Fractal

Η απομυθοποιημένη παιδική αυτοβιογραφία του Σταύρου Ζουμπουλάκη

Γράφει ο Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης //

 

Σταύρος Ζουμπουλάκης, “Στ’ αμπέλια”, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2018

 

Ο αναγνώστης πολύ σπάνια συναντά μια περίληψη με αρνητικά σχόλια στο οπισθόφυλλο για το περιεχόμενο ενός βιβλίου, το οποίο αναφέρεται στην αυτοβιογραφία του συγγραφέα. Κι όμως ο γνωστός συγγραφέας Σταύρος Ζουμπουλάκης με αυτό τον τρόπο έλκει το ενδιαφέρον για ανάγνωση του δοκιμίου Στ’ αμπέλια, το οποίο αφορά τα βιώματα της παιδικής του ηλικίας στο χωριό του Συκιά Λακωνίας. Η γλαφυρή του πένα αφηγείται, αλήθεια, με ωμό ρεαλισμό που φτάνει στα όρια του λογοτεχνικού νατουραλισμού (η περιγραφή της σφαγής του βοδιού και των κοτών) την ζωή στην ελληνική ύπαιθρο κατά τη δεκαετία 1958-1967.

Οι εικόνες, οι ήχοι και οι μυρωδιές της φύσης πανταχού παρούσες. Δεν είναι όμως ωραιοποιημένες ούτε και ο αγώνας για την καθημερινή βιοπάλη. Παντού κυριαρχούν η φτώχια, η πλήξη, η μονοτονία και οι προβληματικές ανθρώπινες σχέσεις, λόγω της μικρής κοινωνίας.

Ο συγγραφέας επιλέγει την παρουσίαση όσο το δυνατόν περισσότερων λαϊκών πολιτισμικών στοιχείων από την θρησκεία, την λαϊκή ιατρική, την διατροφή, την οικιακή οικονομία, τον τρόπο εργασίας και την ψυχαγωγία της αγροτικής Μάνης. Ο Σταύρος Ζουμπουλάκης με τη χρήση αντιθετικών διπόλων περιγράφει την λαϊκή πίστη και την ευσέβεια σε συνδυασμό με το κουτσομπολιό και τις βρισιές, την απουσία ιατρού και ιατρικών γνώσεων η οποία καλύπτεται από την εμπειρική ιατρική (π.χ. δάγκωμα σφήκας, χρήση ούρων στην πληγή) προκαλώντας γέλιο, ενώ ταυτόχρονα σατιρίζει την περίφημη «μεσογειακή διατροφή» με μεγάλες ποσότητες λαδιού, ζουμιών με ψωμί και αλατιού, καθώς και την μόνιμη πείνα. Η οικιακή οικονομία λειτουργεί αυστηρά και μόνο στα πλαίσια της αυτάρκειας, καθώς δεν υπάρχει καμία προσπάθεια για κάτι καινούργιο, ενώ οι αγροτικές εργασίες εκτελούνται με πρωτόγονα ησιόδεια άροτρα. Η ψυχαγωγία εξαντλείται στα όρια του καφενείου με χαρτοπαιξία και άφθονο αλκοόλ, ενώ σημείο αναφοράς αποτελούν τα τοπικά πανηγύρια. Αποτέλεσμα όλων αυτών η μετανάστευση στις ΗΠΑ, Γερμανία, Αυστραλία και στην Αθήνα. Εδώ οι εικόνες περιγραφής του ανθρώπινου πόνου φτάνουν στην κορύφωσή τους προκαλώντας έντονα συναισθήματα στον αναγνώστη.

 

Σταύρος Ζουμπουλάκης

 

Ο συγγραφέας συγκινείται με τις αναμνήσεις αλλά, όπως ο ίδιος αναφέρει, δεν τις νοσταλγεί. Δεν είναι τυχαία η σύμπλευσή του με την γνώμη του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη για τη ζωή του ελληνικού χωριού, όπως αυτή διατυπώνεται στους «Ελαφροΐσκιωτους»:

«Μικρόν χωρίον, μεγάλη κακία. Το μίσος εμαίνετο, και μαινόμενον εβασίλευεν, εν μέσω οικογενειών και ατόμων. Εκυκλοφόρει εις όλας τας αρτηρίας, εις όλας τας φλέβας της μικράς κοινωνίας[…]».

Παρόλα αυτά δεν ξεχνά τον παππού και τον πατέρα (ιερείς αμφότερους) με την καλοσύνη τους, τις ηθικές αρχές τους και την προσφορά στον συνάνθρωπο. Χάρη σ’ αυτούς και τα παιδικά του βιώματά στις αγροτικές εργασίες στα αμπέλια για εννέα συνεχόμενα καλοκαίρια δηλώνει πως ήταν και θα είναι πάντα «με τη μεριά των φτωχών και των αδικημένων». Χαίρεται που έζησε σε αυτόν τον κόσμο, διότι γνώρισε κάτι μοναδικό και ανεπανάληπτο που όμως τελείωσε οριστικά, ενώ ταυτόχρονα βίωσε πολύ αγάπη από τους δικούς του. Με αυτά τα εφόδια, δεκατεσσάρων ετών πλέον, δεν ξαναπήγε στο χωριό και στράφηκε σε έναν άλλο καινούργιο κόσμο, τον κόσμο των βιβλίων.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top