Fractal

Το μέλλον που δεν έχει μέλλον

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

enteka_1«Σταθμός Έντεκα» της Έμιλι Μαντέλ, μτφ: Βάσια Τζανακάρη, σελ. 452, Εκδ. Ίκαρος

 

Πώς θα ήταν ο κόσμος αν επιβεβαιωνόταν ο Ρέι Μπράντμπερι στο «Φαρενάιτ 451»; Εν μέρει, έχει επιβεβαιωθεί. Το «1984» του Τζορτζ Όργουελ μνημονεύεται συχνάκις ως προάγγελος αυτού που ζουν οι σύγχρονες κοινωνίες με τον «Μεγάλο Αδελφό», ως ορατό και αόρατο μάτι, να κατασκοπεύει τους πάντες. Ο «Δρόμος» του Κόρμακ ΜακΚάρθι, σε κάποιες χώρες που βίωσαν την αναγκαστική εξορία λόγω πολέμου, δεν είναι και τόσο μακρινός. Η έκθεση ωμοτήτων που περιγράφονται στο «Κουρδιστό Πορτοκάλι» του Άντονι Μπέρτζες ελάχιστα απέχει από την αδυσώπητη καθημερινότητα που βιώνουν διάφοροι αποκλεισμένοι των μεγαλουπόλεων – σε ορισμένες περιπτώσεις, δε, το βιβλίο υπολείπεται της πραγματικότητας. Φευ, ακόμη και ο εμπνευσμένος «Θαυμαστός καινούργιος κόσμος» του πολυσήμαντου Άλντους Χάξλεϋ φαντάζει πλέον εφηβικά… εφιαλτικός σε σχέση με τον φυσικό και τεχνολογικό εξαναγκασμό που υφίσταται ο άνθρωπος του 21ου αιώνα. Οι δυστοπίες δείχνουν, πλέον, ένα δρόμο που δεν είναι αδιάβατος. Στον αντίποδα της ουτοπίας που φαντασιώνεται ιδανικές κτίσεις, αποικίες ευνοουμένων και θερινά λιμνάσματα, οι δυστοπίες προβάλλουν με τρόπο εκθετικό τα ρήγματα των ανθρώπινων φόβων για το ολοένα και πιο απροσδιόριστο μέλλον που τους (μας) περιμένει.

Η Έμιλι Μαντέλ, νεαρή καναδή συγγραφέας που πρόλαβε με το έργο της να διεκδικήσει αξιοζήλευτα βραβεία, «πατάει» στην εδραία παράδοση της μετα-αποκαλυπτικής λογοτεχνίας, η οποία ερανίζεται, αν δεν συμπλέει, με την επιστημονική φαντασία, το sci-fi, τον φουτουρισμό (ειδικά στο σημείο της λατρείας της βίας) και κάμποσα άλλα υπο-είδη, για να φέρει στην επιφάνεια το κλασικό, ρητορικό ερώτημα: «τι θα συνέβαινε αν;»

Στο «Σταθμό Έντεκα» αυτό που συμβαίνει είναι ότι ο πλανήτης προσβάλλεται από τη «Γρίπη της Γεωργίας», έναν άκρως επιθετικό ιό από τους πολλούς που ήδη έχουν «χτυπήσει» πολλές χώρες στην πραγματικότητα. Μόνο που η συγκεκριμένη ασθένεια δεν σκοτώνει μόνο τους ανθρώπους που προσβάλλει. Είναι τέτοια η δύναμή της που ουσιαστικά αλλάζει τη φυσιογνωμία του κόσμου όπως τον ξέραμε. Όπως τον ήξεραν οι πρωταγωνιστές του βιβλίου. Ο ιός έρχεται από την Ευρώπη και καταπίνει χιλιόμετρα και εκτάσεις. Φτάνει έως το Τορόντο.

Η Μαντέλ δεν μένει στο… μέλλον, δεν περιορίζει την οπτική της σε μια ευρεία παράθεση έντρομης οδύνης για τον πολιτισμό που χάθηκε. Τα συνεχόμενα χρονικά και τοπικά πισωγυρίσματα της αφήγησής της δίνουν και την πρόθεσή της να συνδέσει το εύκρατο παρελθόν με το απελπιστικό μέλλον. Μια λεπτή γραμμή χωρίζει το πριν και το μετά. Ένα γεγονός τοπικής ισχύος, το οποίο όμως στο μυθιστόρημα λαμβάνει το χαρακτήρα προμηνύματος. Λίγες ώρες πριν ξεσπάσει το θανατικό, ένας γνωστός ηθοποιός του κινηματογράφου και των ιδιωτικών σκανδάλων πέφτει νεκρός στη σκηνή ενός θεάτρου υποδυόμενος τον Βασιλιά Ληρ. Κάποιος θεατής που είναι διασώστης (και πρώην παπαράτσι) ανεβαίνει στη σκηνή να τον σώσει, αλλά μάταιος κόπος: ο Άρθρουρ Λιάντερ, ο ηθοποιός, έχει πεθάνει. Παραδίπλα, πάνω στη σκηνή, βρίσκεται μια οκτάχρονη ηθοποιός, μέλος του θιάσου, η Κίρστεν , που με τα έκπληκτα, παιδικά της μάτια αποτυπώνει τη σκηνή.

Και μετά έρχεται το χάος.

Τίποτα δεν μένει όρθιο. Ο ανθρώπινος πολιτισμός εξαφανίζεται. Τα τεχνολογικά επιτεύγματα χάνονται αυτοστιγμεί. Οι σταθερές της προόδου καταρρέουν. Ούτε ρεύμα, ούτε βενζίνη, ούτε τρόφιμα, ούτε νερό, ούτε τίποτα. Οι άνθρωποι αναγκάζονται να κάνουν βήματα πίσω επιστρέφοντας στη νομαδική ζωή. Ζουν με τους φόβους τους, αντιπαρατίθενται με την ωμή βία, βιώνουν την απόλυτη καταστροφή και τον παράλογο χαμό. Ακόμη και ο χρόνος σταμάτησε – μηδενίστηκε. Από τη στιγμή που άλλαξαν όλα το ημερολόγιο ξεκίνησε από την αρχή: Έτος Ένα, Έτος Δύο κλπ.

Αρκετοί από τους ανθρώπους που μετέχουν στις δράσεις του πρώτου μέρους του βιβλίου, στην προ της καταστροφής περίοδο, εμφανίζονται χρόνια μετά, στο «νέο κόσμο», με διαφορετική ιδιότητα.

 

Emily St. John Mandel

Emily St. John Mandel

 

Η Κίρστεν, μεγάλη πλέον, ανήκει σε μια ομάδα πλανόδιων καλλιτεχνών (Περιπλανώμενη Συμφωνία) που προσφέρουν στο διψασμένο για λίγη τέχνη κοινό τους έργα του Σαίξπηρ και μουσική. Κανείς από τους καλλιτέχνες δεν απαντάει με το όνομά του, αλλά με το όργανο που παίζει: όταν χάνεται ο κόσμος, μένουν μόνο οι ιδιότητες. Η επιλογή του Σαίξπηρ δεν είναι τυχαία. Έζησε σε μια εποχή όπου η πανούκλα είχε θερίσει πόλεις και χώρες. Χρειάστηκε, δε, να γίνει κι εκείνος ένας περιπλανώμενος θεατρώνης όταν έκλεισαν τα θέατρα για λόγους ασφαλείας. Κάπως έτσι αντιλαμβανόμαστε ότι τούτος ο κόσμος έχει βιώσει, με διαφορετικές εκδοχές και σε διαφορετικές εποχές, τις ίδιες κατακλυσμιαίες καταστροφές και παραπλήσιες εκατόμβες τον έχουν χτυπήσει. Ο διασώστης, οι τρεις γυναίκες του Λιάντερ, το παιδί του που μεγαλώνει και γίνεται ένας προφήτης που φέρει ένα εσχατολογικό μήνυμα και τον μετατρέπει σε εμμονικό και άκρως επικίνδυνο εγκληματία, η Κίρστεν, η ομάδα των καλλιτεχνών, ένα κόμικ του παλαιού κόσμου που έχει τον τίτλο «Σταθμός Έντεκα» και ήταν δημιούργημα μιας εκ των γυναικών του Λιάντερ και το οποίο διασώθηκε κατά περίεργο τρόπο, καθώς και μια στρατιά από χαμένους και ηττημένους ανθρώπους είναι ο θίασος της Μαντέλ. Από κεφάλαιο σε κεφάλαιο ο αφηγητής αλλάζει, όπως ο τόπος και ο χρόνος. Ίσως αυτή η αδυναμία εστίασης σε έναν κεντρικό χαρακτήρα να είναι μια από τις ελάχιστες αδυναμίες αυτού του μυθιστορήματος. Από την άλλη δεν γίνεται να μην θαυμαστεί το ελεγειακό και άκρως υποβλητικό πλάσιμο της ιστορίας, η οξυδερκής ανάπτυξη της πλοκής και η αδιαφορία της Μαντέλ να εντυπωσιάσει με φτηνούς τρόπους. Το υπαινικτικά αισιόδοξο τέλος δεν κραυγάζει, αντιθέτως αφήνει μια μικρή χαραμάδα ελπίδα μπρος στον ολικό χαμό.

Η πολύ καλή μετάφραση ανήκει στην Βάσια Τζανακάρη.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top