Fractal

Ραβδοσκοπώντας λέξεις

Γράφει ο Δημήτρης Παπακωνσταντίνου // *

 

lamdaΣκέψεις πάνω στην ποιητική συλλογή της Ελένης Κοφτερού “Στο λάμδα των χελιδονιών”, Εκδόσεις Των Φίλων

 

Έπεσε στα χέρια μου ένα ιδιαίτερα καλαίσθητο βιβλίο, μια αρκετά μεγάλη σε έκταση ποιητική συλλογή της Ελένης Κοφτερού με τίτλο “Στο Λάμδα των Χελιδονιών”. Η Ποιήτρια οργανώνει τα εξήντα πέντε ποιήματα της συλλογής της σε τρεις ενότητες που φέρουν τους τίτλους “σφηνωμένη σε φωνήεντα’, “ραβδοσκοπώντας λέξεις” και “στο τίποτα οι ποιητές ενδίδουν”.

Μελετώντας προσεκτικά αυτά τα ποιήματα είχα την αίσθηση που έχει όποιος προσπαθεί να διασχίσει ένα φαινομενικά ήρεμο ποτάμι, όμως νιώθει ξαφνικά ότι βαθαίνει απότομα κι επικίνδυνα και είναι ολοένα και πιο δύσκολο να βρει ασφαλείς πέτρες που δε γλιστρούν στον λασπερό βυθό. Αν η παραπάνω περιγραφή φανεί υπερβολική, ας πούμε  πως μετά τις χαριτωμένες χαμηλές πτήσεις των χελιδονιών της και χωρίς κάποια προειδοποίηση, ολοένα και πιο συχνά το έδαφος χάνεται από τα μάτια μας και νιώθουμε πως η ουσία διαφεύγει και κρύβεται. Με δυο λόγια, κάποια διάσπαρτα ποιήματα της Ελένης Κοφτερού είναι αισθητά πιο περιεκτικά, πιο δυσνόητα από τα υπόλοιπα.

 

“Σφηνωμένη σε φωνήεντα”:

Τα μισά περίπου ποιήματα αυτής της ενότητας είναι ιδιαίτερα ολιγόστιχα κι αφήνουν την αίσθηση ότι γράφτηκαν “με μια ανάσα”, χωρίς διορθώσεις, προσθήκες ή αφαιρέσεις, χωρίς λογική επεξεργασία βελτίωσης. Δείχνουν σαν να κύλησαν αυθόρμητα, χωρίς περίτεχνα στολίδια, με απλότητα και  ομορφιά που αγγίζει άμεσα τον αναγνώστη:

Όταν σε βλέπω

τα χρώματα

διαχέονται

λευκαίνουν έως

την έσχατη διαφάνεια

για να φεγγίζει

ο έρωτας.

 

Oι αισθήσεις της ποιήτριας επιστρατεύονται:

Όραση-Ακοή: Όταν σε βλέπω

κόβεται απότομα

εκείνη η κορδέλα της σιωπής.

Ακοή: Κι εγώ τ`αυτιά μου βούλωνα με άστρα πρωινά.

Αφή: Νιώθω ακόμη

τα δάχτυλά σου

επάνω μου

Γεύση: Την παρατηρούσε καθώς κάπνιζε

τα χείλη της μαθημένα από παλιά

στη μαλακή πικράδα.

Αναφορά στην όσφρηση δεν εντόπισα. Νομίζω πως στην αφή δίνεται ιδιαίτερη έμφαση. Είναι η αίσθηση που στον ποιητικό κόσμο της Ελένης Κοφτερού συμπληρώνει την πάντοτε κυρίαρχη όραση.

Είναι ένας ποιητικός κόσμος γεμάτος από ουρανό, σύννεφα, χρώματα και μικρές κι ασήμαντες λεπτομέρειες που ξάφνου αποκτούν μεγάλη αξία και σημασία : “Φυσαλίδες με ροδόνερο”, “πουπουλένια αλαφράδα”, δάκρυ επιχρυσωμένο”, “διαφανές αποτύπωμα”, “τρίμματα αιχμηρά”.

Αξίζει επίσης να σημειώσω τους προσδιορισμούς της στη λέξη “λέξεις”:

“χρησιμοποιημένες λέξεις”, “χλωμές λέξεις”, “λέξην ανώδυνη”, “οι λέξεις μας μικρά σπουργίτια”, “άηχες λέξεις”, “ενάλιες λέξεις”, “άλαλες λέξεις”, “ λέξεις από θρόισμα”…

Παρόλο που βασικό θέμα της ενότητας είναι ο έρωτας ανακαλύπτει κανείς κάποιες αναφορές που αγγίζουν το χώρο της κοινωνίας και της πολιτικής:

 

Ουράνιες περιμένουμε επιταγές, μου είπαν

θα ταπεινωθούν επιτέλους οι άχρηστες εξουσίες

Δεν σου κρύβω τις πίστεψα

-καμιά πέτρα τον λόγο της δεν αθετεί-

 

Κι ακόμα πιο έντονα, στο ποίημα “Κόκκινα φιλιά”:

 

Όταν εντέλει με πλησίασες

μ`ένα φυλλάδιο κόκκινο

της επανάστασης

(αυτής που αναβλήθηκε

για λόγους ανωτέρας λείας)

και γέμισε αργότερα

τους κάδους ανακύκλωσης

 

Εδώ η απογοήτευση της ποιήτριας μετατρέπεται σε ειρωνικό γέλιο. Η εικόνα της επαναστατικής προκήρυξης που καταλήγει στον κάδο ανακύκλωσης είναι πολύ δυνατή κι εκφράζει την απαξίωση της πολιτικής στην εποχή μας.

Τέλος, στην ενότητα αυτή εντοπίζω αναφορές στο θρησκευτικό συναίσθημα της ποιήτριας:

 

Πόσες φορές θα μας σταυρώσεις

για να πεισθείς ότι δεν κλείνουν οι πληγές.

 

Και στο αμέσως επόμενο ποίημα:

 

Σ`ετούτη την αθόρυβη φάτνη

που απ` τα μάτια των μάγων κρατώ μακριά

…………………………………………………………

…………………………………………………………

τις άλαλες λέξεις μας

για σταύρωση δεν προορίζω.

 

Ελένη Κοφτερού

Ελένη Κοφτερού

 

 

Ραβδοσκοπώντας λέξεις:

Ο τίτλος της ενότητας δηλώνει την αγωνία της ποιήτριας να βρει τις κατάλληλες λέξεις, προκειμένου να εκφράσει τη νοσταλγία της για όσα πέρασαν και χάθηκαν. Η νοσταλγία για μέρες μακρινές, για εμπειρίες ζωής που δεν επαναλαμβάνονται, αποτυπώνεται στο ποίημα “διπλανά δέντρα”:

 

Κάποτε ήμαστε δέντρα διπλανά

πλεγμένες ρίζες

διεκδικήσεις του νερού

μελετημένες

 

Η ποιήτρια αξιοποιεί παλιούς μύθους, όπως αυτόν της “Ωραίας Ελένης”, με μια αξιοζήλευτη ποιητική φαντασία που δε γνωρίζει όρια. Με αφορμή κάτι ασήμαντο, μια βάρκα που έχει πάνω της γραμμένο το όνομα “Ελένη”με κόκκινη μπογιά, μιλά για την “Ωραία Ελένη”, την εκδοχή ότι επισκέφτηκε το παλάτι του Πρωτέα στην Αίγυπτο, για να μας θυμίσει τον γνωστό κι αγαπημένο στίχο του Γ. Σεφέρη “για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη”. Η ποιήτριά μας αντίστοιχα λέει: “για να αντικρύσεις άχρηστες φωτιές/ “πουκάμισα αδειανά” να ανεμίσεις”.

Εντύπωση επίσης προκαλεί η αναφορά της σε γνωστά παραμύθια, όπως η “Χιονάτη” και η “Ωραία Κοιμωμένη”. Υποθέτω πως αναφέρεται σε παραμύθια όπου πρωταγωνιστούν γυναικείες μορφές, λόγω κάποιας ταύτισης με αυτές τις ηρωίδες. Είναι όμως ικανή να πλάσει κι εντελώς δικές της φανταστικές ιστορίες, με ιδιαίτερη ποιητική τόλμη, αφού βάζει τους ερωδιούς του Στρυμόνα να παίζουν ζάρια με τις κουκουβάγιες που αγρυπνούν και με τους βατράχους που δεν είχαν την τύχη να μεταμορφωθούν σε πρίγκιπες.

Χαρακτηριστικό της ποιητικής φαντασίας της Ελένης Κοφτερού είναι και το ποίημα “Ξημέρωμα”. Το ξημέρωμα λοιπόν, δεν είναι απλώς η ώρα που ξημερώνει. Είναι ένα μικρό παιδί που δεν θέλει να ξυπνήσει και κατρακυλά από το κρεβάτι του ανάσκελα, χαμένο στα όνειρα. Όποιος έτυχε κάποτε να ξαγρυπνήσει περιμένοντας με ανυπομονησία να έρθει το πρωί, θα συμφωνήσει μαζί της! Λειτουργεί τότε η υποκειμενική αίσθηση του χρόνου κι αναρωτιέται κανείς τι συμβαίνει και γιατί αργεί τόσο πολύ να ξημερώσει!

 

Στο τίποτα οι ποιητές ενδίδουν:

Στα 14 ποιήματα της 3ης και τελευταίας ενότητας, κυρίαρχο είναι το θέμα της ποιητικής τέχνης. Τα ποιήματα ανασταίνονται σιγά σιγά, αν όμως δεν προλάβει κανείς να τα καταγράψει, να τα δεσμεύσει, να τα ιδιοποιηθεί, είναι έτοιμα “να αναληφθούν”, αφού δεν ανήκουν σε αυτόν τον φθαρτό κόσμο. Ένα χαρτί, πάνω στο οποίο είναι γραμμένο ένα ποίημα, άνετα μπορεί να γίνει βαρκούλα. Θα διαλυθεί σε λίγο και θα βουλιάξει, όμως το ποίημα θα έχει ήδη διανύσει μια απόσταση, έστω και τόσο μικρή. Διαφαίνεται έτσι η ανησυχία της ποιήτριας σχετικά με την τύχη των δημιουργημάτων της, ίσως και κάποια πίκρα στη σκέψη ότι ταξιδεύουν πάντα πολύ λίγο:

 

προαναγγελία διάβρωσης

μα ως να χαθεί

απ`τα μάτια του

μια διαδρομή

το ποίημα θα έχει ασφαλώς

διανύσει.

 

Αξίζει να σημειωθεί ο σεβασμός της ποιήτριας απέναντι στους μεγάλους ποιητές του παρελθόντος. Αφιερώνει  ποιήματά της στον Λόρκα, στον Κ. Καβάφη και στον Γ. Ρίτσο τονίζοντας με πάθος “Αχ, να`μουν στο Μάη του `68!/ Εκείνο το κορίτσι θα`θελα να είμαι/ που φιλάς με πάθος/ κρατώντας την κόκκινη σημαία/ στην αφίσα που είχα/ στο μέσα φύλλο της ντουλάπας μου”. Έτσι, περνάει στο θέμα του ηρωισμού, της ανυποχώρητης πάλης : Ένας γέροντας, ασθενής πια από τα χρόνια είναι στη φαντασία της ο λεβέντης αντάρτης, όρθιος σαν λεύκα στον άνεμο!

“ Δε λησμονώ

ποτές αυτόν τον γερο-λεύκα”.

Οι ποιητές ενδίδουν στην ποιητική τέχνη. Τους καλεί, τους μαγεύει, τους παρασέρνει συχνά στα δικά της μονοπάτια. Δυστυχώς, οι ποιητές ενδίδουν κάποιες φορές και στο “τίποτα”. Υποθέτω πως με τη λέξη αυτή, η ποιήτριά μας υπαινίσσεται την καθημερινότητα που μας φθείρει, χωρίς να έχει κάτι ουσιώδες να προσφέρει:

“Αυτό το

κακομαθημένο “τίποτα”

καθοδηγεί

ερήμην μου τα πράγματα”.

Η πίκρα της ποιήτριας είναι ιδιαίτερα αισθητή στα λόγια αυτά. Ζούμε σε μια αντιποιητική και αντιηρωική εποχή, όμως νομίζω πως η Ελένη Κοφτερού είναι σε θέση αυτό το “τίποτα” της καθημερινότητας να το μεταμορφώνει δημιουργικά, να το μεταλλάσσει σε ποίηση που αξίζει να γράφεται και αξίζει να διαβάζεται! Εύχομαι να πετάξει μακριά η ωραία τέχνη της με τα φτερά “Στο Λάμδα των Χελιδονιών”!

 

* O Δημήτρης Παπακωνσταντίνου είναι απόφοιτος της φιλοσοφικής σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και εργάζεται ως καθηγητής Μ.Ε σε σχολείο της Κοζάνης, όπου μένει μόνιμα με την οικογένειά μου. Το 1996 εκδόθηκε η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο “ΜΙΚΡΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ” (Θεσσαλονίκη, εκδόσεις “ΝΕΑΣ ΠΟΡΕΙΑΣ”). Η δεύτερη ποιητική του συλλογή έχει τίτλο “ΨΙΘΥΡΙΣΤΑ ΣΤΟ ΦΩΣ, ΣΤΟ ΕΡΕΒΟΣ” (Θεσσαλονίκη, εκδόσεις “ΠΗΓH”).

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top