Fractal

«Τώρα που δεν υπάρχει κανείς / να θαυμάσει αυτόν τον χορό / στα πρώτα του βήματα».

Γράφει ο Γεράσιμος Δενδρινός // * 

 

“Ύστατος Καπνός”, Στράτος Κοσσιώρης, Οροπέδιο, Αθήνα, 2010

 

δενδΠληθαίνουν με τον καιρό τα βιβλία ποίησης που εκδίδονται από νέους ανθρώπους, οποίοι έχουν να καταθέσουν σπουδαία πράγματα και, το κυριότερο, δεν τους πιάνει εκείνη η μανία συχνής έκδοσης που καταλαμβάνει τους φιλόδοξους πεζογράφους μας, που δυστυχώς λυμαίνονται αποκλειστικά τη δημοσιότητα. Αν και οι εγχώριοι εκδοτικοί οίκοι απορρίπτουν ασυζητητί την έκδοση των ποιητικών βιβλίων με διάφορα προσχήματα, το καθήκον αυτό το έχουν αναλάβει, ευτυχώς, ορισμένα ποιοτικά περιοδικά, όπως Εντευκτήριο και Οροπέδιο, (αναφέρουμε τα όσα έχουν πέσει στην αντίληψή μας), προσφέροντας σε ένα λιγοστό κοινό ανθρώπων μια σπουδαία κληρονομιά, την οποία συνεχίζουν ορισμένοι ικανοί τεχνίτες του λόγου. Επειδή θεωρούμε γενικά την ποίησή μας καλύτερη από την πεζογραφία, κάτι που σίγουρα ακούγεται μονολιθικό και προκατειλημμένο, γι΄ αυτό και παρακολουθούμε στενά τα ετήσια ίχνη, που αφήνουν ορισμένες σεμνές καταθέσεις νέων ποιητών, για τους οποίους θέλουμε να ελπίζουμε ότι η πορεία τους θα έχει ανάλογη εξέλιξη στο μέλλον.

Το 2010 το περιοδικό Οροπέδιο, εξέδωσε τον Ύστατο Καπνό, του νεαρού Στράτου Κοσσιώρη, (γεν.1981), μια συλλογή 22 ποιημάτων, τα οποία για τη νεότατη ποίησή μας, αποτελούν ένα σοβαρό εγχείρημα τόσο για τον ίδιο τον ποιητή, όσο και για το αλάνθαστο κριτήριο του εκδότη του Οροπέδιου, κ. Δημήτρη Κανελλόπουλου.

Είναι ανάξιο λόγου να αρχίσουμε να ανακαλύπτουμε επιδράσεις ή μιμήσεις άλλων ποιητικών φωνών στο έργο ενός νέου ανθρώπου. Αυτό δεν πρέπει επ’ ουδενί να ενδιαφέρει έναν κριτικό, αν σκεφτούμε πως ο Γιώργος Σεφέρης, ακόμα και σε ώριμά του ποιήματα ακολουθεί πιστά τα διδάγματα του ποιητή Τ. Σ. Έλιοτ. Ο καλός τεχνίτης ερανίζεται τα πάντα και συχνά τα καταθέτει στην τέχνη του αβίαστα, χωρίς καμιά φορά να έχει συνείδηση του τι κάνει. Η Τέχνη προχωρεί με ίχνη που πάτησαν άλλοι, αλλά τα νέα ίχνη αποτυπώνονται πάντα σε νέα μονοπάτια για να δώσουν κάτι καινούργιο και αξιόλογο.

Η συλλογή αρχίζει με το ποίημα, 1. «ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΓΥΡΩ ΜΟΥ», όπου ο καθένας μας ενσαρκώνει και από μία ιστορία ερειπωμένη με τα /κλειστά παραθυρόφυλλα/. Ο άνεμος, ο στιγμιαίος σαλευτής τους, γίνεται αιτία για επιστροφή του ποιητή στην ασφαλή και περιφρουρημένη μοναξιά του.

2. «ΣΤΟ ΠΕΡΙΓΙΑΛΙ», τα /…κύματα, /το βλέμμα του απείρου / και τα θαλασσοπούλια/, μετατρέπονται περίτεχνα σε /στιγμές / θραύσματα του παρελθόντος και σύντομες ανάσες μνήμης.

3. Στο ποίημα «GRETA GARBO», [οι δύο πρώτοι στίχοι είναι από το ποίημα του Χρίστου Ρουμελιωτάκη «Κινηματογράφος ΄60»] (η γνωστή χολιγουντιανή ηθοποιός που παράτησε πολύ νωρίς, το 1941, τα κινηματογραφικά στούντιο) τα παλιά όνειρα έγιναν μόνο /…νύχτες, /οι χειμωνιάτικες, / καλοκαιρινές, μοναχικές, / έξοδοι κινδύνου / απατηλές για να μετατραπούν στο τέλος ένα ξεθωριασμένο πόστερ / σαν ενθύμιο εκείνης της εποχής.

4. Στο «ΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ», ο δήθεν οριστικός, προϋποθέτει έναν άλλο ανεξήγητο που ήδη είχε προηγηθεί, ο οποίος / παραμονεύει /στο θρόισμα των δέντρων / στο πρωινό /… την ώρα του μεσημεριού/ σε περιβάλλον απόλυτης σιωπής, που απαιτούσε μια προσευχή.

5. Στο σύντομο ποίημα «ΕΡΩΤΙΚΟ» η λάμψη των ματιών του αγαπημένου προσώπου μετατρέπεται σε Χιροσίμα, που διαρκεί σχεδόν / παντοτινά / να μ΄ αρρωσταίνει/.

6. Ακολουθεί το ποίημα [ ΠΩΣ ΜΕ ΠΛΗΓΩΝΟΥΝ…], όπως η θέα των παιδιών που παίζουν /στις αυλές/ με το αβέβαιο μέλλον, και η περιγραφή του Παραδείσου σε πέντε στίχους στο μέσο του ποιήματος /Της άνοιξης τα άνθη…, πόσο όμορφη είναι / κάποιες μέρες θλιβερές/, για να καταλήξει το ποίημα στον ερωτευμένο νέο /που τριγυρίζει μόνος του/ στους δρόμους / έχοντας λαβωμένο το όνειρό του. Η τερπνή εικόνα των παιδιών και της φύσης μετατρέπεται βίαια σε ανθρωποκεντρική, με την έκπτωση του συναισθήματος που δικαιολογεί τον αβέβαιο τίτλο.

7. [ ΜΑΤΑΙΑ ΠΡΟΣΠΑΘΩ… ] : Τίτλος κι εδώ αβέβαιος με θέμα κοινό σε πολλούς ποιητές. Η ποίηση ως αντίδοτο και πάλι της αιώνιας μοναξιάς. Δωμάτια – τοίχοι – νύχτα – μουσική– δεν βοηθούν και ο χορός της δημιουργίας διαρκεί ίσαμε το πρωί. Τώρα που δεν υπάρχει κανείς / να θαυμάσει αυτόν τον χορό / στα πρώτα του βήματα. Η πράξη της ποίησης είναι αποκλειστικά επίπονη, απόλυτα προσωπική υπόθεση, μάταιη ίσως, και, εντελώς άγνωστη στον αναγνώστη.

8. Το ποίημα [ ΣΤΑ ΣΠΛΑΧΝΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ…] αποτελεί συνέχεια του προηγούμενου ποιήματος. Το δωμάτιο και όλο το σκοτεινό διαμέρισμα μετατρέπεται σε /σωστό καταφύγιο / για φωτισμένους ανθρώπους / Το στενό μου μπαλκόνι / ιδανικό / για υπερπόντια ταξίδια του νου/. Η λυτρωτική θάλασσα της μοναξιάς προσφέρει ζεστασιά.

9. Στην «ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ» ο στίχος / Σε έψαχνα / που επαναλαμβάνεται σε κάθε στροφή ως επίκληση απόγνωσης σε όλη την πόλη, χωρίς την καταφυγή παρηγοριάς της ποίησης, που αφορά τον ποιητή και το αγαπημένο πρόσωπο, οδηγείται στην επιθυμία /να με ελευθερώσεις/ ή μάλλον/ να σε ελευθερώσω/ που υπονοεί ίσως μια εξήγηση για μια ήδη ερειπωμένη-ετοιμόρροπη σχέση. Παρόλη την απουσία του άλλου, η σκέψη είναι εθισμένη στην εικόνα του αγαπημένου προσώπου που εκφράζεται με μια περίτεχνη αντίφαση της στιχουργίας: μα δεν σε βρήκα πουθενά / ήσουν
πάντα, μαζί μου.

10. Στον «ΠΝΙΓΜΕΝΟ» υπάρχει διπλή εικόνα (στάση συγγενών) για τον πνιγμένο. / Κάθε βράδυ, / στο ένα σπίτι τον / θρηνούν / (συμπαράσταση), ενώ στο άλλο /αδιαφορούν/, (απόρριψή). Στάση καθολική που απαιτεί η νύχτα. Οι λέξεις νύχτα και πνιγμένος ταυτίζονται και ο στίχος / σε κάποιο σπίτι / δηλώνει την ασάφεια, που απαιτεί η συνήθης στάση απέναντι σε έναν άνθρωπο απεγνωσμένο, πνιγμένο.

 

αρχείο λήψης (1)

 

11. Στο ποίημα «ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ» δηλώνεται σύντομα πως ο μόνος εχθρός, ο υπεύθυνος για την αυτοτιμωρία μας, είναι ο εαυτός μας. /Το μαχαίρι που ζητάς/ ως εκδίκηση και (ίσως ως άμυνα) υπάρχει μέσα μας, για να πορευτούμε ανάλογα με τις περιστάσεις στη ζωή.

12. «Ο ΝΑΡΚΑΛΙΕΥΤΗΣ» (εξαίρετο) αφορά τη μάχη που δίνει ο ποιητής σε ναρκοπέδιο για να εκκολαφθεί το ποίημα, γι αυτό και μετατρέπεται ο ίδιος σε ναρκαλιευτή. /Οι λέξεις νάρκες/ αφορούν αυτόν, ενώ /Το ποίημα / έδαφος ακίνδυνο/ για τους περαστικούς… / ώσπου,/ να εισβάλει σ’ αυτό / ο ποιητής / μέγας ναρκαλιευτής. Η προσεκτική συλλογή των ναρκών καθιστά /το ποίημα/ έδαφος / θανατηφόρο/. Ο ναρκαλιευτής ποιητής έχει αποστολή να περισυλλέγει τις κατάλληλες λέξεις – νάρκες για τη σύνθεση του ποιήματος.

13. Στους «ΕΜΠΡΗΣΤΕΣ» (εξαίρετο) ο εμπρησμός αποτελεί η κάθε είδους καταστροφή γνωστή και άγνωστη, που έχει και θύματα και διασωθέντες. Στην αρχή περιγράφεται το άπλωμα της πυρκαγιάς /μέσα στην πόλη/ και η θέα της πολύ κοντά στον ποιητή, ο οποίος είναι σίγουρος: /Του εμπρησμού τα σύνεργα/ δεν πρόκειται να βρεθούν ποτέ. /Οι εμπρηστές δεν θα λογοδοτήσουν/, και η τύχη των θυμάτων είναι κι αυτή άγνωστη και / πόσοι μπόρεσαν / απ΄ τις φλόγες / να επιζήσουν. Το ποίημα αποτελεί κατά κάποιον τρόπο τιμή για τα αθώα θύματα κάθε εποχής, που προκάλεσε ο κάθε είδους εμπρησμός που παρασύρει τον οποιονδήποτε χωρίς διάκριση.

14. «Η ΚΡΑΥΓΗ» /βοήθεια!/ πρωτοτυπεί με την εικόνα κάποιου που /έτρεξε να προλάβει /πριν να ΄ναι αργά / Ύστερα κατάλαβε /πως ήταν /ο αντίλαλος/. Γνωρίζουμε ότι ο αφιλόξενος κόσμος μας έγινε πια εντελώς αμέτοχος-αδιάφορος στο οποιοδήποτε κάλεσμα για βοήθεια, εδώ όμως η φωνή είναι του ίδιου του ποιητή, που την ακούει μόνο αυτός, ως αντίλαλο.

15. Στον «ΚΡΕΜΑΣΜΕΝΟ» ο μελλοθάνατος ζητά και άλλο σκοινί γιατί /Από ΄δω /δεν μπορώ/ ν΄ ατενίσω το φεγγάρι./ Ύστατη επιθυμία για να ξαναδεί όνειρα, επιθυμία, στόχους, απογοητεύσεις, όλη τη μαγιά της ζωής (:φεγγάρι) μια τελευταία εικόνα πριν τον θάνατο, που το περισσότερο σκοινί προσφέρει άνετη εξύψωση προς το μακρινό και άπιαστο φεγγάρι με τον ξεχωριστό, μοναχικό κόσμο του.

16. «Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ» ενός απρόσκλητου επισκέπτη που εύχεται ο ποιητής να χτυπήσει κάποτε την πόρτα του είναι μάταιη κι αυτή, αφού ισοδυναμεί με /παρά μόνο μια λέξη / αιμόφυρτη θα ξεψυχάει / ενώ την ίδια στιγμή /στη μέση του δρόμου/ θα στέκει /το κουφάρι /ενός ποιήματος/. Η επίσκεψη κάποιου θα δώσει έναυσμα για ένα νέο ποίημα, ενώ η απουσία του ίσως προσφέρει ένα αποτυχημένο ποίημα.

17. Στον «ΑΝΑΧΩΡΗΤΗ» ο ποιητής επιστρέφει /στον αδειανό του τόπο/ και /πιο μόνος /από κάθε άλλη φορά/στην κατακόμβη /των παιδικών του χρόνων/ καταφεύγοντας σε /ένα σπασμένο κεράκι/ για λίγη θαλπωρή. Ούτε η επιστροφή στην παιδική ηλικία, την καλύτερη ηλικία του ανθρώπου, δεν λυτρώνει τον ποιητή.

18. Στην «ΣΠΟΡΑ» (εξαίρετο) η ευχή για τις βροχές του φθινοπώρου ίσως βλαστήσουν τη σπορά των άδειων ημερών του ποιητή. Οι βροχές ισοδυναμούν με δάκρυα /άλλο τίποτα δεν έχω /τη στέρνα της ψυχής μου/να γεμίσω.

19. Η «ΣΥΓΚΟΜΙΔΗ» αποτελεί συνέχεια του προηγούμενου ποιήματος. Οι λειμώνες της φαντασίας του / κάτι γυμνά κλαδιά / που συνταράσσει ο άνεμος. Νεράιδες ανέμου και παραδεισένιοι τόποι είναι πια παρελθόν γι΄ αυτόν. / Έρχεται, όπου να ΄ναι φτάνει / της χέρσας του ζωής / ο τρύγος. Ο τρύγος της πραγματικότητας είναι η μόνη σταθερή αλήθεια από όπου οφείλει να αντλεί ο καλλιτέχνης.

20. Στην «ΕΡΗΜΩΣΗ» η εικόνα με τα άτσαλα στοιβαγμένα σπίτια της πόλης κάνει τον ποιητή να αναρωτηθεί /τη μοναξιά σου / ποιος θα τη στεγάσει. Όσο πιο πολλά σπίτια, τόσο κοντά χτισμένα, τόσο αδήριτη η μοναξιά.

21. Στο ποίημα [ΔΕΝ ΩΦΕΛΕΙ…] /στο ερημικό αυτό παράθυρο/ που αποτελεί ποιητικό καταφύγιο – κρησφύγετο, τίποτε από τη ζωή της πόλης δεν έρχεται, οι ήχοι, τα φώτα, η εξωτερική πραγματικότητα /δεν φτάνουν ως εκεί/ και τις νύχτες η μόνη συντροφιά είναι η μνήμη, πολύτιμη παρακαταθήκη του νου και των συναισθημάτων, από όπου αντλείται η ποιητική δημιουργία.

22. Τέλος, ο «ΥΣΤΑΤΟΣ ΚΑΠΝΟΣ» είναι κορυφαίο ποίημα που δίνει εύστοχα τον τίτλο τη συλλογή. Η σκηνή του δρόμου με τα παλιά εργοστάσια προσφέρει /… απροσδόκητη ευτυχία μαζί σου / ύστατος καπνός /μιας από καιρό/ετοιμόρροπης τσιμινιέρας. Η σχέση που δεν μπορεί να διαρκέσει ισοδυναμεί με ύστατο καπνό. Στην κούραση του αγαπημένου προσώπου από την κοπιαστική εργασία ο ποιητής σημειώνει με εξαιρετικούς στίχους: /Θ’ άπλωνα την ψυχή μου / να κοιμηθείς. Με τον ύπνο / θ΄ αντιφέγγιζε στο πρόσωπό σου/ ο μόχθος της αγάπης.

Ο Στράτος Κοσσιώρης χρησιμοποιεί ελάχιστα τη στίξη στην πορεία κάθε ποιήματός του, και μόνο στο τέλος του τελευταίου στίχου τοποθετεί τελεία, λες όλα τα προηγούμενα να είναι γι΄ αυτόν αβέβαια και θολά, όπως και στη ζωή. Ως πρώτη του συλλογή, νομίζουμε ότι συμπλήρωσε άριστα και προπάντων ταπεινά την ποιητική μας παράδοση, κατακτώντας τίμια μια θέση στους καλούς ποιητές που περιγράφουν εύστοχα, ταπεινά και απλά την Απώλεια. Οι εκδόσεις του περιοδικού Οροπέδιου συνέβαλαν άριστα σε αυτή την κατάθεση. Είναι πάντως λυπηρό που η συλλογή αυτή δεν προσέχτηκε όσο έπρεπε στο ποιητικό εκδοτικό μας σύμπαν, και, πολύ φοβάμαι πως δεν είναι η μόνη. Όσο για μας, ελπίζουμε αυτή η πετυχημένη προσπάθεια καταγραφής του κόσμου να συνεχιστεί από τον ποιητή με μία συλλογή ανάλογης αξίας.

 

* Ο Γεράσιμος Δενδρινός γεννήθηκε το 1955. Σπούδασε κλασική φιλολογία και λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι μεταφραστής κειμένων της Λατινικής και Βυζαντινής Γραμματείας και ευκαιριακά ζωγράφος. Έχει εκδώσει τη συλλογή διηγημάτων Ένα πακέτο Άρωμα, Ρόπτρον 1992 (ανατύπωση και βελτιωμένη έκδοση Κέδρος 1995³), το μυθιστόρημα Χαιρετίσματα από το νότο, Οδυσσέας 1994³ (ανατύπωση και βελτιωμένη έκδοση Κέδρος 2003), στο οποίο βασίστηκε το σενάριο της ταινίας του Δημήτρη Μακρή Χαιρέτα μας τον πλάτανο, που διαγωνίστηκε το 2004 στο 54ο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το ταξιδιωτικό κείμενο Ματίας ντελ Ρίος – Ημερολόγια, Οδυσσέας 1995 (ανατύπωση και βελτιωμένη έκδοση Κέδρος 2006), τα μυθιστορήματα Απέραντες συνοικίες, Κέδρος 2001, Άλκης, Μεταίχμιο 2003 (προτάθηκε για βραβείο μυθιστορήματος 2003) και Φραγή εισερχομένων κλήσεων, Μεταίχμιο 2006. Από το 2004 είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top