Fractal

Στην ορεινή λίμνη Σεβάν της Αρμενίας

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

‘Δεξιά μου ήταν το νησάκι της Σεβάν, που δεν ήταν πια νησί, αλλά ήταν ενωμένο, όπως οι αμυγδαλιές στον φάρυγγα, με τη στεριά’, έγραφε ο Φίλιπ Μάρσντεν στο βιβλίο του, ‘Αναζητώντας τους Αρμένιους σε Βαλκάνια, Μ. Ανατολή και Καύκασο’ (Philip Marsden, A Crossing Place. A Journey Among Armenians). Ο βρεττανός ταξιδιωτικός συγγραφέας Φίλιπ Μάρσντεν στα τέλη της δεκαετίας του ’80, κατά τη διάρκεια μιας εκούσιας περιπλάνησης  στους λόφους της Ανατολικής Τουρκίας έρχεται σε επαφή με ένα ανθρώπινο οστούν, ανάμεσα σε ξεχασμένους σωρούς ερειπίων. Εκεί ένας βοσκός της περιοχής με νοήματα του εξηγεί πως πρόκειται για ‘Ερμενί’, δηλαδή Αρμενίους, ενώ ένα χρόνο αργότερα, στη Συρία πια, ένας γερο-Αρμένιος δικηγόρος του αφηγείται  για τις σφαγές στις οποίες επιδόθηκαν οι Τούρκοι σε βάρος των Αρμενίων, το χρονικό διάστημα 1915-1916. Δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουμε τι ήταν εκείνο το βαθύτερο συναίσθημα ή το ειδοποιό ερέθισμα που άγγιξε την ευαίσθητη, όπως τελικά αποδείχτηκε, ψυχή του Φίλιπ Μάρσντεν, ο καταλύτης που του  κινητοποίησε το ενδιαφέρον για τους βασανισμένους Αρμενίους, το οποίο με τη σειρά του  μετατράπηκε σε έμμονη ιδέα, σε επίμονη αναζήτηση της κρυφής και συγκεκαλυμμένης αλήθειας και όσων δεν ήρθαν τεχνηέντως στην επιφάνεια, γεγονός που τον οδήγησε στην πραγματοποίηση ενός μάλλον ασυνήθιστου, αλλά σίγουρα συναρπαστικού οδοιπορικού και το σπουδαιότερο με λιγοστά υλικά εφόδια. Διασχίζοντας μεγάλο αριθμό χωρών και τόπων στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής αλλά και της Ανατολικής Ευρώπης, αναζητεί τις διασκορπισμένες κοινότητες των Αρμενίων, ενός λαού που σε πείσμα της μοχθηρής ιστορίας επιβιώνει ύστερα από ένα μοναδικό, σκληρό και μοχθηρό ολοκαύτωμα. Προσπαθεί να ενστερνισθεί το λαμπρό παρελθόν τους, να γνωρίσει τον ξεχωριστό πολιτισμό τους και βρίσκει την απέραντη και αυθόρμητη  φιλοξενία τους, την εκπληκτική τους αντοχή στα όσα βίωσαν στο άτυχο παρελθόν, το χαρακτηριστικά ευέλικτο πνεύμα τους, απαραίτητο συστατικό στοιχείο της ύπαρξής τους, και το οποίο σίγουρα άφησε το στίγμα  και επηρέασε τους   λαούς με τους οποίους ήρθαν σε επαφή.

Η λίμνη Σεβάν, λοιπόν, ήταν ένα από τα μέρη που τον εντυπωσίασαν, αφού είναι η μεγαλύτερη της Αρμενίας και μια από τις μεγαλύτερες σε μεγάλο υψόμετρο λίμνες στον κόσμο. Βρίσκεται στο κεντρικό τμήμα της Αρμενίας σε υψόμετρο 1900  μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, με έκταση περί τα χίλια τετραγωνικά χιλιόμετρα. Τριάντα περίπου ποτάμια φροντίζουν να  τροφοδοτούν τη λίμνη με το απαραίτητο για την επιβίωσή της, νερό. Πριν από την ανθρώπινη παρέμβαση που άλλαξε δραματικά το οικοσύστημα της λίμνης, είχε βάθος 95 μέτρα και κάλυπτε μια έκταση 1360 τετραγωνικών χιλιομέτρων (το 5% περίπου της συνολικής έκτασης της Αρμενίας), με περίμετρο 270 χιλιόμετρα και υψόμετρο 1950 μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Μαζί με τις λίμνες Βαν και Ούρμια, η Σεβάν αποτελούσε μια από τις τρείς μεγάλες λίμνες του ιστορικού αρμενικού βασιλείου, που αναφέρονται συλλογικά ως ‘οι θάλασσες της Αρμενίας’, η μοναδική θαλάσσια έκταση εντός των δύστροπων γεωγραφικών ορίων της σημερινής Δημοκρατίας της Αρμενίας. Η χερσόνησος Σεβαναβάνκ (Sevanavank), σήμερα είναι μια περιοχή στις βόρειες ακτές της λίμνης, κάποτε όμως ένα νησί.  Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η λέξη Sevan, ήταν γνωστό ότι συνδεόταν με το μοναστήρι στο μικρό νησί της λίμνης Σεβάν, που  ονομάζονταν Sev Vank (Μαύρο Μοναστήρι), χτισμένο με μαύρη ηφαιστειακή τέφρα. Αλλά ήταν προφανώς λανθασμένη η ετυμολογία, γιατί η λέξη Sevan ήταν αρχαιότερη από το ίδιο το μοναστήρι.

 

 

Το 1910, ο Soukias Manasserian, ένας από τους πολιτικούς μηχανικούς που βρισκόταν πίσω από τις παρεμβάσεις που προκάλεσαν τη μεγάλη οικολογική καταστροφή της λίμνης Αράλη, δημοσίευσε μια μελέτη μείωσης της επιφάνειας της λίμνης στα σαράντα πέντε μέτρα, με σκοπό να χρησιμοποιηθεί το νερό για άρδευση των εκτάσεων και ταυτόχρονη παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας.  Στην εποχή της παντοδυναμίας του Ιωσήφ Στάλιν, το σχέδιο τροποποιήθηκε ελαφρώς. Η στάθμη του νερού θα μειωνόταν πέντε μέτρα λιγότερο απ’ ότι πρότεινε ο Manasserian και στην νεοαποκτηθείσα γη στην περιφέρεια της λίμνης θα φυτεύονταν δέντρα με καρπούς με κέλυφος, όπως για παράδειγμα βελανιδιές, ενώ ταυτόχρονα θα προχωρούσαν σε εκτροφή ορισμένων ειδών πέστροφας μέσα στη λίμνη, με απώτερο πάντα σκοπό την σημαντική αύξηση της παραγωγής αλιείας. Το αρμενικό Ανώτατο Σοβιέτ ενέκρινε το καινούργιο σχέδιο χωρίς διαβούλευση με τους κατοίκους της περιοχής, και οι μεγαλεπήβολες  εργασίες άρχισαν το 1933.

Η κοίτη του ποταμού Χραζντάν (Hrazdan) έγινε βαθύτερη και ακολούθησε η  κατασκευή μιας σήραγγας σαράντα μέτρα κάτω από την αρχική στάθμη του νερού. Το έργο καθυστέρησε λόγω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου  και τελείωσε μόλις το 1949. Η στάθμη του νερού στη συνέχεια άρχισε να μειώνεται κατά τι περισσότερο από ένα μέτρο ανά έτος. Ως αποτέλεσμα αυτών των δραστηριοτήτων, το επίπεδο της λίμνης σε σχέση με το επίπεδο της θάλασσας, μειώθηκε κατά 19 μέτρα  από το αρχικό του, ο όγκος της περίπου στο μισό, και το εμβαδόν της μειώθηκε από 1.416 σε  1.238 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Με το πέρας της σταλινικής περιόδου, το 1956, το σχέδιο και όλες οι πιθανές συνέπειές του επανεξετάστηκαν διεξοδικά και έτσι αποφεύχθηκε περαιτέρω οικολογική καταστροφή γύρω από τη λίμνη. Καθώς παρουσιάστηκαν πρακτικές αξεπέραστες δυσκολίες με τη φύτευση βελανιδιών και καρυδιών, κι’ ενώ η αλιεία δεν απέδιδε τα αναμενόμενα εξ αρχής αποτελέσματα, η αρμόδια επιτροπή που συστάθηκε για τη λίμνη Σεβάν, πήρε την απόφαση να αυξήσουν εκ νέου το επίπεδό της, όσο το δυνατόν περισσότερο, ενώ παράλληλα οι υδροηλεκτρικοί σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας πάνω στον ποταμό Χραζντάν θα αντικαθιστούνταν με θερμικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής.

Το 1962, η στάθμη των υδάτων σταθεροποιήθηκε στα 18 μέτρα κάτω από το αρχικό επίπεδο, αλλά δύο χρόνια αργότερα, η λίμνη άρχισε να γεμίζει με φύκια. Το 1981, κατασκευάστηκε σήραγγα 49 χιλιομέτρων εκτρέποντας τα νερά  από τον ποταμό Άρπα (Arpa) προς την παρακείμενη λίμνη. Η στάθμη του νερού στη λίμνη αυξήθηκε μόνο κατά 1,5 μέτρο, έτσι ώστε μια άλλη 22 χιλιομέτρων σήραγγα ξεκίνησε από τον ποταμό Vorotan. Δεκαοκτώ μόνο χιλιόμετρα της σήραγγας είχαν ολοκληρωθεί πριν την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά το 1988 το Αζερμπαϊτζάν επέβαλε οικονομικό αποκλεισμό στην Αρμενία λόγω της γνωστής και πολύχρονης σύγκρουσης του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, και το έργο έπρεπε να σταματήσει. Η αρμενική κυβέρνηση ολοκλήρωσε τη σήραγγα  από τον ποταμό Vorotan, το 2003, και το επίπεδο σταθεροποιήθηκε τελικά στα είκοσι μέτρα κάτω από το αρχικό, ενώ η συνολική τώρα επιφάνεια ανέρχεται σε 940 τετραγωνικά χιλιόμετρα.

Τις τελευταίες δεκαετίες, όμως, η λίμνη παρουσίασε οικολογικές αλλαγές και μεγάλη υποβάθμιση λόγω της μείωσης του επιπέδου του νερού της και των αρνητικών επιπτώσεων της ανθρώπινης δραστηριότητας στη βιολογική ποικιλότητα της λίμνης. Η μείωση της στάθμης του νερού είχε ποικίλες αρνητικές συνέπειες και σε πολλούς ταυτόχρονα τομείς. Η συνολική βιολογική μάζα των φυτών της έπεσε, αποτέλεσμα της έλλειψης προσαρμοστικότητας στις αλλαγές που επισυνέβησαν, δηλαδή το βοτάνισμα και τη ρύπανση των υδάτων στις αναδειχθείσες άνυδρες περιοχές της ακτής, ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης διάβρωσης του εν λόγω εδάφους.

 

Ένας μεγάλος και συνεχόμενα φιδωτός δρόμος, καθόλου βολικός, μας οδηγεί ένα μεσημέρι εκεί από το Ερεβάν. Κόκκινοι βράχοι τριγύρω αρκετοί σε αγαστή συνέργεια με το περιβάλλον.  Λιγοστοί συνήθως οι επισκέπτες της στις περισσότερες εποχές του χρόνου. Κατά κύριο λόγο Αρμένιοι από διαφορετικά διαμερίσματα της χώρας και της διασποράς, και κατά δεύτερο λόγο Ιρανοί.  Με την πάροδο του χρόνου σήμερα αναπτύχθηκαν σχετικά καλές και αξιοπρεπείς ξενοδοχειακές μονάδες για ολιγοήμερη στην ουσία παραμονή των επισκεπτών στην περιοχή ετούτη. Τα γεύματα των περισσότερων εστιατορίων περιλαμβάνουν οπωσδήποτε και τη ντόπια πέστροφα της λίμνης.  Τριγύρω  όμορφα μέρη, λόφοι και βουνά χιονισμένα, παμπάλαια μαυρισμένα απ’ την πολυκαιρία χριστιανικά μοναστήρια στις όχθες της, νεκροταφεία με τις ιστορικές πέτρινες πλάκες, τα γνωστά  χατσκάρ, δηλαδή ορθογώνιες στήλες πάνω στις οποίες είναι λαξεμένοι σταυροί, μικρές και μεγαλύτερες πόλεις και χωριά, και τόσα άλλα που περιμένουν τον απαιτητικό και υποψιασμένο επισκέπτη να τα εξερευνήσει και να θαυμάσει.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top