Fractal

Τα ημερολόγια του μαύρου καταστρώματος στα πλοία των σκλάβων

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

Ο αποικισμός και εποικισμός της Αμερικής, ήταν ένα κρίσιμο ιστορικά φαινόμενο στο οποίο συνέβαλαν πολλοί παράγοντες και έλαβε χώρα σε βάθος πολλών αιώνων,  μεταξύ των οποίων κεντρική θέση καταλαμβάνει η βίαιη αρπαγή, δουλεία και μεταφορά Αφρικανών, η οποία για πολλούς υπήρξε και ο ακρογωνιαίος λίθος της όλης διαδικασίας. Οι στατιστικοί πίνακες και αριθμοί στο συγκεκριμένο θέμα της ενδιαφέρουσας από κάθε πλευράς ιστορίας, είναι αποκαλυπτικοί και αμείλικτοι.  Από τα δέκα περίπου εκατομμύρια ανθρώπων που διέσχισαν τον Ατλαντικό πριν από το έτος 1800, περίπου 8,5 εκατομμύρια ήταν οι Αφρικανοί σκλάβοι, κυρίως των δυτικών ακτών της μαύρης ηπείρου. Μέχρι τη στιγμή που το δουλεμπόριο μέσω του Ατλαντικού Ωκεανού φάνηκε να καταστέλλεται σε μεγάλο βαθμό στη δεκαετία του 1860, περίπου έντεκα έως δώδεκα   εκατομμύρια Αφρικανών συνελήφθησαν αιχμάλωτοι στην Αφρική και μεταφέρθηκαν βιαίως στο Νέο Κόσμο, ενώ εκτιμάται ότι κάπου δύο εκατομμύρια από αυτούς πέθαναν από κακουχίες στο αναγκαστικό ταξίδι τους προς εκεί μέσω του Ατλαντικού Ωκεανού. Η συντριπτική πλειοψηφία των μαύρων μεταναστών οδηγήθηκε  στα μέρη  που παρήγαγαν  ζάχαρη, δηλαδή την Καραϊβική και τη Νότια Αμερική, όπου για μεγάλο χρονικό διάστημα παρατηρήθηκε σημαντική έλλειψη εργατικών χεριών λόγω πρόωρου θανάτου των εργατών. Άλλωστε η ιστορία μας άφησε ενδιαφέροντα στοιχεία. Ο μέσος όρος που ζούσε ένας σκλάβος εργαζόμενος σε φυτείες ζάχαρης στους παραπάνω γεωγραφικούς χώρους, σπανίως υπερέβαινε τα επτά χρόνια. Μόνο η Βραζιλία αναγκάστηκε να προβεί σε ‘εισαγωγή’ τεσσάρων εκατομμυρίων Αφρικανών όλους εκείνους τους αιώνες που άνθησε το δουλεμπόριο για να ανταπεξέλθει στις ολοένα και αυξανόμενες ανάγκες των φυτειών της, ενώ κι ένας σημαντικός αριθμός κατευθύνθηκε στην ηπειρωτική Βόρεια Αμερική.

Η κάθε κοινωνία, ιστορικά, ανέπτυξε τις δικές της  αντιλήψεις στο θέμα της δουλείας, καθώς και τους δικούς της νόμους και  έθιμα. Ανεξάρτητα όμως από τις τοπικές διαφορές και παραλλαγές στο συγκεκριμένο θέμα, υπήρχαν ορισμένα κοινά σημεία τα οποία σημάδεψαν τη δουλεία ως ξεχωριστή κατάσταση. Όλοι οι σκλάβοι σχεδόν σε όλες τις περιόδους, λέει η ιστορία, υπόκεινται σε σωματικές και σεξουαλικές κακοποιήσεις. Υπηρετούσαν τα αφεντικά τους εφ’ όρου ζωής και το χειρότερο, το καθεστώς περνούσε στους απογόνους τους. Ίσως το πιο σημαντικό όλων είναι ότι οι δούλοι ήταν ξένοι, όχι μόνο με την κυριολεκτική έννοια του όρου, ότι δηλαδή  προέρχονταν από άλλες χώρες και εδάφη, αλλά και με την έννοια ότι αποκλείονταν από  τα βασικά  δικαιώματα που απολάμβαναν όσοι ήταν ελεύθεροι, δηλαδή δεν  μπορούσαν  αρκετές φορές να προβαίνουν σε γάμους, να αγοράζουν και να πωλούν ακίνητα, να καταθέτουν στο δικαστήριο, και σε ένα σωρό άλλα καθημερινά τρέχοντα θέματα. Με άλλα λόγια, η δουλεία είχε εξελιχθεί σε μια μορφή κοινωνικού θανάτου. Η ντροπή, η ατιμία, ο ξεπεσμός και η αποκτήνωση,  που συνδέονται με την υποδούλωση έδωσαν αναπόφευκτα γένεση στην περιφρόνηση των υποδουλωμένων  ανθρώπων, οι οποίοι παρά τις επιμέρους γεωγραφικές και χρονικές  διαφορές, πάντα στιγματίζονταν ως κατώτερα όντα, απολίτιστοι και κτήνη.  Για τις ΗΠΑ, οι αφρικανοί κυρίως από άποψη θρησκείας και πολιτισμού, περιγράφονταν και θεωρούνταν ειδωλολάτρες και άγριοι. Από την εποχή ήδη της Αμερικανικής Επανάστασης, η περιρρέουσα και επικρατούσα άποψη για τη μαύρη φυλή, ήταν ότι οι μαύροι ήταν κατώτεροι φυλετικά. Αυτή η διαδικασία αποκτήνωσης ήταν όμως  υποκινούμενη και από τις εξελίξεις στο αμερικανικό δίκαιο. Σε αντίθεση με τις αποικίες της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, που κληρονόμησαν νομικούς ορισμούς δουλείας μέσω της  Καθολικής Εκκλησίας και την παράδοση του Ρωμαϊκού και Ολλανδικού δικαίου, οι έποικοι στην ηπειρωτική Βόρεια Αμερική αφέθηκαν να διαμορφώσουν τους δικούς τους κώδικες όσον αφορά τους σκλάβους. Έτσι αρχής γενομένης στη Βιρτζίνια στα 1620 και συνεχίζοντας κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, διαμορφώθηκε πλήρη νομική άρνηση   της  προσωπικότητας του υπόδουλων σκλάβων. Στη Βόρεια Αμερική, η έννοια του σκλάβου ήταν ταυτόσημη της κινητής περιουσίας, και από νομικής άποψης δεν διέφερε αισθητά από τα άλογα, τις υφαντουργικές μηχανές, ή από τα οποιαδήποτε άλλα κομμάτια του   ακινήτου των Αμερικανών. Στις αποικίες της Βόρειας Αμερικής, το σύστημα εξασφάλιζε, στην πράξη, ότι τα περισσότερα παιδιά  “μικτής” καταγωγής και προέλευσης  θα έβλεπαν τους εαυτούς τους σκλαβωμένους. Ο κανόνας καταγωγής, ο πρώτος που θεσπίστηκε από τους αποικιακούς νομοθέτες στη Βιρτζίνια και το Μέριλαντ στα 1660, θα είχε διαρκή επίδραση στην αμερικανική κουλτούρα, θέτοντας τα θεμέλια του διακριτικού δυαδικού  συστήματος  φυλετικής ταξινόμησης, σύμφωνα με το οποίο  ακόμη και  μερική αφρικανική καταγωγή, δηλαδή έστω μία σταγόνα αίματος, σύμφωνα με τους όρους του περιβόητου νόμου της  Βιρτζίνια περί φυλετικής ακεραιότητας, καθιστούσε το συγκεκριμένο άτομο, κατηγορηματικά μαύρο. Τοιουτοτρόπως, και με συστηματικό τρόπο, οι φυλετικές ιδέες χρησιμοποιήθηκαν για να υποβιβάσουν και να αρνηθούν  την ανθρωπιά σε ανθρώπινα όντα έστω  και μερικής αφρικανικής καταγωγής. Αυτή η ιστορική κληρονομιά θα καθιστούσε τη διαδικασία ενσωμάτωσης των πρώην σκλαβωμένων  πολιτών πολύ πιο προβληματική στις Ηνωμένες Πολιτείες από ότι σε άλλες κοινωνίες σκλάβων στο Νέο Κόσμο.

Κλείνοντας αυτή τη μικρή εισαγωγή, οφείλουμε να ξαναγυρίσουμε σε μερικά σημαντικά στατιστικά στοιχεία, γιατί για μερικούς,  ο συνολικός αριθμός των Αφρικανών που αρπάχτηκαν και μεταφέρθηκαν βιαίως στην Αμερική, μεταξύ 16ου και 19ου αιώνα, ίσως ανέρχεται και σε δεκαπέντε εκατομμύρια. Για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους οι έμποροι των σκλάβων μετέφεραν όσους μπορούσαν και  ήταν φυσικά εφικτό στα δικά τους πλοία.  Ενδεικτικά πάντως πρέπει να αναφέρουμε, ότι μέχρι και τον 17ο αιώνα, οι σκλάβοι θα μπορούσαν να αγοραστούν στην Αφρική για περίπου $ 25 και να πωληθούν αντίστοιχα   στην Αμερική για περίπου $ 150.  Όταν το δουλεμπόριο κηρύχθηκε παράνομο και θεωρητικά καταργήθηκε, οι τιμές των μαύρων σκλάβων, άρχισαν να ανεβαίνουν έτι περαιτέρω και οι εμπλεκόμενοι σε αυτό έμποροι, στους οποίους απέμεινε περίπου το μισό της τιμής  πώλησης του μαύρου σκλάβου στην Αμερική, ανέμεναν να κάνουν τεράστια κέρδη από το συγκεκριμένο εμπόριο. Η διαδρομή από τη δυτική  Αφρική προς τις Δυτικές Ινδίες ή τη Βόρεια Αμερική, συνήθως διαρκούσε περίπου δύο μήνες. Μια μελέτη ανέφερε ότι τα πλοία των σκλάβων παρείχαν,  κατά μέσο όρο, περίπου επτά τετραγωνικά πόδια ανά σκλάβο. Ο συνωστισμός των σκλάβων πάνω σε αυτά είχε ως αποτέλεσμα τρομακτικές ασθένειες και  επικίνδυνες επιδημίες για όλους. Οι μισοί περίπου θάνατοι οφείλονταν σε παθήσεις του γαστρεντερικού συστήματος, κυρίως δυσεντερία, καθώς  και σε εμπύρετα νοσήματα που κουβαλούσαν μαζί τους οι σκλάβοι από την Αφρική, και ακολούθως επιδεινώνονταν από τις σκληρές συνθήκες των πλοίων και του ταξιδιού. Ένα σημαντικό ποσοστό των θανάτων των σκλάβων ελάμβανε χώρα κατά τη διάρκεια της κράτησης των σκλάβων στις αφρικανικές ακτές,   περίοδος κατά την οποία  ο καπετάνιος προσπαθούσε να γεμίσει το πλοίο του και με άλλους σκλάβους. Παράλληλα όμως και τα λευκά πληρώματα των πλοίων των σκλάβων παρουσίαζαν  ασυνήθιστα υψηλά ποσοστά θνητότητας, κι αυτοί κατά περίεργο λόγο στις αφρικανικές ακτές, παρόλο που τα ποσοστά αυτά άρχισαν σταδιακά να μειώνονται. Επιπλέον, υπήρχαν πάντα οι απρόβλεπτες παθήσεις που μπορούσαν να προκαλέσουν τον όλεθρο μέσα στη θάλασσα, και μαζί με όλα αυτά και κάποιες εξεγέρσεις και βίαια επεισόδια όσο το πλοίο βρισκόταν δεμένο στην αφρικανική ακτή.

 

skl1

 

Ο Thomas Phillips, ένας καπετάνιος σε τέτοιο πλοίο, έγραψε έναν απολογισμό των σχετικών δραστηριοτήτων του στο ‘A Journal of a Voyage’ (1746):

‘… Πληροφορήθηκα ότι κάποιοι καπετάνιοι έκοβαν τα πόδια ή τα χέρια από τα πιο πεισματάρηδες σκλάβους για να τρομοκρατήσουν τους υπόλοιπους, γιατί πίστευαν ότι αν χάσουν ένα μέλος τους, δεν μπορούν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και πάλι. Και εμένα με συμβούλευσαν κάποιοι αξιωματικοί μου να προβώ στο ίδιο, αλλά  δεν θα μπορούσα ούτε να το σκεφτώ,  κι όχι να προχωρήσω σε τέτοια βαρβαρότητα και  σκληρότητα στα φτωχά πλάσματα που… είναι τα έργα των χειρών του Θεού…’. Ο John Newton ήταν καπετάνιος επίσης σε ένα τέτοιο σκάφος, μεταξύ 1747 και 1754. Στο ‘Thoughts upon the African Slave Trade’ (1787), έγραφε πως ο αντικειμενικός σκοπός ήταν το πλοίο του να μεταφέρει όσο το δυνατόν περισσότερους. Υπολόγιζε ότι ένα πλοίο εκατό τόνων μπορούσε να  αγοράσει και να μεταφέρει 220-250 σκλάβους. Η διαμονή των σκλάβων γινόταν κάτω από το κατάστρωμα, όπου υπήρχαν τρία   χωρίσματα, για τους άνδρες, τα αγόρια και τις γυναίκες, και επιπλέον ένα άλλο μέρος  για τους ασθενείς. Το ύψος των δωματίων κυμαινόταν γύρω στα πέντε πόδια, κι οι σκλάβοι  βρίσκονταν σε δύο σειρές, η μία  πάνω από την άλλη, σε κάθε πλευρά του πλοίου, και κοντά όπως τα βιβλία επάνω σε ένα ράφι.

Η εργασία πάνω σε ένα τέτοιο πλοίο ήταν  συνήθως πολύ κερδοφόρα. Ο James Irving ήταν χειρουργός στο πλοίο Vulture που απέπλευσε για την Τζαμάικα, τον Νοέμβριο του 1782. Όπως ανέφερε η Suzanne Schwarz,  συγγραφέας του ‘Slave Captain:  The Career of James Irving in the Liverpool Slave Trade’ (1995), ο μισθός του Irving κυμαινόταν γύρω στα  £ 4 το μήνα, αλλά μαζί με κάποια ποσοστά που έπαιρνε για κάθε ζωντανό σκλάβο που θα παρέδιδε στις Δυτικές Ινδίες, είναι πιθανό ότι κέρδιζε συνολικά περίπου £ 140 από κάθε ταξίδι.

Το 1787, οι Thomas Clarkson και Granville Sharp σχημάτισαν  την ‘Εταιρεία για την Κατάργηση του Δουλεμπορίου’ (Society for the Abolition of the Slave Trade).  Από τα δώδεκα μέλη της επιτροπής, εννέα ήταν Κουάκεροι. Η εκστρατεία υποστηρίχτηκε από σημαίνοντα πρόσωπα όπως οι John Wesley και Josiah Wedgwood. Στον Clarkson δόθηκε η ευθύνη της συλλογής όλων εκείνων των απαραίτητων πληροφοριών για την υποστήριξη της κατάργησης του δουλεμπορίου.  Τα επόμενα  χρόνια ο Clarkson πήρε συνέντευξη από είκοσι χιλιάδες ναυτικούς και προχώρησε ακόμα στην απόκτηση εξοπλισμού που τον χρησιμοποιούσαν στα πλοία αυτά για να δένουν τους σκλάβους,  όπως σιδερένιες χειροπέδες, δεσμά για τα πόδια, βίδες για αντίχειρες, εργαλεία για    τον εξαναγκασμό ανοίγματος των σιαγόνων, και σίδερα για μαρκάρισμα των δούλων. Το 1787, ο Clarkson δημοσίευσε ένα φυλλάδιο με το όνομα  ‘A Summary View of the Slave Trade and of the Probable Consequences of Its Abolition’, όπου παρουσίαζε το εμπόριο των σκλάβων όπως είχε διαμορφωθεί και τις πιθανές συνέπειες της κατάργησής του. Συχνά υποστήριζε εκεί, ότι οι δούλοι διαμαρτύρονταν για τη θερμότητα, πολλοί λιποθυμούσαν και κάποιοι πέθαιναν από έλλειψη νερού.  Η κατάστασή τους, όμως,  ήταν  χειρότερη σε βροχερό καιρό, όπως τουλάχιστον είδε ιδίοις όμασι στα πλοία που επισκέφτηκε και απέπλευσε μαζί τους. Αλλά μαζί με αυτόν και κάποιοι σκλάβοι άρχισαν να δημοσιεύουν τις εμπειρίες τους από τα συγκεκριμένα πλοία.

Ο Ottobah Cugoano ήταν παιδί, όταν τον άρπαξαν από την Αφρική. Τους πήγαν στο πλοίο που ήταν έτοιμο να αποπλεύσει από το ακρωτήριο, λέει, κι εκεί είδαν μαύρους εμπόρους να έρχονται επί του σκάφους, αλλά τους οδήγησαν  στις τρύπες τους και δεν  μίλησαν μαζί τους, όπου παρέμειναν αρκετές ημέρες με τη   θέα της πατρίδας. Όταν όμως βρέθηκαν μακρυά απ’ αυτή, ο θάνατος ήταν προτιμότερος από τη ζωή και άρχισαν να επεξεργάζονται όλοι μαζί ένα σχέδιο ώστε να μπορέσουν να κάψουν και να ανατινάξουν το πλοίο, και να χαθούν όλοι μαζί στις φλόγες.  Δυστυχώς συνεχίζει, τους πρόδωσε μια γυναίκα δική τους, μια μαύρη συμπατριώτισσα, η οποία κοιμήθηκε με μερικούς από τους προεστούς του πλοίου, γιατί ήταν συνηθισμένο για τους βρώμικους πενήντα ναύτες να παίρνουν βιαίως  τις γυναίκες της Αφρικής, αφού οι άντρες ήταν αλυσοδεμένοι και κλεισμένοι σε εκείνες τις  σε τρύπες. Η ανακάλυψη του σχεδίου τους, όπως αφηγείται, εξελίχτηκε σε σκληρή αιματηρή σκηνή.

Ο Olaudah Equiano συνελήφθη και πωλήθηκε ως σκλάβος στο Μπενίν. Αργότερα έγραψε για την εμπειρία του στο ‘The Life of Olaudah Equiano the African’ (1789). Οι αφηγήσεις του, παρόμοιες με εκείνες του Ottobah Cugoano. Περισσότερο όμως εστιάζεται στις άσχημες υγειονομικές συνθήκες που επικρατούσαν κάτω στα αμπάρια του πλοίου. Βρώμα, δεμένα πόδια, μαστίγωμα, θερμοκρασία αυξημένη που προκαλούσε δύσπνοια και παροιμιώδης βάναυση σκληρότητα από μεριάς των λευκών εμπόρων. Ακολούθησε μια ασθένεια των δούλων και πολλοί πέθαναν. Η άθλια κατάσταση επιδεινωνόταν  από τις αλυσίδες που ήταν αφόρητες και τους εμπόδιζαν για στοιχειώδεις κινήσεις, καθώς κι από τις κραυγές και τα βογγητά των γυναικών που δημιουργούσαν φρικιαστικό και αδιανόητο σκηνικό.

 

skl2

 

Μια επιτροπή της Βουλής των Κοινοτήτων, το 1788, ανακάλυψε ότι ένα πλοίο που μετέφερε σκλάβους, το ‘Brookes’, ενώ ναυπηγήθηκε  αρχικά για να μεταφέρει το μέγιστο αριθμό των 451 ανθρώπων,  μετέφερε τελικά πάνω από εξακόσιους   σκλάβους από την Αφρική στην Αμερική, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν δεμένοι στα χέρια και τα πόδια τους, με λίγο χώρο για να κινηθούν. Το πόρισμα της Επιτροπής κατέληγε στο συμπέρασμα ότι μόνο το ήμισυ περίπου των σκλάβων που αρπάζονταν από την Αφρική κατέληγαν να εργαστούν στην Αμερική, αφού ένας μεγάλος αριθμός   πέθαινε στο ταξίδι από ασθένειες, όπως η ευλογιά και η δυσεντερία. Άλλοι αυτοκτονούσαν, άλλοι αρνούνταν να φάνε, ενώ πολλοί έμειναν ανάπηροι για όλη τους τη ζωή, ως συνέπεια του τρόπου που ήταν αλυσοδεμένοι πάνω στο πλοίο.

Ο Thomas Clarkson συνάντησε, επίσης, τον Alexander Falcolnbridge, πρώην χειρουργό επί ενός τέτοιου πλοίου σκλάβων. Ο Falconbridge ήταν πρόθυμος να καταθέσει δημοσίως για τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίζονταν τους σκλάβους πάνω στα πλοία και συνόδευσε τον Clarkson στο Λίβερπουλ, ως σωματοφύλακάς του, λόγω της αθλητικής σωματικής του διάπλασης. Το 1790, ο Falconbridge υποβλήθηκε για τέσσερις ημέρες σε ερωτήσεις από την αρμόδια Επιτροπή της Βουλής των Κοινοτήτων και έδωσε λεπτομερή στοιχεία για το πόσο άσχημα αντιμετωπίζονταν οι μαύροι σκλάβοι στα πλοία. Ο Thomas Trotter, επίσης, ένας γιατρός που εργάστηκε στον  πλοίο ‘Brookes’, είπε στην επιτροπή περίπου τα ίδια ανατριχιαστικά πράγματα.

Ο James Irving εργάστηκε για τα πλοία εκείνα εννέα χρόνια και εξομολογήθηκε ότι κατά τη διάρκεια της καριέρας του είχε εμπλακεί σε μια σειρά   ταξιδιών που παρέδωσαν περίπου 3.000 σκλάβους στην Αμερική. Το  Μάιο του 1786, ο  Irving απέπλευσε προς Τομπάγκο. Έγραψε στη σύζυγό του, λίγο μετά ότι, ‘… τα μαύρα βοοειδή μας είναι ανυπόφορα θορυβώδη και είμαι σχεδόν λιωμένος ανάμεσα από πεντακόσιους ή εξακόσιους από αυτούς…’, αφήνοντας έτσι ξεκάθαρα αιχμές ρατσιστικές σε μια εποχή κατά την οποία η ηθική κατακραυγή στη Μεγάλη Βρεττανία για την υποδούλωση των Αφρικανών εξαπλωνόταν συνεχώς. Ο Thomas Clarkson, στη συνέχεια επεσήμανε ότι στους άντρες δεν άρεσε το εμπόριο σκλάβων στους πρώτους πλόες τους, όμως από τη δεύτερη ή τρίτη φορά, η διάθεσή τους  σταδιακά άλλαζε, κι όλοι πέρα από τα πολυποίκιλα προσωπικά τους ηθικά προβλήματα έβλεπαν τη συμβολή τους στη διατήρηση, έστω  με κίνδυνο της ζωής τους,   των αποικιών της πατρίδας τους.

Ο John Newton έγραψε στις ‘Σκέψεις από το Αφρικανικό Δουλεμπόριο’      (Thoughts upon the African Slave Trade, 1787) για τις διαρροές οι οποίες γέμιζαν το πλοίο με δυσώδεις και βλαβερές αναθυμιάσεις, ενώ συχνά ξεσπούσαν επιδημικοί πυρετοί  που μόλυναν καταπιεστές και τους καταπιεσμένους, με τους μισούς περίπου σκλάβους κάποιες φορές να πεθαίνουν. Σε ένα ταξίδι ανέφερε, με διακόσιους δεκαοκτώ σκλάβους επί του σκάφους,  έθαψαν εξήντα δύο καθώς περνούσαν από τη Νότια Καρολίνα, πέρα από εκείνους οι  οποίοι πέθαναν  πριν από τον απόλπουν από τις δυτικές ακτές της Αφρικής. Σε γενικές γραμμές ισχυρίστηκε, ότι αν τα αγγλικά πλοία αγόραζαν εξήντα χιλιάδες σκλάβους ετησίως, η ετήσια απώλεια ζωών δεν μπορεί να ήταν μικρότερη από δεκαπέντε χιλιάδες.

Το 1796, ο Mungo Park εντάχθηκε σ’ ένα αμερικανικό σκάφος σκλάβων, το ‘Charlestown’, που πήγαινε στη Νότια Καρολίνα με εκατόν τριάντα σκλάβους. Η συνομιλία του μαζί τους, στη μητρική τους γλώσσα, τους έδωσε μεγάλη άνεση και επειδή ο χειρουργός ήταν νεκρός, ανέλαβε αυτός   την ιατρική τους κάλυψη   για το υπόλοιπο του ταξιδιού, γιατί ήταν ξεκάθαρο ότι είχαν ανάγκη από κάθε είδος παρηγοριάς.

Σε μια μελέτη, τώρα,  που πραγματοποιήθηκε  στα δρομολόγια με τα πλοία των σκλάβων μεταξύ 1780 και 1807, φάνηκε ότι περίπου το ένα πέμπτο του αρχικού πληρώματος των πλοίων έχασε τη ζωή του (10.439 από 58.778). Ο χρόνος που δαπανούσαν  στις  αφρικανικές ακτές ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνος. Αρκετοί πέθαναν από πνιγμό και διαφόρους τύπους τύποι πυρετού και της δυσεντερίας.

 

Πλάνο του δουλεμπορικού πλοίου ‘Brookes’ το οποίο ναυπηγήθηκε στο Λίβερπουλ.

Πλάνο του δουλεμπορικού πλοίου ‘Brookes’ το οποίο ναυπηγήθηκε στο Λίβερπουλ.

 

Το  1825, ηγέτης της εκστρατείας για την κατάργηση της δουλείας στη Βουλή των Κοινοτήτων, έγινε ο Thomas Fowell Buxton. Ο Buxton, με τη βοήθεια του Thomas Clarkson, συνέλεξε   πληροφορίες σχετικά με τη δουλεία και προχώρησε στην κατάρτιση δημογραφικών στατιστικών. Σε ομιλία του, στις 23 Μαΐου 1826, περιέγραψε τις συνθήκες επί του πλοίων των σκλάβων. Οι φρικαλεότητες, είπε, που γίνονταν είναι πέρα ​​από κάθε περιγραφή, κι ανέφερε πολλές από τις λεπτομέρειες και μαρτυρίες οι οποίες περίπου περιγράφτηκαν  παραπάνω κι από άλλους. ‘Ανθρώπινα όντα, δεμένα καταγής  με τα κεφάλια τους ανάμεσα στα γόνατά τους…. να ασφυκτιούν  λόγω έλλειψης αέρα, να πεθαίνουν από την πείνα λόγω έλλειψης τροφίμων, να διψούν λόγω έλλειψης  νερού, αυτά οι φτωχά πλάσματα ήταν υποχρεωμένα να κάνουν  ένα ταξίδι  χιλίων τετρακοσίων μιλίων…’!

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top