Fractal

Ποίηση είναι το ρίγος μπροστά στο θαύμα της Ζωής

Από τον Γιώργο Ρούσκα // *

 

Προσέγγιση στην ποιητική συλλογή της Κυριακής Καρσαμπά «Σχεδόν γυμνή σαν την αλήθεια», εκδόσεις ΑΩ, 2018

 

Το όνομα κάτι μου θύμιζε. Η απάντηση, ήρθε ξαφνικά σε χρόνο ανύποπτο. Θυμήθηκα ότι σκίτσα της Κυριακής Καρσαμπά στολίζουν το τελευταίο βιβλίο της ποιήτριας Γιώτας Αργυροπούλου με τίτλο «Για  Σίκινο, Ανάφη, Αμοργό», η οποία πρόσφατα και πρόωρα έφυγε από τη ζωή…

 

Το βιβλίο «Σχεδόν γυμνή σαν την αλήθεια», είναι η πρώτη ποιητική συλλογή της Κυριακής Καρσαμπά (K.K. στη συνέχεια), με σχέδιο της ιδίας στο εξώφυλλο· ένα γυμνό αλλά και καλυμμένο ταυτόχρονα γυναικείο σώμα, σε στάση περισυλλογής. Ίσως γιατί συλλογιέται τις αλήθειες που ως τώρα προσπέρασε, γυμνές κι αυτές, μα ταυτόχρονα πολύ καλά καλυμμένες, όπως καλύπτονται με ρούχα «εντροπής» (ή με ανθρώπινα μέλη στο εξώφυλλο) οι κατεξοχήν ερωτικές (γυναικείες) ζώνες: γύρω από το δεύτερο τσάκρα και κοντά στην περιοχή του τέταρτου, με το οποίο περιβάλλεται και η καρδιά.

 

Η εικαστική απεικόνιση, με το ένα πόδι να πατάει καλά στη γη και το άλλο ίσα που να εφάπτεται σε αυτήν με τα ακροδάχτυλα, έτοιμο για λάκτισμα, αφήνει ελπίδες για μελλοντική ανόρθωση. Ή παλινόρθωση; Το δεξί χέρι υποβαστάζει το κεφάλι ενώ το αριστερό ακουμπά το σώμα. Δημιουργείται έτσι με τα τέσσερα άκρα ένα δίπολο το οποίο αποτελείται με τη σειρά του από δύο άλλα δίπολα: το ένα από τα δύο άνω άκρα, οδηγώντας την τύρβη της εσωτερικής ενέργειας σε δεξιόστροφη κίνηση (άνευ απωλειών;) και το άλλο από τα δύο κάτω άκρα, σε μια προσπάθεια να γειωθεί η οντότητα με τη μάνα γη.

Το σώμα γίνεται έτσι ανεμόμυλος κυκλαδίτικου νησιού, που ζωντανεύει καθώς γυρίζει με την παραμικρή πνοή του αναγνώστη.

 

Η πάλη του εσωτερικού με στοιχείου με το εξωτερικό περιβάλλον και ο αγώνας για να ευδοκιμήσει ζωή, από το ανθρώπινο σώμα περνάει στο σώμα του βιβλίου και αποτυπώνεται με διάρθρωση τριαδική. Η πρώτη ενότητα άτιτλη, με ελεύθερη την επιλογή να εννοείται ως τίτλος της αυτός του βιβλίου, η δεύτερη με την κεφαλίδα «Της Μυστικής Ζωής» και η Τρίτη «Στο κλίμα της Ζεν Ποίησης», δείχνουν την πορεία του ανθρώπου: από τη γέννηση στον κόσμο τούτο ως τη μετάβαση –σε έναν άλλο κόσμο ή στο πουθενά, στο τίποτε. Η τριβή με την καθημερινότητα, οι εμπειρίες, η πορεία στο χρόνο, συνδυασμένα σιγά -σιγά με το «ένδον σκάπτε», μπορεί να οδηγήσουν από τη μνήμη σε μια κατάσταση γυμνή σαν την απόλυτη (υπάρχει; ποθείται; ή πιστεύεται;) αλήθεια. Από εκεί, τόσο με προσήλωση στο εσωτερικό μας σύμπαν όσο και με προσεκτική παρατήρηση των όσων μας περιβάλλουν, μπορεί να επιτευχθεί μια μυστική ζωή, υπό την  έννοια της διαρκούς αποσαφήνισης και του συνειδητοποιημένου βιώματος πολλών εννοιών που αφομοιώνονται εντός, ώσπου να αξιωθεί ο άνθρωπος –αν αξιωθεί –, να μεταλάβει σταγόνες καμωμένες από Ζεν· ν’ αξιωθεί στάλες Ζεν Ποίησης να φιλήσουν τα πέταλα του έσω άνθους του.

Με τη «βάπτιση» αυτή θα γίνει κάτοχος μέρους της αλυσίδας του Μυστικού. Τότε θα μπορεί να θεωρεί εαυτόν «μυημένο».

 

Το βιβλίο είναι (εγώ το είδα ως) ένα αυτοβιογραφικό πόνημα που συναπαρτίζεται από κατασταλάγματα ολόκληρης ζωής. Είναι μια ακολουθία μιας συγκεκριμένης χωροχρονικά Μεγάλης Παρασκευής, με διαπιστωτική υμνολογία των παθών, των πεπραγμένων και των κατακτημένων γνώσεων, οι οποίες δίνονται με τρόπο κάθε άλλο παρά βυζαντινό, ενώ γύρω η άνοιξη οργιάζει, η ζωή κινείται ακατάπαυστα σε κάθε κατεύθυνση και η Ομορφιά δηλώνει την παρουσία της με τρόπους αμέτρητους. Όπως και ο Πόνος. Οποία αντίθεσις! Πριν την απόλυση, παρέχεται η δυνατότητα σε όσους σταθούν στους στίχους του βιβλίου με ευλάβεια, να μεταλάβουν Θεία Κοινωνία Αληθείας, γενόμενοι έτσι κοινωνοί φωτός.

 

Η ομιλούσα της γραφίδας φωνή έχει το πλεονέκτημα του ονόματος: Κυριακή.

Ρυάκι του «κι». «Κι» είναι η Ζωτική Δύναμη, η Ζωτική Ενέργεια στα ιαπωνικά. Ρυάκι, ροή, ρέει, όπου «ρέι» στα ιαπωνικά σημαίνει Συμπαντική. Ρέικι (Συμπαντική Ζωτική Ενέργεια-Δύναμη, ενεργειακή θεραπεία). Κυριακή. Παιχνίδι με τις λέξεις; Μπορεί.

 

Η Κ.Κ. Γνωρίζει ότι έρχεται η Κυριακή της Ανάστασης. Μπορεί να φοβάται τον ήλιο και την άμεση έκθεση στο φως, μπορεί το ψυχικό της δέρμα να μην αντέχει το φως και η ίδια να προτιμά το σκοτάδι, να νιώθει καλύτερα εκεί, στο οικείο από τη σπηλιά της μήτρας μαύρο της νύχτας:

[Η νύχτα σε σκεπάζει σαν μητρική αγκαλιά],

 

όμως, από φως είναι καμωμένη. Είναι ερωτευμένη με το φως. Εκπέμπει άθελά της φως, το δικό της, ιδιαίτερο φως.

Κυρίαρχος ο προβληματισμός της για το τι είναι «ζωή». Μέσα από την καθημερινή τριβή, έχει την εμπειρία πολλών εκφάνσεών της. Το πρώτο που είναι η ζωή, λέει, είναι ένα παιχνίδι αντιθέτων, ένα παιχνίδι ζωής και θανάτου, ένα παιχνίδι απώλειας:

[Η ζωή είναι μια ατέλειωτη

προσαρμογή  στην απώλεια]

 

ένα παιχνίδι περιορισμών, ένα είδος φυλακής

[… αποφάσισα να εκτίσω τη ζωή μου

στο τεράστιο κελί του στοχασμού]

 

που ξεκινάει από τη γέννηση

[Γέννηση είναι η νίκη της εξωστρέφειας

πάνω στην εσωστρέφεια.

Θάνατος, ακριβώς το αντίθετο],

 

συνεχίζεται ψάχνοντας απαντήσεις

[Βγήκα κι ανοίχτηκα στον κόσμο!

Δεν έχω άλλη απάντηση για τη ζωή

την παρουσία μου μόνο!]

 

οδεύοντας κάποτε προς τη δύση

[Ποιος είπε πως δεν είναι φυσικό

στη δύση της ζωής σου να φοράς

το κόκκινο προκλητικό σου φόρεμα;

Κατά μίμηση του δύοντος ηλίου

ξέρεις με ποια γιορτή,

αποχαιρετάς τη μέρα…].

 

Οι ρυτίδες; Μόνιμες χρόνου καταγραφές:

[… οι ρυτίδες τους ιστορούνε

το πάθος με το οποίο διασχίσανε τον κόσμο.

Ακόμα ηχούν πάνω τους

όλα τα τραγούδια της ζωής

καθώς γλιστράνε ήσυχα σαν βάρκες

σε θάλασσα όπου κόπασε το κύμα].

 

Θάλασσα. Μήπως εμείς, αφού

[δεν είμαστε άλλο από εκείνη];

Είτε επισκεφθεί τον πλαστικό χειρουργό ο άνθρωπος σε μια απελπισμένη προσπάθεια να καλύψει τούτες τις χρονικές μαρτυρίες (ρυτίδες), είτε πορεύεται φιλιωμένος με τα όσα η φύση τον φόρτωσε, η ομολογία δεν είναι άλλη από τούτη εδώ:

[Δε χόρτασα να ζω].

 

Αντίδοτο στη φθορά, στο γήρας, στην απελπισία, στη ρουτίνα, ένα και μοναδικό. Ο έρωτας:

[ήταν ο μόνος

που για λίγο τίναζε από πάνω μου

όλη τη σκόνη τη θνητή που μας σκεπάζει].

 

Κυριακή Καρσαμπά

 

Η σχέση της Κ. Κ. με τη γραφή αποκαλύπτεται από την ίδια με εξομολογητικούς ή ερωτηματικούς στίχους, περνώντας από το δέος που νιώθει μπροστά στο χαοτικό βάθος της ανθρώπινης ψυχής

[… γράφω ποιήματα

άλαλη μένοντας απ’ το βάθος που μας κατοικεί]

 

σε μία από τις πολλές απαντήσεις στην ερώτηση «γιατί γράφουμε;»

[Κι ίσως γράφοντας

να χτίζουμε ένα ανθεκτικό κενοτάφιο],

 

επανακάμπτοντας τέλος σε ένα άλλο δέος, αυτό της θεϊκής προέλευσης (ή και υπόστασης ακόμη) των ίδιων των λέξεων:

[Θεοποιούσε τις λέξεις…

Μα πίνει κανείς νερό από τη λέξη Πηγή;]

 

ώσπου καταλήγει στο τι είναι για εκείνη η ποίηση:

[Ποίηση είναι το ρίγος μπροστά στο θαύμα της Ζωής].

 

Στην επαφή με το Θείο, με την έμπνευση, με το Υπερπέραν, αυτό που τη (μας) σώζει είναι η πολύ καλή γείωση και η κατακτημένη γνώση της αξίας της λεπτομέρειας. H σημασία της αλληλεπιδρώσας συμβολής κάθε κυττάρου στην ολότητα ενός οργανισμού, άρα και στη λειτουργία του:

[Σαν κύτταρο χωρίς ταυτότητα,

με αθέατη τη μεμβράνη

μέσα στην ενεργειακή θάλασσα

της  Ευφροσύνης, μετέχεις αόρατα].

 

Άλλη θάλασσα εδώ, ενεργειακή. Ενέργεια που έχει διαδραστική σχέση με την ύλη. Φτάνει έτσι γιαλό-γιαλό σε έναν άλλο ορισμό της ποίησης, αυτόν που πολλοί μεγάλοι ποιητές (π.χ. Ρώμος Φιλύρας, Άγγελος Σικελιανός, Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, Κώστας Κρυστάλλης κ.α.) πριν από πολλά χρόνια είχαν βιωματικά διατυπώσει. Εκείνη το λέει έμμεσα με τον δικό της τρόπο:

[Ποιος κάθισε ν’ ακούσει ένα ποίημα, απ’ αυτά

που γράφει κάθε μέρα, ένα ρυάκι, μία λεύκα, ένα αηδόνι;].

 

Ο σεβασμός και η αγάπη στη Φύση, καθορίζουν τη ζωή και τη γραφή της:

[Μιλάμε εμείς για αδικία;

Μα τότε τι να πουν τα δέντρα

σ’ ένα δάσος που καίγεται;

Τι να πουν τα πουλιά που τουφεκίζονται;

Τι να πουν τ’ απορημένα παιδικά μάτια

που έκλεισαν πριν καλά-καλά ανοίξουν;].

 

Μαθήματα ζωής, έρχονται στιχουργημένα να δονήσουν τις ευαισθησίες του αναγνώστη. Το μέτρο, η ολιγάρκεια, η δωρικότητα, από τα πρώτα:

[Μόνο αυτό, είχε πει ήρεμα

δείχνοντας ένα ψωμάκι με τυρί

από τα τρόφιμα που πήγα.

Αυτό φτάνει για σήμερα.

Πώς να ξεχαστεί;]

 

Η άλλη όψη του πόνου, η συμβολή του δηλαδή στις κατοπινές επιλογές, σημαίνεται:

[Πού να ’ξερα τότε ότι εκείνος ο αφόρητος πόνος

θα ’ταν η αιτία για τις κατοπινές επιδόσεις μου στην αντοχή!]

 

Με ένα δωδεκασύλλαβο δίστιχο, συνοψίζει τη θεωρία του Πόνου:

[Πόνος και άνθρωπος

λέξεις συνώνυμες.]

 

Εισέρχεται και στα χωράφια που οργώνουν από κοινού η ψυχολογία, η φιλοσοφία και η θρησκεία:

[Χωρίς Εγώ τι έχω να φοβηθώ;]

 

(βλ. και λίγο πριν: [Σαν κύτταρο χωρίς ταυτότητα,/ με αθέατη τη μεμβράνη

μέσα στην ενεργειακή θάλασσα/ της  Ευφροσύνης, μετέχεις αόρατα]).

 

Όλα εμπεδώνονται και αφομοιώνονται κυρίως μέσα από δύο λειτουργίες. Της μνήμης:

[Η μνήμη είναι καταπληκτική μοδίστρα.

Κόβει, ράβει, συναρμολογεί,

κάνει ωραία φινιρίσματα]

 

και της συνομιλίας με τους αγαπημένους απόντες, όταν παρόντες δεν υπάρχουν ή είναι αόρατοι ή συντονισμένοι στην απουσία:

[Αθόρυβα την πόρτα μου ανοίγοντας

είσαστε πάντα εδώ

αγαπημένοι μου απόντες!]

 

Μαθήματα ταπεινά, με κριτική ματιά και πάντοτε σε ετοιμότητα για αναθεώρηση αν χρειαστεί, αφού κάθε βήμα συνοδεύεται από δύο στίχους:

[Ποιος δασκαλεύει αστόχαστα

για λάθος και σωστό;]

 

 

Εν κατακλείδι, τούτη η συλλογή ποιημάτων της Κ. Κ., είναι για εμένα μια αυτο-ανθολόγησή της από ποιητικές συλλογές που μπορεί μεν ποτέ να μην εξέδωσε, βρίσκονται όμως τυπωμένες βαθιά μέσα στην Ύπαρξή της (για να μην μπλέξουμε εδώ με την ψυχή και τα Αριστοτελικά περί Ψυχής). Είναι μια παρακαταθήκη στίχων από γυμνές αλήθειες που θέλησε να ξέρει ότι θα μείνουν κάποτε πίσω της ειπ(τυπ-)ωμένες από εκείνη, ενστερνιζόμενη μία ζεν κατάσταση που λέει πως, αν μπορείς να κελαηδήσεις, χάρισε τη φωνή σου στο δάσος. Θυμίζω ότι το ζεν ως κατάσταση είναι απολύτως βιωματικό, όπως και οι αλήθειες τούτου του βιβλίου.

Είναι λοιπόν το δικό της κελάιδισμα στο βιβλιοδάσος. Η δική της λεμονιά στο λεμονοδάσος, για να θυμηθούμε και τον Κοσμά Πολίτη.

 

Επιγραμματικά, ίσως είναι μια μετάγγιση του αίματός της στο σώμα του Λόγου με τις τόσες αιμάσσουσες πληγές. Η Ιδέα, οράται σχεδόν γυμνή επάνω στη διαφανή αντικειμενοφόρα πλάκα, οδηγώντας τον μυημένο παρατηρητή στην αλήθεια, κάτω από το κατοπτρικό μικροσκόπιο της αυτογνωσίας, της βιωματικής εμπειρίας, του διαλογισμού, της Ποίησης.

 

Τι θα μείνει; Ποιος ξέρει! Έχει σημασία; Η ίδια αφορίζει:

 

[Κάποτε οι λέξεις ανατρέπονται.

Η μοναξιά γίνεται πληρότητα.

Ο έρωτας πληγή.

Η γνώση γίνεται άγνοια.

Μα η αγάπη, αγάπη μένει.

Για πάντα θα ’ναι εκεί].

 

Τι έχει σημασία;

[Αυτό που θέλει η Ζωή είναι απλά να ζεις].

 

 

 

* Ο Γιώργος Ρούσκας είναι ποιητής

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top