Fractal

Σκέψεις και σχόλια πάνω στον ‘Γυάλινο Κώδωνα’ της Σύλβιας Πλαθ

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

plath“Ο γυάλινος κώδων” της Σύλβιας Πλαθ (Μετάφραση: Ελένη Ηλιοπούλου. Εκδόσεις Μελάνι, 2007)

 

Το μυθιστόρημα ‘Γυάλινος Κώδωνας’ (TheBellJar) της Σύλβιας Πλαθ, είναι γεμάτο με αλληγορικά στοιχεία θανάτου,αποξένωσης, απώλειας του εαυτού και στη συνέχεια, ανάκτησής του.Από την αρχή του βιβλίου, όπου η αφηγήτρια Έστερ Γκρίνγουντ (EstherGreenwood), βασανίζεται και υποφέρει κυριολεκτικά με σκέψεις πτωμάτων, συντηρημένων μωρών και την εκτέλεση των Ρόζενμπεργκ, ως το τέλος, όπου η Έστερ συνειδητά και θριαμβευτικά διέρχεται μέσα από μια μεταφορική αναγέννηση, η Πλαθ οδηγεί τον αναγνώστη σε μια αξιοσημείωτη περιοδεία αλληγορίας. Μέσα από τη χρήση αυτής, ο αναγνώστης βλέπει, αισθάνεται και γνωρίζει τον δραματικό κόσμο της Έστερ εκ του σύνεγγυς και έντονα.Ουσιαστικά, το μυθιστόρημα αφηγείται την αναζήτηση της Έστερ για ταυτότητα και αυθεντικότητα,σε έναν κόσμο που φαίνεται εχθρικός απέναντι σε ότι αυτή επιθυμεί ουσιαστικά.

Η καθηγήτρια Annis Pratt είναι γνωστή για τους αγώνες της υπέρ των δικαιωμάτων και της λογοτεχνίας των γυναικών μέσω των ρηξικέλευθων γραπτών της για τη μυθολογία και τα αρχέτυπα στη μυθοπλασία των γυναικών και τη συνεχή της επιδίωξη για τα πολιτικά δικαιώματα. Αφού εξέτασε πάνω από τριακόσια μυθιστορήματα μεγάλων και μικρότερων γυναικών συγγραφέων σε βάθος τριών αιώνων, η AnnisPratt ξεχωρίζει κάποια φανταστικά διακριτά στοιχεία των γυναικών όσον αφορά την πλοκή, τα χαρακτηριστικά, την εικόνα και τον τόνο. Ισχυρίζεται ότι τα κείμενα των γυναικών θα πρέπει να διαβάζονται λαμβάνοντας υπόψη τα γυναικεία αρχέτυπα που είναι σημεία της καταπιεσμένης παράδοσης σε σύγκρουση πάντοτε με την πατριαρχική κουλτούρα. Η AnnisPratt δείχνει ότι τα αρχετυπικά πρότυπα στην φαντασία των γυναικών παρέχουν ένα τελετουργικό έκφρασης που περιέχει το κατάλληλο δυναμικό για την προσωπική μεταμόρφωση του αναγνώστη και ότι τα μυθιστορήματα των γυναικών αποτελούν λογοτεχνικές παραλλαγές σε κάποιες λαϊκές πρακτικές που είναι διαθέσιμες στη σφαίρα της φαντασίας, ακόμα και όταν έχουν από πολύ καιρό εξαφανισθεί από την καθημερινή μας ζωή. Στο ‘ArchetypalPatternsinWomen’sFiction’, η AnnisPratt ασχολείται με την ιδέα της επιθυμίας για αυθεντική ατομικότητα και υποστηρίζει ότι ένα σημαντικό μέρος της μυθολογίας, της θρησκείας και της λογοτεχνίας, είναι αφιερωμένο στην αναζήτηση της εφηβείας για ταυτότητα, μια περιπέτεια με την έννοια ενός τελετουργικού μύησης στα μυστήρια της ενήλικης ζωής. Στα μυθιστορήματα αυτού του είδους υπάρχει γενικώς ένα σημείο καμπής στη ζωή του ήρωα, που είναι έντονα προσωπικό, αλλά με ψυχολογική και κοινωνική σημασία και σπουδαιότητα.Στον ‘Γυάλινο Κώδωνα’, η νεαρή πρωταγωνίστρια βρίσκεται σε αναζήτηση του εαυτού της, αλλά δεν μπορεί να τον τοποθετήσει και χωρέσει ικανοποιητικά μέσα στα πρότυπα που βλέπει να της διατίθενται. Ατενίζοντας το μέλλον που η κοινωνία φαίνεται να της έχει προγραμματίσει, συνειδητοποιεί ότι αν το ενστερνιστεί, το εναγκαλισθεί και εγκλωβισθεί εκεί μέσα, η περαιτέρω πορεία της θα είναι μάλλον περίεργη, γεγονός που τη γεμίζει με τρόμο. Το σημείο καμπής στο μυθιστόρημα, το οποίο παρουσιάζει τα αξιόλογα στοιχεία που ανέφερε στο δικό της βιβλίο η AnnisPratt, είναι η τρέλα της Έστερ! Μετά τον εγκλεισμό της σε ίδρυμα, αρχίζει σιγά-σιγά να αναπτύσσει μια αίσθηση προσωπικής αυθεντικότητας. Σε όλο το μυθιστόρημα, η Έστερ έρχεται στο προσκήνιο μέσω της χρήσης αλληγορίας. Οι εικόνες της Πλαθ είναι αλλαγμένες αισθητά πριν και μετά την απόπειρα αυτοκτονίας που την οδηγεί στο άσυλο. Το μυθιστόρημα κατακλύζεται από αληθινές αναφορές στο θάνατο και πολλαπλές αξιόλογες εικόνες που δείχνουν την εχθρότητα του κόσμου της Έστερ, αλλά οι μεταφορές του βασικού ενδιαφέροντος που καθηλώνουν τον αναγνώστη, είναι αυτές που αφορούν τον εαυτό της, εκείνες που αντανακλούν την κατάσταση του μυαλού της. Στο τμήμα του μυθιστορήματος πριν από την ψυχολογική κατάρρευση της Έστερ, οι σεξουαλικές εμπειρίες της είναι κάπως εξαρθρωμένες και η πρωταγωνίστρια δεν μπορεί να προσδιορίσει τον εαυτό της ως σεξουαλικό ον. Τα πρότυπα που βλέπει στο γάμο και τη μητρότητα, την κάνουν να τα απεχθάνεται ακόμα περισσότερο, παρά να τα επιθυμεί. Η αρνητική άποψη της Έστερ για τον εαυτό της ως άτομο, αντικατοπτρίζεται στις επιλογές που χρησιμοποιεί για την αλληγορία, αφού αυτές οι εικόνες είναι συχνά πολύ φυσικές και συνδέονται με το σώμα της. Σιγά-σιγά, αποσυνδέεται ολοένα και περισσότερο από τον εαυτό της, μέχρι την αίσθηση κάποιου άλλου, σαφώς καθορισμένου, μιας σκοτεινής πλευράς του εαυτού της, που λειτουργεί σχεδόν χωρίς τη βούλησή της. Ενδεχομένως υπάρχει ‘εξέγερση της ύλης’, όπως πράγματα κουβαριασμένα σε σωρούς, πολλές λέξεις στριμωγμένες σε μια σελίδα, κατάσταση που ενώ προηγουμένως ήταν προβλέψιμη και αδρανής,αποκτά πλέον ενεργό και κακόβουλη δύναμη, την οποία η εξασθενημένη Έστερ αδυνατεί να ελέγξει.

Μετά την προαναφερόμενη καμπή του μυθιστορήματος, οι αλληγορίες αλλάζουν ριζικά. Κάποιες δεν υφίστανται οιονδήποτε μετασχηματισμό, αλλά εξαφανίζονται μαζί με τη διαφαινόμενη τρέλα της Έστερ, ενώ άλλες όπως είναι οι εικόνες του σώματος, αλλάζουν και γίνονται θετικότερες, αν και είναι λιγότερο φυσικές. Στη ‘φάση ανάνηψης’ στο Γυάλινο Κώδωνα, η Έστερ φαίνεται περισσότερο μέσα από τις δράσεις της και τους προφανείς ισχυρισμούς, καθώς από και τις αλληγορίες που συνδέονται με αυτά. Η έμμονη αίσθηση του εαυτού της έχει μείνει πλέον πίσω και ο καινούργιος εαυτός έχει να κάνει περισσότερο με το τι θα κάνει από δω και πέρα. Μέσα από προσωπική προσπάθεια, με τη βοήθεια πάντοτε της διαλλακτικής γιατρού της, Νόλαν (‘‘…Η γιατρός Νόλαν τύλιξε τα μπράτσα της γύρω μου και με αγκάλιασε σαν μητέρα…’’), η Έστερ τελικά σχηματίζει ένα αυθεντικό εαυτό και καταφέρνει να ωριμάσει αισθητά.

 

image003

 

Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες ομάδες αλληγορίας στο μυθιστόρημα είναι εκείνη που ασχολείται με τη γλώσσα των συμβόλων. Δεδομένου ότι ο αναγνώστης γνωρίζει ότι ο ‘Γυάλινος Κώδωνας’είναι σχεδόν αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα ή τουλάχιστον με πλούσιες αυτοβιογραφικές αναφορές, είναι ιδιαίτερα συναρπαστικό το γεγονός ότι η Σύλβια Πλαθ, στη δημιουργία της πρωταγωνίστριας Έστερ και εξιστορώντας τη δική της κατάρρευση, θα αποδεικνυόταν τόσο ευαίσθητη στις λεπτές γλωσσικές αποχρώσεις. Καθώς καταγράφει τις δονήσεις, ο αναγνώστης γνωρίζει ότι η μυθιστοριογράφος Πλαθ, έχει πλήρη επίγνωση της γλώσσας. Αποδεικνύει την αγάπη της Έστερ στο γραπτό λόγο, με την ιστορία του Εβραίου άντρα και της όμορφης μελαχρινής καλόγριας, που έρχονταν μαζί στη συκιά η οποία βρισκόταν ακριβώς στα σύνορα και χώριζε το σπίτι του Εβραίου από το μοναστήρι όπου ζούσε η καλόγρια, με σκοπό αμφότεροι να μαζέψουν σύκα: ‘‘… Η ιστορία μου φάνηκε υπέροχη, ειδικά το σημείο που μιλούσε για τη συκιά το χειμώνα κάτω από το χιόνι, και αργότερα για τη συκιά την άνοιξη με όλα τα πράσινα φρούτα πάνω της. Λυπήθηκα όταν έφτασα στην τελευταία σελίδα. Ήθελα να τρυπώσω μέσα από τις μαύρες τυπωμένες γραμμές, όπως τρυπώνεις μέσα σε ένα φράχτη και να κοιμηθώ κάτω απ’ τη μεγάλη πράσινη συκιά…’’.

 

image004

 

Αγαπά τη φαντασία τόσο πολύ, που της ήταν προτιμότερη από την πραγματικότητα. Ήθελε να ζει εκεί μέσα,  στο κόσμο που είχε δημιουργήσει. Δίνει μεγάλη έμφαση στα σύμβολα της γλώσσας που δεν της αρέσουν, κυρίως των γερμανικών, των περίεργων τύπων της φυσικής και της  στενογραφίας. Όταν βλέπει τυπωμένα γερμανικά, ‘‘… η θέα και μόνο αυτών των πυκνών, μαύρων γραμμάτων σαν συρματοπλέγματα, κάνει το μυαλό μου να κλείνει σαν αχιβάδα…’’. Έχει επίσης μια εξίσου βίαιη σωματική αντίδραση στους τύπους της φυσικής, και όταν μπαίνει στην τάξη, ‘‘…και σκαλίζει στον πίνακα γράμματα και αριθμούς και σημεία ισότητας, και το μυαλό μου νεκρώνεται…’’. Και ‘‘…αντί για σχήματα φύλλων, μεγεθυσμένα διαγράμματα των οπών απ’ όπου ανέπνεαν και συναρπαστικές λέξεις, όπως καροτίνη και ξανθοφύλλη, στον πίνακα υπήρχαν εκείνοι οι αποτρόπαιοι, στριμωγμένοι, τύποι που έμοιαζαν με ουρές σκορπιών, σημειωμένοι με την ειδική κόκκινη κιμωλία του κ. Μάντσι…’’.

 

image005

Σκίτσο της ποιήτριας.

 

Οι δυσάρεστες εμπειρίες της Έστερ, συνεχίζονται με τη μητέρα της, προσπαθώντας επιμόνως να της εμφυσήσει την αγάπη για τη στενογραφία, αλλά: ‘‘… άρχισε να σκαλίζει μικρές σπείρες με άσπρη κιμωλία, ενώ εγώ καθόμουνα σε μια καρέκλα και την κοιτούσα… και όπως καθόμουνα εκεί και παρακολουθούσα, οι σπείρες από άσπρη κιμωλία, έγιναν ακατανόητα θολές…’’ (…thewhitechalkcurlicuesblurredintosenselessness…).Η Έστερ, δεν μπορεί να αποδεχθεί την ιδέα να είναι υποταγμένη, αν και από μια μεριά φαίνεται μάλλον ωφελιμιστικό και τα σύμβολα στενογραφίας της μητέρας της, γίνονται το συνακόλουθο αντικείμενο αυτής της ξένης πολιτικής και του δυσάρεστου ενδεχόμενου. Εκεί όμως που η γλώσσα της βρίσκεται πλήρως εξαρθρωμένη, είναι όταν προσπαθεί να διαβάσει τη διπλωματική της εργασία και αρχίζει με ένα περίεργο πείραμα:‘‘riverrun, pastEveandAdam’s, fromswerveofshoretobendofbay,bringsusbyacommodiusvicusofrecirculationbacktoHowthCastleandEnvirons’’, όπου κινείται μέσω μιας ομάδας γραμμάτων σε μια λέξη με εκατό γράμματα (‘‘… ροή του ποταμού, μπροστά από της Εύας και του Αδάμ, απ’ την κλίση της ακτής έως την καμπή του όρμου, αλλάζοντας πορεία μας οδηγεί καλά πίσω στο Κάστρο του Χάουθ και το Ένβιρονς…). Προσπαθεί να τα προφέρει και ισχυρίζεται ότι ακουγότανσαν ένα βαρύ ξύλινο αντικείμενο που έπεφτε κάτω, κάνοντας ένα μονότονο ήχο, μπουμ, μπουμ, συνεχόμενα. Στη συνέχεια, αναρριπίζοντας τις σελίδες του βιβλίου μπροστά στα μάτια της,η αντίληψή της για την τυπωμένη λέξη καταρρέει:

‘‘… Λόγια, αμυδρά οικεία, αλλά κάπως στριμμένα, σαν πρόσωπα σε παραμορφωτικό καθρέφτη, πέρασαν χωρίς να αφήσουν την παραμικρή εντύπωση στη γυάλινη επιφάνεια του εγκεφάλου μου… Τα γράμματα μεγάλωναν με ακίδες σαν κέρατα κριαριών. Τα παρατηρούσα να ξεχωρίζουν το ένα από το άλλο και να τρέμουν πάνω και κάτω με ένα ανόητο τρόπο… Κι ύστερα συνδέθηκαν μεταξύ τους σε φανταστικά σχήματα, όπως τα αραβικά ή τα κινέζικα… ’’.

Αυτό είναι και το κεντρικό σημείο στη ζωή της Έστερ, η οποία αφού διατρέχει και βιώνει παράλληλα όλες τις άλλες εξαρθρώσεις, αποξενώνεται από την ίδια γλώσσα και δεν μπορεί πλέον να διαβάσει. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αποτυχία της γλώσσας εμφανίζεται ακριβώς στη μέση της έκτασης του μυθιστορήματος. Από εδώ αρχίζει να διαφαίνεται η πλήρης άνθησητης ψυχικής κατάρρευσης της ηρωίδας και η επακόλουθη αργή πορεία προς την ανάκαμψη και ανάρρωση. Η Έστερ δεν μπορεί πλέον να διαβάσει, και όπως αντιλαμβάνεται,τα ίδια τα γράμματα ανέλαβαν ενεργό και επιθετική συμπεριφορά, όπως η περίεργη εμφάνιση σαν υπογραφή, το ξεθώριασμα, με αυξανόμενα συνεχώς κέρατα.Είναι σχεδόν σαν να υπάρχει,όπως ήδη είπαμε, εξέγερση της ύλης και ενώ η Έστερ προσπαθεί να την αποκρυπτογραφήσει, δεν της επιτρέπεται. Από αυτό το σημείο και μετά, η Έστερ μπορεί πλέον να διαβάσει μόνο βιβλία ψυχοπαθολογίας, όπου βρίσκει όλα τα δικά της συμπτώματα με λεπτομέρεια, καθώς και φυλλάδια με κείμενα όπου αναπτύσσονται ιστορίες αυτοκτονιών, δολοφονιών και βίαια εγκλήματα, γεγονός που τελικά της περιορίζει την αντίληψη και της ενισχύει την αίσθηση μιας φοβερής και εχθρικής ζωής. Σε ένα από αυτά, βλέπει ακόμα τον εαυτό της μέσα στην εικόνα ενός νεκρού κοριτσιού, και ενώ τα μάτια του κοριτσιού είναι κλειστά,αισθάνεται βέβαιη ότι εάν ήταν ανοιχτά,θα είχαν την ίδια ‘‘νεκρή, μαύρη, κενή έκφραση’’ όπως η δική της. Η αποξένωση από τη γλώσσα εκτείνεται όχι μόνο στο γράψιμο, αλλά και στη λεκτική έκφραση. Προσπαθεί να γράψει μια επιστολή στην Ντορίν, αλλά κάτι την προδίδει και ο γραφικός χαρακτήρας που βγαίνει δεν είναι ο δικός της. ‘‘… Οι γραμμές έγερναν σαν κάποιος να ήρθε και τις φύσηξε κι αυτές ξετυλίχτηκαν…’’.Όταν ο δόκτωρ Γκόρντον, λέει ‘‘θέλεις να προσπαθήσεις να μου πεις τι πιστεύεις ότι πάει λάθος..’’, βλέπει την πιθανή ασάφεια της λέξεως ‘‘πιστεύω’’ στην πρόταση,και λέει μέσα της ‘‘Εξέτασα τα λόγια του με υποψία, σαν να ήταν γυαλιστερά στρόγγυλα θαλασσινά βότσαλα που θα μπορούσαν ξαφνικά να πετάξουν μια δαγκάνα και να μεταλλαχτούν σε κάτι άλλο…’’.

 

image006

 

 

Αν και οι λέξεις του γιατρού  Γκόρντον είναι ασαφείς και συγκαταβατικές,η αλληγορία τους δίνει ένα απίστευτο ποσό προδοτικής δύναμης.Και στην τελική περίπτωση λεκτικής αποτυχίας, προσπαθεί να ρωτήσει το γιατρό Γκόρντον πως είναι οι θεραπείες με ηλεκτροσόκ,αλλά‘‘nowordscameout’’! Το στόμα της ανοίγει, και ενώ η σκέψη της σχηματίζεται, η γλώσσα αποτυγχάνει πλήρως.Οι αναφορές της γλώσσας και οι αλληγορίες μειώθηκαν κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της Εσθήρ, αλλά υπάρχει μια τελική αναφορά μετά την ανάκαμψη. Όταν ο γιατρός Κουίν της λέει ότι η Τζόαν βρέθηκε, συνειδητοποιεί ότι η χρήση της   παθητικής φωνής από τη γιατρό, της έκοψε το αίμα.Είναι σαφές πια, ότι  η Έστερ υστερεί σε συγχρονισμό, επίγνωση και ευαισθησία για τις λεπτές αποχρώσεις της γλώσσας.

 

image007

 

Στην αρχή του μυθιστορήματος, η Εσθήρ είναι μια εξαιρετική φοιτήτρια, επιτυχημένη και φαινομενικά γεμάτη δυνατότητες και προοπτικές.Βλέπει τη ζωή της, αλληγορικά, σαν μια συκιά που κάθε κλαδί της υπόσχεται πολλά, αλλά δεν είναι σε θέση να πάρει έστω και ένα από τα σύκα.Στην αντίληψη της,το ένα σύκο ήταν ένας σύζυγος και ένα ευτυχισμένο σπίτι και παιδιά, ένα άλλο μια διάσημη ποιήτρια, το άλλο μια λαμπρή καθηγήτρια, το επόμενο μια συντάκτρια σε εφημερίδες και περιοδικά, το άλλο η Ευρώπη,η Αφρική και η Νότια Αμερική, τα επόμενα μια ομάδα εραστών και ούτω καθεξής. Όπως γράφει, ‘‘…Είδα τον εαυτό μου να κάθομαι στη διχάλα της συκιάς, πεθαίνοντας από την πείνα,μόνο και μόνο επειδή δεν μπορούσα να αποφασίσω ποιο σύκο να επιλέξω’’. Η Έστερ λιμοκτονεί όχι μόνο από την αναποφασιστικότητα του χαρακτήρα της, αλλά και από ένα αυξημένο αίσθημα αποξένωσης από τον εαυτό της, από τον κόσμο και από τους πιθανούς στόχους της. Όταν δεν είναι σε θέση να διαβάσει ή να γράψει, οι δυνατότητες σταδιοδρομία είναι εκ προοιμίου υπονομευμένες. Οι εραστές, επίσης, είναι άπιαστο όνειρο αφούαποτυγχάνει να διαμορφώσει μια αίσθηση του εαυτού της ως σεξουαλικό ον. Η Έστερ, είτε δεν μπορεί να φτάσει τα σύκα, δηλαδή τις σωστές σεξουαλικές σχέσεις, την επιτυχημένη ποίηση ή τα σύκα δεν αντιπροσωπεύουν πλέον βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις, δηλαδή το γάμο και τη δημιουργία οικογένειας.

Πρέπει να πούμε πάντως, ότι η πρωταρχική ταυτότητα της Έστερ Γκρίνγουντ είναι εκείνη της πνευματώδους γυναίκας. Σύμφωνα με τα πρότυπα της κοινωνίας της, η πνευματώδης γυναίκα είναι μια πολιτιστική αντίφαση, ένας δυσαρμονικός συνδυασμός βιολογίας και νοημοσύνης, ένα ζωντανό παράδοξο το οποίο αυξάνεται όσο μεγαλώνει η κατάθλιψη της Έστερ.Πράγματι, η Έστερ αγωνίζεται να βρει έναν έξυπνο και εφαρμόσιμο συνδυασμό στη ζωή της, ο οποίος θα της επιτρέπει να συνδυάζει την ευφυΐα και τη φιλοδοξία της, με την τοποθέτησή της παράλληλα σε ένα κοινωνικά αποδεκτό ρόλο. Μετακινείται προς το γάμο και τη μητρότητα μέσω του Μπάντι Γουίλαρντ (BuddyWillard), αλλά όταν φαντάζεται πως θα μπορούσε να διαμορφωθεί πραγματικά η κατάσταση και οι συνθήκες γενικότερα, οπισθοχωρεί! Η μητέρα της και η κ. Γουίλαρντ είναι τα δύο μοντέλα που έχει, αλλά δεν θέλει να μοιάσει σε κανένα. Η κ. Γκρίνγουντ δεν είχε ποτέ ησυχία στο γάμο της, και από το παράδειγμά της καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι οι άνδρες θέλουν στην πραγματικότητα τις γυναίκες να είναι χαλιά κάτω από τα πόδια τους, πάντα υποχρεωμένες και πάντοτε έτοιμες να υποτάξουν τους εαυτούς τους. Ο Μπάντι Γουίλαρντ,ως υποψήφιος γαμπρός, σύζυγος και πατέρας, είναι περισσότερο από πρόθυμος να ενθαρρύνει την Έστερ να προσδιορίσει τον εαυτό της και να παντρευτούν. Η Έστερ βλέπει ότι ο Μπάντι θα επωφεληθεί από αυτή την ένωση, αλλά η ίδια θα υποφέρει και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι εάν παντρευτεί και κάνει παιδιά, θα ήταν σαν πλύση εγκεφάλου, ενώ αργότερα θα μετατρεπόταν σε σκλάβα με έναν τρόπο κάπως ιδιωτικό, αλλά ολοκληρωτικό, ώστε να βλέπει την όλη κατάσταση με τρόμο και αποτροπιασμό. Ενώ οι άγραφοι κανόνες της κοινωνίας της είχαν διδάξει ότι αυτό είναι ένα μεγάλο κοινωνικό αγαθό, θεωρεί τη γέννηση ενός μωρού με αρνητικούς όρους και επικεντρώνεται περισσότερο στα νεκρά έμβρυα σε βάζα, παρά στα ζώντα βρέφη. Το πορτραίτο που κάνει η Πλαθ στη μητρότητα της Ντόντο Κονγουέϊ (DodoConway), είναι καυστικό, αφού της φαίνεται ότι είναι πάντα έγκυος, με ένα στομάχι που προεξέχει και σμήνη παιδιών γύρω από τα πόδια της, κατάσταση που παραπέμπει περισσότερο σε ένα γόνιμο αυγό που εκκολάπτεται συνεχώς, παρά σε ένα φυσιολογικό άτομο και μια κανονική γυναικεία προσωπικότητα. Κι η Έστερ, καταλήγει: ‘‘Τα παιδιά με αρρωσταίνουν’’, δίνοντας την αίσθηση της αποξένωσης από το γάμο και τη μητρότητα. Σεξουαλικά, η Έστερ δεν μπορεί να βρει τη θέση της στον περίγυρο και οι αλληγορίες που παρουσιάζει στο κείμενο είναι ζωντανές γεμάτες πάθος, αλλά μερικές φορές μάλλον χιουμοριστικές. Όταν ο Μπάντι Γουίλαρντ, το υποτιθέμενο αντικείμενο του πόθου της, γδύνεται μπροστά της με έναν τρόπο τελείως απαθή και αδιάφορο, βλέποντας τα γεννητικά του όργανα, σκέφτεται και φαντάζεται το λαιμό και το στομάχι της γαλοπούλας.Είναι πολύ στενοχωρημένη και δικαιολογημένα. Η έλλειψη συναισθήματος, όμως, έχει περισσότερο να κάνει με τον Μπάντι παρά με τον εαυτό της. Η Έστερ θέλει να είναι ένα σεξουαλικό άτομο, αλλά ο Μπάντι είναι αναμφισβήτητα το λάθος άτομο γι’ αυτήν. Και μέσα σε όλη αυτή τη σύγχυση, ένα άλλο αγόρι από το κολέγιο της εκμυστηρεύεται ότι το σεξ, έστω και με μια πόρνη, είναι τόσο βαρετό σαν να πηγαίνεις στην τουαλέτα.

Μετά τις αρνητικές απόψεις για τη σεξουαλικότητα των κολεγιόπαιδων, η Έστερ συναντά έναν άλλον σεξουαλικά διαστρεβλωμένο, αλλά ακόμη πιο επικίνδυνο άνθρωπο, τον μισογύνη Μάρκο.Αυτός περιγράφεται με ένα αξιόλογο συνδυασμό εικόνων, τουτέστιν ως ζώο, θεός και μηχάνημα. Το χαμόγελό του, της θυμίζει φίδι που ετοιμάζεται να χτυπήσει το θύμα του. Όπως ένα άγριο ζώο, αργότερα,της ξεσχίζει το φόρεμα με τα δόντια του.Συμπεραίνει, ότι όσοι μισούν τις γυναίκες, είναι σαν θεοί.Άτρωτοι και γεμάτοι δύναμη. Όταν τον χτυπάει στη μύτη, ήταν σαν να χτυπούσε μια χαλύβδινη πλάκα θωρηκτού. Ενώ έχει επιθυμία να είναι μια φυσιολογική σεξουαλικά γυναίκα,ο κατάλογος των εραστών μοιάζει να εξατμίζεται, όταν βλέπει ότι δεν είναι σε θέση να κάνει οποιαδήποτε ερωτική σχέση με νόημα.Από την άποψη της σεξουαλικότητας, του γάμου και της μητρότητας, η Έστερ αντιμετωπίζεται ως ένα συνεχώς αυξανόμενο τραγελαφικό αρχέτυπο. Αν ακολουθήσει τις διαδρομές που εγκρίνει η κοινωνία, θα είναι προσωπικά δυσαρεστημένη και αφόρητα μελαγχολική. Βρίσκεται σε αναζήτηση αυθεντικότητας, αλλά αδυνατεί. Θέλει να πάει σύμφωνα με τους κανόνες, αλλά ταυτόχρονα να ικανοποιήσει τον εαυτό της, και έτσι δεν είναι κατάπληξη ότι οι πιέσεις εντός της αρχίζουν να υψώνονται επικίνδυνα και στο τέλος να την συνθλίβουν.

Ο τρόπος που αντιλαμβάνεται η Έστερ το πρόσωπό της είναι ενδεικτικό της έντονης αίσθησης αποδιάρθρωσης και της πλήρους αποσύνδεσης από τον εαυτό της. Σε μια περίπτωση, ενώ βρισκόταν μέσα σε ένα ασανσέρ στη Νέα Υόρκη, παρατηρεί μια ‘‘μεγαλόσωμη κινέζα να την κοιτάζει βλακωδώς στο πρόσωπο’’, και τρόμαξε βλέποντας με αποτροπιασμό πόσο ταλαιπωρημένη και ρυτιδιασμένη έδειχνε. Αν και ομολογουμένως η αντανάκλαση είναι κάπως παραμορφωμένη, το σημαντικό γεγονός παραμένει, κι αυτό είναι πως δεν αναγνωρίζει τον εαυτό της. Μετά από λίγο, κοιτάζει στον καθρέφτη και βλέπει κάποιον διαφορετικό εαυτό. Ο καθρέφτης πάνω από την τουαλέτα, της φάνηκε ελαφρώς διαστρεβλωμένος με πάρα πολύ ασήμι. ‘‘Το πρόσωπο μέσα του έμοιαζε σαν αντανάκλαση πάνω σε μια μπάλα οδοντιατρικού υδραργύρου’’. Κατηγορεί τον καθρέφτη για έλλειψη σαφήνειας, αλλά ο αναγνώστης αρχίζει πια να συνδέει τη στρέβλωση με τη θέα που έχει η Έστερ για τον εαυτό της, παρά με τα ελαττώματα του δεδομένου καθρέφτη. Σε μια άλλη περίπτωση, αναγνωρίζει τον εαυτό της, αλλά έχει φρικτή γνώμη για το πρόσωπό της και έντονη την αίσθηση της απόσπασης.Μετά από μια έκρηξη κλάματος, ‘‘το πρόσωπο που με κοίταζε ήταν σαν να κοιτάει μέσα από τα κάγκελα μιας φυλακής μετά έναν παρατεταμένο ξυλοδαρμό. Φαινόταν μελανιασμένο και πρησμένο και είχε λάθος χρώματα. Ήταν ένα πρόσωπο που χρειαζόταν σαπούνι και νερό και χριστιανική ανοχή’’. Φυσικά δεν βρισκόταν σε κελί φυλακής, αλλά στη Νέα Υόρκη, όπου υποτίθεται ότι είχε αξιοζήλευτο χρόνο, αλλά στην αντίληψη της η αλληγορία των φυλακών είναι πιο εύστοχη. Μετά τον τσακωμό της με τον Μάρκο και το πασάλειμμά της με αίμα, ‘‘… το πρόσωπο στο καθρέφτη έμοιαζε σαν άρρωστη Ινδιάνα’’. Και πάλι, η εικόνα είναι αρνητική και φυσικά υπάρχει αίσθηση απόσπασης. Δεν λέει ‘‘έμοιαζα σαν άρρωστη Ινδιάνα’’, αλλά, ‘‘…το πρόσωπο έμοιαζε σαν άρρωστη Ινδιάνα’’. Αργότερα, όταν περιπλανιέται στο σπίτι της μητέρας της, προσπαθώντας να αυτοκτονήσει, παραδέχεται πως εάν κοίταζε στον καθρέφτη, την ώρα που θα το έκανε, θα ήταν σαν να έβλεπε κάποιον άλλο, σε ένα βιβλίο ή ένα θεατρικό παιχνίδι. ‘‘Αλλά το πρόσωπο στο καθρέφτη είχε παραλύσει και χαζέψει τόσο πολύ, που δεν μπορούσε να κάνει τίποτα’’! Υπάρχει πασιφανής αίσθηση αποξένωσης από τον εαυτό της. Το πρόσωπο στον καθρέφτη είναι εντελώς διαφορετικό από το άτομο με το ξυράφι.

Η τελευταία περίπτωση αυτού του διαχωρισμού εμφανίζεται στο νοσοκομείο μετά την απόπειρα αυτοκτονίας της. Εδώ, είναι κυριολεκτικά αγνώριστηαπό τον εαυτό της.Όταν της δίνουν τον καθρέφτη που ζήτησε, κοιτάζει μέσα, αλλά της φαίνεται περισσότερο σα ζωγραφιά: ‘‘Δεν μπορούσες να πεις αν το πρόσωπο στη ζωγραφιά ήταν άντρας ή γυναίκα,γιατί τα μαλλιά ήταν ξυρισμένα και φύτρωναν πάνω στο κεφάλι σαν αγκαθωτά πούπουλα κοτόπουλου’’. Κι ακόμα πρόσωπο γεμάτο λάθος χρώματα. Στην περίπτωση αυτή,μοβ, πράσινο, κίτρινο, καφέ, και τριανταφυλλί. Τα πρώτα παραδείγματα δείχνουν μια αλλοτρίωση και αίσθηση ετερότητας, αλλά τελικά ολοκληρώνεται η διαδικασία και μετασχηματίζεται σε κάποιον άλλο, που πραγματικά δεν ξέρει. Δυσκολεύεται πια να τοποθετήσει τον εαυτό της μέσα στον κόσμο, κάτι το οποίο αντανακλάται. Στην αφήγηση πριν την κατάρρευση, δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου θετικές εικόνες του εαυτού της και πολύ λίγες θετικές εικόνες του κόσμου γύρω της. Στη Νέα Υόρκη βλέπει τον εαυτό της να ξοδεύει τις μέρες που είχαν προγραμματίσει οι υπεύθυνοι του περιοδικού, σαν ‘‘μουδιασμένο τρόλεϊ’’.Ένα τρόλεϊ,φυσικά, είναι μηχανή ανίκανη να νιώσει μούδιασμα, και η Έστερ ως ανθρώπινο ον, θα μπορούσε να νιώθει μούδιασμα, αλλά εδώ νιώθει περισσότερο σαν μηχανή! Βεβαίως φαίνεται να συνδυάζει τα χειρότερα κι απ’ τα δύο και να τα εφαρμόζει στον εαυτό της. Όταν προσπαθεί να κάνει μια κοινωνική επαφή με έναν άνδρα, διαπιστώνει σύντομα ότι είναι κοντότερος από εκείνη, και νιώθει ασουλούπωτη και θλιβερή, σαν να παίζει σε κακή παράσταση. Σε μια άλλη ιδιαίτερα εύγλωττη εικόνα, όταν γυρίζει τη νύχτα στο κτίριο Άμαζον όπου διέμενε στη Νέα Υόρκη και σκέφτεται να πάει για ύπνο, η ιδέα της φάνηκε τόσο ελκυστική όσο να τοποθετήσει ένα βρώμικο, κακογραμμένο γράμμα μέσα σ’ ένα φρέσκο, καθαρό φάκελο. Βλέπει τον εαυτό της, ως βρώμικο και απαράδεκτο! Πολλές από τις αλληγορίες του εαυτού της είναι αρκετά φυσικές, περιγράφοντας το σώμα της. Όταν αρρωσταίνει από τροφική δηλητηρίαση, η αδιαθεσία την συντάραζε κατά κύματα, κι όταν το ένα κύμα υποχωρούσε την εγκατέλειπε σαν βρεγμένο φύλλο, ενώ τα κάτασπρα πλακάκια του μπάνιου μοιάζουν με θάλαμο βασανιστηρίων που απειλούσε να τη συνθλίψει. Το ίδιο θέμα παρουσιάζεται ξανά και ξανά! Το σώμα της είναι ανήμπορο, και ο κόσμος επιθετικός απέναντί της. Προσπαθεί απελπισμένα να αντέξει την επίθεση, αλλά τελικά αδυνατεί. Κι όταν ο χρόνος παραμονής της στη Νέα Υόρκη έφτανε προς το τέλος, ένοιωθε τα δάκρυα να φουσκώνουν έτοιμα να χυθούν από μέσα της ‘‘όπως το νερό από ένα ξεχειλισμένο ποτήρι’’.Η αίσθηση αποξένωσης και η αυξανόμενη έλλειψη βεβαιότητας, εκφράζεται και στην αλληγορία της απώλειας που χρησιμοποιεί στη σκηνή με τον φωτογράφο μετά το κλάμα, όπου ένοιωθε άτονη και εξουθενωμένη σαν άδειο τομάρι κάποιου φοβερού ζώου. ‘‘… Ήταν μια ανακούφιση που απαλλάχτηκα απ’ το ζώο, αλλά είχε πάρει μαζί του και το ηθικό μου και ότι άλλο μπόρεσε…’’. Αισθάνεται απλώς απεγνωσμένη και στερημένη, ένα εγκαταλελειμμένο δέρμα, ένα κατάλοιπο εκείνου που ήταν κάποτε!Για μερικά δευτερόλεπτα,κατεβαίνοντας ένα λόφο, φαίνεται ευτυχισμένη. Η ευτυχία μοιάζει να προέρχονται από δύο παρορμήσεις, δηλαδή την αυτοκαταστροφή και την αναγέννηση. Όμως, για ειρωνεία της τύχης, αυτή τη συναρπαστική στιγμή, είναι αναίσθητη.Καθώς ξαναβρίσκει τις αισθήσεις της, η εκτίμηση της είναι ότι ‘‘… κομματάκι-κομματάκι, λες κι απ’ τα χτυπήματα μιας νωθρής νεράιδας,ο παλιός κόσμος ξαναμπήκε στη θέση του’’.

Οι δυνατότητες της Έστερ για ευτυχία, απλώς δεν βρίσκονται μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο! Η αυτοκαταστροφή θα την εξορίσει απ’ εδώ, και δεδομένου ότι η αναγέννηση που την ενθουσιάζει είναι στιγμιαία και αφηρημένη, δεν είναι βιώσιμη κι ο κόσμος που έρχεται μπροστά της, δώρο αλλά δυστυχώς θαμπό. Εκτός από την αρνητική άποψη για τον εαυτό της και την αποξένωση από τον κόσμο,η Έστερ αντιμετωπίζει ένα ακόμη πρόβλημα διάσπασης από τον εαυτό της.Όποτε συναντά άνδρες με τους οποίους θα μπορούσε να έχει σεξουαλικές περιπέτειες,χρησιμοποιεί το ψεύτικο όνομα Ελι Χίγκινμποτομ (ElIy Higginbottom). Αυτό το πρώιμο επεισόδιο προδιέγραψε, έστω επιφανειακά,την ετερότητα και το διαχωρισμό που θα συνέβαινε αργότερα μέσα της. Η Έστερ στο ‘Γυάλινο Κώδωνα’ δεν αισθάνθηκε ποτέ άνετα με το σώμα της, και γι αυτό κρίνεται σκόπιμο ότι αυτή η ετερότητα θα αρχίσει απ’ εκεί. Είναι σαν ο ‘άλλος’ στο αίμα της να μεγαλώνει και να την προδίδει.Όταν μια στιγμή μιλάει στο τηλέφωνο για κάποιο μάθημα που δεν έγινε δεκτή, συνειδητοποιεί ότι η φωνή της ακούγεται παράξενη και κούφια στα αυτιά της.Αυτό από μόνο του δεν είναι ιδιαίτερα περίεργο, αλλά μόνο λίγες γραμμές αργότερα η φωνή δεν είναι πλέον δική της. Λίγο μετά από αυτό, προσπαθεί να κάνει άλλο ένα τηλεφώνημα, αλλά και πάλι το σώμα της συμπεριφέρεται παράξενα: ‘‘Το χέρι μου προχώρησε μερικά εκατοστά, στη συνέχεια υποχώρησε και έπεσε δίπλα άνευρο. Το ανάγκασα να πάει προς το ακουστικό πάλι, αλλά ξανά σταμάτησε στα μισά, σαν να είχε συγκρουστεί με ένα τζάμι’’. Τα πράγματα αρχίζουν πάλι να είναι εκτός του ελέγχου της. Το χέρι της ενεργεί σαν να μην είχε θέληση.Όταν επισκέπτεται μια συγγενή της, γιατρό, η διαίρεση στο εσωτερικό της γίνεται πιο δυσοίωνη: ‘‘Προσπάθησα να μιλήσω με ψυχρό, ήρεμο τρόπο, αλλά το ζόμπι ανέβηκε στο λαιμό μου και με έπνιξε’’.

 

image008

 

Από τη στιγμή που πηγαίνει στον ψυχίατρο Γκόρντον, ξέρει ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα και ελπίζει ότι αυτός μπορεί να τη βοηθήσει. Η Σύλβια Πλαθ δημιουργεί την αίσθηση μιας τρομακτικής δυαδικότητας. Κάποια άλλη έχει προκύψει, εν τω μεταξύ, και έχει πάρει τον έλεγχο της, αλλά όποια κι αν είναι αυτή, σίγουρα δεν είναι η ίδια. Ο Γκόρντον δεν θα την βοηθήσει και τελικά τα ηλεκτροσόκ, μόνο που θα επιδεινώσουν το βαθύτερο πρόβλημα. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας αυτής,η ηλεκτρική ενέργεια αρπάζει την Έστερ η οποία νιώθει σαν να της έσπαζαν τα κόκκαλα και το μεδούλι θα χυνόταν έξω σαν τσακισμένο φυτό. Αισθάνεται άσχημα και θυμάται το φωτιστικό απ’ το γραφείο του πατέρα της την εποχή που ήταν παιδί. Σε μια προσπάθεια μετακίνησής του, ‘‘… κάτι ξεπήδησε μέσα από το φωτιστικό, κάτι σαν γαλάζια αστραπή και με τράνταξε ώσπου τα δόντια μου άρχισαν να κροταλίζουν και προσπάθησα να τραβήξω τα χέρια μου, μα είχαν κολλήσει και ούρλιαξα, ή τουλάχιστον ένα ουρλιαχτό βγήκε απ’ το λαρύγγι μου γιατί δεν το αναγνώρισα, μα το άκουσα να ωρύεται και να πάλλεται σαν πνεύμα που αποσπάσθηκε βιαίως από το σώμα που το φιλοξενούσε’’.Η περιγραφή αυτή φαίνεται ιδιαίτερα σημαντική, δεδομένου ότι η Έστερ διαχωρίζεται από τον εαυτό της, και η θεραπεία με ηλεκτροσόκ, δεν είναι τίποτα άλλο, παρά το αποκορύφωμα της ύβρεως του κόσμου. Το αποτέλεσμα της θεραπείας είναι ότι νιώθει ηλίθια και υποτονική.Το μυαλό της κάνει τώρα, ότι στο παρελθόν έκανε η φωνή και το χέρι της. Δεν την υπακούει, αλλά ενεργεί από μόνο του.Σε τρεις απόπειρες αυτοκτονίας της, με ξυράφια, στραγγαλισμό και πνιγμό, υπάρχουν αντικρουόμενα παραδείγματα της δυαδικότητας μέσα της. Όταν βρισκόταν στο μπάνιο, το ενδεχόμενο του θανάτου μέσα σ’ αυτό, άρχισε να την τρομάζει: ‘‘Όταν έφτασε η ώρα να το κάνω, το δέρμα στους καρπούς μου φαινόταν τόσο λευκό και ανυπεράσπιστο, που δεν μπόρεσα. Έμοιαζε σαν αυτό που ήθελα να σκοτώσω να μη βρισκόταν εκεί μέσα στο δέρμα ή στον αδύναμο μπλε σφυγμό που αναπηδούσε κάτω από τον αντίχειρά μου, αλλά κάπου αλλού, βαθύτερα, πιο μυστικό, και πιο δύσκολο να φτάσω’’. Αυτό που θέλει να σκοτώσει, δεν είναι ο εαυτός της, αλλά κάποιος άλλος στο εσωτερικό της. Με μια εκπληκτική μεταστροφή, δείχνει σχεδόν τρυφερότητα προς το μέρος του σωματικού της εαυτού. Βρίσκεται διχασμένη και θέλει να σκοτώσει ‘‘κάτι άλλο’’μέσα της, αλλά όχι τον εαυτό της.Όταν προσπαθεί να πνίξει τον εαυτό της, με κάποια δόση χιούμορ, με το μεταξωτό κορδόνι από το μπουρνούζι της μητέρας της, ανατρέχει σε ένα άλλο πρόβλημα. Τα εσωτερικά της διλήμματα φαίνεται να έχουν επιλυθεί προς στιγμήν και είναι αποφασισμένη να πραγματοποιήσει την πράξη, αλλά το σώμα της δεν την υπακούει. Ομοίως, όταν αποφασίζει να πνιγεί, επιλέγει μια μέθοδο όπου το σώμα δεν θα συνεργαστεί. Η οδυνηρή διαίρεση είναι πάντοτε παρούσα. Όταν το μυαλό της είναι αποφασισμένο να κάνει κάτι, το σώμα δεν συνεργάζεται, και όταν το σώμα μπορεί, το μυαλό της διστάζει! Αυτό το συναίσθημα της διαίρεσης και της αποξένωσης από τον εαυτό της και τον κόσμο τη συντρίβει, την ωθεί να καταστρώσει ένα άλλο σχέδιο με το οποίο ελπίζει ότι μπορεί με επιτυχία να απαλλαγεί από όλους τους πόνους της.Φυσικά και πάλι αποτυγχάνει. Ενώ βρισκόταν στο νοσοκομείο, το προσωπικό την κοιτάζει σαν να ήταν ‘ζωολογικός κήπος’ και της μιλούσε σαν να ήταν κάποιο ανιαρό παιδί. Κι ακόμα κάνει την πρώτη αναφορά για τον γυάλινο κώδωνα, όπου ‘‘θα ήμουν πάντα καθισμένη κάτω από τον ίδιο γυάλινο κώδωνα, βράζοντας μέσα στην ίδια την ξινή μου ανάσα’’.

Στο τέλος του βιβλίου,η Έστερ λέει ότι είναι ‘‘μπαλωμένη, αναγομωμένη και έτοιμη για το δρόμο’’, αλλά η τρέλλα εξακολουθεί να είναι μια πιθανή απειλή. Τα βήματα όμως που κάνει προς τον καθορισμό του εαυτού της στον κόσμο, οι ισχυρισμοί και οι ενέργειες, δειλά την οδηγούν προς έναν αυθεντικό εαυτό που προηγουμένως ήταν γι’ αυτήν,αδιανόητος. Ένα από τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης είναι ότι η αλληγορία με τον κώδωνα, αλλάζει ελαφρώς, αφού της επέτρεπε να πάρει λίγο αέρα. Το ασφυκτικό φράγμα φαίνεται πως έχει κάπως μετακινηθεί. Φαινομενικά υπάρχουν δύο είδη θεραπείας με ηλεκτροσόκ στο μυθιστόρημα και η αντίδραση της Έστερ είναι διαφορετική στην κάθε μια. Μετά τον Γκόρντον, αισθάνεται κάπως τρομερά, ενώ με τη Νόλαν, νιώθει εκπληκτικά ήρεμη. Οι διαφορετικές αποκρίσεις υποδεικνύουν ότι η επίδραση της δεύτερης θεραπείας είναι‘διαφορετική’ και πιο ‘θετική’.Αργότερα, όταν αναφέρεται στο γυάλινο κώδωνα, γράφει, ‘‘Γι αυτόν που βρίσκεται μέσα στο γυάλινο κώδωνα, άδειος και ακινητοποιημένος σαν νεκρό μωρό, ο ίδιος κόσμος είναι το κακό όνειρο’’.Σταδιακά παρουσιάζει συνειδητοποίηση του κώδωνα και έναν διαχωρισμό από αυτόν, ‘‘…Μπορεί η λησμονιά, σαν ευγενικό σύννεφο, να τα σκέπαζε όλα και να τα νάρκωνε, αλλά αποτελούσαν μέρος μου. Ήταν δικό μου πεδίο… ’’. Έχει αποφασίσει να μην κρύψει τίποτα από τη φρίκη που έχει αισθανθεί, αλλά να την αποδεχθεί ως αναπόσπαστο, αν και κάπως επίφοβο, μέρος του εαυτού της.Στην τελική αναφορά στο γυάλινο κώδωνα παραδέχεται ότι δεν ξέρει αν θα ‘κατέβει και πάλι’, αλλά από τότε πιθανόν να έχει περισσότερη δύναμη να το αντιμετωπίσει. Επιλύει με έναν τρόπο τις διαφορές της και τα πολυποίκιλα προβλήματα σχετικά με τη σεξουαλικότητα και τη μητρότητα και αισθάνεται πραγματικά ότι θέλει να έχει σεξουαλικές σχέσεις, έστω με το βασικό μειονέκτημα ενός μωρού που θα την κρατάει όμως στην ίσια ‘γραμμή’. Καθώς ανεβαίνει στο τραπέζι εξέτασης του γυναικολόγου, σκέφτεται, ‘‘Τώρα βαδίζω προς την ελευθερία μου, ελευθερία από τον φόβο, ελευθερία από το γάμο με λάθος άτομο… ελευθερία από τα Σπίτια της Φλόρενς Κρίτεντεν…’’, και αργότερα, όταν έχει πλέον το διάφραγμα μέσα της, υποστηρίζει, ‘‘ Ήμουν αφέντρα του εαυτού μου’’. Έχει επίσης επιλύει τη σύγκρουση σχετικά με το γάμο, αναγνωρίζοντας ότι αν αυτό σημαίνει να παντρευτεί κάποιον σαν τον Μπάντι, δεν το θέλει καθόλου. Του λέει αντίο, και αν και δεν ξέρει ποιος θα την παντρευτεί τώρα, ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι δεν είναι ιδιαίτερα ανήσυχη γι’ αυτό. Έχει κάποια εμπιστοσύνη στον εαυτό της και δεν βασανίζεται πλέον με το θέμα του γάμου.Αργότερα, στην κηδεία της Τζόαν, όταν οι θέσεις τους έχουν αντιστραφεί, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι σκέψεις και τα συναισθήματα της Τζόαν φαίνονταν στραβά, σαν μια μαύρη δική της εικόνα. Η Έστερ πηγαίνει στην κηδεία της και αναρωτιόταν τι πραγματικά έθαβε, ίσως τη δική της σκοτεινή πλευρά στο πρόσωπο της φίλης, ‘‘Πήρα μια βαθιά ανάσα και αφουγκράστηκα τον παλιό κομπασμό της καρδιάς μου. Υπάρχω, Υπάρχω, Υπάρχω’’. Κι όταν λίγο πριν βρέθηκε με τον Μπάντι στα χιόνια, κοιτώντας γύρω της αισθάνεται μια ‘‘βαθιά συγκίνηση… ως εάν η συνηθισμένη τάξη του κόσμου είχε μετατοπιστεί ελαφρώς, και είχε εισέλθει σε μια νέα φάση’’, σε σαφή αντίθεση με την προηγούμενη ιδέα για τον κόσμο. Αυτή τη φορά, ο κόσμος και οι δυνατότητες φαίνονται φωτεινά και διαφορετικά στα μάτια της.

Στο τέλος του βιβλίου, η Έστερ πηγαίνει στην προγραμματισμένη συνέντευξη με τους γιατρούς με ένα κόκκινο ταγιέρ φανταχτερό σαν τα σχέδιά της. Κάτι παλιό, κάτι καινούργιο…Η αλληγορία αφορά τα σχέδια για το μέλλον και όχι αποκλειστικώς για το σώμα της. Κινείται με άνεση στο δωμάτιο όπου περιμένουν οι γιατροί της, έτοιμοι να υπογράψουν την… απελευθέρωσή της.Όπως η ίδια περιγράφει, ‘‘ Τα μάτια και τα πρόσωπα όλων στράφηκαν προς το μέρος μου και ακολουθώντας τα σαν να ακολουθούσα κάποιο μαγικό νήμα, μπήκα στο δωμάτιο’’. Ντυμένη συμβολικά με ένα αιματηρό χρώμα, είναι το επίκεντρο της σκηνής, με τα μάτια όλων των γιατρών πάνω της. Όπως κι ένα μωρό στην διαδικασία της γέννας, έτσι κι αυτή οδηγεί τον εαυτό της σε αυτούς και ‘φέρεται’πίσω στον κόσμο με την αυθεντία και τη βοήθειά τους. Το μαγικό νήμα είναι ανάλογο με έναν ομφάλιο λώρο, αλλά στην περίπτωση αυτή, φαίνεται να είναι η δική της βούληση και εντολή που της επιτρέπουν να μπει στο δωμάτιο, συμβολικά αναλαμβάνοντας την ευθύνη και την πίστωση για την αναγέννηση της.

Λίγο πριν το τέλος του βιβλίου, όμως, δεν ήταν τόσο σίγουρη! ‘‘ Μα δεν ήμουν σίγουρη. Καθόλου σίγουρη. Πως ήξερα ότι κάποια μέρα, στο κολέγιο στην Ευρώπη, κάπου, οπουδήποτε, ο γυάλινος κώδωνας, με τις ασφυκτικές του παραμορφώσεις, δεν θα με έκλεινε ξανά μέσα του’’ ;

Φαίνεται, δυστυχώς, πως δεν είχε άδικο!

Λίγους μόνο μήνες μετά από την έκδοση ετούτου του μοναδικού της μυθιστορήματος, στην Ευρώπη όπως προέβλεψε, συγκεκριμένα στο Λονδίνο, στις 11 Φεβρουαρίου 1963, άρρωστη και οικονομικά αδύναμη, η Πλαθ έφτιαξε το γάλα και το φαγητό για τα παιδιά της, έβαλε το κεφάλι της μέσα στο φούρνο και εισπνέοντας φυσικό αέριο, έφυγε για την αθανασία!

 

Βιβλιογραφία

  • Πλαθ Σύλβια: Ο γυάλινος κώδωνας. Μετάφραση: Ελένη Ηλιοπούλου. Εκδόσεις Μελάνι. Αθήνα. 2006.
  • Πλαθ Σύλβια: Ο κυρ-Πανικός και η Βίβλος των ονείρων και άλλες ιστορίες.Μετάφραση: Μυρσίνη Γκανά.Εκδόσεις Μελάνι. Αθήνα. 2004.
  • Hayman, Ronald: Ο θάνατος και η ζωή της Σύλβιας Πλαθ. Βιογραφία. Εκδόσεις Μελάνι. Αθήνα. 2005.
  • Plath Sylvia: The Bell Jar. Faber and Faber Edition. 2005.
  • Pratt Annis:Archetypal Patterns in Women’s Fiction. Indiana University Press. 1981.
  • Wagner-Martin Linda: Sylvia Plath: A Literary Life. Macmillan Press. London. 1999.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top