Fractal

Σκέψεις για το ποίημα ‘Καθρέφτης’ της Σύλβιας Πλαθ

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

Η Σύλβια Πλαθ, κωπηλατώντας στη λίμνη Yellowstone (Yellowstone National Park, Wyoming). Φωτογραφία του συζύγου της (Ιούλιος 1959).

Η Σύλβια Πλαθ, κωπηλατώντας στη λίμνη Yellowstone (Yellowstone National Park, Wyoming). Φωτογραφία του συζύγου της (Ιούλιος 1959).

 

 

Είμαι ασημένιος και σωστός. Χωρίς προκαταλήψεις/Ότι κι αν δω το καταπίνω αμέσως/Έτσι όπως είναι, αθάμπωτο από αγάπη ή απέχθεια./Δεν είμαι σκληρός, μονάχα ειλικρινής/Το μάτι ενός μικρού θεού, τετραγωνιασμένο./Τον περισσότερο καιρό στοχάζομαι στον τοίχο απέναντι./Είναι ρόδινος, με πιτσιλιές. Τον έχω δει τόσο πολύ/Που φαίνεταισαν μέρος της καρδιάς μου. Μα τρεμοπαίζει./Πρόσωπα και σκοτάδι μας χωρίζουν πάλι και πάλι./Μια λίμνη είμαι τώρα. Μια γυναίκα σκύβει πάνω μου,/Ψάχνοντας στις εκτάσεις μου αυτό που πράγματι είναι./Στρέφει μετά σ’ αυτούς τους ψεύτες, το φεγγάρι ή τα κεριά./Βλέπω τη ράχη της, και πιστά την καθρεφτίζω./Με δάκρυα μ’ ανταμείβει κι ένα τρέμουλο χεριών./Είμαι γι’ αυτήν σημαντική. Έρχεται και φεύγει./Κάθε πρωί η μορφή της παίρνει του σκοταδιού τη θέση./Μέσα μου έχει πνίξει ένα κορίτσι, και εκεί μια γριά/Μέρα με τη μέρα ορθώνεται εμπρός της, σαν ψάρι τρομερό.

 

Mirror

I am silver and exact. I have no preconceptions/Whatever I see, I swallow immediately/Just as it is, unmisted by love or dislike/I am not cruel, only truthful/The eye of a little god, four-cornered/Most of the time I meditate on the opposite wall/It is pink, with speckles. I have looked at it so long/I think it is a part of my heart. But it flickers/Faces and darkness separate us over and over.
Now I am a lake. A woman bends over me/Searching my reaches for what she really is/Then she turns to those liars, the candles or the moon/I see her back, and reflect it faithfully/She rewards me with tears and an agitation of hands/I am important to her. She comes and goes/Each morning it is her face that replaces the darkness/In me she has drowned a young girl, and in me an old woman/Rises toward her day after day, like a terrible fish.

 

Σε αυτό το ποίημα (23 Οκτωβρίου 1061) της ταλαντούχου αλλά άτυχης αμερικανίδας ποιήτριας, ένας καθρέφτης περιγράφει την ύπαρξή του και τον ιδιοκτήτη του, ο οποίος όπως παρατηρεί ο καθρέφτης, ολοένα και μεγαλώνει. Ο καθρέφτης περιγράφει πρώτα τον εαυτό του ως ‘ασημένιο και ακριβή’ (silverandexact). Δεν προβαίνει σε κάποια εκτίμηση, απλώς καταπίνει ότι βλέπει και αντανακλά την εικόνα πίσω του, χωρίς καμία αλλοίωση. Ο καθρέφτης δεν είναι σκληρός, παρά ‘μόνο ειλικρινής’. Θεωρεί τον εαυτό του ‘μάτι του Θεού’ με τέσσερις γωνίες, που βλέπει τα πάντα γύρω του. Τις περισσότερες φορές, ο καθρέφτης κοιτάζει το άδειο δωμάτιο και στοχάζεται για το ροζ στιγματισμένο με πιτσιλιές τοίχο απέναντι από αυτόν. Κοιτάζει προς τα εκεί για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, που περιγράφει τον τοίχο ως αναπόσπαστο ‘μέρος της καρδιάς του’ (partofmyheart). Η εικόνα του τοίχου διακόπτεται μόνο από τα άτομα που εισέρχονται για να ρίξουν μια ματιά στους εαυτούς τους και από το σκοτάδι που έρχεται αναπόφευκτα μαζί με τη νύχτα. Ο καθρέφτης φαντάζεται τον εαυτό του σαν μια λίμνη. Μια γυναίκα κοιτάζει μέσα σε αυτόν, προσπαθώντας να διακρίνει ποιος πραγματικά ατενίζει το είδωλο της. Μερικές φορές, η γυναίκα προτιμά να κοιτάξει τον εαυτό της υπό το φως των κεριών ή του φεγγαριού, αλλά αυτά είναι αμφότερα ‘ψεύτες’, επειδή καλύπτουν την πραγματική της εμφάνιση. Μόνο ο καθρέφτης, που εδώ υφίσταται ως λίμνη, της δίνει μια πιστή αναπαράσταση του εαυτού της. Λόγω αυτής της τιμιότητας από πλευράς του καθρέπτη, η γυναίκα κλαίει σφίγγοντας παράλληλα τα χέρια της. Παρ’ όλα αυτά, όμως, δεν μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό να επισκέπτεται τον καθρέφτη ξανά και ξανά, κάθε πρωί. Με την πάροδο των χρόνων, η γυναίκα ‘έχει πνίξει ένα νεαρό κορίτσι’ στον καθρέφτηκαι τώρα βλέπει στην αντανάκλασή της μια ηλικιωμένη γυναίκα η οποία γερνάει μέρα με τη μέρα. Κι αυτή η ηλικιωμένη γυναίκα ανεβαίνει προς τα πάνω και έξω από τον καθρέφτη σαν ένα τρομερό ψάρι.

 

plath_s

 

Σε αυτό το σύντομο, αλλά τόσο αγαπημένο ποίημα, ο αφηγητής είναι ένας καθρέφτης τοίχου, τοποθετημένος κατά τα φαινόμενα μέσα στο υπνοδωμάτιο μιας γυναίκας.Ο συγκεκριμένος καθρέφτης προσωποποιείται, είναι δηλαδή προικισμένος με ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Είναι σε θέση να αναγνωρίσει τη μονοτονία, σχολιάζοντας την κανονικότητα του τοίχου που αντανακλά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου. Περαιτέρω, ενώ δεν προσφέρει ηθική κρίση, είναι σε θέση να παρατηρήσει και να κατανοήσει τον ιδιοκτήτη του (τη γυναίκα), όπως αυτή καταπιάνεται με την πραγματικότητα και το φαινόμενο της γήρανσης. Σε σύγκριση με τα περισσότερα άλλα στο συνολικό έργο της Πλαθ, το ποίημα αυτό μάλλον δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αναλυθεί. Αν και ο ομιλητής είναι ένας καθρέφτης, τα κύρια θέματα είναι ο χρόνος και η εμφάνιση. Η γυναίκα παλεύει με την απώλεια της ομορφιάς της, τη φθορά του εαυτού τηςκαι κάθε μέρα παραδέχεται ότι γερνάει. Αν και εξαπατά τον εαυτό της κατά καιρούς με τους κόλακες και ψεύτες, δηλαδή το φως των κεριών και του φεγγαριού, επιστρέφει συνεχώς στον καθρέφτη για την ανακάλυψη της πραγματικής αλήθειας. Η γυναίκα χρειάζεται τον καθρέφτη για να της παράξει μια αντικειμενική, ανόθευτη αντανάκλαση του εαυτού της, ακόμη και αν είναι συχνά ενοχλητικό, προκαλώντας της δάκρυα και ταραχή των χεριών της (tearsandanagitationofhands). Ο καθρέφτης γνωρίζει καλά πόσο σημαντικός είναι για τη γυναίκα, η οποία επικαλείται τον ελληνικό μύθο του Νάρκισσου, όπου ένας νεαρός άνδρας μεγαλώνει τόσο αποσβολωμένος με το είδωλό του, ώστε πεθαίνει.Μερικοί κριτικοί θεωρούν ότι η γυναίκα εξοργίστηκε περισσότερο από το γεγονός ότι αλλάζει η φυσική της εμφάνιση και ισχυρίζονται πως παρακολουθεί το μυαλό της και την ψυχή της, απογυμνωμένα από κάθε δόλο ή συσκότιση. Βλέποντας τον αληθινό εαυτό της, αντιλαμβάνεται τη διάκριση μεταξύ του εξωτερικού και εσωτερικού της ζωής της. Με άλλα λόγια, θα μπορούσε να διαλογίζεται σχετικά με τη διάκριση μεταξύ μιας ψευδούς εξωτερικής εμφάνισης του εαυτού της και ενός αληθινού εσώτερου εαυτού. Μετά την αυτοκτονία της Πλαθ, το 1963, πολλοί κριτικοί εξέτασαν διάφορες πτυχές της άτυχης και υπερευαίσθητης συγγραφέως, σε μια προσπάθεια ανάλυσης των βαθύτερων νοημάτων της και της σχέσης της με τον εξωτερικό και βεβαίως τον εσώτερο εαυτό της. Ίσως τελικά η Σύλβια Πλαθ,να διερευνά αυτή τη διχοτόμηση του εαυτού της στο ποίημα ‘Ο Καθρέφτης’.

Ο καθρέφτης κυριαρχεί στην πραγματικότητα και ερμηνεύει τον κόσμο του, και ως εκ τούτου έχει πολύ περισσότερη δύναμη από ότι φαίνεται εκ πρώτης όψεως.Δεν αντικατοπτρίζει απλώς ότι βλέπει, αλλά διαμορφώνει παράλληλα αυτές τις εικόνες. Η δεύτερη στροφή είναι σημαντική επειδήεκθέτει τις ανάγκες της γυναίκας από τον καθρέφτη, καθώς και την ανάγκη του καθρέφτη από τη γυναίκα. Όταν το κάτοπτρο δεν έχει τίποτα να μοιραστεί, αλλά κοιτάζει μόνο στον τοίχο, ο κόσμος είναι ειλικρινής, αντικειμενικός, πραγματικός, και ακριβής, αλλά όταν η γυναίκα έρχεται σε θέα, ο κόσμος γίνεται βρώμικος, συνταρακτικός, περίπλοκος, συναισθηματικός και ζωηρός.Έτσι, ο καθρέφτης δεν αποτελεί πλέον όριο, αλλά διαπερατό χώρο. Αντικατοπτρίζει κάτι περισσότερο από μια εικόνα, αντανακλά τις επιθυμίες και την κατανόησή του για τον κόσμο.

Συμπερασματικά, λοιπόν, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε άφοβα, ότι ο ‘Καθρέφτης’ είναι ένα ακόμα μελαγχολικό και πικρό ποίημα της Σύλβιας Πλαθ, που αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της έντασης μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού εαυτού, καθώς υποδηλώνει το πρόβλημα της γήρανσης της γυναίκας και της απώλειας της ομορφιάς της.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top