Fractal

Χώρος και κίνηση στην ποιητική συλλογή της Στέλλας Γεωργιάδου «Αμφίβια εγώ».

Γράφει η Μαρία Λιλιμπάκη- Σπυροπούλου // *

 

 

thumbnail_amfiviaegwΈχω μπροστά μου τη νέα ποιητική συλλογή της Στέλλας Γεωργιάδου, Αμφίβια εγώ (εκδ. Γαβριηλίδη) και αναρωτιέμαι κατά πόσο o ποιητικός λόγος αναλυόμενος αναιρείται. Μήπως με την εξειδίκευση του θέματος στα ζητήματα του χώρου αλλοιώνεται η δομή του και ο στόχος του;

Όταν πήρα την πρωτοβουλία να διερευνήσω πώς η Στ.Γεωργιάδου διαχειρίζεται το χώρο στα ποιήματα της και συγκεκριμένα τη θέση και το ρόλο του χώρου σ’ αυτά, συνομίλησα με τον λυρισμό της ποιήτριας με ορθολογισμό, τονίζοντας έννοιες συχνά αντίθετες ή αλληλοσυμπληρούμενες. Έννοιες και μεταφορές που παίζουν με το νόημά τους ρόλους, σκιαγραφούν συμβολισμούς, μορφοποιούν χώρους. Αποδίδουν θεματικά τοπία και εικόνες ως μέσα έκφρασης προβάλλοντας συμβολισμούς, καταστάσεις και συναισθήματα. Η Στ.Γεωργιάδου αξιοποιεί τα φαινόμενα για να αποκαλύψει εντυπώσεις, εμμονές, μνήμες. Mεταχειρίζεται αντικείμενα που υπαινίσσονται περίγυρο, διαστάσεις, πολλαπλά επίπεδα. Χρησιμοποιεί τον φυσικό και κατασκευασμένο χώρο για να περιγράψει μια ψυχική κατάσταση. Η παρουσία σε συγκεκριμένο τόπο σωματοποιεί την αφύπνιση, την αυτογνωσία ή την πλάνη.

Η οργάνωση των ποιημάτων παραπέμπει κάποτε σε τεχνικά σχήματα: μια τεχνοκρατική έννοια που όμως κερδίζει συμπυκνώνοντας αισθήματα. Η αρχιτεκτονική ως γνώση, εμπειρία και σχέση μεταμορφώνεται σε ποίηση. Οι σπουδές της Στ.Γεωργιάδου στην αρχιτεκτονική λειτουργούν ως υπόβαθρο αλλά και ως κάτοπτρο, πλαίσιο, συμπλήρωμα και κυρίως ως τέχνη που μεταλλάσσεται σε ποίηση. Προβάλλει απόκρυφα, συμβολικά νοήματα με χωρικά και δομικά δάνεια. Όπου δημιουργεί έναν πλασματικό χώρο τον σκιαγραφεί και τον χειρίζεται ως αλληγορία. Δομεί τον λυρισμό της, αυτό όμως δεν μειώνει την ποιότητά του.

Εργαλεία της οικείοι χώροι και εικόνες που αποτυπώνουν τόπους, κελύφη, περιηγήσεις. Οι πορείες προβάλλουν σκέψεις και προθέσεις, φαντασία, βούληση και κορυφαία την ελπίδα για το παρόν που αμφισβητείται. Ο δρόμος, προσδίδει ενέργεια και κάθαρση συμπυκνώνει κατάθεση και αλληγορία.

Σημειακά παρατηρούμε εκφράσεις- δάνεια από την οικοδομική μαζική παραγωγή (σ. 11): Ανέγερση, υπερπολυτελή, επιγραφή, θέα, απέναντι κενά: όροι εργολαβικοί, κατασκευαστικοί, που δεν αποτρέπουν, αλλά ως εργαλεία χρησιμοποιούνται για τη μετάβαση σε μια άλλη κλίμακα, σε έναν άλλο κόσμο, τον κόσμο των αισθημάτων (σ. 15). Οι συμβολισμοί και μεταφορές προέρχονται συχνά από την εργασιακή αλλά και τη βιωματική εμπειρία : το μπαλκόνι, η θέα, το διάφανο, στην υπηρεσία των αισθήσεων, της ανταπόκρισης, της αυταπάτης (σ. 38). Οι θέσεις, οι στάσεις, οι αποκρύψεις είναι συμπεριφορές και συναισθήματα, έχουν χωρικές και χρονικές αποστάσεις. Οι αντιδράσεις είναι δάνεια από τον κτισμένο κόσμο. Κατεδαφίσεις σκέψεων με αντιπαροχή / και ποσοστό διαπραγματεύσιμο, γράφει. Και από το μηδέν της κατεδάφισης, εκεί που φτάνεις στον πάτο, η ελπίδα, το παίγνιο του γαιοσκώληκα / που χαμογελούσε περιπαιχτικά/ δαγκώνοντας ελαφρά το παπούτσι του (σ. 19). Πηγή έμπνευσης έως και τα ταπεινά συρτάρια, ως μνήμη, καταφύγιο, συμβολισμός της ουτοπίας, περιγράφονται πλούσια και συνεκτικά σε ερμηνείες και ιδιότητες (σ. 13). Στις στάχτες η ελπίδα μου κουρνιάζει, γράφει. Παρακολουθώντας την εξέλιξη μιας ιστορίας φθάνει στην απόφαση για δύσκολη διαδρομή και σκληρό αντίκρισμα (σ. 33).

Η προηγούμενη συλλογή της Στ.Γεωργιάδου (Μάσκα Οξυγόνου) δίνει την εντύπωση πως ο χώρος λειτουργεί ως κέλυφος και καταφύγιο που παρέχει απόκρυψη και προστασία, σε ένα υποκείμενο συχνά αμφιταλαντευόμενο και ασφυκτικά προστατευμένο. Ο χώρος, ο τόπος γίνεται αυτόματα ορατός. Τώρα, στη νέα συλλογή, το ποιητικό πνεύμα που επικρατεί έχει υπερκεράσει το τεχνικό μέρος και τη γνώση του: Η Στ.Γεωργιάδου απελευθερώνεται, συμπαρασύροντας αισθήματα και εμπειρίες ζωής, παρέα με της ποίησης τα καμώματα, ανακαλώντας υποσυνείδητα τα δυσεύρετα γνωρίσματα του τόπου. Επιχειρεί με τον δικό της τρόπο, κριτική του τόπου. Μα είναι αυτός ο τόπος που γνώρισε και πόνεσε, αυτός που ανατρέπεται σήμερα, με το συμφέρον σε βάρος του, τη διαμαρτυρία για το μέλλον, την υποχρεωτική ανοχή, το ήκιστα επιτρεπτό όνειρο. Σε συμπαρασύρει, σα ζεϊμπέκη, με τους αποτυπωμένους στεναγμούς και το χορό. Προβάλει την εικόνα, αξιοποιώντας οικείες λέξεις, όπως βαδίζει, σέρνει το πόδι, πατά, λυγίζει, ψηλά κοιτά… (σ. 26). Πώς θα το απέδιδε αν δεν είχε την αίσθηση του ποιητικού χώρου; Και συγχρόνως την εικόνα, άγγιγμα κινδύνου: βαδίζω πλάι στο γκρεμό, γράφει. Σχηματοποιεί την εναλλαγή ως διαμαρτυρία και απόσυρση (σ. 50). Το ποίημα συχνά προβάλλει σαν όνειρο, σε αντιστάθμισμα της προσμονής (σ. 25). Όταν όμως η Στ.Γεωργιάδου γράφει, Ο επόμενος σταθμός/ στη γοητεία του μηδενός/ Κατεβαίνω (σ. 35) ή Η ηχώ σου/ τεντώνονταν νωχελικά/ άλλαζε στάση (σ.37), καταλαβαίνεις ότι στη θεματική της προσθέτει χαρακτηριστική την κίνηση. Ένα υποκείμενο που μετακινείται, ακόμα και σε τροχιά (σ.53), σηματοδοτεί αλλαγές σε συμπεριφορές και συναισθήματα. Η κίνηση γίνεται αλληγορική, ρέει, όπως όταν πλημμυρίζει πράσινο αλλότροπο/ ζεστό γαλάζιο ρέον φως (σ.42). Έχει την έννοια ροής, ευελιξίας, παραλλαγής, κι αυτό είναι εξέλιξη, σε σχέση με το «μόνο τόπος» της προηγούμενης συλλογής. Είναι απελευθέρωση του υποσυνείδητου. Το ποιητικό κάδρο είναι σε εγρήγορση σα να ωθεί τον αναγνώστη σε ορισμένη κατεύθυνση. Η φορά της επαναλαμβανόμενης κίνησης αμφισβητεί την περιπλοκότητα του χρόνου, την ιδιότητα του χώρου, τη διάσταση και προοπτική εξερεύνησης. Κίνηση του ανέμου ή του ωροδείκτη, πλανάται μεταξύ ηρεμίας- προβληματισμού- απώλειας, δίνοντας ενάργεια στο ποίημα (σ. 48). Κίνηση ακόμα και ως αναμόχλευση, ώθηση, περιστροφή: ελευθέρα η είσοδος, κατακόρυφο το έρεβος, γράφει. Μιλά για ιδιορρυθμία κάποιων που συναντήθηκαν σε Συναστρίες, και την ζωντανεύει με αιωρήσεις, εκρήξεις, ολισθήσεις, πορείες σε υπόγειες χαράξεις (σ. 42). Και η κατάληξη όλων αυτών των δράσεων: σε παγίδες, σε χείλη που στέλνουν λέξεις- πουλιά (σ. 52). Κίνηση γίνεται και η ίδια (σ.24) : Γιατί όταν εγώ αγαπώ / κρατιέμαι απ’ το φεγγάρι / και τραμπαλίζομαι.

Στέλλα Γεωργιάδου

Η ποιητική συλλογή της Στ.Γεωργιάδου, Αμφίβια εγώ, έχει γενικά πιο προσωπική χροιά, απ’ό,τι η προηγούμενη. Αποκαλύπτει ενθυμήσεις πιο προσωπικές, όπως είναι: (1) η θέση του αγγελτηρίου ενός θανάτου ως τον Άδη, ζήτημα προς ψηλάφηση (σ. 44). Κι ανάμεσα οι σκάλες, περιοχή κοινόχρηστη που φέρνει στο νου τα ανεβοκατεβάσματα του βίου, από τη γέννηση στο θάνατο. (2) Το ντιβανάκι της παλιάς μας σάγιας– απούσα όπως και το αγαπημένο πρόσωπο που σκιαγραφεί την άποψη οικείας τοπικής θέσης (σ. 46). Με χιούμορ και αλληγορία προσφέρει γεύμα πρωτότυπο (σ. 32) : πόθους, πάθη, καταστάσεις, συμπεριφορές πίσω από τα εδέσματα. Παρόντα είναι και ζητήματα δύσκολα, όπως ομηρία, γκρεμός, λύτρα, όμως κυριαρχεί το συναίσθημα και ο λυρισμός. Εικόνες που προσομοιάζουν στην κόλαση και ταυτόχρονα η άρνησή της, ανάλαφρη κατάληξη, δίνει την παρηγοριά. Η ποιήτρια, μέσα από εμπνευσμένο λόγο, καταθέτει τη διάσταση του χώρου, τη φορά της κίνησης, μιας κίνησης που συχνά οδηγεί στα όρια: σε διχασμό, αποκλεισμό, απομόνωση. Ο χώρος είναι παρών στον μοναδικό και συχνά πλασματικό «κόσμο της». Ο τόπος, κέλυφος και καταφύγιο διαχέεται και χειραγωγείται. Η ανίχνευσή του στα ποιήματα της Στ.Γεωργιάδου όχι μόνο δεν αναιρεί την ποιητικότητά τους, δεν τα αποδομεί, για να απαντήσω στο ερώτημα που τέθηκε στην αρχή, αλλά λειτουργεί ως ένας επιπλέον άξονας ανάγνωσης και ερμηνείας, ως μέσο αποκάλυψης μικρών και μεγάλων μυστικών. Η ποιήτρια προβάλλει πιο κτητική από προστατευμένη, πιο βέβαιη από αμφιταλαντευόμενη. Η αναφορά στον τόπο και το χρόνο επιτρέπει στην εικόνα να αναδυθεί μέσα από την έκθεση βιωμάτων και συμπυκνωμένων συναισθημάτων, απελευθερωμένη όπως και η Στέλλα Γεωργιάδου που εντάσσεται πια στον ποιητικό κόσμο κι από εκεί γεννά λέξεις κι οι λέξεις / σκαν με πάταγο στο χώμα (σ. 28).

 

 

 

 

* Η Μαρία Λιλιμπάκη- Σπυροπούλου (Χανιά, 1954). Σπούδασε αρχιτεκτονική και αρχαιολογία (ΑΠΘ). Το διδακτορικό της αφορά Το οικιστικό δίκτυο Χαλκιδικής 1912- 1960. Ασχολήθηκε με αναπλάσεις αστικών περιοχών. Διδάσκει Περιβαλλοντικό σχεδιασμό πόλεων (ΕΑΠ). Οι δημοσιεύσεις της αφορούν τη σχέση του χώρου με την ιστορία, την αρχιτεκτονική κ πολεοδομία, το περιβάλλον και πρόσφατα με την λογοτεχνία.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top