Fractal

Σωτήρης Κοματσιούλης. Ο άνθρωπος που θα θέλαμε να είχαμε ζήσει τη ζωή του (Μέρος Α’).

Από τον Βαλάντη Τερζόπουλο (a.k.a. Electric Looser) //

 

Ο Σωτήρης Κοματσιούλης είχε μία φιλοδοξία. Να ζήσει τη ροκ μουσική στο μάξιμουμ. Τα κατάφερε. Από κλαμπ-«τρύπες» στη Λάρισα, βρέθηκε στο Λονδίνο παντρεμένος, με κουμπάρο τον Robert Wyatt και, λίγο αργότερα, ταξίδεψε ως την Τζαμάικα για να τζαμάρει με τους καλύτερους μουσικούς της ζωής του.

 

-Γεννήθηκα στην καρότσα ενός James (σ.σ. στρατιωτικό όχημα). Οι γονείς μου πήγαιναν στη Σιάτιστα Κοζάνης όμως τα νερά της μητέρας μου έσπασαν στο Μικρόκαστρο. Είμαι εγγεγραμμένος στο δημοτολόγιο της Σιάτιστας. Μέχρι και σήμερα, αρκετός κόσμος νομίζει ότι είμαι από εκεί. Εγώ όμως είμαι από Καστοριά, αυτό το λέω και το ξαναλέω.

-Τα παιδικά μου χρόνια ήταν δύσκολα. Από τα επτά μου άρχισα να γράφω τραγούδια.

 

komatsioulis 1

 

-Ήταν 1967 και ήμουν 12 χρονών όταν κατέβηκα στη Λάρισα. Εκεί ζούσαν οι γονείς μου. Ο πατέρας μου τότε είχε γουναράδικο. Έχοντας κάπου να μείνω άρχισα να ψάχνω παιδιά που θα μπορούσαν να με βοηθήσουν να στήσω μπάντα. Βρήκα κάτι μουσικαράδες που έπαιζαν στη φιλαρμονική της πόλης. Οι Lovers, το πρώτο μου συγκρότημα,ξεκίνησαν με τους Βαγγέλη Μηνά (πλήκτρα-τρομπέτα), Χρήστο Αυγερινό (μπάσο-σαξόφωνο), που είχε το ψευδώνυμο «Βοσκόπουλος», Τάκη Μαριέτο (τενόρο σαξόφωνο), Σάκη Βασιλείου (κιθάρα), που μετά τον αντικατέστησε ο Παναγιώτης Οικονομίδης, Λάκη Κορδέλα (μπάσο-κιθάρα), που αργότερα τον αντικατέστησε ο Πέτρος Μέλιος, Στέφανο Ναούμ (τύμπανα),που μετά τον αντικατέστησε ο Τόλης Πιπεράς και αργότερα ο Γιώργος Μηνάς και, τέλος, ο Φόρης Σαμπάνης (τρομπέτα). Ξεκινήσαμε τις πρόβες και παράλληλα κλείσαμε κάποιες εμφανίσεις από διάφορα μικρά clubs μέχρι και στο μεγάλο nightclub “Αλκαζάρ” όπου εκείνη την περίοδο το είχε αναλάβει ο Τάκης Μπάμπαρης. Παρά τις εμφανίσεις που είχαμε κλείσει δεν είχαμε πάρει ούτε δραχμή. Η μπάντα είχε πολλά προβλήματα.Ήταν επόμενο οι Lovers, τα μέλη τους, να έχουν προβλήματα με τους γονείς τους. Οι τελευταίοι εκείνη την εποχή θεωρούσαν τα συγκροτήματα συνώνυμα της αλητείας. Με το ζόρι μπορούσαμε να κάνουμε πρόβες ή να παίξουμε σε κανένα club. Αρκετές φορές τους στήριζα ηθικά αλλά και οικονομικά μιας και εγώ δούλευα στο γουναράδικο του πατέρα μου. Δεν μας άρεσαν τα απλά πράγματα στη μουσική. Δεν γουστάραμε το 12μετρο και ψάχναμε κάτι δυσκολότερο να συνθέσουμε. Τότε γουστάραμε την soul. Παίζαμε από Rocky Roberts, Otis Redding, James Brown μέχρι Animals, Rolling Stones, Jimi Hendrix και δικάμου τραγούδια. Παρά τα προβλήματα υπήρχε κάτι που δεν μπορούσαμε να αγνοήσουμε. O κόσμος σε κάθε εμφάνιση που κάναμε ήταν όλο και περισσότερος.

 

«Με τους "Lovers"' στη Λάρισα το 1967»

«Με τους “Lovers”‘ στη Λάρισα το 1967»

 

-Κάποια στιγμή το 1968 κέρδισα 150.000 δραχμές στο λαχείο. Τα, τουλάχιστον πρακτικά, προβλήματα των φίλων μου εξαφανίστηκαν. Και επειδή ο πατέρας μου με ζόριζε με τη δουλειά στο γουναράδικο εξαγόρασα την ελευθερία μου δίνοντάς του 120.000 δραχμές. Δεν ξαναπάτησα στο μαγαζί του.Έμεινα με τις υπόλοιπες 30.000 και κάτι που ήταν πολύ πολύ σημαντικό. Την ελευθερία μου.

Το επόμενο πράγμα που κάναμε ήταν να πάρουμε το πρώτο τρένο για την Αθήνα. Θέλαμε να ηχογραφήσουμε. Κλείσαμε ένα studio κάπου στην οδό Καραγιώργη Σερβίας. Σε εκείνη την ηχογράφηση,κάποια από τα μέλη των Lovers δεν ήρθαν στην Αθήνα λόγω προσωπικών κωλυμάτων κι έτσι στα πλήκτρα επιστρατεύεται ο Σούλης Κουερίνης, (σ.σ οργανίστας των Sover Group) Στέφανος Ναούμ (ντραμς), Σάκης Βασιλείου (κιθάρα), Βαγγέλης Μηνάς (τρομπέτα) και στο μπάσο κάποιος που δεν θυμάμαι το όνομα του. Εκεί γράψαμε τα «Έφυγε το Καλοκαίρι», «Δεν Ξέρεις το Μάθημα», «Η Δική μου η Αγάπη» και «Πόσο σ’ Αγαπώ».

-Αν και η Νina Records (σ.σ αποκλειστική αντιπρόσωπος της Decca εκείνη την εποχή) είχε πληρώσει το studio, ο ιδιοκτήτης της είχε κάποιες αντιρρήσεις σχετικά με τα back-vocals των κομματιών που ηχογραφήσαμε. Εμείς επιμέναμε ότι: «Είναι καλά». Και όταν οι πρόσκαιρες διαφωνίες ξεπεράστηκαν, μας ζήτησε χρήματα για να κυκλοφορήσει τη δουλειά μας. Υπήρχαν εκείνα του λαχείου,όμως για ηθικούς λόγους δεν θα άφηνα ποτέ να γίνει αυτό. Να πληρώσει η μπάντα ώστε το επτάιντσό της να βγει στα δισκάδικα. Κόπηκε όμως ένα και μοναδικό 45αρι (σαν testpress) στο οποίο δεν θυμάμαι αν έχει πάνω και τα τέσσερα ή μόνο δύο από τα τραγούδια από εκείνη την ηχογράφηση.

-Μετά από την πρώτη μας περιπέτεια στην Αθήνα αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στη Λάρισα. Και σχεδόν αμέσως μας γίνεται πρόταση απ’ το «Ρίο», ένα club που υπάρχει μέχρι σήμερα. Δεν υπήρχε καλύτερο μαγαζί εκείνον τον καιρό στη Λάρισα. Έτσι, φτάσαμε να είμαστε το πρώτο όνομα και να βγάζουμε αρκετά χρήματα. Παίξαμε και στην καλοκαιρινή του εκδοχή στον Πλαταμώνα. Εκεί ήταν το κάτι άλλο. Δεν φαντάζεσαι πόσος κόσμος ερχόταν να μας δει. Εκείνη την περίοδο γνώρισα τον Γιώργο Χατζηνάσιο, που τότε υπηρετούσε την στρατιωτική του θητεία στη Λάρισα,τον Νίκο Παπάζογλου και τον Σπύρο Ξυπολόπουλο και όχι Βασιλόπουλο όπως έχει γραφτεί. Ο Σπύρος είχε γνωριμίες στην Αθήνα κι έτσι πήρα την απόφαση να κατέβω μαζί του στην πρωτεύουσα. Στους Lovers τότε φωνητικά θέλησε να κάνει ο Νίκος Παπάζογλου αλλά η μπάντα μου αρνήθηκε. Εγώ ανεβοκατέβαινα Αθήνα-Λάρισα. Όποτε ήμουν Λάρισα έπαιζα με τους Lovers. Όταν έλειπα, φωνητικά έκαναν τα παιδιά της μπάντας. Είχαν καλές φωνές.

-Στην Αθήνα, ο Ξυπολόπουλος μού γνώρισε τον Άλκη Έξαρχο. Εκείνος με πήγε στον Τάκη Αθηναίο. Ο Τάκης με άκουσε να ερμηνεύω ένα κομμάτι των Sounds. Δεν θυμάμαι ποιο ήταν αλλά θυμάμαι πως από το άγχος μου το είπα μια οκτάβα πάνω από το κανονικό. Του Τάκη του άρεσε η φωνή μου κι έτσι το 1971 υπόγραψα δεκαετές συμβόλαιο με τη Music Box. Η συμφωνία «μιλούσε» για 5 δίσκους και αρκετά singles. Το ίδιο διάστημα με είχε ακούσει και ο Νίκος Λαβράνος. Του άρεσε η φωνή μου αλλά νομίζω τότε αυτός εργαζόταν για λογαριασμό της Columbia.

-Το 1972 «σκάει» το πρώτο μου 45αρι με τίτλο: «Επιδρομή από τον Άρη / Σαν τον Άνεμο». Σε αυτό το δισκάκι μουσική παίζουν οι Sounds με ντράμερ τον φίλο μου Νίκο Αντύπα.

 

«Με τους Sounds 71-72»

«Με τους Sounds 71-72»

 

-Με την πρώτη μου δουλειά αρχίζω να γίνομαι γνωστός στο αθηναϊκό κοινό. Εμφανίζομαι στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση σε εκπομπές του Νίκου Μαστοράκη, του Άλκη Στέα, του Άκη Πάντα, ακόμα και στο “Ο Τομ Τομ παρουσιάζει” βγήκα που ήταν νούμερο ένα εκπομπή στην τηλεόραση τότε.

 

Komatioulis - 4

 

-Και ενώ όλα πάνε καλά και ετοιμάζομαι για το δεύτερο single, η εταιρεία όχι μόνο μού αρνείται να μου κάνει δίσκο αλλά δεν μου σπάει και το συμβόλαιο. Η διευθύντρια κυρία Γκεσάρ, για αδιευκρίνιστους λόγους, μου μιλάει άσχημα λέγοντάς μου συνεχώς ότι με θα καταστρέψει.

Έχω διαβάσει διάφορα σχετικά με το συμβόλαιο μου στη Music Box. Η αλήθεια όμως είναι αυτή.Δεχόμουν πίεση απ’ τη χούντα. Έπρεπε να υπογράψω ένα ρημαδόχαρτο που θα δήλωνα φίλος της, μέχρι και τραγούδια για χάρη της μου ζήτησαν να γράψω.Εγώ δεν ανήκα κάπου πολιτικά ούτε εκδηλωνόμουν και δεν ήμουν από αριστερή οικογένεια. Για να καταλάβεις, η μητέρα μου πέθανε με την εικόνα του Καραμανλή και του Βασιλιά στα χέρια. Αλλά δεν μπορούσα να τραγουδάω το «Πολυτεχνείο Ώρα Μηδέν» και «Επιδρομή απ’ τον Άρη» και να είμαι φίλος, έστω και στα ψέματα, με τους Αριανούς (σ.σ.εννοεί την χούντα).

-Είχα μείνει δίχως φίλους και δίχως μάνατζερ όταν έφτιαξα τους Simoon (σ.σ όνομα από έναν κυκλώνα που μεταφέρει σύννεφα από σκόνη και άμμο στη Σαχάρα) και όχι Sea and Moon όπως έχει γραφτεί. Μαζί παίξαμε αρκετό καιρό. Το καλοκαίρι του 1972 είχαμε κλείσει μια σειρά εμφανίσεων στο ξενοδοχείο Γαλήνη στα Καμένα Βούρλα. Εκεί γνώρισα τον ζωγράφο Τάσο Γιαννόπουλο. Γνώριζε τον ιδιοκτήτη του κλαμπ ABC στην Πατησίων και, λίγους μήνες αργότερα, με σύστησε μαζί του. Το φθινόπωρο του 1973 ξεκινώ τις εμφανίσεις μου στο ABC μαζί με τον φίλο μου Χριστόφορο Κροκίδη στην κιθάρα, τον Τόλη Πιπερά στα ντραμς και κάποιους ακόμα που δεν θυμάμαι. Στην ίδια σκηνή έπαιζαν και οι Foremost.

-Στο ABC μέσω της Ελένης – τραγουδίστριας που είχα διαλέξει να εμφανίζεται μαζί μου –γνώρισα την αδερφή της,τη Μαρία (σ.σ Μαρία Βασιλείου). Η Μαρία είχε παίξει στην ταινία “Ευδοκία” του Αλέξη Δαμιανού και μόλις είχε τελειώσει τα γυρίσματά της στο φιλμ τα “Παιδιά των Λουλουδιών” του Όμηρου Ευστρατιάδη. Εγώ δεν ήξερα τίποτα για αυτήν. Ότι ήταν ηθοποιός δηλαδή, ότι είχε κάνει εκείνες τις ταινίες, ούτε φυσικά η αδελφή της μου είχε πει κάτι.

-Να σου πω την αλήθεια ήθελα να γράψω μουσική για σινεμά. Η Μαρία το ’74 ήταν πρωταγωνίστρια στην ταινία “ Ο Θίασος” του Αγγελόπουλου όπου τη μουσική έγραφε ο Κηλαηδόνης. Ωραίος τύπος ο Λουκιανός. Νομίζω όμως ότι ο Αγγελόπουλος ήταν τσιμπημένος μαζί της και δεν με έβλεπε με καλό μάτι γιατί ήταν το κορίτσι μου, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία .

-Το 1973 εμφανιζόμουν στο ABC. Κάθε βράδυ ήταν γεμάτο. Τότε ήταν το καλύτερο μαγαζί στην Αθήνα. Εκεί γνώρισα την Αλίκη Βουγιουκλάκη και άλλους.Και ενώ όλα πήγαιναν καλά, με την εποπτεία πάντα της αστυνομίας, η διεύθυνση του club κάποια στιγμή αποφάσισε να αντικαταστήσει τους μουσικούς μου με τους Sunset. Ήταν καλοί μουσικοί και παιδιά αλλά εγώ δεν μπορούσα να κολλήσω μαζί τους.

-Και όσο πέρναγε ο καιρός τα πράγματα άρχισαν να αγριεύουν. Οι αστυνομικοί με σταματούσαν καθημερινά για έλεγχο. Από το ABC έχω φύγει. Γνωρίζομαι με τους «Κάστορες» (σ.σ ένα συγκρότημα που την εποχή εκείνη ήταν κάτι σαν αντίπαλοι των Socrates) που λανθασμένα νόμιζα πως ήταν από την Καστοριά. Γίνομαι ο τραγουδιστής τους. Με τους Κάστορες κάναμε συναυλίες στην Αθήνα αλλά και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Σε όλα τα ταξίδια, σε όλες τις εμφανίσεις μας πάντα μαζί μας ήταν και η Μαρία.

 

«Σωτήρης Κοματσιούλης μαζί με τους Κάστορες 72-73»

«Σωτήρης Κοματσιούλης μαζί με τους Κάστορες 72-73»

 

-Με την κατάσταση στην Ελλάδα να μυρίζει «μπαρούτι», η Μαρία με πείθει να φύγουμε στην Αγγλία. Γράφω 6 κομμάτια με τον Χριστόφορο Κροκίδη στο studio του Σήφη, επί της οδού Πατησίων, τα οποία παίρνω μαζί μου.Με πλαστό διαβατήριοπου γράφει το όνομα Στέφανος Γκέμος (σ.σ. το πατρικό της γιαγιάς μου) φύγαμε με το, όπως το λέγαμε τότε,Magic Bus. Μεαεροπλάνο δεν γινόταν να ταξιδέψουμε γιατί στο checkinθα ανακάλυπταν εύκολα την απάτη μου. Στο λεωφορείο ο οδηγός έπαιρνε όλα τα διαβατήρια μαζί σε μια σακούλα, δεν έδιναν και πολλή σημασία στα σύνορα για το ποιος ήταν ποιος,οπότε ήταν πιο εύκολο για μένα να ταξιδέψω στο εξωτερικό.

-Όταν φτάσαμε στην Αγγλία με κράτησαν στα σύνορα για 3 μέρες. Μου έλεγαν:«Θα σε γυρίσουμε πίσω».Επειδή δεν ήξερα καλά αγγλικά, στο τελωνείο η Μαρία,σε «μαύρα» χάλια,παρακάλεσε και κατάφερε να μου φέρουν έναν διερμηνέα. Του είπα πως είμαι γνωστός τραγουδιστής στην Ελλάδα και ότι με κυνηγάει η χούντα, πράγμα που ήταν αλήθεια μια και την ίδια περίοδο στο πατρικό μου σπίτι, στην Καστοριά, οι επισκέψεις του καθεστώτος ήταν καθημερινές και οι δικοί μου έπρεπε να απαντούν μια πάγια ερώτηση «Πού είναι αυτός;». Κάποια στιγμή ο διερμηνέας με ρώτησε:

-«Τον Μπιθικώτση τον ξέρεις;»

Εγώ από απελπισία του απάντησα:

-«Ναι, τον ξέρω πολύ καλά.»

Δεν τον ήξερα. Δεν είχαμε γνωριστεί ποτέ.

Και τότε για κακή μου τύχη παίρνει τηλέφωνο τον Μπιθικώτση.

-«Έχω μείνει στο σπίτι του» λέει ο διερμηνέας .

Εγώ τρελάθηκα. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια ή ψέματα, δεν ξέρω αν με λυπήθηκε και ήθελε να με βοηθήσει ο μεταφραστής, σίγουρα όμως με κάποιον μίλησε στο τηλέφωνο. Εγώ λέω ότι ήταν ο Μπιθικώτσης, το πιστεύω αυτό.

-«Τον κρατάμε εδώ και θέλουμε να ξέρουμε τι είναι», είπε.

Και ο Μπιθικώτσης του απάντησε:«Ναι, τον ξέρω, είναι δικό μου παιδί, έχουμε κλείσει δουλειές μαζί».

Τελικά μου έδωσαν έτσι άδεια 25 ημερών. Για διακοπές.

-Η Μαρία ήταν Αγγλο–Κυπριακής καταγωγής. Και για να πάρω την υπηκοότητα, μετά από 10 μέρες παραμονής στην Αγγλίαπαντρευτήκαμε. Κουμπάρος ήταν Robert Wyatt !!! (σ.σ ντράμερ και ιδρυτής των Soft Machine) με τον οποίο η Μαρία ήταν αδελφικοί φίλοι, είχαν μεγαλώσει μαζί.

-Στην Αγγλία μέναμε στο πατρικό της Μαρίας στο Dalit. Μαζί με τα αδέρφια, τη μάνα και τον πατέρα της ήμασταν καμιά δεκαριά άτομα. Η μάνα, ο πατέρας, η Μαρία και η αδελφή της η Ελένη μιλούσαν ελληνικά. Η μαμά της έκανε κουμάντο στο σπίτι. Έπαιρνε λεφτά από όλους, ακόμα και από μένα. Εκεί, για λίγο καιρό έφτιαχνα γουναρικά. Από την Ελλάδα είχα φύγει με σύνεργα γουναρικής και μερικά ζακετάκια που μπορεί να πούλαγα. Εκείνο το διάστημα, σε εκείνο το σπίτι, έφτιαχνα παλτά κι έκανα επιδιορθώσεις. Τα λεφτά που έβγαζα τα κατέθετα στη μαμά της Μαρίας φυσικά.

-Δεν πρέπει να είχε περάσει μήνας από την άφιξη μου στην Αγγλία και ο Robert Wyatt με βοήθησε στο νέο μου ξεκίνημα εκεί. Βρίσκει μουσικούς, φτιάχνει μια μπάντα και μου κανονίζει κάποια live. Με εκείνο το συγκρότημα ηχογραφήσαμε στο στούντιο Matrix. Τότε ήταν στους σοβάδες. Σήμερα θεωρείται ένα απ’ τα καλύτερα studio στον κόσμο. Με εκείνη την μπάντα δεν βγάλαμε λεφτά, όμως συνεχίζαμε να παίζουμε μαζί.

-Το 1975 αποφάσισα να τραγουδήσω λαϊκά κομμάτια σε ένα μαγαζί που λεγόταν «Diamond» και βρισκόταν στην Baker Street. Στο «Diamond» γνώρισα και τον Πασχάλη Πασχάλη. Τρομερό μπουζούκι. Συνέχισα να έχω όμως και τη ροκ μπάντα (στην οποία είχα βάλει και μπουζούκι). Ένα πρωινό που κάναμε πρόβα, μπήκαν κάτι έγχρωμοι πιτσιρικάδες μέσα. Αρχικάείπαν:«Παιδιά, ωραία μουσική παίζετε» και συνέχισαν λέγοντας: «Είμαστε Τζαμαϊκανοί. Μένουμε στο Cardiffκαι ήρθαμε εδώ γιατί το βραδύ έχουμε liveστο Brixton.Έχουμε χαθεί. Δεν ξέρουμε πού να πάμε».

-Τα παιδιά ήταν ταλαιπωρημένα και πεινασμένα. Είπα στη Μαρία «πες της μάνας σου να ετοιμάσει φαγητό για όλους μας, τα έξοδα που θα κάνει θα τα καλύψω εγώ. Θα της δώσω και έξτρα χρήματα». Με τους Τζαμαϊκανούς πήγαμε στο πατρικό της Μαρίας που ήταν σχεδόν δίπλα από το στούντιο που κάναμε πρόβες.

-Στο πατρικό της Μαρίας πιάσαμε κουβέντα με τους Τζαμαϊκανούς επισκέπτες μας. Εκεί έμαθα πως την μπάντα τους την έλεγαν Dennim και πως έπαιζαν soul,ska και reggae (σ.σ οι CBS ήταν που αργότερα μετονομάστηκαν σε Third World). Μαζί τους ήταν και ο James, ο μεγαλύτερος της παρέας, που ήταν θείος και ο μάνατζέρ τους. Το μαγαζί που θα έπαιζαν τα παιδιά το ήξερα και έτσι το βράδυ, μαζί με τη Μαρία και τον Πασχάλη, τους πήγαμε εκεί και καθίσαμε να τους δούμε.

Θυμάμαι, όταν φτάσαμε στο μαγαζί που θα έπαιζαν, πως έλεγαν δεξιά και αριστερά πως ήμασταν οι Έλληνες φίλοι τους και πως ήμαστανκαλά παιδιά. Οι Dennim είχαν βάση το Cardiff της Ουαλίας, ο James έμενε μόνιμα εκεί.

-Με τη Μαρία δεν τα πηγαίναμε καλά και έψαχνα αφορμές να την κάνω απ’ το πατρικό της. Η τύχη μού χαμογέλασε για ακόμα μια φορά, λίγες μέρες μετά. Μέσω ενός φίλου βρήκαμε ένα ελληνικό μαγαζί στο Cardiff. Το είχαν δύο Κύπριοι και ένας Έλληνας. Το έλεγαν «Αθήνα» και βρισκόταν στην Chester Street. Ξεκινήσαμε με τον Πασχάλη να παίζουμε εκεί. Το μαγαζί ήταν γεμάτο κάθε βράδυ. Εκεί βγάλαμε πολύ καλά χρήματα.

-Παράλληλα με τις εμφανίσεις μας στο «Αθήνα», κάναμε πρόβες και με τους Dennim. Μετά από λίγο καιρό παίξαμε live μαζί τους στα γκέτο της Αγγλίας με εμένα βασικό τραγουδιστή τους. Πραγματικά, εγώ και ο Πασχάλης ήμασταν οι μόνοι λευκοί που πηγαίναμε σ’ εκείνα τα μέρη.Δύο μήνες μετά τις κοινές μας εμφανίσεις, η παρέα απ’ την Τζαμάικα μου ανακοίνωσε πως έπρεπε να ετοιμαστεί για να επιστρέψει στη βάση της. Μου έλεγαν διαρκώς: «Πρέπει να πάμε να δούμε τον θείο μας». Και κάποια στιγμή ρώτησα: «Ποιος στο καλό είναι ο θείος σας ρε παιδιά; Ποιος είναι αυτός ο τύπος που όλο για πάρτη του μιλάτε;»Μου απάντησαν, σαν να μην τρέχει τίποτα: «Ο Bob Marley». Όλο αυτό το διάστημα κανένας τους δεν μου είχε πει το παραμικρό για αυτόν. Έμεινα κάγκελο.

-«Μπορούμε να έρθουμε και εμείς μαζί σας;» τους πρότεινα διστακτικά.

Μου απάντησαν: «Κι εμείς θέλαμε να σας προτείνουμε το ίδιο αλλά δεν ξέραμε πώς θα το πάρετε».

Κάπως έτσι, μετά από λίγες μέρες εγώ και ο Πασχάλης βρεθήκαμε στην Τζαμάικα.

 

«O Σωτήρης Κοματσιούλης και o Πασχάλης Πασχάλης μαζί με τους Third World στη Jamaica 1975-76.»

«O Σωτήρης Κοματσιούλης και o Πασχάλης Πασχάλης μαζί με τους Third World στη Jamaica 1975-76.»

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top