Fractal

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ: Δύο θεατρικά

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

“Ρωμαίος και Ιουλιέτα” και “Η κωμωδία των Παρεξηγήσεων” σε εισαγωγή και μετάφραση από τον Διονύση Καψάλη, εκδόσεις Gutenberg – σειρά Θέατρο

 

Τα κλασικά έργα έχουν τη δύναμη διαχρονικά να συγκινούν και προσελκύουν πάντα νέες μεταφραστικές (συχνά πολύ ενδιαφέρουσες) προσεγγίσεις. Όταν μάλιστα πρόκειται για την απόδοση του σαιξπηρικού κειμένου από τον Διονύση Καψάλη, και σε τόσο φροντισμένη έκδοση όπως αυτή εδώ, τότε το ενδιαφέρον είναι μεγαλύτερο.

Ρωμαίος και Ιουλιέτα πρώτα. Πρόκειται για τη μετάφραση που εκπονήθηκε και παραστάθηκε το 1995, μετά από παραγγελία του «Θεάτρου Κάππα». Γι’ αυτή τη δεύτερη έκδοση από τον Gutenberg (στη σειρά Θέατρο, που είχε σχεδιάσει ο εκλιπών Δημήτρης Αρμάος) ο Διονύσης Καψάλης, όπως λέει, ξαναδιάβασε το αρχικό κείμενο χωρίς να προβεί σε σημαντικές αλλαγές. Μια πολύ όμορφη έκδοση (φροντισμένη από τον Γιάννη Μαμάη) με πρόλογο και εισαγωγή (είναι η αρχική εισαγωγή της  πρώτης έκδοσης) και με την έξοχη απόδοση του σαιξπηρικού κειμένου από τον Διονύση Καψάλη. Φυσικά δεν είναι τυχαίο ότι ο Καψάλης εκτός από μεταφραστής είναι και ποιητής – απαραίτητη προϋπόθεση για να αποδοθεί σωστά ένα ποιητικό κείμενο και να μη χάσει τις «ανάσες» του στη νέα γλώσσα, διατηρώντας παράλληλα την πιστότητα της πρώτης γλώσσας, του μέτρου και του ρυθμού που το καταξίωσαν μέσα στους αιώνες.

Όπως και ο ίδιος ο Καψάλης δηλώνει σε παλαιότερη συνέντευξή του η μετάφραση/απόδοση της ποίησης είναι μια επίπονη εργασία, που απαιτεί να αντιμετωπίζεις με τον δέοντα σεβασμό το αρχικό κείμενο.

[το ποιητικό κείμενo] Είπαμε ότι από τη μία μεριά πρέπει να είναι εύληπτο και παραστάσιμο, αλλά, από την άλλη, ποιητικό. Εκεί σηκώνει συζήτηση τι ακριβώς είναι ποιητικό. Εκεί υπάρχουν οι γκρίζες περιοχές. Πόσο φέρνει κανείς και πάλι το κείμενό του στη δική του γλώσσα και στη δική του ποιητική ταυτότητα και αντίληψη.

Η πρόκληση για τον μεταφραστή του Σαίξπηρ είναι πώς θα αποδώσει το μεγαλύτερο μέρος, που είναι σε blank verse, δηλαδή σε ιαμβικό πεντάμετρο, και από κει και πέρα όλες τις επιμέρους φόρμες που επινοεί ο Σαίξπηρ για να αποδώσει αυτό που θέλει, είτε είναι στιχάκια, ποιηματάκια, ομοιοκαταληξίες, είτε μεγάλα κομμάτια ομοιοκατάληκτα, πεζό. Και το πεζό πρέπει να είναι σε άλλο τόνο. Πρέπει, λοιπόν, να επινοήσει και ο μεταφραστής κάτι αντίστοιχο για όλα αυτά.

[Αποσπάσματα από συνέντευξη του Διονύση Καψάλη στην Εύη Μαλλιαρού  (lifo.gr, 19-2-15)]

Με τον ίδιο σεβασμό στο πρωτότυπο κείμενο προσεγγίζει ο μεταφραστής και την Κωμωδία των Παρεξηγήσεων. Και εδώ η αφορμή (ή το κίνητρο καλύτερα) για την ενασχόληση με το έργο ήταν πάλι μια παραγγελία (αυτή τη φορά από την Κατερίνα Ευαγγελάτου) για μια θεατρική παράσταση. Πρόκειται, όπως υποστηρίζει ο Harold Bloom, για το βραχύτερο και το πιο δεμένο απ’ όλα τα έργα του Σαίξπηρ. Συνήθως καταχωρίζεται στα έργα του δραματουργού ως φάρσα, χωρίς όμως να απομακρύνεται από την έννοια της κωμωδίας – με τη βασική διάκριση των δύο ειδών να προσδιορίζεται ως προς τον βαθμό αληθοφάνειας που εμπεριέχουν· η κωμωδία είναι μία έκφανση αληθινής ζωής ως αντίστιξη του τραγικού, ενώ η φάρσα, σκοπίμως διατηρώντας απόσταση από την αλήθεια, κατασκευάζει σκηνές χωρίς να αποκρύπτει καθόλου πως το όλον είναι μία ανατροπή της πραγματικότητας.

 

William Shakespeare

 

Τα δύο έργα συνοδεύονται από μια εισαγωγή του μεταφραστή, η οποία δεν προσφέρει μόνον κατατοπιστικές πληροφορίες για την ιστορία τους αλλά υπεισέρχεται σε θέματα ουσίας, όπως στις παραστατικές απαιτήσεις των έργων, στη στιχουργική του δημιουργού, στον τρόπο που ο μεταφραστής αντιμετώπισε τις γλωσσικές ιδιαιτερότητες αλλά και τον ήχο των έργων. Όπως αναφέρει στην εισαγωγή του δεύτερου έργου:

Ο Σαίξπηρ αξιοποιεί στο έπακρο τις φωνητικές και στιχουργικές δυνατότητες που του παρέχει η αγγλική γλώσσα και τις επιστρατεύει για να μεγεθύνει τη δραματική αποτελεσματικότητα και την εμβέλεια του έργου. Ο ήχος της Κωμωδίας, η ακροαματική της φαντασία, είναι στην πραγματικότητα μια βαρύνουσα σκηνοθετική παρακαταθήκη, που καμιά σύγχρονη παράσταση του έργου, είτε στο πρωτότυπο είτε σε μετάφραση, δεν επιτρέπεται να την αγνοήσει.

Ιδιαίτερα σημαντική η παραπάνω μεταφραστική άποψη, με δεδομένο πως τα σαιξπηρικά  έργα δεν προορίζονται πρωτίστως για ανάγνωση αλλά για τη θεατρική σκηνή, για να αποδοθούν παραστατικά με τη ζωντανή σκηνική παρουσία, για να αποκτήσουν  νόημα με τις αποχρώσεις της φωνής των υποκριτών.

 

Εδώ στα αποσπάσματα από τη μετάφραση των έργων γίνεται εμφανής η πλαστικότητα της γλώσσας, ο εσωτερικός ρυθμός που τη χαρακτηρίζει. :

  1. Ρωμαίος και Ιουλιέτα

 

Χορός: Τώρα πεθαίνει η παλιά επιθυμία,

και νέο πάθος τα πρωτεία περιμένει·

η ομορφιά που τον πονούσε κι ήταν μία

με τη γλυκιά Ιουλιέτα ασχημαίνει.

Τώρα ο Ρωμαίος αγαπιέται κι αγαπάει,

απ’ τη μορφή της καλλονής συνεπαρμένος·

σ’ αυτήν που έχει για εχθρό θλιμμένος πάει,

κι εκείνη κλέβει την αγάπη από το μένος.

Όντας εχθρός, πώς να τη βρει, να της μιλήσει,

κι οι δυο ανάσες τους να γίνουν αρραβώνας;

Κι εκείνη πάλι τη στοργή της πώς να λύσει,

Αν δεν βρεθούν σε κάποιο μέρος κατά μόνας;

Αλλά το πάθος βρίσκει τρόπο κι ανταμώνουν·

με άκρα γλύκα τα δυο άκρα θηλυκώνουν.

(Πρόλογος στη Δεύτερη Πράξη είτε χορικός επίλογος της Πρώτης, στ. 1-14)

 

Ρωμαίος: Όποιος ποτέ δεν έχει πληγωθεί γελά

με τις ουλές των άλλων.

                                     Μα τι βλέπω, Θε μου;

Χαράζει φως σ’ εκείνο το παράθυρο!

Η Ιουλιέτα θ’ ανατείλει, όλη ήλιος!

Ανάτειλε, ωραίε ήλιε, να σκοτώσεις

τη φθονερή σελήνη. Δες την που χλομιάζει

κι απ’ τον καημό της αρρωσταίνει, μαραζώνει,

που είσαι συ πιο όμορφη, η συνοδός της.

Τιμώρησέ την για τον φθόνο της, μην είσαι

η συνοδός της άλλο πια. Με την αρρώστια

πρασίνισε το φόρεμα της εστιάδας,

μόνο παλιάτσοι το φοράνε. Πέταξέ το.

(Σκηνή 2η της 2ης Πράξης, στ. 1-13]

 

  1. Η Κωμωδία των Παρεξηγήσεων

 

Αιγαίων: Αν κι οι θεοί είχαν δείξει λίγο, τώρα

δεν θα τους έλεγα άσπλαχνους δικαίως·

γιατί προτού τα πλοία πλησιάσουν

στις δέκα λεύγες, ένας τρομερός

πρόβαλε βράχος, που χτυπώντας πάνω του

το ξύλο μας τσακίστηκε στα δύο.

Και μ’ αυτόν τον άδικο χωρισμό μας,

άφησε η μοίρα όμοια και στους δύο

ίδιο μερίδιο στη χαρά, ίδιο στη λύπη.

Και το δικό της μέρος, της καημένης,

πιο ανάλαφρο σε βάρος όμως όχι

σε πόνο, πιο γοργά το πήρε ο άνεμος,

κι από μακριά είδαμε να μαζεύουν

τους τρεις κάτι ψαράδες – απ’ την Κόρινθο,

πιστέψαμε. Σε λίγο έν’ άλλο σκάφος

μάς άρπαξε κι εμάς, και μόλις έμαθαν

ποιους το ’φερε η τύχη τους να σώσουν,

ήταν φιλόξενοι στους ναυαγούς,

και θα στερούσανε και τους ψαράδες

απ’ τη δική τους λεία, αν το σκαρί τους

δεν ήτανε αργόπλοο και γι’ αυτό

για την πατρίδα έβαλαν πλώρη. Κι έτσι,

ακούσατε πώς έχω αποκοπεί

απ’ τη χαρά μου, πώς από ατυχία

μάκρυνε η ζωή μου για να πλέκω

τους πόνους μου θλιμμένες ιστορίες.

 

(Πρώτη πράξη, σκηνή 1η, στ. 131-156)

 

 

Λουκιανή: Και γίνεται να ’χεις παραμελήσει

τελείως τα συζυγικά σου χρέη;

Του έρωτα ο ανθός να ’χει σαπίσει

στον τρυφερό βλαστό; Να καταρρέει

η αγάπη πριν καλά καλά χτιστεί;

Αν για τον πλούτο της, για τα λεφτά,

την αδελφή μου έχεις παντρευτεί,

φρόντισε τότε έστω και γι’ αυτά

να της συμπεριφέρεσαι καλύτερα·

κι αν αγαπάς αλλού, κρυφά ας το κάνεις:

ο ψεύτης έρωτάς σου ας φορά

καλύπτρα, ώστε να τον παριστάνεις

αόμματο, και να μην τον διαβάζει

στα μάτια σου η αδελφή  μου· της ντροπής σου

μην είσαι αγορητής, γλύκα να στάζει

η γλώσσα και το βλέμμα, ευπρεπίσου

στην απιστία σου· το πάθος ντύσε

της αρετής σου προάγγελο καλό,

να φαίνεσαι υπέροχος κι ας είσαι

διεφθαρμένος ως το κόκκαλο·

μάθε την αμαρτία να πηγαίνει

με φέρσιμο αγίας, και λαθραία

μοίχευε εσύ: γιατί να τα μαθαίνει;

Ποιος κλέφτης κάνει το έργο του σημαία;

 

(Τρίτη πράξη, σκηνή 2η, στ. 1-24)

 

Είναι ευχής έργο ο «μυριόνους ανήρ» κατά τη ρήση του Κόλεριτζ, ο Σαίξπηρ δηλαδή που κατορθώνει μέσα  στα έργα του να παρουσιάσει κάπου χίλιους χαρακτήρες, να συναντά σε μια απόδοση σε άλλη γλώσσα τόσο ανάγλυφα αυτά τα πρόσωπα που δημιούργησε, να μη χάνεται τίποτα από τον εσωτερικό τους κόσμο.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top