Fractal

Στα ίχνη του Προυστ

Γράφει ο Γιάννης Παπαγιάννης //

 

Στράτος Πόντης «Σκοτεινός Παράδεισος», Εκδόσεις Βακχικόν

 

Άραγε μας ενδιαφέρουν οι προσωπικές εμπειρίες ενός νέου που μεταναστεύει προσωρινά στην Αμερική; Το ερώτημα είναι γενικότερο: αποτελεί λογοτεχνία η αφήγηση προσωπικών ιστοριών; Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, η απάντηση ήταν, όχι. Έως τότε το μυθιστόρημα ήταν αποτέλεσμα μυθοπλασίας κι αρχιτεκτονικής, είτε με την οπτική του παντογνώστη αφηγητή, όπως στην περίπτωση του Τολστόι, ίσως του τελευταίου μεγάλου κλασσικού, είτε με την οπτική του μερικώς παντογνώστη αφηγητή, όπως στην περίπτωση του Ντοστογιέφσκι, ίσως του πρώτου μοντέρνου συγγραφέα. Έως τότε η πρωτοπρόσωπη αφήγηση είναι σχηματική κι έχει σκοπό να ενισχύσει την οπτική του μερικώς παντογνώστη αφηγητή, όπως στην περίπτωση του Κόναν Ντόυλ και του Σέρλοκ Χολμς, όπου η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο από τον Ουάτσον, έτσι ώστε να μην είναι άμεση η αποκάλυψη της σκέψης του κεντρικού ήρωα – ντετέκτιβ. Και, ξαφνικά, το 1913, ο Προυστ δημοσιεύει τον πρώτο τόμο του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο», όπου όλη η μυθιστορία εξαντλείται στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση προσωπικών εμπειριών. Ο εκδοτικός οίκος στον οποίο απευθύνεται απορρίπτει το κείμενο με εισήγηση του Αντρέ Ζιντ. Αργότερα ο ίδιος ο Ζιντ θα το θεωρήσει  ως ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της ζωής του. Το «αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» θεωρήθηκε ένα από τα πιο σημαντικά μυθιστορήματα του 20ου αιώνα, ίσως ακριβώς επειδή ανατρέπει τα μέχρι τότε αφηγηματικά δεδομένα κι αποδεικνύει ότι η προσωπική αφήγηση δεν είναι πάντοτε υποκειμενική και χωρίς νόημα. Άλλωστε, ο ίδιος ο Προυστ απάντησε στους επικριτές του πριν δημοσιευτεί το τέλος του μυθιστορήματος – ποταμού του: αν, τους έλεγε, το μόνο που με ενδιέφερε είναι να μιλήσω για τον εαυτό μου και τη ζωή μου, θα καθόμουν, άρρωστος άνθρωπος, να γράφω 15 ώρες την ημέρα, σε ηχομονωμένο δωμάτιο, χωρίς να βγαίνω από το σπίτι; Κάτι άλλο είχε στο μυαλό του ο συγγραφέας και το απέδειξε. Οι προσωπικές ιστορίες κάθε ανθρώπου μπορούν να αποτελέσουν μυθιστορηματικό υλικό, μπορούν να κινητοποιήσουν τον αναγνώστη. Φτάνει να αγγίζουν τον πυρήνα της ύπαρξης. Να λένε μια ιστορία που είναι για όλους η ίδια.

Ο Στράτος Ποντής λοιπόν, σε αυτήν την πρώτη του πεζογραφική προσπάθεια, πετυχαίνει τον στόχο. Με άξονα ιστορίες που φαίνονται να είναι αυτοβιογραφικές ανακατεμένες με μυθοπλασία, καταφέρνει να τραβήξει το ενδιαφέρον του αναγνώστη και με ρέουσα καθημερινή γλώσσα να αφηγηθεί μια προσωπική ιστορία που θα μπορούσε να έχει συμβεί κι ίσως έχει συμβεί σε όλους μας. Υπό την έννοια ότι όλοι μας ίσως σε κάποιες στιγμές της ζωής μας κάναμε αλλαγές στις οποίες υποχρεωθήκαμε να προσαρμοστούμε, όλοι ερωτευτήκαμε κι όλοι συναντήσαμε δυσκολίες, όλοι φτάσαμε σε καταστάσεις που τις αισθανθήκαμε ως ακραίες. Ταυτόχρονα, το βιβλίο έχει κοινωνιολογικό ενδιαφέρον, αφού η σύγκριση δύο ριζικά διαφορετικών κοινωνικών συστημάτων, αυτά της Αμερικής και της Ευρώπης, είναι αναπόφευκτη. Η σκηνή όπου ο ήρωας φιλιέται με την κοπέλα του στο αυτοκίνητο και ξαφνικά κινδυνεύει η ζωή τους από την επίθεση αστυνομικών που φοβούνται ληστεία, είναι δηλωτική κι αποκαλυπτική της διαφορετικότητας  των δύο συστημάτων. Ο «Σκοτεινός παράδεισος» είναι ο εύγλωττος τίτλος ενός γλυκόπικρου πεζογραφήματος που προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στα ακραία πάθη και καταστάσεις των πρωταγωνιστών και τις ικανότητες προσαρμογής τους.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top