμματα από: Β. Βαμβακάς και Π. Παναγιωτόπουλος, Π. (επιμ.), Η Ελλάδα στη Δεκαετία του ΄80. Κοινωνικό, Πολιτικό και Πολιτισμικό Λεξικό, Θεσσαλονίκη, Επίκεντρο 2014:
  • «Βίντεο: Η ριζική στροφή στην οικιακή ψυχαγωγία» (σ. 66-69),
  • «Βίντεο κλιπ: Η οπτικοακουστική ρευστότητα των μουσικών ιδεών» (σ. 69-73),
  • «Επιμένων Ελληνικά: Εθνοκεντρική αναπτυξιακή στρατηγική και καταναλωτική ξενομανία» (σ. 196-198),
  • «Επιστημονική φαντασία: Ελληνικό φανταστικό, επιστημονική φαντασία και εκσυγχρονιστική φαντασίωση» (σ. 198-201),
  • «ΕΤ 3: Η ελλειμματική υλοποίηση στα ΜΜΕ του συνθήματος “Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα”» (σ. 208-209),
  • «Ιδιωτική τηλεόραση. Η αμφισβήτηση της κυριαρχίας του κομματικού συστήματος από τους επιχειρηματίες/εκδότες» (235-238),
  • «Παιδική τηλεόραση: Από τη διαπλαστική εκπαίδευση στην καταναλωτική ψυχαγωγία» (σ. 410-413),
  • «Πάρτυ στη Βουλιαγμένη: γιορτή του ευδαιμονισμού πέρα από τις δεσμεύσεις της Μεταπολίτευσης» (σ. 443-446),
  • «Ρεπόρτερς: Η εμφάνιση της αποκαλυπτικής δημοσιογραφίας στην τηλεόραση» (σ. 509-510),
  • «Ροζ σκάνδαλο: Η ακραία πολιτικοποίηση της ιδιωτικής σφαίρας» (σ. 515-517),
  • «Σαπουνόπερα: Τηλεοπτική αφθονία και διαμόρφωση του κυνικού θεατή» (σ. 531-534),
  • «Σήριαλ: Η πολιτικοποίηση της τηλεοπτικής ψυχαγωγίας τα χρόνια της Αλλαγής» (σ. 539-542),
  • «Σκάνδαλο Κοσκωτά: Πολιτική διαφθορά και ο ανταγωνισμός για τον έλεγχο των
  • ΜΜΕ» (σ. 549-552),
  • «Φεμινιστικό κίνημα: Από τη δυναμική εδραίωση στη σταδιακή ενσωμάτωση» (σ. 624-626),
  • «Χάρρυ Κλυν: Σατυρικό μωσαϊκό της κοινωνικής και πολιτικής ζωής» (σ. 645-648),
  • «Ψάλτης Στάθης: Φορέας αυτογελοιοποίησης της εμπορικής κινηματογραφικής καταγγελίας» (σ. 661-664).
  • * Παντελής Κυπριανός, «Συγκρότηση και λειτουργία του κομματικού πεδίου στην Ελλάδα (1974-1989)», Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, 9 (1997), σ. 102-137. ΠΗΓΗ: http://dx.doi.org/10.12681/hpsa.15228.
  • * Χρ. Λάζος, «Προγραμματισμός και εξουσία στην ελληνική τηλεόραση», στο Κ. Ναυρίδης, Γ. Δημητρακόπουλος και Γρ. Πασχαλίδης, Τηλεόραση και Επι- κοινωνία, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 2008, σ. 151-170.
  • * Γ. Πλειός, Η Κοινωνία της Ενημέρωσης. Ειδήσεις και Νεωτερικότητα, Αθήνα: Καστανιώτης, 2011, σ. 31- 84.
  • * Π. Πολίτης, Η Γλώσσα της Τηλεοπτικής Ενημέρωσης. Τα Δελτία Ειδήσεων Τηλεόρασης (1980- 2010), Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, 2014, σ. 70- 97 και 254-302.
  • * Στεργίου Ανδρέας, «Ο λαϊκισμός στα εθνικά θέματα», Επιστήμη και Κοινωνία: Επιθεώρηση Πολιτικής και Ηθικής Θεωρίας, 12 (2004), 115-147. ΠΗΓΗ: http://dx.doi.org/10.12681/sas.769.
  • * ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ 1: http://archive.ert.gr/52655/
  • * ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ 2: http://archive.ert.gr/49705/
  • * ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ 3: http://archive.ert.gr/36092/
  • * ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ 4 – 5 -6 και 7:
  • * http://archive.ert.gr/36076/
  • * http://archive.ert.gr/36078/
  • * http://archive.ert.gr/36073/
  • * http://archive.ert.gr/36080/

 

 

 

1 (Χρ. Λάζος, «Προγραμματισμός και εξουσία στην ελληνική τηλεόραση», στο Ναυρίδης, Γ. Δημητρακόπουλος και Γρ. Πασχαλίδης, Τηλεόραση και Επι- κοινωνία, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 2008, σ. 151-170)

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top