Fractal

Αναζητώντας την μουσική ταυτότητα του τόπου του

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης, “Η πολιτισμική ποιητική δημιουργία του Στρατή Καλογερίδη”. Ιδιωτική έκδοση. Ηράκλειο, 2018

 

Ο χώρος της Κρήτης είναι κατά τα φαινόμενα ένας από τους λίγους της Ελλάδας οι οποίοι συνεχίζουν και παράγουν μουσικό πολιτισμό μέσα στο πολυδαίδαλο αυτό και εντυπωσιακό ταυτόχρονα τοπίο της χώρας μας. Στο διάβα του καιρού αναδείχτηκαν πολλοί και σπουδαίοι μουσικοί, ο καθένας από τους οποίους άφησε το δικό του στίγμα στην κρητική παράδοση. Ένας απ’ αυτούς ήταν αναμφίβολα και ο σητειακός βιολιστής Στρατής Καλογερίδης. Έρχονται μερικές στιγμές που αίφνης όλα αυτά μας τα υπενθυμίζουν ή μας τα γνωρίζουν, συνήθως, κάποια βιβλία που επιμένουν να γράφονται και κυρίως να δημοσιεύονται σε έντυπη μορφή στις πραγματικά δύσκολες, όχι μόνο από οικονομική άποψη, και σημαδιακές μέρες μας, και τα οποία αναφέρονται και ανατρέχουν με ενδιαφέρον σε αυτά τα πολιτιστικά γεγονότα, μαζί φυσικά με αρκετές ουσιώδεις λεπτομέρειες. Πρόσφατα ήρθε στα χέρια μου το βιβλίο ‘Η πολιτισμική ποιητική δημιουργία του Στρατή Καλογερίδη’ του ορθοπεδικού γιατρού και πολιτισμολόγου Αγησίλαου Αλιγιζάκη, που εξέδωσε ο ίδιος ο συγγραφέας. Ένα μικρής σχετικά έκτασης πόνημα, κάπου ενενήντα σελίδων,  αλλά με άκρως πλούσιο και μεστό περιεχόμενο. Ο Στρατής Καλογερίδης, στον οποίο αναφέρεται το κείμενο του βιβλίου,  υπήρξε μουσικός, συγκεκριμένα βιολιστής, συνθέτης, ερμηνευτής, και συνάμα πολυπράγμων καλλιτέχνης φωτογράφος των αρχών του προηγούμενου, δηλαδή του εικοστού αιώνα. Η προσπάθεια του συγγραφέα, όπως τουλάχιστον διατείνεται στην εισαγωγή του, είναι η απάντηση σε κάποια καίρια ερωτήματα, όπως για παράδειγμα, ποιες ήταν οι προϋποθέσεις  της δημιουργίας της μουσικής του βιολιστή Καλογερίδη, ποια υπήρξε η γενικότερη συμβολή του στην παραδοσιακή και σύγχρονη κρητική μουσική, και τι μας κομίζει εν τέλει το έργο του στις  μέρες μας.

 

Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης

 

Η εργασία του Αγησίλαου Αλιγιζάκη, αποτελείται από επτά  κεφάλαια τα οποία θα μπορούσαν να διαβαστούν ή να γραφτούν και δημοσιευθούν κάπου αλλού και αυτούσια. Στο πρώτο, τη μουσική του δηλαδή παιδεία στη Σητεία, αναφέρονται κάποια βιογραφικά στοιχεία του μεγάλου μουσικού, ο οποίος γεννήθηκε στα 1883, τουτέστιν μέσα στην περίοδο της Ημιαυτονομίας (1878-1898) η οποία ακολούθησε τη συνθήκη της Χαλέπας, το 1878. Είναι η εποχή κατά την οποία ο μικρός Στρατής Καλογερίδης, μυείται στην αστική κουλτούρα και στην κρητική μουσική, ενώ ταυτόχρονα μαθαίνει μαντολίνο και βιολί από χριστιανούς όσο και μουσουλμάνους οργανοπαίχτες. Όμως το μουσικό όργανο που κυριαρχούσε στην ανατολική Κρήτη ήταν ξεκάθαρα η λύρα. Στο δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου, αναλύονται οι ευρωπαϊκές μουσικές επιρροές που διαμόρφωσαν το μουσικό έργο του Στρατή Καλογερίδη.  Πρόκειται για την περίοδο που ξεκινάει το 1899, οπότε έρχεται σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών να ζήσει στην πόλη Τουλών της Γαλλίας, για επτά ολόκληρα χρόνια. Στη Γαλλία αφομοιώνει και ενσωματώνει στοιχεία της πολύπλευρης ευρωπαϊκής κουλτούρας και κυρίως της μουσικής. Βρισκόμαστε χρονολογικά στην περίοδο της Μπελ Επόκ, η οποία χρονικά σηματοδοτείται από το πέρας του γαλλοπρωσικού πολέμου έως την έναρξη των εχθροπραξιών του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στα 1914, εποχή που σημαδεύτηκε πολιτιστικά και τεχνολογικά από εμβληματικά γεγονότα (ηλεκτρικό φως, τηλέφωνο, κινηματογράφος, ποίηση, όπερα, κ.λ.π.). Μαζί με όλα αυτά έρχεται σε επαφή και μυείται στην ευρωπαϊκή τεχνική του παιξίματος του βιολιού, στοιχεία τα οποία αργότερα εισαγάγει στην κρητική μουσική του γενέθλιου τόπου του. Βέβαια, όλα αυτά ακολουθήθηκαν από τα γνωστά και ορισμένα άκρως δραματικά γεγονότα που σημάδεψαν ανεξίτηλα την ιστορία της Ελλάδας. Ο σχετικός κατάλογος είναι μακρύς. Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913), η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα (1913), ο Εθνικός Διχασμός (φιλοβενιζελικοί και φιλοβασιλικοί) του 1915, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) και η Μικρασιατική Καταστροφή (1922). Την περίοδο εκείνη, το Ηράκλειο, το Μεγάλο Κάστρο όπως το ξέρουμε καλύτερα, διανύει τη φάση της έντονης αστικοποίησης και του ελπιδοφόρου εξευρωπαϊσμού. Στην πόλη έρχονται ευρωπαϊκοί και αθηναϊκοί θίασοι, δίνονται θεατρικές παραστάσεις, λαμβάνουν χώρα χοροεσπερίδες, ακούγονται όπερες. Επειδή στην περίοδο της Αυτονομίας, η Κρήτη αποτελούσε μέρος της  οθωμανικής Αυτοκρατορίας, εδώ υπήρχαν, ζούσαν και δραστηριοποιούνταν καλλιτεχνικά χριστιανοί, μουσουλμάνοι, εβραίοι και Αρμένιοι.  Στα καφέ αμάν ακούγονταν αμανέδες, καρσιλαμάδες και κρητική φυσικά μουσική από καλλιτέχνες όλων των παραπάνω τάξεων. Έτσι μας λέει ο συγγραφέας, τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, στο Μεγάλο Κάστρο, η μουσική χαρακτηριζόταν από την συνύπαρξη και μείξη τριών μουσικών δικτύων. Του οθωμανικού, του ευρωπαϊκού και βεβαίως του κρητικού. Η περίοδος του μεσοπολέμου, όμως, ήταν τελικά και η εποχή της μουσικής ακμής του Καλογερίδη, στην πόλη πάντοτε του Ηρακλείου. Τονίζεται όμως στο βιβλίο, ότι αν και όλες οι διασκευές του δεν έγιναν αποδεκτές από το κοινό, εν τούτοις ‘… φανερώνουν την προσπάθεια του Καλογερίδη για ανανέωση της κρητικής μουσικής, καθώς και την πίστη του ότι η ίδια η κρητική μουσική έχει πολλές δυνατότητες για εξέλιξη…’.

Το επόμενο κεφάλαιο ασχολείται με την ίδρυση του ‘Μουσικού Συλλόγου Απόλλων’ στο Ηράκλειο, και την καθιέρωση της ευρωπαϊκής μουσικής στην αστική κοινωνία. Βασική παράμετρος όλων αυτών, υπήρξε η διαμονή του καλλιτέχνη στο Ηράκλειο. ‘…Η μετάβαση και μόνιμη διαμονή στο  Μεγάλο Κάστρο κατά την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας, αποτελεί κομβικό σημείο στη δημιουργία του έργου , καθώς έρχεται σε επαφή τόσο με την αστική κουλτούρα, όσο και με τη λαϊκή…’. Προς το τέλος του βιβλίου του, ο Αλιγιζάκης αναρωτιέται, πως μεταφράζονται όλα αυτά στη σημερινή κοινωνία της Κρήτης. Δέχεται η κοινωνία το έργο του όπως αυτό δημιουργήθηκε  ή το αμφισβητεί;  Ο ίδιος λίγο παρακάτω δίνει την δική του απάντηση ή καλύτερα την προσωπική του εκδοχή: ‘… με την πάροδο του χρόνου το λαϊκό αισθητήριο  δέχτηκε τις παρεμβάσεις και τους νεωτερισμούς μέχρι ένα σημείο, δηλαδή αφομοίωσε γόνιμα τις μελωδίες και την τεχνική παιξίματος του βιολιού, οριοθετώντας όμως την κρητική μουσική από την ευρωπαϊκή.  Η προσπάθεια αλλαγής της φιλοσοφίας της κρητικής μουσικής, δηλαδή η μεταμόρφωση του κρητικού λαϊκού στοιχείου σε ευρωπαϊκό-αστικό σήμερα δεν είναι ακόμα αποδεκτή…’.

 

Το νέο πολιτιστικό κέντρο της πόλης του Ηρακλείου.

 

Στα δύο τελευταία κεφάλαια, ο Αλιγιζάκης προβαίνει σε κάποια προσπάθεια σύγκρισης ή ανεύρεσης κοινών στοιχείων  του μουσικού έργου του Στρατή Καλογερίδη, με το συγγραφικό έργο του μεγάλου τέκνου του Ηρακλείου, Νίκου Καζαντζάκη, με δεδομένο ότι και οι δύο γεννήθηκαν στα 1883, και θα πεθάνουν με τρία χρόνια διαφορά,  ο  Καζαντζάκης το 1957, και ο Καλογερίδης το 1960, ενώ συχνά συνυπήρχαν για μεγάλα διαστήματα στο Μεγάλο Κάστρο. Το βιβλίο περατούται με το κεφάλαιο που διαπραγματεύεται  την ενασχόληση του σητειακού βιολιστή με την τέχνη της  φωτογραφίας. Είναι το δεύτερο επάγγελμα του Στρατή Καλογερίδη, ή σωστότερα εκείνο που εξασφάλιζε τα προς το ζην σ’ αυτόν, αφού η φωτογραφία τότε βρισκόταν στα σπάργανα  και όσοι είχαν τις ανάλογες γνώσεις, ήταν αρκετά περιζήτητοι στην αγορά. Πολλές οι βιβλιογραφικές παραπομπές του βιβλίου, καθώς και οι σχετικές επεξηγήσεις στο κείμενο, οι οποίες και βοηθούν αποτελεσματικά τον αδαή αναγνώστη στην περιπλάνησή του στις εν πολλοίς άγνωστες στους περισσότερους σελίδες του συγκεκριμένου θέματος που σημάδεψε πολιτιστικά την πόλη του Ηρακλείου, και όχι μόνο, έναν αιώνα πριν.  Αν είναι κάτι που θα έπρεπε να επισημάνουμε εδώ, είναι η ιδιωτική έκδοση του εν λόγω πολύτιμου ιστορικού βιβλίου, πράγμα που καθιστά την ανεύρεσή του κάπως δυσχερή στους διαμένοντες εκτός της πόλης του Ηρακλείου.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top